Η άνοιξη του προηγούμενου, πια, χρόνου μας άφησε, τουλάχιστον τους περισσότερους, με κάποια κρυφή ελπίδα ότι ορισμένες παράμετροι  το φθινόπωρο θα άλλαζαν επί τα βελτίω! Και βεβαίως όχι μόνο στον πολύπαθο χώρο της υγείας, αλλά και στην τάλαινα οικονομία.

Οι πολλαπλές μολύνσεις και ανιχνεύσεις φορέων κορονοϊού, όπως και οι ασθενείς και ο αριθμός των εισαγωγών στις μονάδες εντατικής θεραπείας, αυξάνονταν με τόσο ραγδαίο ρυθμό που προκάλεσαν έκδηλες και ανεπιθύμητες αρρυθμίες στο οριακό σύστημα υγείας μας. Όλα αυτά την ώρα που υπάρχουν σοβαρά προβλήματα όχι μόνον στην οικονομία αλλά και στο μέτωπο της εξωτερικής πολιτικής με προεξάρχον εκείνο, τις σε τακτά χρονικά διαστήματα, παραβιάσεις των θαλάσσιων συνόρων και των εναέριων χώρων μας.

Το θέμα του κορονοϊού φυσικά δεν είναι αμιγώς ελληνικό, αλλά παγκόσμιο με χιλιάδες μολύνσεις και νεκρούς καθημερινά, όπως παρακολουθούμε ασταμάτητα.  Η πολυθρυλούμενη ανακάλυψη του κατάλληλου εμβολίου από τις φαρμακευτικές εταιρείες και εισαγωγή στην καθ’ ημέρα πράξη του εμβολιασμού ήδη έγινε πραγματικότητα με δειλά βήματα και έδωσε κάποια αναθάρρηση σε όλους.

Όμως, πέρα από τις όποιες γνώμες της συμπολίτευσης και τις αντίθετες κραυγές της αντιπολίτευσης, ορισμένα πράγματα είναι σταθερά και δεν επιδέχονται κριτικής. Η χώρα είχε κάπου πεντακόσια πενήντα κρεβάτια στις μονάδες εντατικής θεραπείας  και τώρα έχει διπλάσια.

Σοβαρή, σίγουρα,  προσπάθεια, όμως έπρεπε να είχε γίνει νωρίτερα. Έπρεπε παράλληλα στο χρόνο που πέρασε, να έχουν γίνει ενέργειες σε πολλούς άλλους τομείς της δημόσιας ζωής, από όλα τα υπουργεία, στον τομέα του το καθένα για βελτίωση της καθημερινότητας των πολιτών, όπως για να αναφέρουμε ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα εκείνο των δημόσιων συγκοινωνιών, κι’ όχι να φτάσουμε έως εδώ με τους γνωστούς συνωστισμούς και τις αντεγκλήσεις μεταξύ διαφόρων κοινωνικών ομάδων και πολιτικών σχηματισμών.

Το ίδιο θα μπορούσαμε να πούμε για ένα σωρό άλλες δραστηριότητες, όπως την προσέλευση του κοινού σε εφορίες, τράπεζες, πολεοδομίες και πολλές άλλες υπηρεσίες ώστε να μην παρατηρείται ο γνωστός και απαράμιλλος νεοελληνικός συνωστισμός και οι πασίγνωστες ουρές, με επακόλουθο την αναπόφευκτη μόλυνση ικανού πληθυσμού.

Η εισβολή της πανδημίας, πρέπει έστω και τώρα, να μας οδηγήσει στο συμπέρασμα ότι κάποια πράγματα πρέπει να αλλάξουν οριστικά στον πολυδύναμο και πολυποίκιλο τομέα των δημόσιων υπηρεσιών και ότι τίποτα δεν είναι αργά, παρά το γεγονός ότι όλα αυτά θα προσκρούσουν σε  συνδικαλιστές και κοινωνικές ομάδες με αντίθετη γνώμη, κόμματα που επιθυμούν απλώς την κατακραυγή και όχι τον εποικοδομητικό διάλογο και το βασικότερο την δημιουργία μιας καινούργιας πραγματικότητας για εμάς, αλλά τόσο  γνωστής αλλαχού εδώ και πολλές δεκαετίες.

Όμως, ας επιστρέψουμε εκεί που αρχίσαμε, δηλαδή στον τομέα της υγείας. Τους τελευταίους  μήνες,  και φυσικά τώρα, φάνηκε ξεκάθαρα ότι  η χώρα δεν διαθέτει σωστό και δρομολογημένο σύστημα πρωτοβάθμιας περίθαλψης,  παρά το ότι έχει αρκετά αποτελεσματικά μεγάλα νοσοκομεία σε διάφορα μέρη της επικράτειας.

