Δευτέρα 1η  Φεβρουαρίου 2021. Πρωί. Δεν έχω σηκωθεί ακόμη. Χτυπάει η πόρτα. Είναι η Αθηνά, η κόρη μας, με το κινητό στο χέρι. Είπε την καλημέρα της με έναν διαφορετικό τρόπο, ασυνήθιστο. Σαν να ανησυχώ. Δεν εννοώ το ύφος και την όλη παρουσία της. Δεν λέω όμως τίποτε θέλοντας να μην επηρεάσω την εξέλιξη της πρωινής, σχεδόν απροσδόκητης επίσκεψης. Προσπαθεί η Αθηνά να  πει κάτι με τρόπο διακριτικό. Δεν μπορεί όμως να διανοίξει  δίαυλο επικοινωνίας, μπερδεύεται, δεν αντέχει ξεσπά σε λυγμούς. Μπαμπά ξέρεις ο κύριος Μανώλης. Σιωπηλός και δήθεν ψύχραιμος εγώ προετοιμάζομε να ακούσω κάτι τρομερό. Ρωτώ (δήθεν ήρεμα) και πάλι. Ποιος Μανώλης παιδί μου, τι συνέβη; Ο κ. Μανώλης ο Μαυρικάκης.

Ανοίγει το κινητό και μέσα από τους λυγμούς και τα δάκρια της προσπαθεί να μου διαβάσει το μήνυμα του Βαγγέλη, του γιου σου Μανώλη. Σπαρακτικό, γεμάτο πόνο και συναίσθημα το μήνυμα, ράγιζε πέτρες Μανώλη. Ράγισα κι εγώ. Δεν είπα τίποτε. Έμεινα σιωπηλός. Πόση ώρα δεν ξέρω. Ύστερα σηκώνομαι.  Σιωπηλός και πάλι ανοίγω με αργές κινήσεις τον υπολογιστή. Τα δάκτυλά μου στο πληκτρολόγιο κινούνται στους ρυθμούς της καρδιάς. Οι κινήσεις τους μετασχηματίζουν  σε λέξεις τα συναισθήματα που έφταναν κατ’ ευθείαν από την ψυχή μου: «ΘΛΙΨΗ και ΠΟΝΟΣ! Έχασα τον καλύτερό μου φίλο. Είναι αγαπημένος μας ΜΑΝΩΛΗΣ ΜΑΥΡΙΚΑΚΗΣ: Ο οικογενειάρχης, ο Δάσκαλος, ο Σχολικός    Σύμβουλος, ο πιστός φίλος. Μανώλη ξεκουράσου, Άνθρωπος του χρέους Εσύ δεν ξεκουράστηκες ποτέ, όσο ήσουν εδώ. Καλό σου ταξίδι αγαπημένε φίλε. Σε αγαπάμε, δεν σε ξεχνάμε». Και ήταν αυτό το τελευταίο σαν μια υπόσχεση, σαν μια δέσμευση στην μνήμη και στην οικογένειά σου Μανώλη.

Όταν άνοιξα ξανά τον υπολογιστή η ανάρτηση του Συλλόγου των Δασκάλων και Νηπιαγωγών Μεσαράς, άρχιζε με τις ίδιες λέξεις: ΘΛΙΨΗ και ΠΟΝΟΣ! Και μέσα σε λίγες ώρες ΘΛΙΨΗ και ΠΟΝΟΣ πλημμύριζαν το Ηράκλειο και τον κόσμον ολόκληρο. Έτσι, παρά την πανδημία και την επιβαλλόμενη καραντίνα, η είδηση διαδόθηκε δια μιας  και δια μιας η ΘΛΙΨΗ και ο ΠΟΝΟΣ διαχύθηκαν παντού. Η καλοσύνη σου, η Ανθρωπιά σου, η προθυμία σου, η ανυστεροβουλία σου, η αγάπη σου για το παιδί, τον κόσμο και τον Άνθρωπο, η αταλάντευτη πίστη σου σε υψηλές αξίες τις οποίες και υπηρέτησες με επιμονή και πίστη και οι αρετές που ενσάρκωνες στο πρόσωπό σου Μανώλη, βγήκαν δια μιας όλες στην επιφάνεια. Και θυμηθήκαμε όλοι το ήθος και την εντιμότητά σου. Και ζηλέψαμε όλοι τη διαδρομή σου την καθαρή και τη ζωή σου την έντιμη. Μας έκανες, για μια ακόμη φορά, να πιστέψομε πως αξίζει να είσαι Άνθρωπος ηθικός, Άνθρωπος  του καθήκοντος, της ευθύνης και του χρέους.

Η μητέρα σου Ευαγγελία, παπαδοκόρη, σου ενέπνευσε τη μεγάλη έφεση και την ασίγαστη δίψα για μόρφωση, κάτι που ευνόησε αργότερα η αγαπημένη σου σύζυγος, η Χαρούλα σου. Μαζί της  απέκτησες πολλά πτυχία, όπως και η ίδια βέβαια. Έλαβες Πτυχίο Παιδαγωγικής Ακαδημίας, Πτυχίο Παντείου Πανεπιστημίου, Πτυχίο Φιλοσοφικής Σχολής Πανεπιστημίου Κρήτης, Μεταπτυχιακό Δίπλωμα του Παιδαγωγικού Τμήματος, όπου ευτύχησα να σε έχω μαθητή και επισφραγίστηκε όλη αυτή η πορεία σου με  Διδακτορικό Δίπλωμα στις Επιστήμες της Αγωγής· κι εδώ είχα και πάλι τη χαρά να αποτελώ μέλος της Εξεταστικής Επιτροπής για τη διατριβή σου. Πίστευες πως αν πάρεις μια θέση πρέπει να την αξίζεις. Θα μπεις με τα προσόντα σου, όχι από την πίσω πόρτα.

