Να που ήλθε ένας αόρατος εχθρός να κλείσει στα σπίτια μας, εμάς τους Έλληνες, ένα λαό μεσογειακό, που είχαμε μάθει να διημερεύουμε και να διανυχτερεύουμε  στις πλατείες,  στα καφενεία, στα μπαράκια. Εξωστρεφείς, όπως είμαστε, δεν μπορούσαμε καν να φανταστούμε ότι θα ερχόταν ώρα που θα ήμασταν αναγκασμένοι να μείνουμε κλεισμένοι στα σπίτια μας για άγνωστο αριθμό ημερών.

Γι’  αυτό και η πρωτόγνωρη αυτή κατάσταση μας φαίνεται πολύ δύσκολη, κυρίως για τα μικρά παιδιά και τους νέους, που η δύναμη και η ορμή της ηλικίας τους τους καλεί να βγουν στον ανοιχτό χώρο, να μορφωθούν, να παίξουν, να κάμουν παρέες, να αθληθούν, να φλερτάρουν.

Ο κλειστός χώρος ανήκει κυρίως στις μεγαλύτερες ηλικίες, στους ανθρώπους δηλαδή εκείνους που τα χρόνια, η ευάλωτη υγεία τους αλλά και ο τρόπος που είναι οργανωμένη η μαζική διασκέδαση δεν τους επιτρέπει να βρίσκονται για  πολύ στον ανοιχτό χώρο. Έφτασε, λοιπόν, ο καιρός του κλειστού χώρου για όλους, μικρούς και μεγάλους. Στο νου μου έρχεται το γνωστό ποίημα του Κ. Καβάφη «Τα τείχη». Εκεί ο αφηγητής-ποιητής βλέπει ότι:

Χωρίς περίσκεψιν, χωρίς λύπην, χωρίς αιδώ

μεγάλα κ’ υψηλά τριγύρω μου έκτισαν τείχη

Κι εμείς κλεισμένοι στα «τείχη» των σπιτιών μας είμαστε. Με τη διαφορά ότι εμάς μας έκλεισαν «με περίσκεψιν και με λύπην», επειδή η μόνη προστασία μας είναι αυτά τα τείχη κι επειδή τα πράγματα με τον κορωναϊό δεν έπρεπε να αφεθούν στην τύχη. Κι αν ο ποιητής λέει ότι «κάθομαι κι απελπίζομαι τώρα εδώ», επειδή «πράγματα πολλά έξω να κάμω είχον», εμείς πρέπει να κάνομε την ανάγκη φιλοτιμία και να μην απελπιζόμαστε, αλλά να δούμε τι μπορούμε να κάνομε, όσο είμαστε κλεισμένοι μέσα στα «τείχη» των σπιτιών μας. Τα πολλά πράγματα που έχουμε να κάνουμε «έξω», ας τα αφήσουμε για αργότερα.

Είναι αλήθεια ότι,  κατά τις δύσκολες τούτες ώρες που είμαστε κλεισμένοι στο σπίτι, ο χρόνος δεν περνάει εύκολα, επειδή οι επιλογές μας είναι περιορισμένες: κουβέντα, τηλεόραση, διαδίκτυο, παιγνίδια με τα παιδιά για όσους είναι γονείς. Ωστόσο, υπάρχουν κι άλλες δυνατότητες:  να διαβάσουμε ένα καλό βιβλίο, ν’  ακούσομε μουσική, να ασχοληθούμε με ένα μουσικό όργανο, να ζωγραφίσουμε, να ασχοληθούμε, τέλος πάντων, με ένα χόμπι.

Το ουσιαστικότερο, όμως, όλων είναι να ασχοληθούμε με τον εσώτερο εαυτό μας. Ο σύγχρονος τρόπος ζωής είναι γνωστό ότι μας θέλει εντελώς εξωστρεφείς, δεν αφήνει περιθώρια για ενδοσκόπηση και στοχασμό γύρω από τα μεγάλα θέματα της ζωής

. Ο «αγοραίος άνθρωπος», όπως τον αποκαλεί ο Γερμανός κοινωνιολόγος, ψυχολόγος και φιλόσοφος Έριχ Φρομ, αυτό το  γέννημα της καταναλωτικής κοινωνίας, είναι εξολοκλήρου στραμμένος στον εξωτερικό κόσμο, έχει κατατμηθεί, σχεδόν διαλυθεί, ως πνευματική ύπαρξη.

