«Καλό παράδεισο!», έγραφαν οι φίλοι του στο Facebook, αποχαιρετώντας τον.
Ο Μιχάλης ήταν μόλις 19 χρονών. Δεν πρόλαβε καλά-καλά να μεγαλώσει, να ζήσει, να χαρεί, να ονειρευτεί!
Λίγο πριν τις 2 τα ξημερώματα της Τετάρτης, σε γνωστή λεωφόρο του Ηρακλείου άφησε την τελευταία του πνοή, δίπλα στη μηχανή του και από τότε «ταξιδεύει σε ταξίδια άλλα…».
Δεν είναι όμως ο Μιχάλης ούτε ο πρώτος ούτε ο δεύτερος που «έβαψε» με το αίμα του την άσφαλτο. Είναι το 43ο θύμα της ασφάλτου στην Κρήτη από τις αρχές του 2019. Έδωσε και αυτός το δικό του «παρών» στη μακάβρια λίστα των «πεσόντων» εν καιρώ ειρήνης, οι μισοί από τους οποίους είναι Ηρακλειώτες και περίπου οι μισοί επίσης με «όχημα θανάτου» το δίκυκλο.
Ένας δραματικός αριθμός, δυσανάλογος του πληθυσμού του νησιού μας.
Ακόμα περισσότερο δραματικό όμως είναι το γεγονός ότι η συντριπτική πλειονότητα των θυμάτων από τα τροχαία στην Κρήτη είναι νέα παιδιά ηλικίας κάτω των 30 ετών!
Μόνο μέσα στο φετινό καλοκαίρι μέχρι τώρα «χάθηκαν» 16 συντοπίτες μας.
Το χειρότερο όμως απ’ όλα είναι πως η «κακή είδηση» τείνει δυστυχώς να γίνει πλέον μέρος της καθημερινότητάς μας. Ακόμα και οι εκφράσεις της περιγραφής στα μέσα ενημέρωσης στερεότυπες: «Τραγικός επίλογος…», «Για άγνωστη αιτία, ο άτυχος 19χρονος έχασε τον έλεγχο του δικύκλου του…», «Ράγισαν και οι πέτρες στην κηδεία του…», «Θρήνος, οδύνη και σπαραγμός για ακόμα έναν νέο άνθρωπο, θύμα της ασφάλτου…».
Κάτι όμως πρέπει να φταίει για αυτή την θλιβερή πραγματικότητα. Όχι, δεν ψάχνω για ενόχους, ούτε για ηθικούς αυτουργούς. Αναζητώ μονάχα τις αιτίες για τις οποίες συντελείται αυτό το «κατά συρροή έγκλημα», μπροστά στα μάτια μιας αμήχανης, ανήμπορης κοινωνίας, που περιορίζεται κάθε φορά στο ρόλο του «αυτόπτη μάρτυρα», μπροστά στη θέα της απώλειας των παιδιών της, με τον πλέον όμως άδοξο τρόπο.
Να δεχτώ πως φταίει η κακιά η στιγμή, η κακιά η ώρα που όσα φέρνει δεν τα φέρνει ο χρόνος όλος. Να δεχτώ πως φταίει «της μοίρας τ’ αδράχτι», έτσι όπως γυρίζει για τον καθένα μας.
Να δεχτώ πως φταίνε οι πανάθλιοι δρόμοι μας, με τις ατέλειωτες λακκούβες, τις κακοτεχνίες και τα φθαρμένα τους υλικά. Να δεχτώ επίσης πως φταίει ο κακός φωτισμός των δρόμων (όπου αυτός υπάρχει), αλλά και η πλημμελής σήμανση που αποπροσανατολίζει τους οδηγούς.
Όλα τα παραπάνω επηρεάζουν βεβαίως, το καθένα με τον τρόπο του, την οδήγηση και μπορούν να προκαλέσουν ατυχήματα. Όμως, αν θέλουμε να είμαστε ειλικρινείς, γνωρίζουμε όλοι πολύ καλά πως αυτές δεν είναι οι πραγματικές αιτίες των θλιβερών συμβάντων που μονοπωλούν την καθημερινή τοπική ειδησεογραφία.