Την ίδια λαχτάρα για τις σπουδές και τη μόρφωση μετέφερες στα δυο σου παιδιά τον Γιάννη και τον Βαγγέλη, που μέσα από αξιέπαινες και πολύμοχθες προσπάθειες καταξιώθηκαν κι εκείνοι του διδακτορικού τίτλου, από λαμπρά ελληνικά Πανεπιστήμια. Δεν έφερες ποτέ κανέναν σε δύσκολη θέση. Πάντοτε να κάνεις κάτι παραπάνω από αυτό που ζητούσαν οι κανονισμοί. Δεν εκμεταλλεύτηκες ποτέ καμιά καλοσύνη και καμιά γνωριμία. Απεναντίας προσπαθούσες να κάνεις κάτι παραπάνω, να μην προσβάλεις, να μη φέρεις κανέναν  σε δύσκολη θέση, να μην επιτρέψεις να σε σχολιάσουν στο παραμικρό. Διαρκής αγωνία σου η συνέπεια, η αξιοπρέπεια, η διάθεση για προσφορά και η καλοσύνη σου. Ο σεβασμός στον συνάνθρωπο και η διάθεσή σου να τον υπηρετήσεις.

Συνεργαστήκαμε στο Περιφερειακό Επιμορφωτικό Κέντρο (ΠΕΚ) Ηρακλείου μαζί και με την αγαπημένη σου σύζυγο, τη Χαρούλα σου και κάποιους ακόμη εκλεκτούς, αλήθεια, συναδέλφους (τι ωραίες εποχές!). Ως Γραμματέας εσύ στην αρχή και ως Υποδιευθυντής στη συνέχεια είχες μια μόνιμη έγνοια: Να λειτουργήσει άψογα ο θεσμός, να μην μας πουν κάτι, να μην πουν κάτι για τον Διευθυντή σου, δηλαδή εμένα. Γιατί αυτός ήσουν μια ζωή: πρώτα οι άλλοι. Κι όπως έχω γράψει στο τελευταίο μου βιβλίο που δυστυχώς δεν πρόλαβες να το δεις τυπωμένο (Τι ειρωνεία! Ήρθε την ημέρα της αποδημίας σου!), η συνεργασία  εκείνη αποτελεί για μένα μοναδικό υπόδειγμα του τρόπου με τον οποίο η αμοιβαιότητα των διαπροσωπικών σχέσεων, κατορθώνει να ανεβάσει το επίπεδο των προσφερόμενων υπηρεσιών στον ύψιστο δυνατό βαθμό. Ναι, Μανώλη και σε αυτήν την αμοιβαιότητα των σχέσεων, έργο φυσικά όλων, υπήρξες εσύ ο πρωτομάστορας, με την καλοσύνη σου, με την διάθεσή σου για προσφορά, με την αγάπη σου, με την απέραντη προθυμία σου.

Και αυτός ο απόηχος ερχόταν από όλες τις πλευρές· από όλες τις θέσεις που υπηρέτησες και από όλους τους ανθρώπους που συνεργάστηκες μαζί τους. Αυτό το μήνυμα εκπέμπει και η αγαπημένη σου Μεσσαρά, όπου υπηρέτησες ως Σχολικός Σύμβουλος. Μεγάλη σου αγωνία  η βελτίωση του σχολείου, η πρόοδος των παιδιών. Τυχεροί οι δάσκαλοι που σε είχαν κοντά τους! Τυχεροί και οι μαθητές τους!

Και μέσα σε όλες αυτές τις ευθύνες, μέσα σε όλη αυτή την καθημερινή σου αγωνία να ανταποκριθείς στο καθήκον για όλους και για όλα, η καρδιά σου δεν μπόρεσε να σε παρακολουθήσει. Εκεί που την χρειάστηκες εσύ δεν άντεξε άλλο και σε εγκατέλειψε Μανώλη. Ανακοπή το είπαν οι γιατροί. Και τώρα που το νήμα της ζωής σου κόπηκε πρέπει να μάθομε να ζούμε χωρίς εσένα Μανώλη. Μα πώς να το μάθεις; Πώς να συμβιβαστούμε με την αυτήν την σκληρή και αδυσώπητη  πραγματικότητα, όλοι εμείς οι φίλοι σου τα παιδιά σου, η Χαρούλα σου…  Είναι δύσκολο, πολύ δύσκολο, γιατί «Όλα σε θυμίζουν, απλά κι αγαπημένα, καθημερινά»!

Αιωνία σου η μνήμη φίλε καλέ κι αγαπημένε.

*Ο Ι. Ε. Πυργιωτάκης είναι ομότιμος καθηγητής πρ. αντιπρύτανης Πανεπιστημίου Κρήτης