Το φαινόμενο της ρευστοποίησης της συνοχής των περισσότερων κομμάτων του πολιτικού εκκρεμούς της χώρας μας, είναι υπαρκτό από καιρό. Αλλού οφθαλμοφανές, αλλού χωρίς να γίνεται εύκολα αντιληπτό, ενεδρεύει και καραδοκεί με αναρτημένους τους πομπούς αμφισβήτησης.

Για τα δύο μεγαλύτερα κόμματα της αντιπολίτευσης, η κατάσταση βρίσκεται σε εξέλιξη και σύντομα θα έχουμε αποτελέσματα των εκλογικών διαδικασιών που έθεσαν σε εφαρμογή.

Όμως στην κυβερνητική παράταξη η απουσία από τη γιορτή των πενήντα ετών της ΝΔ των δύο πρώην πρωθυπουργών, Κώστα Καραμανλή και Αντώνη Σαμαρά, σηματοδοτεί πολλά και ενδιαφέροντα, τα οποία ίσως να μην είναι απολύτως εμφανή επί του παρόντος, αλλά σίγουρα επωάζονται αργά.

Μια βασική παράμετρος εδώ είναι ότι η όποια μορφή αμφισβήτησης θα παρουσιασθεί για πρώτη φορά από το 2016, όταν ο σημερινός πρωθυπουργός ανήλθε στην ηγεσία του κόμματος.

Δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία ότι η απουσία των δύο βαρυσήμαντων πολιτικών ονομάτων από την γιορτή της Ρηγίλλης, παρά την τηλεφωνική πρόσκλησή τους από τον Κυριάκο Μητσοτάκη, αφήνοντας στην άκρη τους όρους στοιχειώδους ευγένειας, σηματοδοτεί πολλά και κυρίως τον πλήρη διαχωρισμό της θέσεώς τους από τον βασικό κορμό της ΝΔ, όπως τουλάχιστον είναι τώρα διαμορφωμένος.

Ο πρωθυπουργός, του λοιπού, δεν μπορεί να ελπίζει στη βοήθειά τους ή στην όποια μορφή συνεργασίας ανάμεσά τους. Ταυτόχρονα αποστάλθηκαν τα κατάλληλα μηνύματα στους βουλευτές που κατά κάποιο τρόπο ελέγχονται από αυτούς.

Το κρίσιμο ερώτημα, εν προκειμένω, είναι αν αυτή η αποστασιοποίηση φτάσει σε βαθμό ανοιχτού πλέον πολέμου απέναντι στις κυβερνητικές επιλογές και βεβαίως η αντοχή και η συνοχή του σημερινού κυβερνητικού σχήματος.

Η παρουσία των δύο πρώην πρωθυπουργών σε δήθεν πολιτιστική εκδήλωση στο Πολεμικό Μουσείο προ καιρού, όσα ελέχθησαν εκεί και η ταυτόχρονη απουσία τους από τις εκδηλώσεις για τον μισό αιώνα ύπαρξης της ΝΔ, πριν λίγες μέρες, μόνο τυχαία δεν μπορούν να χαρακτηρισθούν.

Έτσι είναι προφανές ότι ο συντονισμός της συμπεριφοράς των δύο, δεν θα μείνει ασχολίαστος από το εσωτερικό της κυβέρνησης παρά τις γνωστές δηλώσεις των εκπροσώπων της.

Βεβαίως οι οπαδοί της συγκεκριμένης παράταξης γνωρίζουν τα όσα βαραίνουν τους δύο, με όλα τα σφάλματα, τις άστοχες ενέργειές τους, κάποιες αποστασίες, και άλλα πολλά πεπραγμένα των κυβερνήσεών τους και το σπουδαιότερο, πού οδήγησαν τελικά όλα αυτά.

Στο σκηνικό που δημιουργείται τώρα, όλα θα φαντάζουν και θα είναι ρευστά. Το πιθανότερο είναι ότι οι ευθείες ερωτήσεις των κυβερνητικών στελεχών θα πολλαπλασιαστούν, είτε στη Βουλή, είτε στα μέσα μαζικής επικοινωνίας, σε έναν συνεχή υπόγειο πόλεμο φθοράς της κυβέρνησης, αποφεύγοντας έτσι να έρθουν σε σύγκρουση με την πλειονότητα των παραδοσιακών ψηφοφόρων της Ν.Δ.

Από την πλευρά του Κυριάκου Μητσοτάκη και της κυβέρνησής του, έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον να δούμε τις αντιδράσεις τους σε αυτά. Γιατί προφανώς υπάρχουν θέματα στα οποία η κυβέρνηση ακολούθησε διαφορετικό δρόμο και πορεία από τα καθιερωμένα του κόμματος, είχε διαφορετικές θέσεις και απόψεις από τις προηγούμενες κυβερνητικές θητείες της.

Δεν φαίνεται λοιπόν πιθανό να σταματήσουν οι αμφισβητήσεις που προαναφέραμε στο κυβερνητικό έργο, αλλά μάλλον θα κάνουν την εμφάνισή τους με την παραμικρή ευκαιρία.

Κι’ αν σε όλα αυτά προσθέταμε και την απουσία του ευρωβουλευτή Ευάγγελου Μεϊμαράκη, από την εκδήλωση της Ρηγίλλης, τότε έχουμε ένα λόγο παραπάνω να διερωτόμαστε για την παραπέρα πορεία της κυβέρνησης ώστε να εξαντλήσει την τετραετία και να οδηγήσει τη χώρα σε εκλογές το 2027, όπως τόσο χαρακτηριστικά δηλώνει κατ’ επανάληψιν ο πρωθυπουργός.

Οι αιτίες για τις γκρίνιες και αμφισβητήσεις των πειραγμένων της κυβέρνησης, είναι γνωστές και χιλιοειπωμένες, αλλά δεν μπορούμε να παραβλέψουμε το γεγονός ότι στα πέντε και πλέον χρόνια διακυβέρνησης του κ. Μητσοτάκη είναι η πρώτη φορά που εκφράζονται τόσο ανοιχτά.

Η εσωτερική κριτική που θα συνεχιστεί αναμφίβολα, θα λάβει μεγαλύτερες διαστάσεις με καινούργιες δημοσκοπήσεις, ειδικά αν αυτές δείξουν κι άλλη καθίζηση του κυβερνώντος κόμματος, ενώ είναι επίσης σίγουρο ότι θα πολλαπλασιαστούν οι τηλεοπτικές συζητήσεις επ’ αυτού.

Το πώς θα αντιδράσει τώρα το Μέγαρο Μαξίμου σε αυτά είναι ενδιαφέρον, αλλά δεν θα μπορεί επ’ άπειρον να τις υποβαθμίζει και να μην λαμβάνει υπ’ όψιν της ότι τα περισσότερα στελέχη της θα βαρεθούν κάποια στιγμή να παρευρίσκονται σε τραπέζια και ενημερωτικά σεμινάρια!

Ο Γεώργιος Νικ. Σχορετσανίτης είναι δ/ντής Χειρουργικής και συγγραφέας