Ο συγχωριανός μου εξ Αβρακόντε μεγαλόσωμος Ιπποκράτης, συνταξιούχος καθηγητής Φυσικής, αυτο-επονομάζεται Μέγας λόγω των διαστάσεων του. Το μεσημέρι της Κυριακής συναντηθήκαμε σε χαρές βάπτισης Ζαχαρία του Β’, εγγονού του νεορκισθέντα δημάρχου Χερσονήσου και άνοιξε όπως πάντα η καρδιά μας… Αναζωπυρώσαμε μνήμες των γυμνασιακών μας χρόνων και αλληλοσυμπάθειες που ουδέποτε αποκρύψαμε. Παραδόξως τούτη τη Κυριακή θυμήθηκε και ο Καπετάν Χειμώνας με το Βοριά του, πως πρέπει μπλειό να πιάσει δουλειά γιατί ξεράθηκε η γης των ανθρώπων.
Εμείς βέβαια ως γνήσιοι Ορέοι γόνοι του Λασιθιού, δείξαμε την υπεροχή μας στην αντοχή του κρύου και μείναμε στην αυλή της εκκλησίας αναπολώντας και σχολιάζοντας.
Του θύμισα την αγωνιώδη έκκληση μας, όταν ως μαθητές, εμείς οι μικρότεροι και με τη συγκριτικά μειονεκτική σωματική μας διάπλαση, του φωνάζαμε όταν μας πλησίαζε απειλητικά με τις χερούκλες του: -Μέγα μη… (και έσκασε στα γέλια).
Ακόμη και στη φωτογραφία (του 1965) της περίφημης νεολαίας Αβρακόντε που δημοσίευσε στο FB ο φιλίστορας Νίκος ΦΟΥΚΑΡΑΚΗΣ, δεσπόζει ο Μέγας, μιας ομάδας γνωστής το πάλαι ποτέ, του νεολαιΐστικου Συνδέσμου Δ-ΟΚΑΡΙ (αντιγραφή ονομασίας από παλιό γνωστό γερμανικό σουγιά) με την ευρηματική ερμηνεία που του είχαμε δώσει: «Δαιμονισμένος Όμιλος Κερατάδων Αβρακόντε Ριμάσει (ζει) Ι(οι)οιανδήποτε».
Στη φωτό συρομαδούν για τις ανάγκες της παρέας, τις κότες που «κατέσχεσαν» από τα σπίτια τους σε μέρες απουσίας των γονέων τους στα μετόχια για το λιομάζωμα… (Όμως η δράση και οι περιπέτειες της περίφημης τότε «οργάνωσης» μας το Δ-ΟΚΑΡΙ, γράφουν πολυσέλιδο βιβλίο και το αφήνω για άλλη φορά.)
– Αργούσε ο παππάς μέσα στην εκκλησία τη βάπτιση, τσίριζε ο Ζαχαρίας Β´, πάσχιζε ο Χειμώνας να υποδηλώσει με κρύο τη παρουσία του και ήρθε η αυτονόητη απορία στον Μέγα, αν ο παπάς έκανε βάπτιση ή λειτουργία. Έτσι προέκυψε και η πρώτη προσποιητή διαφωνία μας:
– Ρε Ιπποκράτη, το μυστήριο της βάπτισης είναι αυτοτελές και δεν εμπεριέχεται σε λειτουργία. Επιδεικνύοντας μάλιστα έπαρση για τις θρησκευτικές μου γνώσεις, ως περιστασιακός ψάλτης , του δήλωσα με στόμφο πως τα μυστήρια της εκκλησίας είναι επτά. (Ευτυχώς, δεν με υπέβαλε στην βάσανο να του τα πω, αν και είχα αρχίσει να ξομπλιάζω διάφορα στο μυαλό μου).
Ο Ιπποκράτης με κοίταξε με προσποιητό θαυμασμό για τις αμφίβολες θρησκευτικές μου γνώσεις και απάντησε σταθερά: -Όχι ρε, τρία είναι !… και άρχισε την ιστορία του:
– Την εποχή που ήμουνα καθηγητής (Φυσικής) σε γυμνάσιο του Ηρακλείου, είχα μαθητές που δεν κατάφεραν ποτέ να πάρουν σε μαθήματα θετικής κατεύθυνσης, βαθμό μεγαλύτερο του 6 ή του 7, παρά τις παραινέσεις που μας έκανε ο ιερέας θεολόγος, που δίδασκε θρησκευτικά στο ίδιο γυμνάσιο, να βάζουμε μεγάλους βαθμούς στα παιδιά για να περνούν την τάξη.
Οι μαθητές-κουμπούρες, περνούσαν τελικά την τάξη με τους υψηλούς βαθμούς των θρησκευτικών και κάποια στιγμή με έβαλε ο διάολος να κοιτάξω τις κόλλες του διαγωνισμού θρησκευτικών να δω τι έγραφαν και έπαιρναν βαθμούς 18 και 19. Και ξέρεις τι διάβασα σε μια κόλλα με βαθμό 18; άκου:
Ερώτηση 1: Ποιά είναι τα εφτά μυστήρια της εκκλησίας;
Απάντηση: Τα εφτά μυστήρια της εκκλησίας είναι τρία, τα βαφτίσια, τα αρραβωνιάσματα και τα σαράντα!
Ερώτηση 2: Ποιές νηστείες επιβάλλει η θρησκεία μας;
Απάντηση: Τη σαρανταρά και το Δεκαπενταύγουστο!
-Απευθείας για διδακτορικό έπρεπε να σταλεί ο μαθητής αυτός, όχι να τον βαθμολογείς με 7 και 6 … του απάντησα, αλλά βγήκε από την εκκλησία με το παππού του ο Ζαχαρίας Β’ και κόψαμε τη κουβέντα…