Θα χρειαστούν δύο χιλιάδες χρόνια από τη γέννηση του θεάτρου και τους μεγάλους τραγικούς ποιητές για να εμφανιστεί η μεγάλη μορφή του Σαίξπηρ, ο οποίος μας εισάγει στο νεότερο κόσμο. Μεγάλα ορόσημα της ποίησης είναι φυσικά ο Όμηρος, ο Δάντης και ο Σαίξπηρ. Ο Άμλετ γράφεται πιθανόν το 1600, όταν περίπου γράφεται και ο Ερωτόκριτος του Βιτσέντζου Κορνάρου, εμβληματικό έργο της νεοελληνικής λογοτεχνίας.
Στην τραγωδία αυτή τίθενται χωρίς απάντηση όλα τα μεγάλα υπαρξιακά ερωτήματα της ανθρώπινης κατάστασης, αφού είναι το μόνο ον που έχει επίγνωση του θανάτου του. Βασικό βέβαια ερώτημα είναι αν αξίζει κανείς να ζει ή να μη ζει, που θέτει ο Άμλετ, όταν από το φάντασμα του πατέρα του μαθαίνει ότι τον δολοφόνησε ο αδελφός του για να πάρει τον θρόνο και να παντρευτεί τη μητέρα του. Τότε αλλάζει εντός του ο ρυθμός του κόσμου.
Αντίστοιχη είναι η κατάσταση του Ορέστη, όταν καλείται από τον Απόλλωνα να εκδικηθεί τον θάνατο του πατέρα του και να σκοτώσει την μητέρα του Κλυταιμνήστρα και τον εραστή της. Τρελαίνεται από τις Ερινύες που τον καταδιώκουν μέχρι να τον αθωώσει η θεά Αθηνά με την ψήφο της στον Άρειο Πάγο. Ο Άμλετ θα απαλλαχθεί από το δράμα του μόνο με τον θάνατό του παρασύροντας μαζί του ενόχους και αθώους.
Το μεγαλείο της τραγωδίας αυτής θα αμφισβητήσει ο Τ.Σ.Έλιοτ που φυσικά δεν ευτύχησε ο ίδιος ως θεατρικός συγγραφέας. Ο Τολστόι επίσης θα υποτιμήσει τον Σαίξπηρ για άλλους λόγους. Το έργο αυτό θα εμπνεύσει έκτοτε πολλούς ανθρώπους του θεάτρου και όλοι οι μεγάλοι σκηνοθέτες και ηθοποιοί θέλουν να αναμετρηθούν μαζί του.
Ο Γάλλος συγγραφέας Μπερνάρ- Μαρί Κολτές έγραψε το 1974 μια διασκευή του κλασικού αριστουργήματος «Η ημέρα των φόνων στην ιστορία του Άμλετ», όπου δρουν τέσσερα πρόσωπα, ο Άμλετ, η Οφηλία, η Γερτρούδη και ο Κλαύδιος. Η δράση επικεντρώνεται στον πυρήνα του σαιξπηρικού έργου που είναι η σχέση του έρωτα, της εξουσίας και του θανάτου.
Έχουμε την αίσθηση ότι το έργο γράφεται και πράττεται μπροστά στα μάτια μας με τον κανόνα που θέτει ο ίδιος ο Σαίξπηρ στο έργο του, εκεί οπου διδάσκει ο Άμλετ τους ηθοποιούς πώς θα αποδώσουν θεατρικά την παγίδα που στήνει για να αποκαλυφθούν οι ένοχοι.
«Οι υπερβολές αυτές απομακρύνονται πολύ από την ουσία της δραματικής τέχνης, που σκοπός της ήταν πάντα και παραμένει να κρατάει, ας πούμε, έναν καθρέφτη μπροστά στη φύση, ώστε να δείχνει στην Αρετή το πρόσωπό της, στη Μωρία, την πιστή εικόνα της, στον ίδιο τον Καιρό, καθώς περνά τη ζωντανή μορφή του και το είδωλό του.
Εάν αυτό το υπερβάλεις ή το παίξεις υποτονικά θα κάνεις ίσως τους αδαείς να γελάσουν, εκείνοι που γνωρίζουν όμως θα δυσαρεστηθούν και η αποδοκιμασία έστω και ενός από αυτούς δεν αντισταθμίζεται ούτε με ένα ολόκληρο θέατρο από τους άλλους».
Στην παράσταση που παρακολουθήσαμε στο Πολιτιστικό Κέντρο Ηρακλείου πριν από λίγες μέρες γοητευτήκαμε με την εξαιρετική συλλειτουργία των ηθοποιών και την άψογη σκηνοθεσία.
Δυστυχώς δεν έχω διαβάσει το κείμενο, αλλά είχα την αίσθηση ενός υψηλού ποιητικού ρυθμού και την απόδοση μιας οριακής ανθρώπινης στιγμής. Όλοι οδηγούνται στον θάνατο. Η Γερτρούδη και ο Κλαύδιος γιατί αποκαλύπτεται η ενοχή τους και η συνέχιση της ζωής τους δεν είναι πια δυνατή. Η αθώα Οφηλία γιατί γκρεμίζεται η πίστη της στον έρωτα που νοηματοδοτούσε τη ζωή της, αλλά και ο Άμλετ που κινείται ανάμεσα στην υποκριτική τρέλα και σε μια πραγματικότητα που καταστρέφει κάθε ηθικό έρεισμα που δικαιώνει τη ζωή του.
Σκηνοθέτης του έργου είναι η Έφη Θεοδώρου και τη μετάφραση έχει κάνει η Ευγενία Γραμματικοπούλου. Έπαιξαν ο Έκτορας Λυγίζος ως Άμλετ, η Μαρία Σκουλά ως Γερτρούδη, ο Γιώργος Κριθάρας ως Κλαύδιος και η Μάγδα Καυκούλα ως Οφηλία. Όλοι τους πέτυχαν να δικαιώσουν την άποψη ότι το θέατρο αποτελεί την κορυφαία πράξη παιδείας και εξανθρωπισμού, αλλά και την αποκάλυψη της βαθύτερης ανθρώπινης αυτογνωσίας.
Κρίμα που δόθηκε μόνο μια παράσταση στο Ηράκλειο. Το ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ.Κ βρήκε επιτέλους στο πρόσωπο της Έφης Θεοδώρου μια άξια διευθύντρια που δικαιώνει έναν θεσμό που καθιέρωσε η αξέχαστη Μελίνα Μερκούρη.
Αξίζει οι νέοι δημοτικοί άρχοντες να το αγκαλιάσουν, να το στηρίξουν και να μας δώσουν τη δυνατότητα να βλέπουμε περισσότερες παραστάσεις όλο τον χρόνο. Αυτός άλλωστε είναι και ο ρόλος του Πολιτιστικού Κέντρου, όπως τον οραματίστηκαν όσοι συνέβαλαν στη δημιουργία του. Μπορεί η έδρα του να είναι τα Χανιά, αλλά είναι ένας παγκρήτιος θεσμός και είναι κρίμα να μη διατίθεται ο χώρος δωρεάν για παραστάσεις του θεάτρου μας.
*Ο Ζαχαρίας Καραταράκης είναι φιλόλογος