Τους προηγούμενες μήνες βιώσαμε όλα όσα αφορούσαν την προσπάθεια αναγνώρισης του βόρειου απ’ τα σύνορά μας κρατιδίου που προήλθε από τη βίαια διάσπαση της πρώην Γιουγκοσλαβίας με το όνομα ‘Βόρεια Μακεδονία’. Δεν θα αναλωθώ σε λεπτομέρειες οι οποίες λίγο πολύ είναι γνωστές σε όλους από τις εκδηλώσεις που είδαμε σε ζωντανή μετάδοση απ’  τα παντοδύναμα μέσα μαζικής επικοινωνίας.

Εκεί στη συνοριακή γραμμή όπου συναθροίσθηκαν δικοί μας πολιτικοί, κάποιοι από τους οποίους εξαφανίστηκαν στη συνέχεια από το προσκήνιο και από τους δημόσιους θώκους που κατείχαν, ποιος θα μας εξηγήσει με ειλικρίνεια γιατί άραγε, των Σκοπίων, της μονίμως παραπαίουσας Ευρωπαϊκής Ένωσης, ειδικά τα τελευταία χρόνια, καθώς και κάποιες γνωστές εδώ και δεκαετίες διπλωματικές προσωπικότητες του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών οι οποίες ένοιωθαν ικανοποιημένοι με τη συγκεκριμένη έκβαση του ευαίσθητου θέματος, και τόσοι άλλοι από πίσω, αφού αφιέρωσαν δυο -τρεις δεκαετίες απ’ τη ζωή τους για το σκοπό αυτό.

Η κατάσταση όπως έχει διαμορφωθεί έως σήμερα, γεννάει αρκετά ερωτηματικά. Σίγουρα ήταν ένα θέμα το οποίο έπρεπε να έχει τακτοποιηθεί από τις προηγούμενες κυβερνήσεις οι οποίες δεν φρόντισαν γι’ αυτό, ανίκανες να δουν λίγο μπροστά τη σκληρή πραγματικότητα που κάποια στιγμή θα ανέτειλε. Αλλά, αλήθεια, γιατί λοιπόν έπρεπε τώρα, τη συγκεκριμένη περίοδο,  να έρθει στην επιφάνεια;

Η χώρα μας δεν βιαζόταν, βρισκόταν και συνεχίζει να βιώνει άθλια οικονομική κατάσταση, και σίγουρα ήταν εύκολος διαπραγματευτικός αντίπαλος για όλους. Τα άμεσα αποτελέσματα τα είδαμε ευθύς μόλις έσβησαν τα φώτα της συνάντησης των Πρεσπών! Δηλώσεις που δεν συνάδουν με τα συμφωνηθέντα, τα οποία είναι άγνωστο τι προοιωνίζονται για τη συνέχεια.

Στην από εδώ μεριά, η διαμορφωθείσα κατάσταση δεν είναι καθόλου μα καθόλου ευοίωνη. Πέρα απ’ την ανεξήγητη απομάκρυνση του καθ’ ύλην αρμόδιου υπουργού μας, δεν είναι εξασφαλισμένη η ψήφισή του από το ελληνικό κοινοβούλιο, δημιούργησε μεγαλύτερες αντιθέσεις στα βασικά πολιτικά σχήματα της χώρας μας,  και απ’ ό,τι φαίνεται θα επηρεάσει ακόμα περισσότερο, με το δικό της τρόπο, την ημερομηνία των εκλογών.

Κι’ όλα αυτά προφανώς να ικανοποιηθεί η μεγαλύτερη και ισχυρότερη χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δηλαδή η Γερμανία, η οποία άλλωστε ευθύνεται για τη διάλυση της πάλαι ποτέ κραταιάς Γιουγκοσλαβίας, με απώτερο σκοπό την  ευκολότερη έλξη κοντά της των βόρειων κρατών που δημιουργήθηκαν από τη διάλυση της μεγάλης και δυνατής Γιουγκοσλαβίας.

Φυσικά, η αντίπερα όχθη του Ατλαντικού δεν έχασε την ευκαιρία και εκμεταλλεύτηκε το γεγονός με την προσπάθεια εισόδου και προσάρτησης στην γνωστή ευρωατλαντική συμμαχία των νότιων κρατών, εμποδίζοντας έτσι την όποια διείσδυση της επίσης ενδιαφερόμενης Ρωσίας. Η χώρα μας, αλήθεια, τι κέρδισε μετά απ’ όλα αυτά, πέρα από μερικά  καλά λόγια απ’ τη Δύση, και ακριβώς το αντίθετο από το Κρεμλίνο, και το σπουδαιότερο με τόσο προσβλητικό τρόπο στο πρόσωπο του Έλληνα πρωθυπουργού που βρέθηκε εκεί πριν λίγες μέρες;

Φοβάμαι ότι κάποια πράγματα πήραν μάλλον διαφορετική τροπή από εκείνη που οι κυβερνώντες ήλπιζαν, κι αυτά δυστυχώς θα επηρεάσουν πολλές παραμέτρους στο μέλλον.

Δεν γνωρίζουμε εάν οι επόμενοι μήνες θα επικυρώσουν, και εάν πρέπει, την επιδιωκόμενη συμφωνία από το ελληνικό κοινοβούλιο. Ανεξάρτητα όμως από το αποτέλεσμα, η κοινή θέση των βασικών κομμάτων της χώρας μας πάνω σε τούτο το θέμα είναι κάτι παραπάνω από επιτακτική, γιατί το αντίθετο απλώς ρίχνει νερό στο μύλο της όποιας μορφής, μείζονος ή ελάσσονος,   εθνικού διχασμού, ο οποίος δυστυχώς δεν σταμάτησε ακόμα τη λειτουργία του!