Είναι κάποιοι  τόποι που όταν τους επισκεφτεί κάποιος τον  εμπνέουν και τον μεταφέρουν νοερά  σε άλλες ιστορικές ή αναμνηστικές εποχές. Η  ιδιαιτερότητα δε και  η πνευματική δύναμη που αποπνέουν  οι χώροι αυτοί, οι οποίοι ίσως  φέρουν  σημάδια  κατάκτησης ή πνευματικότητας, του  δημιουργούν  πνευματική ευφορία,  ιστορικά  ερωτηματικά, θαυμασμό και τόσα άλλα συναισθήματα.

Ένας τέτοιος τόπος είναι ο προμαχώνας  Μαρτινέγκο (Martinengo),  πάνω στον οποίον κείτονται δύο μεγάλες μορφές του πνεύματος. Ο Νίκος Καζαντζάκης και η Ελένη Ν. Καζαντζάκη.

Ο τόπος αυτός, πέραν της ιστορικής σημασίας του, κάνει τον επισκέπτη  να νιώθει συναισθήματα  χαράς, γοητείας, αγάπης, γαλήνης, συντροφικότητας, ευγνωμοσύνης, στοργής, υπερηφάνειας, ελπίδας και έμπνευσης.

Όλα δε αυτά τα θετικά συναισθήματα  απορρέουν από την τρυφερότητα της συζυγικής ζωής του Νίκου Καζαντζάκη με την  Ελένη, όταν στο μυαλό του φέρνει τα λόγια  αυτών των  δύο πνευματικών ανθρώπων για την ευτυχισμένη ζωή που πέρασαν μαζί και την αγάπη του Νίκου Καζαντζάκη  για την Ελένη, για την οποία ο μεγάλος στοχαστής, μεταξύ των άλλων, έγραψε:

«Στην Ελένη χρωστώ όλη την καθημερινή ευτυχία της ζωής μου. Χωρίς αυτή θά ‘χα πεθάνει τώρα και πολλά χρόνια. Συντρόφισσα γενναία, αφοσιωμένη, περήφανη, έτοιμη για κάθε πράξη που θέλει αγάπη». Και  ακόμη: «Είμαι μια ηλεχτρική εγκατάσταση κι είστε το ηλεχτρικό ρέμα. Αν κοπεί, χάθηκα».

Αλλά και τα υπέροχα λόγια  στοργής, αγάπης, σεβασμού, συντροφικότητας, και αφοσίωσης  που έγραψε για τον  Καζαντζάκη η σύζυγός του Ελένη, της οποίας  η τελευταία  επιθυμία   ήταν να ταφεί δίπλα στον σύντροφο της ζωής της: «Κάθε επέτειο του θανάτου τού Νίκου, και όσο η δική μου ζωή φτάνει στο τέλος της, κάνω τον απολογισμό μου, τι έδωσα και τι πήρα από εκείνον, ύστερα από 32 ολόκληρα χρόνια κοινής ζωής. Η κόκκινη γραμμή, που σημάδεψε την πορεία του και που εγώ θα την ονομάσω «ευθεία γραμμή», χαρακτήριζε και την απλή καθημερινή του ζωή. Δεν θυμάμαι ούτε μία πράξη του για την οποία θα έπρεπε να ντραπώ, ή και να προβληματιστώ ακόμα. Ήταν τόσο έντιμος, τόσο ακέραιος και τόσο ασυμβίβαστος που, όποιος είχε την τύχη να ζήσει μαζί του, στεκόταν στις άκρες των δαχτύλων του για να τον φτάσει».

Ακόμη: «Όσο το μεροκάματο τελεύει, σκέφτομαι πόσο τυχερή γυναίκα υπήρξα στη ζωή μου, γιατί ήταν όλα τόσο σωστά και ακέραια μαζί του, όσο ένα κρυστάλλινο ποτήρι νερό, όπως ακριβώς έβλεπε εκείνος τη ζωή, που όσο κι αν πίνεις δεν ξεδιψάς. Έτσι ήταν και η ζωή μου μαζί του, ένα καθαρό, πεντακάθαρο ποτήρι νερό».

Επίσης ο Καζαντζάκης θέλοντας να φανερώσει την αγάπη και την ευγνωμοσύνη του για τη γυναίκα, αλλά έχοντας κατά νουν τη σύζυγό του Ελένη, έγραψε στο  βιβλίο του «Αναφορά στον Γκρέκο» για τις γυναίκες:

«Γενναία συναθλητίνα, δροσερή πηγή στην απάνθρωπη ερημιά μας, παρηγοριά μεγάλη. Φτώχεια, γύμνια, έχουν δίκιο οι Κρητικοί να το λένε, φτώχεια, γύμνια πράμα δεν είναι, φτάνει νά ‘χεις καλή γυναίκα· είχαμε καλή γυναίκα, εσένα την έλεγαν Χερώνυμα, εμένα Ελένη. Τι τύχη ήταν ετούτη, παππού μου! Πόσες φορές, κοιτάζοντάς τις, δεν είπαμε κι οι δυο από μέσα μας: “Βλογημένη νά ‘ναι η ώρα που γεννηθήκαμε!”».

