Όλα τα άψυχα και έμψυχα, σε αυτόν τον πλανήτη, δημιουργήθηκαν με επίδραση.
Επίδραση άψυχων προς άψυχα, έμψυχων προς άψυχα και έμψυχων προς έμψυχα.
Από μια ενέργεια, δηλαδή, που προκαλεί μεταβολές και η οποία ασκείται είτε από πρόσωπο σε πρόσωπο, ήτοι έμψυχο προς έμψυχο, είτε από πρόσωπο σε άψυχο, είτε άψυχο προς άψυχο.
Αν η επίδραση αυτή πραγματοποιείται από έμψυχο προς έμψυχο, τα αποτελέσματα της αλληλοεπίδρασης είναι ορατά από την μετέπειτα απόδειξη της συμπεριφοράς των δύο εμψύχων. Πολλές φορές είναι ιδανικά, πολλές φορές είναι καταστρεπτικά και καταστροφικά.
Αν αυτή η επίδραση είναι από έμψυχο προς άψυχο θα έχει κάποια φανταστική η αληθινή μορφή, (βλέπε δρόμος), αν τώρα σχηματίστηκε από αλληλοεπιδράσεις άλλων άψυχων έχει ίσως μια δήθεν μορφή (βλέπε ΓΙΟΥΧΤΑΣ) ή ίσως μια άμορφη μάζα βλέπε «ΛΕΥΚΑ ΟΡΗ».
Είναι δε βέβαιο ότι αν δημιουργήθηκε από έμψυχο προς άψυχο και δόθηκε προς χρήση ή όχι το άψυχο αυτό έργο, κατασκευάστηκε με τα υπάρχοντα εργαλεία της εποχής, ή με τις επικρατούσες τότε συνθήκες ή με τις τότε αποκτηθείσες πανεπιστημιακές ή εμπειρικές γνώσεις ή τεχνογνωσίες, οι οποίες υπήρχαν την στιγμή της εργασιακής κατασκευής.
Αν σήμερα έχουν αλλάξει αυτά, είναι πολύ λογικό (Άλλωστε οι αλλαγές επέρχονται σε χρονικά όρια είτε σε σχολικά, ή πανεπιστημιακά συγγράμματα και είναι φυσιολογικές γιατί αλλοίμονο αν μέναμε στάσιμοι “όπως τα στάσιμα νερά που τόσες συμφορές προκαλούν οι λεγιονέλλες) Και τις αλλαγές αυτές τις εφαρμόζει το Έμψυχο, δηλαδή ο «ΑΝΘΡΩΠΟΣ».
Πιστεύω δε, να είχαν στο μυαλό οι κατασκευαστές ότι το κατασκευαζόμενο θα είχε διάρκεια «χρηστικής ζωής» περισσότερη από την υπολειπόμενη διάρκεια της ηλικίας τους και επομένως ίσως να (θα) έλαβαν υπόψη τους και τους μελλοντικούς χρήστες του έργου.
Ας πάρουμε τώρα δύο άψυχα που φτιάχτηκαν από ένα έμψυχο τα οποία ευρίσκονται σχεδόν σε καθημερινή επαφή και κουβεντιάζουν, προσπαθώντας να βοηθηθούν μεταξύ τους
Το ένα άψυχο είναι ο δρόμος, το άλλο άψυχο είναι το αυτοκίνητο και το έμψυχο είναι άνθρωπος.
Ο δρόμος: Αυτό το άψυχο βαπτίστηκε από κάποιο «νονό» είτε λεωφόρος, είτε επαρχιακός, είτε δημοτικός, είτε ΒΟΑΚ!
Γνωρίζουμε δε ότι οι νονοί έχουν και τις ανάλογες υποχρεώσεις στα βαφτιστήρια τους, γιατί αυτοί παραστάθηκαν ως μάρτυρες της ονοματοθεσίας, αναλαμβάνοντες αυτές τις υποχρεώσεις.
Στη συγκεκριμένη δε βάπτιση εκείνος που έχει και την ευθύνη του βαπτισθέντος άψυχου είναι και υποχρεωμένος να προβαίνει στην καλίκωση ή την σωστή (επ)ένδυση του βαφτιστήρα δρόμου. Δηλαδή το έμψυχο, ο άνθρωπος.
Πολλές φορές γινόμαστε θεατές δρόμων με χωρίς καλίκωση και χωρίς (επ)ένδυση.΄Άρα ο νονός τον ξέχασε(!) ή φαίνεται ότι στη βάφτιση υπήρξαν αρκετοί νονοί και συνορίζονται ποιος θα καλικώσει ή θα (επ)ενδύσει το βαφτιστήρι!
Εεε και καταλαβαίνετε ότι όπου λαλούν πολλά κοκοράκια αργεί να ξημερώσει.
Ο δρόμος αυτός είναι πάντα στη θέση του ακίνητος και περιμένει τον καθένα να περάσει από πάνω του, είτε πεζοπορώντας είτε οδηγώντας κάποιο όχημα και τον ακολουθεί, καθ όλη την πορεία της διαδρομής του, είτε να τον ευχαριστήσει, είτε όχι, για την εν γένει συμπεριφορά στο πάτημά του.
