Με την υπογραφή της πολλά υποσχόμενης Διακήρυξης των Αθηνών από τον Τούρκο πρόεδρο και τον Έλληνα πρωθυπουργό στα τέλη του προηγούμενου χρόνου, βιώσαμε κάποια ηρεμία στις σχέσεις μας με την γειτονική μας εξ’ ανατολών χώρα και αρκετοί ήλπισαν ότι θα συνεχιστεί κάπως έτσι το ποικιλοτρόπως βεβαρημένο κλίμα ανάμεσα στις δύο χώρες και ότι δεν ήταν απλώς ένας συνήθης διπλωματικός ελιγμός της Τουρκίας, ώστε να προσπορισθεί εμμέσως κάποια ανταλλάγματα ή να κερδίσει ορισμένα οφέλη από αυτή.
Το ιστορικό της υπόθεσης, όμως, αποδεικνύει ότι ενώ η ελληνική κυβέρνηση έδειξε εφησυχασμένη κατά κάποιο τρόπο, η γειτονική μας χώρα επανήλθε στην τόσο γνωστή της συμπεριφορά φέροντας ξανά στην επικαιρότητα και στο προσκήνιο την χιλιοειπωμένη και ανυπόστατη θεωρία των γκρίζων ζωνών σε συνδυασμό με το νομικά αβάσιμο και αστήρικτο Τουρκολιβυκό μνημόνιο και το σχετικά νέο αφήγημα περί Γαλάζιας Πατρίδας, το οποίο ξεδιπλώνει και επικαλείται ολοένα και συχνότερα, κατά το δοκούν βεβαίως.
Πριν λίγο καιρό πήραμε μια γεύση όλων αυτών με το επεισόδιο κοντά στην Κάσο και ακούσαμε τις ανίκανες σε μεγάλο βαθμό κυβερνητικές εξηγήσεις, οι οποίες αδυνατούν να πείσουν ακόμα και τον πιο ευκολόπιστο και καλοπροαίρετο πολίτη.
Ειδικά σε αυτό το πολύ σοβαρό συμβάν αμφισβητήθηκαν ευθέως στοιχειώδη κυριαρχικά δικαιώματα της Ελλάδας, η οποία αντί να προχωρήσει σε πιο δυναμική αντιμετώπιση με ευθεία καταγγελία της προκλητικής συμπεριφοράς της, προτίμησε την χλιαρή διαχείριση του γεγονότος, με αποτέλεσμα αυτή να μας ευχαριστεί για την συνεργασία μας στις απαιτήσεις και θαλάσσιες διεκδικήσεις της!
Τα όσα ακολούθησαν, δηλώθηκαν και γράφτηκαν στο έντυπο και ηλεκτρονικό Τύπο στο εσωτερικό της χώρας μας, είναι γνωστά. Όπως και οι αψυχολόγητες δηλώσεις του πρωθυπουργού που αφορούσαν κάποια ειδική ομάδα πατριωτών, σε μια απέλπιδα προσπάθεια να υπερασπισθεί την στάση του υπουργού Εξωτερικών.
Κάποιες άλλες δηλώσεις από το Υπουργείο Άμυνας ότι δήθεν δεν θα ανεχθούν ξανά παρόμοιες συμπεριφορές, επίσης στο ίδιο μήκος κύματος, σε βαθμό που αμφιβάλλει κάποιος αν λαμβάνονται υπ’ όψιν από την γείτονα. Κι όλα αυτά τα γεγονότα, στη σκιά της καθ΄ όλα νόμιμης και οριοθετημένης ζώνης Ελλάδας – Αιγύπτου.
Τα γεγονότα της Κάσου ακολούθησαν και άλλα σε διάφορα μέρη της ελληνικής επικράτειας, μαζί με τις ανυπόστατες επαναλαμβανόμενες δηλώσεις του πολύπειρου υπουργού Εξωτερικών της Τουρκίας για όλες εκείνες τις απαιτήσεις που ακούμε συνεχώς στα δελτία ειδήσεως περί αποστρατικοποιήσεως των νησιών μας μεταξύ των άλλων, δεν είναι τίποτα άλλο παρά η ευθεία αμφισβήτηση των ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων, σε οφθαλμοφανή παράβαση του Δικαίου της Θάλασσας και βεβαίως εναντίον των νόμιμων συμφερόντων της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Τα παραπάνω τονίζουν καθαρά ότι η συμπεριφορά της χώρας μας απέναντι στην Τουρκία μάλλον δεν είναι η δέουσα και αποτελεσματική, όσο κι’ αν επαίρεται η κυβέρνηση για το αντίθετο. Πολλοί ομιλούν ότι υφίσταται κάποιο είδος συμφωνίας μεταξύ των δυο χωρών, για να εισπράξουν την μήνιν και την επίθεση των αξιωματούχων της χώρας μας.
Αποτελεί πάντως πρωτοτυπία για τις σχέσεις δύο χωρών οι συχνές συναντήσεις ανάμεσά τους, με τις γνωστές και χιλιοειπωμένες δηλώσεις ότι όλα βαίνουν ομαλώς και βαδίζουν πάνω σε ράγες κατανόησης. Αλήθεια, εδώ πλανάται ένα μεγάλο ερώτημα στον αέρα, ειδικά τώρα με την ανάληψη, σε λίγο, των καθηκόντων του νέου πλανητάρχη Ντόναλντ Τραμπ.
Πώς θα ζητήσει η χώρα μας απ’ αυτόν κατανόηση και διπλωματική βοήθεια για τα δίκαιά της, αν εκείνος μας υπενθυμίσει τις περίφημες διακηρύξεις των Αθηνών που υπεγράφησαν και τις δηλώσεις από αμφότερα τα μέρη για την ύπαρξη καλού κλίματος και συνεργασίας;
Μάλλον λοιπόν είναι επιτακτική η ανάγκη να σταματήσει ετούτη η ανίκανη για τα συμφέροντά μας τακτική και στρατηγική την οποία συνεχίζει, άγνωστον γιατί, η κυβέρνηση. Η Τουρκία παραβιάζει συνεχώς υπογεγραμμένες διακηρύξεις, διεθνή δίκαια, γειτονικά και αλλότρια συμφέροντα, και η κυβέρνηση δυστυχώς σιωπά και τα ανέχεται ανήμπορη για κάτι άλλο.
Αλήθεια, πού βρίσκεται η δική μας εθνική στρατηγική, οι δικές μας κόκκινες γραμμές; Τι έχουν να πουν επ’ αυτού τα κόμματα της αντιπολίτευσης, τα οποία περί άλλων τυρβάζουν οδηγώντας και τους πολίτες στην αδιαφορία για τα εθνικά ζητήματα; Φτάνουμε τελικά στο απευκταίο σημείο ανημποριάς ή σε κάτι άλλο των πολιτικών και της αποστασιοποίησης των πολιτών;
Ο Γεώργιος Νικ. Σχορετσανίτης είναι τέως διευθυντής Χειρουργικής και συγγραφέας