Ήθελα και να ‘ξερα, πόσα τέλος πάντων χρήματα δαπανήθηκαν από τους Έλληνες που εξέδραμαν μαζικά και τούτο το τριημεράκι του Αγίου Πνεύματος, αλλά και σε όλα τα προηγούμενα – που δόξα τω Θεώ ήταν μπόλικα – προς τους λεγόμενους δημοφιλείς τουριστικούς προορισμούς, που βούλιαξαν και τούτη τη φορά από τους επισκέπτες;

Μ’ αεροπλάνα και βαπόρια εγκατέλειψαν ξανά οι συμπολίτες μας τα μεγάλα αστικά κέντρα, εκτοξεύοντας και πάλι τις πληρότητες των ξενοδοχείων στα νησιά στο 100%. Και μη μου πείτε πως όλοι αυτοί που ταξίδεψαν άρον-άρον αυτές τις μέρες ήταν οι πλούσιοι Έλληνες, γιατί εκείνοι, απ’ ότι ξέρω, δεν συνηθίζουν να παίρνουν το πλοίο της γραμμής.

Η περίφημη μεσαία τάξη ταξίδεψε. Το «μήλον της Έριδος» των αγαπημένων προεκλογικών αφηγήσεων! Και στα προηγούμενα τριημεράκια, η ίδια τάξη ταξίδεψε πάλι. Το μεγάλο ερώτημα τώρα που τίθεται είναι: «Με τι λεφτά ταξίδεψε και ταξιδεύει;». Με το περίσσευμα από το Μάρκετ πας;

Με τα «ρέστα» από τους παγωμένους μισθούς της δεκαετίας; Με τις μη επιστρεπτέες προκαταβολές της εποχής της πανδημίας; Με τους υπό εξαφάνιση τόκους των καταθέσεων; Με τα διακοποδάνεια και τα εορτοδάνεια που δεν δίνουν πια οι τράπεζες; Και το ερώτημα γίνεται ακόμα πιο επιτακτικό, αν λάβει κανείς υπόψη του, το σημερινό δυσθεώρητο κόστος ενός τέτοιου – έστω και σύντομου – ταξιδιού.

Για μια στιγμή, βλέποντας στην τηλεόραση την αθρόα προσέλευση των εκδρομέων στα λιμάνια, ήρθε και τούτη η σκέψη στο μυαλό: «Βρε μπας και έχει δίκιο ο Μητσοτάκης; Μήπως πράγματι έχει ανακάμψει η ελληνική οικονομία κι εμείς δεν το πήραμε χαμπάρι;». Εν μέρει είναι αλήθεια αυτό. Πράγματι η οικονομία έχει ανακάμψει, αλλά όχι για όλους.

Αντίθετα ανέκαμψε με εντελώς ασύμμετρο τρόπο, παραβλέποντας όλα τα μεγάλα διαρθρωτικά προβλήματα που την οδήγησαν στην προηγούμενη πολυετή κρίση της.

Η άνιση αυτή ανάκαμψη περιορίζεται στα ιλιγγιώδη κέρδη που ανακοίνωσαν πέρυσι οι μεγάλες εισηγμένες επιχειρήσεις, αλλά και σε εκείνα τα κέρδη που ανακοινώνουν αυτές τις μέρες για το πρώτο τρίμηνο του 2023.

Στους κερδισμένους αυτής της μονόπλευρης ανάκαμψης συγκαταλέγονται και οι ευνοούμενοι της διακυβέρνησης της Ν.Δ. προς την πλευρά των οποίων «έρρευσε» άφθονο δημόσιο χρήμα, είτε με τη μορφή του κρατικού προϋπολογισμού, είτε με τη διανομή των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης και του ΕΣΠΑ.

Το πραγματικό μέγεθος αυτής της «ανάκαμψης» αποτυπώνεται γλαφυρά στα στοιχεία της Ενιαίας Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Συμβάσεων, σύμφωνα με τα οποία, σχεδόν 500.000 δημόσιες συμβάσεις υπογράφηκαν στην τριετία 2020-2022, με χιλιάδες μικρούς και μεγάλους προμηθευτές του Δημοσίου, με την διαδικασία της απευθείας ανάθεσης.