Καθημερινά παρακολουθούμε τα παιδιά μας, με όλη τους τη φόρα, με τσιτωμένα τα γκάζια, με σπασμένα τα «φρένα» και με το «δαίμονα» της νιότης τους συνεπιβάτη, να παραβγαίνουν μέσα στην άγρια νύχτα, όχι με κάποιον άγνωστο, παρά με τον ίδιο τους τον εαυτό!
Αυτόν που φοβούνται, αυτόν που δε γουστάρουν, αυτόν που δε σέβονται…
Ευθύνη για αυτήν την τραγική κατάσταση έχουμε όλοι μας! Η πολιτεία, η κοινωνία, οι γονείς, οι δάσκαλοι, οι συγγενείς, οι φίλοι, οι συμπολίτες, όλοι εμείς μαζί και ο καθένας ξεχωριστά.
Φταίμε, γιατί δεν προσπαθήσαμε αρκετά να πλησιάσουμε αυτά τα «βιαστικά» παιδιά και να δοκιμάσουμε να μερώσουμε «της τρέλας τους το αγρίμι» που κρύβει ο καθένας μέσα του.
Φταίμε, γιατί δεν μπορέσαμε να τους δείξουμε έναν άλλο δρόμο, που δεν είναι τόσο σύντομος, αλλά που οδηγεί σε έναν άλλο «παράδεισο», που μπορεί και να υπάρχει…
Φταίμε, γιατί δεν έχουμε καταφέρει να πείσουμε τα παιδιά μας για κάποια απλά πράγματα, που μάλλον δεν φαίνεται να είναι καθόλου αυτονόητα για εκείνα:
Μαγκιά δεν είναι να ρισκάρεις τη ζωή σου τρέχοντας σαν κυνηγημένος κουρσάρος της ασφάλτου στους σκοτεινούς δρόμους της μοίρας σου, που αναίτια προκαλείς.
Μαγκιά είναι να καταφέρνεις να μένεις ζωντανός και να αγωνίζεσαι, μαζί με τους ανθρώπους που αγαπάς και σ’ αγαπάνε.
Μαγκιά δεν είναι να πίνεις «όλο το Βόσπορο» σε αλκοόλ και να μεθάς με το θάνατο στο τιμόνι της μηχανής σου.
Μαγκιά είναι να ξέρεις να γλεντάς και να μεθάς με τη ζωή, που σε περιμένει χαμογελώντας στην άκρη του δρόμου, να περπατήσετε μαζί χέρι-χέρι.
Μαγκιά δεν είναι να παραβιάζεις τους κανόνες, δοκιμάζοντας την «γλυκόπικρη» γεύση της αδρεναλίνης.
Μαγκιά είναι να έχεις την δύναμη και τα κότσια να προσαρμόζεσαι συνειδητά στην πραγματικότητα, αναζητώντας να δοκιμάσεις την «γλυκιά» γεύση της ζωής.
Μαγκιά δεν είναι να πηγαίνεις άδοξα στον «στοιχειωμένο παράδεισο» που έβαψες κόκκινο με το αίμα σου, με τις ευχές των συντετριμμένων φίλων σου στο Facebook, που σε αποχαιρετούν στερνά τη μέρα που την «έκανες».
Μαγκιά είναι να αναζητάς μόνος σου να ανακαλύψεις τον «παράδεισο» που σου υπόσχονται τα χρόνια που έχεις μπροστά σου, να ζήσεις, να αγαπήσεις τους άλλους, αλλά κυρίως τον εαυτό σου, να αγαπηθείς, να ερωτευθείς και να ονειρευτείς!
Δεν πρέπει όμως να βιάζεσαι! Ο «παράδεισος» αυτός, μπορεί μεν να είναι επίγειος, μικρός, ταπεινός, όμως είναι εδώ και σε περιμένει…