«Για να ‘μαι ευχάριστος σε όλους/-κι ακόμα και στον εαυτό μου-/έκρυψα πάντοτε με μάσκες/ που αρέσουνε, το πρόσωπό μου». Το ποίημα του Κώστα Ουράνη με τον τίτλο «Μάσκες», προσέλκυσε πρόσφατα την προσοχή μου, διόλου τυχαία βεβαίως, όπως καταλαβαίνετε.

Η μάσκα είναι αναμφίβολα το αντικείμενο που πρωταγωνιστεί στην εποχή της πανδημίας. Ένα αντικείμενο-σύμβολο που σήμερα ταυτίζεται με την προφύλαξη, ακόμα και με την ίδια την επιβίωσή μας. Διεκδικεί να έχει μερίδιο στην περιγραφή της όψης του ανθρώπινου προσώπου και πολλές φορές ταυτίζεται με αυτήν την όψη.

Το μέρος εκείνο του προσώπου μας που παραχωρούμε στην αφάνεια, είναι και το «τίμημα» που πληρώνουμε για να μείνουμε ασφαλείς, εμείς αλλά και οι γύρω μας. Αυτό το «τίμημα» του λειψού προσώπου, θεωρούν κάποιοι ότι περιορίζει την καθημερινότητά τους. Πιστεύουν ότι, μαζί με το πρόσωπο αποκρύπτεται και μια κανονικότητα που τώρα βρίσκεται υπό καθεστώς αναστολής.

Η λέξη «μάσκα» προέρχεται από τα λατινικά και έχει ρίζα το «mask», που σημαίνει «μαύρο». Το μη χρώμα. Δηλαδή η απουσία χρώματος. Αυτό σημαίνει ότι μια μάσκα είναι ένα «σκοτάδι» το οποίο μεσολαβεί ανάμεσα στον παρατηρητή και στο πρόσωπο που κρύβεται πίσω από το σκοτάδι.

Η αντίστοιχη ελληνική λέξη είναι το «προσωπείο» που έχει τη ρίζα της στην αρχαία ελληνική γλώσσα και δημιουργήθηκε από την πρόθεση «προς» και το «ωψ-ωπός», που σήμαινε «οφθαλμός», «όμμα». Άρα, με τη λέξη «προσωπείο» εννοούμε ό, τι εφαρμόζει στο πρόσωπο, ό, τι μοιάζει με πρόσωπο, ό, τι μιμείται το πρόσωπο που δηλώνει. Η λέξη αυτή είναι συνυφασμένη με το φτιασίδι, με την προσποίηση, με τη μίμηση.

Η μάσκα ως αντικείμενο αποκρύπτει, μεταμφιέζει, παραποιεί. Είναι μια καλύπτρα.

Ένα είδος «καταφύγιου» στο οποίο καταφεύγει ένα πρόσωπο, για να εξαφανίσει προσωρινά την φυσιογνωμία του, την προσωπικότητά του. Είναι το μέσο για να μπορέσει να υποδυθεί έναν ρόλο που είναι ξένος προς αυτό.

Η μάσκα αποτελεί απαραίτητο στοιχείο μεταμφίεσης στις εορτές και τις τελετουργίες, προκειμένου να επιτευχθεί η μεταμόρφωση του ατόμου. Για να καταστεί δυνατός ο επιδιωκόμενος διαχωρισμός του από τον ίδιο του τον εαυτό.

Στο αρχαίο θέατρο η μάσκα αποδίδει τον ίδιο τον ρόλο εκείνου που υποκρίνεται.

Ο ηθοποιός απελευθερώνεται ο ίδιος πίσω από τη μάσκα και ταυτίζεται με το πρόσωπο που ενσαρκώνει.

Στα αρχαϊκά έθιμα, τις γιορτές και τα πανηγύρια, οι μάσκες περιγράφουν τα συναισθήματα, τα ένστικτα και τις παρορμήσεις των συμμετεχόντων σε αυτά, για να εκδηλώσουν συμπεριφορές που δεν τολμούν καν να τις προβάλουν στην καθημερινότητα.

Στα καρναβάλια, που μόνο η πανδημία μπόρεσε να ανακόψει την ορμή τους, η μάσκα ενσαρκώνει το ξεφάντωμα, τη χαρά, τη γιορτή, τη σάτιρα, την αποδοκιμασία, την καταγγελία, ακόμα και τη γελοιοποίηση. Το να είσαι κάποιος άλλος, φαίνεται πως έχει περισσότερο ενδιαφέρον από το να είσαι απλά ο εαυτός σου…

Οχυρωμένοι πίσω από τη μάσκα, μπορούμε να γίνουμε περισσότερο επιθετικοί, βωμολόχοι και αναιδείς. Η μάσκα κρύβει το αληθινό μας πρόσωπο και αλλοιώνει την εικόνα μας. Την προσωπικότητά μας. Γι αυτό μεταφορικά όταν ζητούμε «να πέσουν οι μάσκες», εννοούμε να αποκαλυφθούν τα πραγματικά κίνητρα, μιας ανάρμοστης και σκοτεινής συμπεριφοράς. Οι μάσκες σχετίζονται με την απόκρυψη των χαρακτηριστικών και την ελευθερία ή και την ασυδοσία που πηγάζει από την ανωνυμία.

