Σε προηγούμενο άρθρο μας σε τούτη την εφημερίδα, αναφερθήκαμε στην πορεία και ανέλιξη του Ούγγρου πρωθυπουργού Όρμπαν, στην εξουσία και στην προεδρία της Ε.Ε. Φτάνοντας σε εκείνα τα επίπεδα δημοτικότητας και εξουσιών, ουσιαστικά παραδίδει σε όσους διαθέτουν τα κατάλληλα και ευήκοα ώτα, το δικό του μάθημα!

Μη χάνετε χρόνο σε πολιτιστικούς πολέμους, αλλά καταλάβετε τους κρατικούς θεσμούς. Μόλις οι δικαστές και οι δημόσιοι υπάλληλοι έρθουν με το μέρος σας, μπορείτε να εναντιωθείτε σε όσους φιλελεύθερους δημοσιογράφους και μη κυβερνητικές οργανώσεις θέλετε.

Ο Ούγγρος κοινωνιολόγος Μπάλιντ Μάγκιαρ (Bálint Magyar) περιγράφει το καθεστώς του Όρμπαν ως ένα μετακομμουνιστικό κράτος μαφίας που χρησιμεύει για τον πλουτισμό της υιοθετημένης πολιτικής οικογένειάς του.

Οι ομοιότητες με το καθεστώς του Πούτιν είναι προφανείς, με τη διαφορά ότι ο πουτινισμός υποτίθεται ότι είναι αδύνατος στο εσωτερικό της Ε.Ε., την ώρα που οι Βρυξέλλες διαφημίζουν την ένταξη στο ευρωπαϊκό κλαμπ ως ικανή εγγύηση για δημοκρατία.

Πώς, είναι το κρίσιμο ερώτημα, ο Όρμπαν δημιούργησε αυτό που το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο αποκάλεσε ‘εκλογική απολυταρχία’ στην καρδιά της Ένωσης; Υπάρχουν διάφοροι λόγοι που εξηγούν το φαινόμενο.

Αρχικά, οι Βρυξέλλες παραπλανήθηκαν από εκείνο που ο Όρμπαν χρησιμοποίησε κατά κόρον, δηλαδή άλλα να εκστομίζει όταν παρουσιαζόταν στη διεθνή σκηνή και άλλα πράττει στο εσωτερικό της χώρας του.

Επιπλέον, η ευρωπαϊκή κρίση χρέους που είχε ξεκινήσει το 2009 λειτούργησε στρεβλά υπέρ των συμφερόντων του. Καθώς οι Βρυξέλλες υπαγόρευαν τους εθνικούς προϋπολογισμούς, δεν ήθελαν να θεωρηθεί ότι παρεμβαίνουν ευθέως και στα πολιτικά συστήματα των κρατών μελών.

Όλο εκείνο το διάστημα, η πιο ισχυρή πολιτικός της Ευρώπης, η Γερμανίδα Άνγκελα Μέρκελ, συνάδελφός του Χριστιανοδημοκράτη, απέφευγε να σχολιάσει και να εναντιωθεί στην αυταρχικότητά του, επειδή μεταξύ των άλλων συνήψε με τους Γερμανούς κατασκευαστές αυτοκινήτων αρκετά συμφέρουσες οικονομικές συμφωνίες.

Πολλά, ωστόσο, από τα πλεονεκτήματα που προσφέρει η Ευρωπαϊκή Ένωση στα κράτη μέλη της, είχαν ακούσιες ή ανεπιθύμητες παρενέργειες στην περίπτωση του Όρμπαν. Η ελευθερία μετακίνησης πέρα από τα σύνορα επέτρεψε σε δυσαρεστημένους νέους που ίσως δημιουργούσαν, για ένα σωρό λόγους, διάφορα προβλήματα μέσα στην πατρίδα τους, να πάνε για να εργασθούν σε διάφορες δουλειές και εταιρείες στο Λονδίνο ή στο Βερολίνο.

Σύμφωνα με ορισμένες εκτιμήσεις, η μετανάστευση αυξήθηκε σημαντικά μετά το 2010. Καθώς η προσφορά εργατικού δυναμικού μειώθηκε σε μερικούς κρίσιμους τομείς, όπως οι υπηρεσίες και η μεταποίηση, ο Όρμπαν αναγκάστηκε να προσκαλέσει αθόρυβα, βεβαίως, έναν αριθμό  φιλοξενούμενων εργατών από την Ασία και από αλλού.

Εν τω μεταξύ, οι επιδοτήσεις της Ε.Ε. για τις φτωχότερες χώρες αποδείχθηκαν σε ορισμένες περιπτώσεις ευεργετικές για κάποιους, αφού τα έργα υποδομής που χρηματοδοτούνταν από τις Βρυξέλλες δόθηκαν σε δικούς του ανθρώπους, όπως  ο παιδικός φίλος του Όρμπαν και επιχειρηματίας Λόριντς Μέσαρος (Mészáros Lőrinc), που δραστηριοποιείται στην εγκατάσταση φυσικού αερίου και ο οποίος έλαβε τόσες πολλές συμβάσεις που τώρα φιγουράρει μεταξύ των πλουσιότερων ανθρώπων της χώρας.

Τελικά, ο Όρμπαν αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τη θέση και το ρόλο του κακομαθημένου υφιστάμενου του Βερολίνου και έκανε ανοίγματα στους δυσαρεστημένους συντηρητικούς στο δυτικό μισό της γηραιάς ηπείρου.

Η εισροή προσφύγων και μεταναστών από το 2015, άλλαξε την εικόνα. Η Μέρκελ δικαιολογούσε περιστασιακά την υποδοχή των προσφύγων εξηγώντας ότι, ως χριστιανοί, έπρεπε να υποδεχτούν όσους είχαν ανάγκη. Αλλά λίγοι πολιτικοί, όπως φαίνεται, θυμούνται όλα εκείνα σήμερα!

Σε κάθε προεκλογική εκστρατεία του ‘Φίντες’,  εμφανίζεται ένας νέος επινοημένος εχθρός του λαού, όπως ο άλλοτε προστάτης του Όρμπαν, Τζορτζ Σόρος, η Ε.Ε., οι ΛΟΑΤΚΙ μειονότητες και άλλα αντικείμενα μίσους για την εθνική κοινοβουλευτική ψηφοφορία του 2022.

Δεν ήταν απολύτως σαφές, όμως, αν η συγκεκριμένη στρατηγική θα συνέχιζε να λειτουργεί για πολύ καιρό ακόμα! Στην προκειμένη χρονική περίσταση, η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία διέσωσε τον Όρμπαν!

Τώρα οι προπαγανδιστές του καθεστώτος του συκοφάντησαν την αντιπολίτευση ότι ήθελε να στείλει νέους Ούγγρους άνδρες να πεθάνουν για την υπεράσπιση μιας άλλης χώρας. Έκτοτε, η τηλεόραση και το ραδιόφωνο, τόσο οι δημόσιοι όσο και οι ιδιωτικοί σταθμοί, τους οποίους ελέγχει σε μεγάλο βαθμό το καθεστώς, κατακλύστηκαν από μηνύματα υπέρ του Κρεμλίνου.

Το ‘Φίντες’, κέρδισε κατά κράτος, ενώ η αντιπολίτευση βγήκε για ακόμα μια φορά αποθαρρημένη!