Πάντα ο ιστορικός διάλογος έχει μεγάλο ενδιαφέρον, πολύ περισσότερο όταν το θέμα- της Αγιάς Σοφιάς- από μόνο του προκαλεί φίλους και εχθρούς.

Το κείμενο που δημοσίευσα την περασμένη Δευτέρα στην «Π» σχολίασε και ο συνεργάτης μας κ.Τσερεβαλάκης ψέγοντάς μας ότι λέμε «την μισή αλήθεια» και άρα η κυρά Δέσποινα θα συνεχίζει να μας κλαίει.  Μόνο που η Κυρά Δέσποινα και άλλες …μανούλες θα κλάψουν εάν συνεχίσουμε να ζούμε με μύθους.

«Εύκολα το πιστεύγομε εκείνο που μας αρέσει» που θα έλεγε και ο Βιτζέντζος Κορνάρος και…όντως με τα παραμύθια μεγαλώσαμε!

Δεν θα έμπαινα στην διαδικασία να απαντώ σε όποια αντίθετη γνώμη που είναι απολύτως σεβαστή και εξάλλου δεν διεκδικώ κανένα αλάθητο, αλλά πρώτον εκτιμώ το πνεύμα του κ.Τσερεβαλάκη και θα κάνω μία εξαίρεση- ελπίζω να είναι η τελευταία και να μην χρειαστεί να επανέλθω- και δεύτερον έχουν ειπωθεί εκ μέρους του ιστορικές υπερβολές (ακόμη και η ρήση του Ισοκράτη που άλλα είπε, άλλα του καταλογίζουν, ελέγχεται…) λόγω συναισθηματικής φόρτισης και όχι, υποθέτω, εσκεμμένα.

Μπορεί να μας έμαθαν την ιστορία…βολικά, αλλά δεν είναι αλήθεια ό,τι βολεύει τον λαό.

Καταρχήν ο κ. Τσερεβελάκης αναφέρεται στο επιχείρημα του δημοτικού τραγουδιού με το οποίο ωστόσο έκανα την δική μου εισαγωγή μου!

Μα ακριβώς αυτό τόνισα, ότι έτσι μας μεγάλωσαν, ξεκίνησε από τον 17ο αιώνα η προσπάθεια διαμόρφωσης μιας αντίληψης για την εθνικότητα και την ελληνικότητα ώστε να προετοιμαστεί η  επανάσταση που οδήγησε εν μέσω εμποδίων στην Απελευθέρωση των Εδαφών που σήμερα ονομάζουμε «Ελλάδα». Αλλά σωστά δεν είναι μόνο αυτό ελληνισμός.

Ο συγγραφέας το γνωρίζει. Γιατί συγχέει το «ελληνικό» με τον ελληνισμό» και την «ελληνική ταυτότητα»; Ταυτίζει την ελληνική σημερινή οντότητα με τον πολιτισμό που διαχύθηκε από την αρχαία Ελλάδα στα πέρατα του ελληνικού κόσμου με έθνη-κράτη, φυλές και λαούς που επηρεάστηκαν από τις ιδέες ,που ξεκίνησαν από τον ελλαδικό χώρο και έγιναν οικουμενικές αξίες;

Υπό αυτή την έννοια εξάρει τον οικουμενικό ελληνισμό που έγινε παγκόσμια κτήμα, έδωσε φως και επηρέασε στο διάβα των αιώνων την υφήλιο, αλλά θέλει να…μικράνει το επίτευγμα περιορίζοντάς το στο «ελληνικό».

Ελληνικότητα υπάρχει στη Σικελία και την «Μεγάλη Ελλάδα», ελληνικότητα θα συναντήσεις στην Κορσική, την Οδησσό, την Αλεξάνδρεια, την Τεργέστη, στον ευρύτερο βαλκανικό χώρο, ακόμη και σε όποια πόλη πέρασε ο Μέγας Αλέξανδρος! Αλλά είναι…ελληνικές όλες αυτές οι πόλεις; Μπορεί η Ελλάδα, το σημερινό κράτος στα όρια που βρίσκεται, να πει ότι είναι «δικό» του κάτι από εκεί;

Ήταν «Έλληνας» ο Μεγάλος Κωνσταντίνος που γεννήθηκε στη Νις της Σερβίας; Ο Ιουστινιανός που γεννήθηκε στο Λέμπανε; Είχαν επηρεαστεί από το ελληνικό- ρωμαϊκό πολιτισμό; Ασφαλώς, αλλά Έλληνες δεν ήταν-συγγνώμη που σας στενοχωρώ.

Τα σημειώνω αυτά με μια δόση υπερβολής για να πω ξανά κάτι που δεν το αντιλήφθηκε ο αρθρογράφος ή τουλάχιστον δεν το έχει ξεκάθαρο: Η Αγιά Σοφιά είναι περικαλλής χριστιανικός ναός, που αναφέρεται σε εκατομμύρια χριστιανούς ανά τον κόσμο. Είναι ένα οικουμενικό σύμβολο πολιτισμού που ξεπερνά τα όρια της ελληνικής επικράτειας.

Και όπως δεν είναι με την στενή έννοια «δικά μας» τα κείμενα της αρχαίας ελληνικής γραμματείας, ΔΕΝ ΜΑΣ ανήκει και κανένα μνημείο γιατί έχουν όλα αυτά ξεπεράσει τα σύνορα της Ελλάδας, έτσι και η Αγιά Σοφιά (που δεν υπήρξε και ποτέ εντός ελληνικής επικράτειας) δεν είναι «δική μας», δεν ανήκει στους Τούρκους.

Ανήκει στην ιστορία και είναι κτήμα της ανθρωπότητας. Οποιαδήποτε δε βεβήλωση ή διαστρέβλωση της ιστορικής της αναφοράς αποτελεί ύβρι και προσβολή για τον θρησκευτικό πολιτισμό όχι μόνο των Χριστιανών, αλλά όλων των Δογμάτων.

Γι’ αυτό ας μην το μικράνουμε άλλο. Είναι κρίμα να είναι μπροστά μας το δάσος και να βλέπουμε το δέντρο.