Πάει, πέρασε και η τελευταία Κυριακή της Αποκριάς. Κορυφώθηκε και φέτος, μετά από τρία χρόνια απουσίας, το αποκριάτικο πνεύμα της εύθυμης μεταμφίεσης, σε πολλές περιοχές της χώρας. Οι άνθρωποι που μπήκαν και πάλι ακόμη πιο δυνατά σε αυτό το πνεύμα, γλέντησαν και πάλι μασκαρεμένοι, σε κάτι που ενδεχομένως θα ήθελαν να είναι, καλύπτοντας τα χαρακτηριστικά τους κάτω από ένα προσωπείο, που έμοιαζε όμως περισσότερο με κάποιο αληθινό, αλλά βαθιά κρυμμένο πρόσωπό τους. Ουσιαστικά δεν έκαναν κάτι καινούριο, αλλά συνέχισαν μια μακρόβια παράδοση. Το ίδιο έκαναν και οι αρχαίοι Έλληνες με τις διονυσιακές γιορτές και οι Ρωμαίοι με τα Λουπερκάλια και τα Σατουρνάλια, πάνω-κάτω την ίδια εποχή του χρόνου.

Η σχέση ανάμεσα στην μεταμφίεση και την ταυτότητα, έχει καταστεί αντικείμενο μελέτης και διερευνάται επιστημονικά μέσα από νεοελληνικά κείμενα πεζογραφίας του 19ου αιώνα και του 20ου αιώνα. Τα συμπεράσματα συντρέχουν στο γεγονός ότι οι πολλαπλές αυτές εναλλαγές των ρόλων και η χρήση διαφορετικών προσωπείων ίσως να βοηθούν εν τέλει στην αυτογνωσία, αποκαλύπτοντας άγνωστες ή λανθάνουσες πτυχές της ταυτότητας. Πραγματοποιείται δε ένας ιδιότυπος «διάλογος» ανάμεσα στον πραγματικό και τον μεταμφιεσμένο εαυτό. Η μεταμφίεση θεωρείται επιτυχημένη, όταν γίνει αποδεκτή και από τους άλλους, εκτός από τον μεταμφιεσμένο.

Η λαχτάρα για μεταμφίεση, αντανακλά ουσιαστικά την ανάγκη της απόδρασης από τα πραγματικά προβλήματα μιας δύσκολης καθημερινότητας. Μια βαθύτερη ανάγκη που δείχνουν να συμμερίζονται, τόσο οι πολιτικοί, όσο και οι πολίτες αυτής της χώρας.

Η μεταμφίεση ενσωματώνει μια εσωτερική σύγκρουση, που μπορεί να συνιστά επώδυνη αντίφαση, αλλά αποτελεί συνάμα και βασικό συστατικό της ίδιας της κοινωνικής μας ύπαρξης. Ιδιαίτερα τα τελευταία δύσκολα χρόνια, με όλα αυτά που μας συμβαίνουν, προσπαθούμε να γελάμε για να μην κλάψουμε…

Οι Απόκριες βέβαια, έτσι όπως τις γιορτάζουμε σήμερα, δεν έχουν καμία σχέση με τις Απόκριες παλαιότερων εποχών. Στα μεγάλα καρναβάλια της Πάτρας και του Ρεθύμνου, ανέκαθεν ήταν παρούσα η πολιτική και κοινωνική σάτιρα. Το ενδιαφέρον μάλιστα και τις εντυπώσεις των παρευρισκόμενων έκλεβαν πάντα τα άρματα με τις φιγούρες των πολιτικών, ως υποκείμενα αιχμηρής κοινωνικής και πολιτικής κριτικής. Τα σημερινά καρναβάλια όμως χαρακτηρίζονται από ένα στοιχείο απροσδιόριστου τελετουργικού μιας ακόμα μαζικής διασκέδασης. Ό, τι να’ ναι δηλαδή.

