Αυτές τις μέρες είχα τη χαρά να συναντηθώ ξανά με έναν πολιό συσπουδαστή μου στην Παιδαγωγική Ακαδημία Ηρακλείου, από όπου ξεκίνησαν οι πρώτες μου σπουδές για να ακολουθήσω κατόπιν άλλη πορεία. Πρόκειται για τον Γιώργο Αυγουστινάκη, από τα Απίδια Σητείας. Τον είχα συναντήσει πρώτη φορά τις μέρες που μετείχαμε και οι δυο στις εισιτήριες εξετάσεις για τη σχολή. Ύστερα συναντηθήκαμε ξανά στη σχολή ως επιτυχόντες. Τότε ήταν που θαύμασα τον Γιώργο.
Είχε εισαχθεί πρώτος και εκείνο το πρώτος μου προκαλούσε θαυμασμό. Μέσα από τόσους υποψηφίους με εισαγωγικές εξετάσεις σε τόσα μαθήματα ήταν για μένα κάτι άπιαστο: Να ξεπερνάς σε κάθε μάθημα το 99% των υποψηφίων και να εξασφαλίζεις την πρώτη θέση για τον εαυτό σου. Δύσκολο! Αργότερα συναντηθήκαμε ξανά στη μετεκπαίδευση των δασκάλων που λειτουργούσε τότε στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Και τότε ο Γιώργος έκανε πάλι το θαύμα του.
Είχε εισαχθεί τρίτος μεταξύ των 1.500 περίπου υποψηφίων από όλη την Ελλάδα. Επίτευγμα πιο δύσκολο, λόγω του πανελλαδικού χαρακτήρα του διαγωνισμού και του μεγάλου αριθμού υποψηφίων. Να ξεπερνάς κάθε φορά, σε κάθε μάθημα 1497 συνυποψήφιους και να εξασφαλίζεις για τον εαυτό σου την τρίτη θέση! Και όλα αυτά χωρίς κανένα κομπασμό, χωρίς καμιά έπαρση. Ο Γιώργος δεν θυμάμαι ποτέ να κάνει έστω μια απλή αναφορά στα ίδια τα γεγονότα. Η σεμνότητα σε όλη της τη μεγαλοπρέπεια στο πρόσωπό του!
Και τώρα ο Γιώργος ήρθε να μου προσφέρει το βιβλίο του: «Με της μνήμης τα φτερά ταξιδεύω στα παλιά» να μου σκαλίσει βιώματα και να επαναφέρει στη μνήμη μου την αγροτική κουλτούρα μιας ολόκληρης εποχής, της εποχής των παιδικών μας χρόνων.
Πρόκειται για ένα βιβλίο 450 περίπου σελίδων. Στα τελευταία χρόνια με τη στροφή στη διδασκαλία της τοπικής Ιστορίας, έχω λάβει κι άλλα παρόμοια βιβλία. Όλα με συγκινούν και όλα έχουν τη δική τους αξία. Μπορώ όμως να πω ότι το βιβλίο του φίλου και συμμαθητή μου ξεχωρίζει, γιατί δεν ασχολείται μόνο με τους τόπους και την ιστορία τους. Πίσω από όλα αυτά ο συγγραφέας αφήνει να διαφανεί ο καθ’ ημέραν βίος των ανθρώπων, στην αναπαράσταση του οποίου αποβλέπει. Επί της ουσίας πρόκειται για μια ανθρωπολογική μελέτη.
Ο συγγραφέας αφού παραθέσει τα γεωγραφικά και τα ιστορικά στοιχεία, παρουσιάζει τα επαγγέλματα και τις ασχολίες των κατοίκων, την διατροφική και την πολιτισμική τους κουλτούρα με τα φαγητά και τα πανηγύρια, τους θρύλους και τις δοξασίες, τα παιδικά παιχνίδια, παραδοσιακά και αυτοσχέδια, για να εισέλθει στην κοινωνική ζωή των κατοίκων με βάση τα τέσσερα βασικά στάδια της ζωής: γέννηση, γάμος, βάπτιση, θάνατος.