Τώρα λοιπόν που η φοβερή Ανάγκη έχει κλείσει τις πόρτες του «έξω», μήπως είναι μια ευκαιρία για ένα άλμα προς το «μέσα»; Μήπως, δηλαδή, είναι καιρός για στοχασμό πάνω στα ουσιώδη  της ζωής:  το πεπερασμένο και εφήμερο της ανθρώπινης ζωής, το πρόβλημα της συνυπάρξεως και συμβιώσεως, τη σχέση με τον εαυτό μας, τα ζητήματα της πίστεως, τις περιπέτειες της πολιτικής, τον πόλεμο και την ειρήνη, τα όρια της ανθρώπινης ελευθερίας κ.ά.

Ευρισκόμενοι μπροστά σε μια οριακή κατάσταση, λόγω του φόβου της ασθένειας, ακόμη και του πιθανού θανάτου, έχουμε την ευκαιρία να στοχαστούμε κυρίως πάνω σε θέματα υπαρξιακά, πάνω στο ίδιο το  νόημα της ζωής και το νόημα της ύπαρξης.

Τι σημαίνει όμως «στοχάζομαι»;  Το ρ. παράγεται από τη λ. στόχος (= στύλος, σημάδι) και, ως εκ τούτου, σημαίνει «στοχεύω» και μεταφορικά «κατευθύνω τη σκέψη μου, σκέφτομαι βαθιά, συλλογίζομαι». Επομένως, ο στοχασμός σχετίζεται με τη βαθιά σκέψη, και μάλιστα επί ζητημάτων σοβαρών.

Ωστόσο, ο στοχασμός μας αυτός πρέπει να είναι δημιουργικός, που σημαίνει ότι αφήνουμε στην άκρη κάθε δογματισμό και επεξεργαζόμαστε τις εμπειρίες, τις αναμνήσεις, τα «πιστεύω» μας με πνεύμα ελευθερίας, έτοιμοι για αναθεωρήσεις, αν χρειαστεί.

Σημαίνει ακόμη ότι δεν μένουμε στην επιφάνεια και στο φαίνεσθαι της πραγματικότητας, αλλά εισδύουμε πίσω από τα φαινόμενα, ώστε να βρούμε την αλήθεια. Αυτό, όμως, απαιτεί να είμαστε τίμιοι και ειλικρινείς με τον εαυτό μας, απαιτεί θάρρος και εντιμότητα έναντι ημών των ιδίων.

Μόνον έτσι ο στοχασμός μας θα είναι δημιουργικός και παραγωγικός και δεν θα εξανεμιστεί σε μια έωλη ενδο-συζήτηση, που θα μας αφήσει και πάλι στο σημείο από όπου ξεκινήσαμε. Διότι το ουσιαστικό είναι όχι απλώς να στοχαστούμε και να συλλογιστούμε, αλλά ο στοχασμός μας να συμβάλει στη βελτίωσή μας:  να αλλάξει και να κάνει πιο παραγωγικό τον τρόπο σκέψης μας, να αλλάξει και να βελτιώσει το ήθος μας, δηλ. τη σχέση μας με τον εαυτό μας, το συνάνθρωπό μας, το περιβάλλον, την πολιτική.

Επ’  αυτού το παράδειγμα δίνουν οι αρχαίοι Έλληνες φιλόσοφοι και στοχαστές, που δεν ήταν απλώς άνθρωποι της θεωρητικής δραστηριότητας. Όλη τους η θεωρητική ενατένιση σε ένα πράγμα αποσκοπούσε:  στον τρόπο της  αρετής, δηλαδή σε μια ορισμένη στάση ζωής.