Όταν λοιπόν επισκέπτεται κάποιος  τέτοιου είδους, ιδιαίτερους, τόπους  και έρχονται στο μυαλό του όλα αυτά τα μεστά περιεχομένου, τα τρυφερά, τα λόγια ψυχής και αγάπης, μόνον θετικά  συναισθήματα γεννιούνται και  περιφέρονται στον εσωτερικό του κόσμο.

Αισθάνεται  άνετα,  διευρύνει  το οπτικό του πεδίο, επικεντρώνεται  στους στόχους  του  και  αναπτύσσει ψυχολογική ευφορία, η οποία  βοηθά στην ανάπτυξη της   αισιοδοξίας, γιατί τα θετικά συναισθήματα  βοηθούν τον άνθρωπο  να είναι  δεκτικός και να του δίνουν δύναμη να ανοίγει το μυαλό και την καρδιά του, τα οποία  του επιτρέπουν το πέταγμα στον αιθέριο ουρανό της ζωής!

Σ αυτόν τον ιδιαίτερο τόπο της πόλης μας βρεθήκαμε με τον  εγγονό μου, θέλοντας με μια  ευχή να τον παροτρύνω και να του εμφυσήσω τα  θετικά  συναίσθημα της ζωής, την αγάπη, τον σεβασμό, την ευγνωμοσύνη, τη δικαιοσύνη, την ευσυνειδησία, τη στοργή, τη συντροφικότητα και την αιώνια πίστη  σε αυτό που αγαπά ή λατρεύει στη ζωή του,   με βάση πάντα τα διδάγματα που μας κατέλειπεν ο μεγάλος στοχαστής Νίκος Καζαντζάκης ως και η σύζυγός αυτού Ελένη Ν. Καζαντζάκη, το γένος Σαμίου, όχι μόνον στα αθάνατα πνευματικά έργα, αλλά και  στη συνύπαρξή τους στην επίγεια ζωή.

Κρατώντας λοιπόν ο εγγονός μου  την επιτύμβια στήλη του τάφου του Νίκου Καζαντζάκη, του είπα:

Σου εύχομαι, αγαπημένε μου εγγονέ Νίκο, να ακολουθήσεις,  πνευματικά, τα βήματα  του Μεγάλου Στοχαστή του Μεγάλου Κάστρου, Νίκου Καζαντζάκη, στο χώρο του οποίου σήμερα ευρίσκεσαι.

Κατά το βηματισμό σου θα ακούσεις τη φωνή του παππού Νίκου, που από κάπου αλλού θα  σε αγναντεύει, να σου αντιλαλεί:

Να ελπίζεις ενόσω ζεις και να προχωράς  μπροστά   όσο βλέπεις το φως του ήλιου, γιατί έτσι  θα χαίρεσαι τα αγαθά της ελπίδας

Να πιστεύεις στον εαυτόν σου με  αισιοδοξία,  γιατί η αισιοδοξία είναι η πίστη που οδηγεί στην επιτυχία…

Να είσαι ελεύθερος και έτοιμος να πετάξεις  ακόμη πιο ψηλά με φτερά την πίστη και την ελπίδα.

Πλησιάζοντας το σούρουπο αποχωρούσαμε αγκαλιασμένοι. Πριν προλάβουμε να φθάσουμε στο πρώτο σκαλοπάτι του προμαχώνα, ένας  ηλικιωμένος, επισκέπτης κι αυτός,  μας πλησίασε με δακρυσμένα μάτια και με δισταγμό απευθύνθηκε στον εγγονό μου, λέγοντάς του: “Κατάλαβα ότι είναι ο παππούς σου, από τα λόγια που άκουσα.

Να τα βάλεις, αγόρι μου,   καλά στο μυαλό σου και δεν θα χάσεις. Έμενα δεν με αξίωσε ο Θεός να έχω εγγόνια!  Όμως όλα τα παιδιά  τα θεωρώ  εγγόνια μου…  Σας ευχαριστώ για τη χαρά που μου δώσατε” είπε και συνέχισε  το αγνάντεμά του, παίρνοντας κι εμείς το δρόμο της επιστροφής από μια επίσκεψη που πάντα σε  εμπνέει.