Να πούμε βέβαια και το σωστόν και δίκαιον ότι: Όταν κάποιος πατεί ένα ακίνητο και άψυχο πάντα αυτός πρέπει να το προσέχει και όχι αυτό. Γιατί αυτό ούτε θα του μιλήσει, ούτε θα τον δει. Αν τον έβλεπε, παρακαλώντας τον, αφού τον ποδοπατεί ή τον τροχοπατεί , θα του έλεγε μπορείς να με βοηθήσεις; ή να με φροντίσεις; ή τουλάχιστον να με σεβαστείς;
Αυτός άραγε τι απαντά;
Έχω τη γνώμη ότι, είτε περπατώντας, είτε οδηγώντας επ αυτού ο διαβάτης ή ο οδηγός, σφυρίζει αδιάφορα απολαμβάνοντας με τη μοναχικότητά του ή με την παρέα του την υπέροχη φύση, που του χαρίζει το πέρασμά του, ή κάτι άλλο, γιατί αν απαντούσε όταν π.χ., στο διάβα του σκόνταψε σε μια πέτρα κατά μεσής του δρόμου, δεν θα δυσανασχετούσε και δε θα βαρυγκομούσε για τον άψυχο δρόμο, αλλά θα παραμέριζε την πέτρα για να τον βοηθήσει, όπως τον παρακάλεσε.
Αλλά αυτός (ο έμψυχος= άνθρωπος) όχι μόνον δεν τον βοήθησε αλλά εύχαρης και γελαστός, όπως ήταν, του πάτησε στα μούτρα το τσιγάρο του, του πέταξε και κατάμουτρα, (καταμεσής) το πλαστικό του καφέ του, ή του νερού ή τέλος πάντων οτιδήποτε ήθελε να μην κουβαλά για να το εναποθέσει στην κατάλληλη θήκη, χωρίς να νοιάζεται αν, αυτό που πέταξε, θα προξενήσει σε συνάνθρωπό του κάτι το αναπάντεχο ή το απρόβλεπτο.
Και ο άψυχος δρόμος, ανήμπορος για οτιδήποτε, όπως ένα μικρό παιδάκι, που δεν είναι σε θέση να αντιδράσει, μένει ακίνητος στη θέση του και κοιτάζει με λυπημένο ύφος σαν να του ανεβο-ψιθυρίζει. Γιατί; αφού ανήκω σε εσένα! ΓΙΑΤΙ; Το αιώνιο Γ Ι Α Τ Ι ;
Και όλα αυτά αγαπητοί μου φίλοι πιστεύω ότι είναι θέματα πολιτισμικής αγωγής, μυαλού και παιδείας. (Έμψυχου προς άψυχο ) Ανθρώπου προς περιβάλλον.
Και όταν μιλάμε για παιδεία δεν εννοούμε μόνον την σχολική εκμάθηση στις οποιεσδήποτε παιδαγωγικές βαθμίδες και τάξεις, αλλά την συμπεριφορική αγωγή, που έχει λάβει ο καθένας, από τον εαυτόν του, από τις συναναστροφές και λοιπές παρέες, από την οικογένειά του, από τον περίγυρό του, από την εκκλησία. Γενικά ομιλούμε για την επίδραση του εξωτερικού περιβάλλοντος και συγκεκριμένα την αλληλεπίδραση του ατόμου με τα ερεθίσματα του περιβάλλοντος. Μια επίδραση έμψυχου προς έμψυχο.
Το αυτοκίνητο. Το άλλο άψυχο.
Το αυτοκίνητο είναι ένα κινητό αντικείμενο το οποίο κινείται μόνο με τη θέληση του έχοντα την ικανότητα να το οδηγεί. Αν το κινήσει, θα κινηθεί.
Όταν δε καθίσει δίπλα του, αν και άψυχο, τον περιμένει να το σεβαστεί και πριν ξεκινήσει του εξομολογείται: «Ό,τι κι αν πάθω εγώ ή εσύ, την όλη ευθύνη την αναλαμβάνεις εξ ολοκλήρου, γιατί εσύ με οδηγείς. Και εκείνος που οδηγεί κατέχει την πρώτη θέση χωρίς έπαρση, αλαζονεία και εγωισμό, αλλά μονάχα με σύνεση .
Άκουσες επίσης αυτό που σου σιγοψιθύρισα; «Θα σε πάω όπου θέλεις αρκεί να με σέβεσαι και να με προσέχεις, γιατί ο κατασκευαστής μου, μπορεί να έγραψε στα μητρώα μου ότι έχω την δυνατότητα να τρέχω ή κάτι άλλο, αλλά αυτό το άφησε όχι σε μένα αλλά σε εκείνον που θα με κινεί». «Μου έγραψε επίσης, και το γνωρίζεις, ότι η κατασκευή μου έχει δυνατότητα ταχύτητας πολύ γρήγορης, δηλαδή 200 χλμ ή λιγότερα, αλλά με αυτόν τον τρόπο δείχνω την τεχνολογία μου, δείχνω την επιστήμη του, δείχνω την ανωτερότητά μου και τον συναγωνισμό ή τον ανταγωνισμό μου έναντι άλλων παρομοίων κινητών. Ποτέ όμως δεν αναγράφει ότι αυτός που το κινεί να φτάσει το όριο αυτό, γιατί η ταχύτητα είναι θέμα λογικής συμπεριφοράς και παιδείας».