Έτσι μεγάλη μάζα ασθενών  προστρέχει και εξακολουθεί στα εξωτερικά  ιατρεία και τα Τμήματα επειγόντων περιστατικών των νοσοκομείων μας, απασχολώντας το προσωπικό με θέματα τα οποία άπτονται των πρωτοβάθμιων αντίστοιχων υπηρεσιών, δηλαδή των αστικών και αγροτικών κέντρων υγείας.

Από καταβολής όμως της δημιουργίας του εθνικού συστήματος υγείας, τη μακρυνή  δεκαετία του 1980, ακούγεται μεγαλόστομα και μετά λησμονείται πάλι, η απαραίτητη ύπαρξη και λειτουργία αυτής της τόσο απαραίτητης δομής, χωρίς ωστόσο να γίνεται πραγματικότητα απτή.

Το δίκτυο αυτό θα μπορούσε να απορροφήσει το μεγαλύτερο ποσοστό των ασθενών, όλων εάν λειτουργούσε  σωστά,  κάνοντας τις απαραίτητες εξετάσεις και προσφέροντας ανακούφιση στις  νοσοκομειακές δομές αφήνοντάς τες απερίσπαστες και εστιασμένες στο καθ’ εαυτό έργο τους. Τώρα όμως παρατηρούμε πληθώρα προερχομένων εκεί με τα γνωστά αποτελέσματα.

Τα νοσοκομεία όμως δεν έχουν αυτή την αποστολή. Σωστό σύστημα υγείας   είναι εκείνο που έχει χαρτογραφημένους όλους τους ασθενείς του, αυτό που διαθέτει  ηλεκτρονικό φάκελο για κάθε ασθενή με ενημερωμένο το ιστορικό του καθενός, με όλες τις εργαστηριακές και παρακλινικές εξετάσεις και την ημερομηνία που έγιναν και γίνονται, καθώς και την φαρμακευτική αγωγή που τυχόν λαμβάνει σε μακροχρόνια βάση.

Σε αυτό ο ασθενής είναι απαραίτητο να προσέρχεται πρώτα στον οικογενειακό του γιατρό και όχι να προστρέχει με το παραμικρό πρόβλημα στο νοσοκομείο, κατά το δοκούν και οποιαδήποτε ώρα του εικοσιτετραώρου. Όμως, εύκολα κατανοεί ο αναγνώστης ότι ετούτη η συγκεκριμένη παράγραφος που αναφέρθηκε ενοχλεί ένα καλά τεκμηριωμένο σύστημα περίθαλψης.

Γιατί η εφαρμογή του απαιτεί μικρότερο αριθμό γιατρών και βεβαίως μοιραία πολλοί θα τεθούν στο περιθώριο και την ανεργία, εκτός εάν βρεθεί κάποια φόρμουλα να συνεργαστεί ένας αριθμός ιδιωτών με το δημόσιο σύστημα υγείας. Το βρεττανικό σύστημα υγείας, το περιβόητο NHS (National Health Services), εκεί βασίζει, ή πιο σωστά βάσισε για μεγάλο χρονικό διάστημα,  την ως τώρα επιτυχία του, δηλαδή σε μια σωστή πρωτοβάθμια περίθαλψη. Η καταγραφή των πάντων σε αυτό όπως είναι ευνόητο, και για την χώρα μας, θα εξοικονομήσει  χρήματα άκρως απαραίτητα για άλλες  δραστηριότητες του συστήματος υγείας.

Με βάση τα όσα  αναφέρθηκαν, γίνεται κατανοητό  ότι δύσκολα κάποια κυβέρνηση θα μπορούσε να θέσει σε εφαρμογή τα όσα πολύ απλά αναφέρθηκαν, για τους λόγους που επίσης ειπώθηκαν. Τουλάχιστον, όμως, ας γίνει μια προσπάθεια στη δημιουργία του ηλεκτρονικού φακέλου ασθενούς, τώρα σε τούτες τις δύσκολες μέρες που διανύουμε, γιατί θα αποτελεί μέγιστης αξίας προσφορά στο σύνολο. Η παρούσα κυβέρνηση  υποσχέθηκε πολλά μεταξύ των οποίων και τον ψηφιακό μετασχηματισμό της κοινωνίας. Ιδού λοιπόν ένα πεδίο δόξης λαμπρόν για να αφήσει, και εκεί,  το στίγμα της!