Συνεχίζει κατόπιν με τα κυρίαρχα πολιτισμικά στοιχεία, όπως τα δημοτικά τραγούδια που συνοδεύουν όλες τις εκδοχές της ζωής και πολλά αξιόλογα στοιχεία που δεν είναι δυνατόν να μνημονευθούν όλα εδώ. Τέλος, το βιβλίο κλείνει με την περιγραφή της μαθητικής ζωής στα γυμνασιακά χρόνια, που κι εδώ πάλι ενδιαφέρει η πολιτισμική πλευρά των πραγμάτων.Θα επιμείνω περισσότερο στην ενιαύσια και επαναλαμβανόμενη διαδρομή της ζωής, όπως την παρουσιάζει ο συγγραφέας στην κυκλική πορεία του χρόνου. Στην αγροτική κοινωνία ο χρόνος ακολουθούσε πάντα κυκλική πορεία, ίδια και επαναλαμβανόμενη ομοιόμορφα κάθε χρόνο. Οι τέσσερις εποχές ήταν έντονα διακριτές μεταξύ τους κυρίως με τις διαφορετικές ενασχολήσεις, τις χαρές και τα πανηγύρια και τα ιδιαίτερα συμβάντα κάθε μιας.
Αυτή την κυκλική πορεία των ενασχολήσεων και των γεγονότων χρησιμοποιεί ο συγγραφέας για να αναπαραστήσει τη διαμόρφωση της ζωής στη μικρή κοινότητα του χωριού του. Αρχίζει από τον Αύγουστο και τον τρύγο για να ακολουθήσει το μάζεμα των χαρουπιών, η γιορτή του Άη Γιώργη του μεθυστή με το άνοιγμα των κρασιών και τα καζανέματα και συνεχίζει με το όργωμα της γης με το Ησιόδειο άροτρο. Με την ίδια σειρά θα αναφερθεί στο λιομάζωμα και θα συνεχίσει τον κύκλο των εργασιών της χρονιάς ώσπου να φτάσει ξανά στον τρύγο και να ολοκληρώσει την κυκλική πορεία του έτους.
Ο Γιώργος Αυγουστινάκης αναπαριστά με αυτόν τον τρόπο ολόκληρο τον κύκλο ζωής και της κουλτούρας της μικρής κοινότητας. Μιας τοπικής κουλτούρας που ελάχιστα διαφέρει από την μια περιοχή στην άλλη και που φέρει μέσα της ψήγματα του αρχέγονου ανθρώπου. Όταν π.χ. ο μαθητής Γιώργος Αυγουστινάκης, όπως τον έμαθε ο παππούς του ακουμπάει το αυτί του στη γη για να αφουγκραστεί τους κραδασμούς της και να καταλάβει αν έρχεται το λεωφορείο ή όταν περνώντας από δασωμένα ρέματα τρέμει η καρδούλα του μην τύχει και τον αρπάξουν τα φαντάσματα ή τα τελώνια δεν είναι σαν να περιγράφει συμπεριφορές και φοβίες αρχέγονου πολιτισμού;
Και καθώς ο συγγραφέας εμπλουτίζει τις περιγραφές του με στοιχεία και λεπτομέρειες, χρησιμοποιώντας λεξιλόγιο αλλοτινών εποχών διασώζει πολλά στοιχεία της λαϊκής μας παράδοσης που είχαν πάρει ήδη το δρόμο της φθοράς και της εξαφάνισης. Ωστόσο δεν πρόκειται για δευτερεύοντα και λεπτομερειακά στοιχεία άνευ σημασίας. Πρόκειται για στοιχεία με τα οποία αναπαρίσταται κατ’ εξοχήν η καθημερινότητα των ανθρώπων μιας ολόκληρης εποχής.