Σε τι όμως έχει αλλάξει τη ζωή εκατομμυρίων πολιτών αυτή η «ανάκαμψη», όταν όλοι αυτοί συνεχίζουν να διαπραγματεύονται την επιβίωσή τους, ανάμεσα στον εφιάλτη της διατροφικής ακρίβειας και τους αστείους καθηλωμένους μισθούς; Αυτό είναι το καίριο ερώτημα που θα έπρεπε να απευθύνουν στους εκδρομείς των τριημέρων, οι δημοσιογράφοι που σπεύδουν στις αποβάθρες για τις ανάγκες του ρεπορτάζ τους, και όχι τα ανούσια ερωτήματα του τύπου «σε ποιο νησί θα πάτε;».

Ένα είναι σίγουρο. Τα χρήματα που δαπανήθηκαν και που δαπανούνται από τους εκδρομείς των τριημέρων, δεν εκταμιεύονται από το υστέρημα αυτών των ανθρώπων. Ένα υστέρημα που καλύπτει ίσα-ίσα τις βασικές ανάγκες διαβίωσης, αν τις καλύπτει κι αυτές. Τα λεφτά αυτά είναι περισσευούμενα και το μόνο που μπορούμε να συμπεράνουμε για εκείνα είναι το «χρώμα» τους. Πρόκειται για «το μαύρο χρήμα», που όπως όλα δείχνουν, εξακολουθεί να ζει και να βασιλεύει στην ψωροκώσταινα…

Μέσα στην άχαρη και άνευρη – για δεύτερη φορά – προεκλογική περίοδο που διανύουμε, με χαρακτηριστικό γνώρισμα τη βαρεμάρα που αποπνέουν οι χρυσές μετριότητες των πρωταγωνιστών της, ήρθε η είδηση του θανάτου του Θεόδωρου Πάγκαλου. Μιας εμβληματικής πολιτικής φυσιογνωμίας που σφράγισε την μεταπολιτευτική ιστορική εξέλιξη της ελληνικής πολιτικής και της κοινωνίας. Η πληθωρική παρουσία του στο πολιτικό προσκήνιο και στον δημόσιο βίο της χώρας, συμπίπτει με την ιστορική αυτή περίοδο.

Αν θυμόμαστε σήμερα ένα πράγμα από τον ευφυή αυτόν πολιτικό, είναι η ιστορική του ατάκα, «Μαζί τα φάγαμε».

Η φράση ειπώθηκε στις 21 Σεπτεμβρίου του 2010, σε μια ιδιαίτερα ταραγμένη περίοδο για την Ελλάδα, η οποία είχε μπει στα μνημόνια, στο ξεκίνημα μιας μακράς περιπέτειας που συνεχίζεται μέχρι και σήμερα. Αποτελεί δε την πλήρη, τολμηρή και ειλικρινή ομολογία από τον Θεόδωρο Πάγκαλο, του πελατειακού κράτους, της αναξιοκρατίας και του ρουσφετιού, πάνω στα οποία οικοδομήθηκε η Τρίτη Ελληνική Δημοκρατία.

Πρόκειται για μια ιστορική φράση που χαρακτηρίστηκε ως «η ατάκα της δεκαετίας» και συναγωνίζεται αυτήν του Γιώργου Παπανδρέου, «λεφτά υπάρχουν», που ειπώθηκε, έναν χρόνο πριν, στις 10 Σεπτεμβρίου του 2009. Ο Σεπτέμβρης μάλλον είναι μήνας πολιτικής έμπνευσης!

Βεβαίως οι φράσεις αυτές κατασυκοφαντήθηκαν και χρησιμοποιήθηκαν κατά κόρον από τους εκάστοτε πολιτικούς αντιπάλους. Αργότερα η φράση «Όλοι μαζί τα φάγαμε», αποτέλεσε και τίτλο βιβλίου του Θεόδωρου Πάγκαλου, στο οποίο ανέλυε περαιτέρω το σκεπτικό του: «Η φράση αυτή σημαίνει ότι, ένα μεγάλο τμήμα από εμάς – τον ελληνικό λαό – συμμετείχαμε με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, σε μη ορθολογικές πρακτικές και συμπεριφορές, στην πορεία του χρόνου, σε σχέση με τις δαπάνες και τα έσοδα του κράτους. Αυτό που λέμε “δημοσιονομική κρίση” είναι και δικό μας δημιούργημα.