Τα διάφορα ατυχήματα ή δυστυχήματα, που κατά καιρούς συμβαίνουν και δυστυχώς συμβαίνουν συχνά, ανάγονται, κατά το μεγαλύτερο ποσοστό του συμβάντος, στη λογική συμπεριφορά και στην πολιτισμική ανάπτυξη ενός εκάστου έμψυχου ανθρώπινου δυναμικού, όπως αναπτύχθηκε παραπάνω, και όχι στα δύο άψυχα τα οποία σου χτυπούν ένα κουδούνι, μικρό ή μεγάλο και σου επισημαίνουν τις κακοτοπιές κάθε φορά που θέλεις να κινηθείς σε δρόμο.
Λαμβάνει ο καθένας το σήμα του κουδουνιού ή περί άλλων τυρβάζει;
Είμαι βέβαιος ότι και τα άψυχα πολλές φορές μιλούν και δακρύζουν στις δύσκολες ώρες που περνούν είτε εκείνα, είτε τα έμψυχα και δακρύζουν στο χαμό τους. Γιατί τα άψυχα σκέφτονται ότι και τα δύο είναι κατασκευάσματα του έμψυχου και πρέπει να τους δίνει την ανάλογη σημασία.
Και θα μου πει κάποιος ότι τα άψυχα αυτά, που λαμβάνουν μέρος στη συζήτησή μας, πολλές φορές παρουσιάζουν ανωμαλίες, κακοτεχνίες κλπ κλπ. Δεν το παραβλέπει αυτό κανένας.
“Όμως ο καθένας που παρατηρεί ή αντιλαμβάνεται την κακοτεχνία ή τις διάφορες ελλείψεις τι κάνει;
Γιατί αν λάβουμε υπόψη τα παραπάνω σχετικά με το χρόνο κατασκευής, τα μέσα της εποχής τις τότε επικρατούσες συνθήκες, την τότε τεχνογνωσία, πανεπιστημιακή ή εμπειρική, αλλά και την αμέλεια και λησμονιά που έχει βιώσει ο άψυχος αυτός δρόμος, από τους νονούς του, πρέπει εσύ να φροντίσεις το αυτοκίνητό σου να κινείται με την δέουσα προσοχή στον λησμονημένο δρόμο και να εμπεδώσει το μυαλό τις απαντήσεις των παρακάτω ερωτήσεων:
Γιατί να καπνίζω, γιατί να μιλώ στο κινητό, γιατί να χαριεντίζομαι, γιατί να πίνω, γιατί να έχω το μικρό παιδί δίπλα μου, γιατί να μην ασφαλιστώ και να μην ασφαλίσω και τους άλλους συνεπιβάτες μου με ζώνη, γιατί… γιατί… και όλα αυτά γιατί να γίνονται από μένα;
Εμένα που διαθέτω ψυχή και λογική και επιθυμώ να κινηθώ με το άψυχο όχημά μου, να ικανοποιήσω μια ατομική ή οικογενειακή επιθυμία η οποία είναι:
«Να μεταβώ εποχούμενος στο μέρος που θα νιώσω μια στιγμή ευτυχίας».
Ασφαλώς και ο καθένας προβαίνει σε σχετικές παραστάσεις στον αρμόδιο ιδιοκτήτη του άψυχου.
Αντιλαμβάνεται όμως ότι αυτός κωφεύει ή δεν ακούει γιατί, στα ακουστικά που χρησιμοποιεί, έχουν τελειώσει οι μπαταρίες και αυτός δεν έχει ούτε στα ακουστικά να αγοράσει μπαταρίες, γιατί κάπου αλλού τα σπατάλησε και δεν λογάριασε την ιδιοκτησία του, το δρόμο, όπως και να ονομάζεται αυτός γιατί σκέφτηκε:
Αυτός μωρέ είναι ένα άψυχο, τι θα μου προξενήσει;
Ο καθένας όμως έχει τη δυνατότητα στο αμέσως επόμενο χρονικό διάστημα να προξενήσει εκείνο που θα πονέσει πνευματικά και υλικά.
Μια πλειάδα συζητήσεων γίνεται, μια ομοβροντία πολλών όπλων από δυστυχισμένους συνανθρώπους μας, μια οιονεί μαυροφορεμένη μάνα, γονείς, κατασκευαστές μνημείων, και τόσα άλλα χαλούν την οικογενειακή, ατομική, φιλική ζωή, χωρίς ποτέ να εμπεδώσουμε, να εδραιώσουμε στο μυαλό μας εκείνα που μας παρακαλούν τα δύο άψυχα στην καθημερινή μας παρέα με αυτά.