Αυτό ισχύει π.χ. για τις διατροφικές συνήθειες και τα εδέσματα που περιγράφει. Και δεν παραθέτει τα στοιχεία αυτά δίκην άψυχων συνταγών μαγειρικής. Τα αφήνει να διασυνδεθούν μεταξύ τους και να φανεί π.χ. ότι διατροφή και φύση είναι αλληλένδετα μεταξύ τους ως οργανικά τμήματα ενός ενιαίου όλου. Η διατροφική κουλτούρα αναδεικνύεται ως συνέχεια της γεωργικής παραγωγής αφού προέρχονται απ’ ευθείας από τη μάνα γη και διαφαίνεται έτσι η σχέση Άνθρωπος, Φύση, Πολιτισμός.
Και θέλω να τονίσω ότι αυτή η επαναλαμβανόμενη κυκλική διαδοχή του χρόνου, την οποία επιτυχώς αξιοποιεί ο συγγραφέας, καθιστούσε σε μεγάλο βαθμό τη ζωή απαλλαγμένη από το άγχος της καθημερινότητας. Η συνεχής δηλαδή επανάληψη επέφερε συσσωρευμένη εμπειρία και αποτελούσε προετοιμασία για το επόμενο έτος· προκαλούσε εξοικείωση με τις ανάγκες και τις απαιτήσεις και καθιστούσε πιο εύκολη την υπερνίκησή τους, με εξαίρεση κάποιες ιδιαίτερες καταστάσεις, όπως π.χ. απρόβλεπτα καιρικά φαινόμενα κ.λπ.
Έτσι κυλούσαν όλα σχεδόν χωρίς άγχος. Με την είσοδο στην βιομηχανική κοινωνία αυτή η σταθερή κυκλική ροή του χρόνου χάνεται, οι υποχρεώσεις και οι απαιτήσεις πολλαπλασιάζονται, δεσπόζει το απρόβλεπτο και ο άνθρωπος κινείται πλέον σε μια ευθύγραμμη πορεία, τρέχοντας διαρκώς πίσω από τον χρόνο. Η ζωή πλημμύρισε από άγχος και ανασφάλειες!
Για να φανεί η αξία της προσπάθειας του Γιώργου Αυγουστινάκη επιθυμώ να επισημάνω πως η ιστορία των Εθνών και των τόπων γράφεται κατά κανόνα με τις μεγάλες μάχες και τους μεγάλους πολέμους. Με τα ονόματα των στρατηγών και των κυβερνώντων, με το διαμέτρημα των πυραύλων και το μέγεθος των καταστροφών. Έτσι όμως μένει στην ιστορία ένα μεγάλο κενό: Λείπει η καθημερινότητα των απλών ανθρώπων. Λείπει ο λαός για τον οποίο γράφεται η Ιστορία. Αυτό το μέγα κενό αναπληρώνεται από μελέτες σαν αυτήν του Γιώργου Αυγουστινάκη που παρουσιάσαμε συνοπτικά εδώ και είναι αυτό που την καθιστά ιδιαίτερη.
Και τελειώνω με μια επισήμανση: Το βιβλίο δεν είναι γραμμένο μόνο με «τα φτερά της μνήμης» αλλά κυρίως με τα φτερά της καρδιάς. Αυτά σε ταξιδεύουν αγαπητέ Γιώργο στα παλιά και όχι μόνο η μνήμη. Εύχομαι να συνεχίσεις να ονειρεύεσαι και να ταξιδεύεις με τα ίδια δημιουργικά φτερουγίσματα για πολλά χρόνια ακόμη.
*Ο Ι. Ε. Πυργιωτάκης είναι ομότιμος καθηγητής, πρ. Αντιπρύτανης Πανεπιστημίου Κρήτης, τακτικό μέλος της Εταιρείας των Ελλήνων Λογοτεχνών