Οι πολίτες, είτε με πράξεις είτε με την εκπορευόμενη από την ενοχή απραξία τους, είτε απλά εκλέγοντας ακατάλληλα πολιτικά πρόσωπα για να διαχειριστούν τα κοινά, συμμετέχουν με συλλογικό τρόπο στη δημοκρατία και έχουν την ευθύνη των επιλογών τους… Φυσικά δεν έχουν το ίδιο μερίδιο ευθύνης, η ευθύνη ξεκινάει από πάνω προς τα κάτω».

Η αμφιλεγόμενη φράση που ειπώθηκε από τον τότε υπουργό του ΠΑΣΟΚ, για πολλούς έκρυβε μεγάλες δόσεις αλήθειας, για τον τρόπο με τον οποίο δομήθηκε το πελατειακό κράτος της Μεταπολίτευσης. Για άλλους πάλι, αποτελεί μια προκλητική δήλωση ενός ευέξαπτου πολιτικού, αφού τα περισσότερα χρήματα τα έφαγε το πολιτικό σύστημα και όχι ο λαός. Ο χρόνος και η ιστορία θα το κρίνει…

Τώρα που έφυγε από τη ζωή ο αδάμαστος Τεό, περιμένουμε από την ιστορία να τον κρίνει και να δούμε αν θα επιβεβαιώσει ή όχι τη ρήση ότι, «ο αποθανών δεδικαίωται»! Είτε συμφωνεί είτε διαφωνεί κάποιος με τον βίο και την πολιτεία του Θεόδωρου Πάγκαλου, δεν μπορεί να παραβλέψει το γεγονός ότι, η μεγάλη αυτή αιρετική πολιτική φυσιογνωμία, ήθελε να είναι παντού, ενώ στην πραγματικότητα δεν χωρούσε πουθενά. Όχι βεβαίως λόγω του σωματικού του βάρους, αλλά του «ειδικού βάρους» της προσωπικότητάς του.

Ο μεγάλος «λεκές» όμως στην πολιτική του σταδιοδρομία ήταν αναμφίβολα η σύλληψη του Κούρδου ηγέτη του PKK, Αμπντουλάχ Οτσαλάν από τις τουρκικές μυστικές υπηρεσίες, αλλά το μέγα αυτό ζήτημα, δεν γίνεται να περιοριστεί στις λίγες γραμμές αυτού του άρθρου.

Ο Θεόδωρος Πάγκαλος, ως θερμός υποστηρικτής της αντίληψης ότι η αναγωγή της πολιτικής πράξης στην ιδεολογία είναι στις μέρες μας ξεπερασμένη, απέρριπτε όλες τις μεγάλες αφηγήσεις και τον οραματικό χαρακτήρα της πολιτικής. Η επιδίωξη της πολιτικής άλλωστε, κατά τον Αριστοτέλη, είναι να εξασφαλίζει και να εγγυάται το «ευ ζην» των πολιτών. Εάν η πολιτική, ως τέχνη της κατανόησης και της αντίληψης των συμβάντων, αποκλίνει από αυτόν τον στόχο, μετατρέπεται μοιραία σε τεχνοκρατική διαχείριση.

Πάντως, και μόνο το γεγονός πως, οι δυο αυτές ιστορικές φράσεις, «λεφτά υπάρχουν» και «μαζί τα φάγαμε», συνεχίζουν, δέκα και πλέον χρόνια μετά, να είναι επίκαιρες – με τον έναν ή τον άλλον τρόπο – σημαίνει πως, ορισμένα βασικά ερωτήματα της δημοκρατίας μας εξακολουθούν, δυστυχώς, μέχρι και σήμερα να παραμένουν αναπάντητα.

https://moschonas.wordpress.com