Σαν να έχει μεταμφιεστεί και το ίδιο το καρναβάλι, σε ακόμα έναν σύγχρονο μεταλλαγμένο τύπο διασκέδασης. Ίσως να έχει συμβάλει σε αυτό και η εποχή μας που χαρακτηρίζεται ως απολιτική και η νεολαία μας που δείχνει να αποστασιοποιείται από τα πολιτικά δρώμενα. Οι νέοι άνθρωποι αντιδρούν έτσι στο κλίμα της εποχής, στο οποίο κυριαρχούν η αδικία, η ανισότητες, η αναξιοκρατία, η ανηθικότητα, η υποκρισία των πολιτικών και η ασυνέπεια των ενηλίκων. Στις παλαιότερες εποχές πάντως, η μεταμφίεση και η απόδραση από την καθημερινότητα έπαιρναν τις διαστάσεις ενός «αναποδογυρίσματος» του κόσμου.

Μιας προσωρινής ολικής ανατροπής και μιας αμφισβήτησης όλων των κοινωνικών σχέσεων και των επικρατούντων ιεραρχιών, σε όλες τις εκφάνσεις της κοινωνικής ζωής. Η καρναβαλική αυτή λαϊκή κουλτούρα, με την έντονη διάθεση της ανατρεπτικότητας, επέτρεπε στο λαό να εισέρχεται σε μια προσωρινή ουτοπική κοινωνική σφαίρα ελευθερίας, ισότητας και αφθονίας και λειτουργούσε ως «βαλβίδα ασφαλείας» του συστήματος, για την εκτόνωση πιέσεων που συσσωρεύονταν όλη τη χρονιά. Η αμφισβήτηση της εξουσίας, βλέπετε, όταν είναι τελετουργική και ελεγχόμενη, επιτρέπει στην εξουσία να ανανεώνεται και να αναπροσαρμόζει τις προοπτικές εξέλιξής της.

Υπήρχε όμως πάντα και ο κίνδυνος, η απομυθοποίηση της εξουσίας που εκφραζόταν σε κάποιο καρναβάλι, να πάρει ανεξέλεγκτες διαστάσεις και να υπερβεί τις τελετουργικές μορφές αμφισβήτησης. Συνέβη μάλιστα, σε μια σειρά από εξεγερτικά επεισόδια που έχουν καταγραφεί ιστορικά σε διάφορα καρναβάλια. Έτσι, έχουμε τις εξεγέρσεις στο Ρομάν το 1580 και στη Μάλτα το 1639, που ξεκίνησαν από καρναβάλια, όπως και στην Γκρενόμπλ το 1832 με αφορμή την απαγόρευση μιας πολιτικής μασκαράτας, αλλά και στο Νότινγκ Χιλ του Λονδίνου το 1976, ενάντια στον εξευγενισμό μιας γειτονιάς, η οποία κατοικούνταν από μετανάστες της Καραϊβικής.

Η υποτίμηση της σημασίας της αποκριάτικης σάτιρας με την πολιτική της διάσταση, επήλθε με την φιλελευθεροποίηση και την πρόοδο της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας που σημειώθηκε κατά τον 19ο αιώνα, όπου δημιουργήθηκαν νέα μέσα κοινωνικής κριτικής και ελεύθερης έκφρασης των κοινωνικών αντιθέσεων. Στην Αθηναϊκή Αποκριά, όλα τα στοιχεία δείχνουν ότι η σάτιρα αναπτύχθηκε και άκμασε στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα.

Το καρναβάλι της Αθήνας σηματοδοτούσε μια περίοδο γενικής αναστάτωσης. Τα καταστήματα δεν άνοιγαν, για να αποφεύγουν οι καταστηματάρχες τις μικροκλοπές και οι εργάτες δεν πήγαιναν στις δουλειές τους. Η απόκρυψη της ταυτότητας με μάσκες, με το μουντζούρωμα ή με άλλες μορφές μεταμφίεσης, περιόριζαν τον κοινωνικό έλεγχο και γι αυτό οι μάσκες απαγορεύτηκαν κάποιες χρονιές, σε περιόδους πολεμικών εμπλοκών της χώρας.