Γράφει ο Γάλλος καθηγητής της Φιλοσοφίας Pierre Hadot στο βιβλίο του με τον τίτλο «Τι είναι η αρχαία Ελληνική Φιλοσοφία»: «…κατά την αρχαιότητα, η φιλοσοφική σχολή αντιστοιχούσε πάνω από όλα στην επιλογή ενός ορισμένου τρόπου ζωής, σε μια απόφαση ζωής, μια συγκεκριμένη υπαρξιακή αίρεση (=επιλογή) που απαιτεί από το άτομο μια ολοκληρωτική μεταβολή, μια προσήλωση ολόκληρου του είναι, ολόκληρης της ύπαρξης, στην επιθυμία να είναι και να ζει με ένα ορισμένο τρόπο» (σ.16).

Αυτό σημαίνει ότι η φιλοσοφία για τους αρχαίους Έλληνες αλλά και για τον ορθόδοξο τουλάχιστον χριστιανισμό είναι προπαρασκευαστική άσκηση που αποβλέπει στην αρετή και στη σοφία (η λ. σοφία για τους αρχαίους είχε τη σημασία της ευφυΐας, της δεξιότητας, της εμπειρίας σε μια τέχνη, της ορθότητας της κρίσεως, της συνέσεως, της γνώσεως της ύψιστης αλήθειας).

Όταν, λοιπόν, λέμε ότι το «μένουμε σπίτι» είναι μιας πρώτης τάξεως ευκαιρία για στοχασμό, εννοούμε το «ένδον σκάπτε», που έλεγε ο στωικός φιλόσοφος αυτοκράτορας Μάρκος Αυρήλιος.

Να ερευνούμε βαθιά μέσα μας, όχι επιφανειακά και επιπόλαια, για να ανακαλύψουμε τον αληθινό εαυτό μας. Για τον χριστιανό, αυτή η στροφή στην εσωτερική ζωή γίνεται με την άσκηση και την προσευχή. Γι’ αυτό ο Χριστός, αναφερόμενος στην αληθινή προσευχή, προτρέπει τον άνθρωπο: «Εσύ, όταν προσεύχεσαι, πήγαινε στο πιο απόμερο δωμάτιο του σπιτιού σου, κλείσε την πόρτα σου και προσευχήσου εκεί κρυφά στον Πατέρα σου» (Ματθ. 6,6).

Ο αληθινός στοχασμός απαιτεί ησυχία μακριά από την τύρβη της καθημερινής ζωής, απαιτεί συγκέντρωση στον εαυτό μας, όχι μόνο επειδή εύκολα διασπάται η προσοχή μας αλλά και επειδή ασχολούμαστε με τα πιο σοβαρά θέματα που αφορούν τη ζωή μας: τις μέχρι τώρα  επιλογές μας, τη σχέση μας με το Θεό, τις διαπροσωπικές σχέσεις μας, το νόημα της ύπαρξής μας, με τελικό σκοπό να αποκτήσουμε τη σοφία και την αρετή, ένα τρόπο ζωής που το κεντρικό του σημείο θα είναι ο σεβασμός και ο αυτοσεβασμός, σύμφωνα με τη φιλοσοφική σκέψη των αρχαίων Ελλήνων και τη μεγάλη πνευματική παράδοση της Ορθοδοξίας.

Ας δούμε τον καιρό που είμαστε κλεισμένοι στα σπίτια μας ως μια ευκαιρία να στραφούμε εντός μας, να μαζέψουμε τον κομματιασμένο εαυτό μας γύρω από το χαμένο κέντρο της πνευματικής μας  παράδοσης, που έχει πολλά να μας πει επ’  αυτού.

Ειδικά σήμερα, που ο σύγχρονος τρόπος ζωής μάς γεμίζει με ψυχολογικά προβλήματα και η κατάθλιψη έχει απλώσει τα πέπλα της πάνω από τις κοινωνίες, ο στοχασμός, η ενδοσκόπηση, η ανεύρεση του ζωοποιού κέντρου της πνευματικής μας παράδοσης, γύρω από το οποίο θα χτίσουμε τον εαυτό μας, είναι όρος sine qua non για μια προσωπική ζωή αξιοβίωτη αλλά και για την επιβίωσή μας ως λαού, μέσα στο σύγχρονο παγκοσμιοποιημένου περιβάλλον.