Η μεγάλη συμμετοχή των πολιτών στην εκλογική διαδικασία της προηγούμενης Κυριακής για την ανάδειξη νέου προέδρου του ΠΑΣΟΚ, ήταν από κάθε πλευρά ενθαρρυντική και πολλά υποσχόμενη για το μέλλον αυτής της παράταξης η οποία τα τελευταία χρόνια είχε απαξιωθεί για τους γνωστούς διάφορους λόγους και στην ουσία βρισκόταν στο περιθώριο των πολιτικών εξελίξεων της χώρας μας.
Το πιθανότερο είναι ότι κινητοποιήθηκε μεγάλο μέρος των ψηφοφόρων της το οποίο είτε βρισκόταν σε αναμονή, είτε είχε προσχωρήσει στον ΣΥΡΙΖΑ, είτε απείχε των τεκταινομένων στην χρονίως παραπαίουσα πολιτική σκηνή.
Τώρα λοιπόν φαίνεται ότι ένα τμήμα του εκφράζει την επιθυμία να δώσει ξανά στο ΠΑΣΟΚ μια άλλη ευκαιρία, κάτω φυσικά από άλλες συνθήκες ετούτη τη φορά, ανάδειξής του σε ισχυρό πολιτικό πόλο της χώρας, με δεδομένο και έχοντας κατά νου το γεγονός ότι ο ΣΥΡΙΖΑ βρίσκεται με τους επιεικέστερους χαρακτηρισμούς σε κατάσταση διάλυσης και πλήρους απαξίωσης από την κοινωνία, γιατί όπως δείχνουν οι δηλώσεις και οι συμπεριφορές των στελεχών του εδώ και πολύ καιρό, είναι εκ των πραγμάτων αδύνατο να γεφυρωθούν ο πολυποίκιλες διαφορές, διαφωνίες, λογομαχίες, απρέπειες και συγκρούσεις ανάμεσά τους.
Έτσι τώρα το ερώτημα που αναδύεται αυτόματα στο προσκήνιο, είναι κατά πόσο το ΠΑΣΟΚ είναι σε θέση να εκμεταλλευτεί τη σπάνια ευκαιρία που του παρουσιάστηκε στη συγκεκριμένη χρονική στιγμή.
Σίγουρο πάντως είναι ότι κατέβηκε στις εκλογές με την στόφα ενός μεγάλου και ιστορικού πολιτικού σχηματισμού. Τα αποτελέσματα του πρώτου γύρου είναι γνωστά και όλοι αναμένουν εκείνα της αναμέτρησης της δεύτερης Κυριακής.
Για την ώρα μπορεί κάποιος να κάνει πολλές υποθέσεις και να δώσει διάφορες ερμηνείες γι’ αυτά. Η βασικότερη παραδοχή είναι ότι ακόμα δίνει την εντύπωση ότι είναι κόμμα που διαχέει τις ρίζες του σε πολλά σημεία του πολιτικού εκκρεμούς, έχοντας υπ’ όψιν την εκπεφρασμένη ή όχι, προτίμηση βασικών υποψηφίων προέδρων του σε διάφορες κατευθύνσεις, χωρίς να αναδεικνύονται περιχαρακώσεις σε έναν συγκεκριμένο πολιτικό χώρο.
Ταυτόχρονα παρατηρείται ότι οι δύο κύριοι νικητές της κάλπης που θα οδηγηθούν στην άλλη αναμέτρηση, παρουσίασαν περίεργες ομολογουμένως προτιμήσεις του εκλογικού σώματος σε πανελλαδική κλίμακα.
Ο μεν Ανδρουλάκης κέρδισε τον κόσμο της επαρχίας, χωρίς να παρουσιάζει αποδοχή από την πρωτεύουσα ενώ ο έτερος, ο κ. Δούκας, παρά το γεγονός ότι είναι δήμαρχος Αθηναίων αρκετούς μήνες, λόγω καθαρής τύχης είναι αλήθεια, οι πολίτες της Αθήνας του γύρισαν επιδεικτικά την πλάτη στέλνοντάς τον στα τάρταρα των προτιμήσεών τους, λόγω του ανύπαρκτου έργου του στον χώρο αυτό, παρά τις προεκλογικές του για το Δήμο της Αθήνας, δεσμεύσεις και υποσχέσεις.
Ο δεύτερος γύρος της άλλης Κυριακής, μάλλον παρουσιάζεται αμφίρροπος.
Κρίσιμος παράγων θα αποτελέσει η προτίμηση των άλλων τεσσάρων υποψηφίων του πρώτου γύρου και πώς θα κατευθύνουν, αν μπορέσουν, τους ψηφοφόρους τους.
Όμως, ως ένα βαθμό! Για την ώρα, ο μεν Νίκος Ανδρουλάκης έχει απέναντί του την αγωνία αν έχει τη δυνατότητα να σηκώσει τον ήλιο του ΠΑΣΟΚ ψηλότερα, δημοσκοπικά πάντα, και περισσότερο από το βαθμό που τα κατάφερε το διαρρεύσαν χρονικό διάστημα, φέροντας κοντά στο κόμμα του απογοητευμένους, ή και νέους πολίτες που θα τον πιστέψουν.
Αντίθετα, ο νυν Δήμαρχος Αθηναίων έχει να αντιμετωπίσει κυρίως την εμφανή αποδοκιμασία του από τους ψηφοφόρους της πόλης του οι οποίοι δεν λησμονούν ασυναρτησίες και λαϊκισμούς γύρω από το μετρό των Εξαρχείων, κάποιων έργων στην περιοχή του Στρέφη, την υπόσχεσή του για μείωση της θερμοκρασίας της Αθήνας κατά πέντε βαθμούς και μερικών άλλων, που παραπέμπουν σε σύμπλευση με ακραίες πολιτικές ομάδες οι οποίες αναμφίβολα τον στήριξαν στην εκλογική διαδικασία της δημαρχίας και πιθανότατα θα το πράξουν και τώρα.
Η επόμενη Κυριακή όταν μας εγκαταλείψει, θα μας αφήσει και τον πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ, τον δεύτερο σε δύναμη πολιτικό σχηματισμό της χώρας με ό,τι συνεπάγεται αυτό!
Ο Γεώργιος Νικ. Σχορετσανίτης είναι
δ/ντής Χειρουργικής και συγγραφέας