Δεν είναι τυχαίο που η πρώτη απόπειρα εμπρησμού της Παλαιάς Αγοράς το 1884 και η απόπειρα δολοφονίας του βασιλιά Γεωργίου το 1898, επιχειρήθηκαν τις μέρες της Αποκριάς. Στη σύγχρονη εποχή, αυτό το ανατρεπτικό καρναβάλι «εξημερώθηκε» και περιορίζεται πλέον στη διάσταση της διασκέδασης και μόνον εκεί.

Το Πατρινό Καρναβάλι κάνει την εμφάνισή του με την περίοδο της οικονομικής ανάπτυξης της πόλης, τη δεκαετία του 1870. Την πρώτη δεκαετία του 1900 το καρναβάλι αρχίζει να αποκτά ταυτότητα, ενώ για πρώτη φορά παίρνουν μέρος σε αυτό άτομα απ’ όλες τις κοινωνικές τάξεις. Όσον αφορά τώρα το δικό μας, μεγάλο Ρεθεμνιώτικο Καρναβάλι, που είναι και το μεγαλύτερο της Κρήτης και ένα από τα τέσσερα μεγαλύτερα της Ελλάδας, η ιστορία το συναντάει για πρώτη φορά στις αρχές του 20ου αιώνα και συγκεκριμένα στο 1901, επί Κρητικής Πολιτείας.

Οι πρώτες ιστορικές αναφορές δείχνουν το Ρέθυμνο πρωτοπόρο στις καρναβαλικές εκδηλώσεις. Σε φύλλο της εφημερίδας «Αναγέννηση» του Ρεθύμνου του 1900, υπάρχει η πληροφορία ότι είχε δημιουργηθεί η επιτροπή διοργάνωσης του πρώτου καρναβαλιού. Την έμπνευση μάλιστα για τη διοργάνωση του πρώτου αυτού καρναβαλιού την είχε ο «Φιλεκπαιδευτικός Σύλλογος Ρεθύμνου».

Έπεσε η αυλαία και της φετινής Αποκριάς – μετά από μια παρένθεση αποχής τριών ετών –  με το κάψιμο του βασιλιά καρνάβαλου και έπεται η περίοδος της Σαρακοστής με νηστεία και… προσευχή.

Η Σαρακοστή όμως φέτος συμπίπτει με την επίσημη προεκλογική περίοδο. Είναι σαν να παρατείνονται οι Απόκριες, ένα πράγμα. Η ψευδαίσθηση της ευδαιμονίας και η επίπλαστη εύθυμη διάθεση που καλλιεργούνται από το ίδιο το πολιτικό σύστημα για να ζεστάνουν την κρύα προεκλογική ατμόσφαιρα, θα δημιουργήσουν και πάλι την εικόνα μιας χώρας που μεταμφιέζεται σε κάποια άλλη και που δεν θέλει να ξεχωρίσει τα σημαντικά από τα ασήμαντα.

Δεν ξεχνάμε επίσης πως τούτες τις μέρες συμπληρώνονται τρία ολόκληρα χρόνια από την πιο άσχημη μεταμφίεση που κάναμε ποτέ. Αυτή που σκέπασε τα πρόσωπά μας με τη μάσκα του τρόμου και άλλαξε τις ζωές των ανθρώπων όλου του κόσμου. Οι άνθρωποι πάντως δεν θα σταματήσουν ποτέ να διασκεδάζουν και να χαίρονται με κάθε ευκαιρία που τους δίνεται και καλά κάνουν, γιατί, όπως έλεγε και ο Καζαντζάκης, «η ζωή είναι λίγη κι ο θάνατος πολύς».

Καλή Σαρακοστή!

https://moschonas.wordpress.com