Τώρα που η μάσκα κρύβει το μεγαλύτερο μέρος του προσώπου, τα μάτια ως σημείο αναφοράς, αναβαθμίζονται ακόμα περισσότερο. Αυτά οφείλουν τώρα να μας αποκαλύπτουν όλα όσα μας κρύβει η μάσκα. Πρέπει κι εμείς όμως να μάθουμε να τα «διαβάζουμε», αλλά και να τα εμπιστευόμαστε. Να μάθουμε οι άνθρωποι να κοιταζόμαστε περισσότερο μέσα στα μάτια. Εκεί μέσα θα συναντήσουμε το φόβο, την ανασφάλεια, τον κίνδυνο, την απογοήτευση. Εκεί μέσα όμως θα δούμε και πάλι την επιθυμία, τη νοσταλγία, την αισιοδοξία και την ελπίδα…

Είναι βέβαιο ότι κάποια στιγμή θα τελειώσει αυτός ο εφιάλτης και τότε όλοι θα ξεκρεμάσουμε από τα αυτιά μας τις ενοχλητικές μάσκες, που τείνουν να γίνουν αυτήν την εποχή το «φετίχ» της επιβίωσής μας. Μόνο που τότε θα αποκαλυφθεί το αληθινό μας πρόσωπο κι εμείς θα πρέπει να είμαστε σε θέση να το αναγνωρίσουμε. Να μην ξεχάσουμε ποιοι ήμασταν πριν να φορέσουμε αυτές τις μάσκες. Ο ποιητής μας πάντως επισημαίνει τον κίνδυνο από την πολλαπλή χρήση της μάσκας, σε μεταφορικό βεβαίως επίπεδο:

«Κι άλλαξα τόσες στη ζωή μου,/ που τώρα πια να μη μπορώ/ τ’ αληθινό το πρόσωπό μου/ να πω ποιο είναι μητ’ εγώ!».

Οι μάσκες δεν αποκρύπτουν μόνο, αλλά καμιά φορά αποκαλύπτουν κιόλας, ανάλογα με εκείνους που τις χρησιμοποιούν. Μια τέτοια περίπτωση μάσκας που δεν κατάφερε να αποκρύψει, αλλά αντίθετα μπόρεσε να αποκαλύψει, γνωρίσαμε πρόσφατα. Πρόκειται φυσικά για τη μάσκα «αλεξίπτωτο» που μοίρασε τελικά, μετά από παλινωδίες, η κυβέρνηση στα σχολεία μας.

Η γιγαντιαία αυτή μάσκα ήρθε για να αποκαλύψει με τον πλέον κωμικοτραγικό τρόπο την πλήρη αδιαφορία του υπουργείου Παιδείας, αλλά και της κυβέρνησης, για τον ευαίσθητο χώρο της εκπαίδευσης. Σε μια κρίσιμη μάλιστα στιγμή, που ο χώρος αυτός δοκιμάζεται, όσο κανένας άλλος, από το δεύτερο κύμα της πανδημίας.

Είναι η στιγμή, που το γελοίο συναντά το τραγικό και συνιστούν μαζί ένα θανάσιμο «κοκτέιλ», όπου η ανευθυνότητα συνυπάρχει με τον ανυπολόγιστο κίνδυνο.

Δεν επρόκειτο βεβαίως για μια απλή αστοχία, όπως έσπευσαν να εξωραΐσουν το φιάσκο τα φιλικά και πρόθυμα Μέσα, με προσωπείο «Ενημέρωσης», αμέσως μετά τη διάθεση των μασκών στα σχολεία. Δεν επρόκειτο για ένα απλό λάθος που δεν κατάφερε να εντοπίσει κανένας «υπεύθυνος», από όλους εκείνους που επιμελήθηκαν την συγκεκριμένη παραγγελία. Το γεγονός αυτό, ουσιαστικά αποκαθηλώνει το προσωπείο του υπουργείου Παιδείας, που κομπάζει ότι «νοιάζεται για τα παιδιά μας», επιβεβαιώνοντας για μία ακόμη φορά, την εγκληματική αδιαφορία της κυβέρνησης απέναντι στη μεγάλη απειλή, με τα μηδενικά μέτρα ασφάλειας στα σχολεία, τις τάξεις με τους 27 μαθητές, την έλλειψη εκπαιδευτικών και την απουσία του προσωπικού καθαριότητας.

Ας φορέσουμε και πάλι τη μάσκα μας και ας προσπαθήσουμε να πείσουμε όλους αυτούς που αντιδρούν, να κάνουν κι εκείνοι το ίδιο.

«Η αρετή έχει βέλο, ενώ η αμαρτία μάσκα», γράφει κάπου ο Βίκτωρ Ουγκώ.

Φοράμε σήμερα τη μάσκα, όχι γιατί μας την επιβάλουν κάποιοι άλλοι. Όχι γιατί αναγκαζόμαστε να υποδυόμαστε δυσάρεστους και άχαρους ρόλους. Τη φοράμε γιατί έτσι νιώθουμε περισσότερο ασφαλείς. Τη φοράμε γιατί ξέρουμε ότι δεν υπάρχει καλύτερος τρόπος για να προστατευτούμε, αλλά και για να προστατεύσουμε τους γύρω μας.

Τη φοράμε όμως επίσης, για να μας θυμίζει πως, εμείς οι άνθρωποι δεν είμαστε αναμάρτητοι και έχουμε ευθύνη για όλα αυτά που μας συμβαίνουν, και αυτό δεν θα πρέπει να το ξεχνάμε! Καλή αφορμή προβληματισμού μας δίνουν οι στίχοι, με τους οποίους καταλήγει το ποίημα του Κώστα Ουράνη: «Έτσι, ο θάνατος σα θα ‘ρθει,/ δε θα ‘ναι η στέρηση μεγάλη:/ Θ’ αφήσω μιαν ανυπαρξία/ για να περάσω σε μιαν άλλη…».

 https://moschonas.wordpress.com