Μετά τη μάχη της Κρήτης, 20 ως 31 Μαΐου 1941, οι Γερμανοϊταλοί κυριαρχούν στο νησί. Κρατούν στην κατοχή τους τρεις νομούς, Χανίων-Ηρακλείου-Ρεθύμνης και παραχωρούν τον νομό Λασιθίου στους συμμάχους τους Ιταλούς.
Αμέσως ξεκινά η οχύρωση του νησιού. Η Κρήτη μετατρέπεται σε οχυρά θέση με την ονομασία “ΦΡΟΥΡΙΟ ΚΡΗΤΗ” για να εξυπηρετήσει τα πολεμικά σχέδια και τους σκοπούς του Χίτλερ στην Ανατολική Μεσόγειο και τη Μέση Ανατολή.
Στον κάμπο του Καστελλίου υπάρχει ένας ημιτελής διάδρομος προσγειώσεως και ένα αεροδρόμιο βρίσκεται στη φάση της κατασκευής του. Τον σχεδιασμό του και τις εργασίες ξεκίνησαν οι Σύμμαχοι, που ήθελαν με τον τρόπο αυτό να προστατεύσουν την Κρήτη από ενδεχόμενη εχθρική εισβολή.
Στα σχέδια των μηχανικών τους, υπήρχαν τρεις διάδρομοι και προσπαθούσαν να επιλέξουν τον προσανατολισμό ενός, τον οποίο θα κατασκεύαζαν. Ο προβληματισμός τους ήταν για τους ανέμους και τις καιρικές συνθήκες που επικρατούσαν στην περιοχή.
Ξερίζωσαν τις ελιές και τα αμπέλια. Με την εργασία των κατοίκων της περιοχής άρχισαν να στρώνουν τους διαδρόμους προσγειώσεως.
Όμως, δυστυχώς για την άμυνα του νησιού, οι εργασίες δεν ολοκληρώθηκαν. Για να μην πέσει στα χέρια του εχθρού και να χρησιμοποιηθεί στη διάρκεια της αεροπορικής τους εισβολής από 20 ως 31 Μαΐου 1941, οι σύμμαχοι κατέστρεψαν τον διάδρομο, ανοίγοντας μεγάλους λάκκους και τοποθετώντας πελώρια κούτσουρα από ελιές τα οποία εξείχαν από το έδαφος.
Αρχές Ιουνίου φτάνουν οι πρώτοι αλεξιπτωτιστές στο Καστέλλι και κατευθύνονται στην πλατεία Μεϊντάνι. Ζητούν τον Πρόεδρο της Κοινότητας, τον Γεώργιο Ζωγραφάκη ή Ξηρούχη.
Ο Πρόεδρος εμφανίζεται και οι Γερμανοί με διερμηνέα του ανακοινώνουν ότι θέλουν κάποιο σπίτι να μείνουν, (ήταν 20 περίπου με αυτοκίνητα και μοτοσικλέτες). Διατάσουν ακόμη τον Πρόεδρο να προσκαλέσει τους κατοίκους του χωριού σε συγκέντρωση στο Μεϊντάνι, για να τους μιλήσει ο επικεφαλής τους.
Πράγματι ο Γεώργιος Ζωγραφάκης ή Ξηρούχης, τους βρήκε καταλύματα, (στα σπίτια των Γεωργίου Νικολάου Καμπάνη και Χαράλαμπου Λυδάκη) και έκανε τις ανακοινώσεις στους συγχωριανούς του, οι οποίοι ήταν ακόμη αμήχανοι στη θέα των κατακτητών. Μαζεύτηκαν οι Καστελλιανοί στο Μεϊντάνι και ο Γερμανός αξιωματικός άρχισε να τους μιλά με διερμηνέα, εκθειάζοντας τη Γερμανία και τον στρατό κατοχής.
Στην ομιλία του, ανακοίνωσε ότι σύντομα θα αρχίσουν να ανακατασκευάζουν το αεροδρόμιο Καστελλίου.
Αρχές Αυγούστου 1941, αναχώρησαν οι πρώτοι Γερμανοί αλεξιπτωτιστές που έφτασαν στο Καστέλλι και τη θέση τους πήραν γερμανικά στρατεύματα Πεζικού. Στην περιοχή «Γραμπέλλα», ανατολικά του Καστελλίου, είχαν στήσει τις σκηνές τους. Από την Αθήνα έφτασαν δυο τεχνικές εταιρείες. Μία Ελληνική με την επωνυμία Δεληβοριάς-Τριποδάκης και μία Γερμανική με υπεύθυνο τον Γερμανό μηχανικό Χελλάου.
Ανέλαβαν τα έργα του αεροδρομίου που αφορούσαν τους διαδρόμους προσγειώσεως, τις «φωλιές» των αεροπλάνων, τις υπόγειες αποθήκες καυσίμων και τα κτήρια των εσωτερικών χώρων του αεροδρομίου.
Γύρω από το αεροδρόμιο, στα διπλανά χωριά αλλά και στο Καστέλλι, άρχισαν να κατασκευάζονται παράλληλα έργα. Υπόγειες αποθήκες πυρομαχικών και εφοδίων (υπάρχουν διάσπαρτες ακόμη σε όλη την περιμετρική ζώνη του αεροδρομίου τις οποίες ονομάζουμε πούγγες).
Παραπήγματα ξύλινα για τους στρατιώτες, (υπήρχαν αρκετά στο χωριό Πολυθέα). Μαγειρεία. Πλυσταριά. Καταφύγια. Κτήρια επισκευής αυτοκινήτων. Ένα εργοστάσιο παραγωγής ηλεκτρικού ρεύματος στην είσοδο του χωριού Αρχάγγελος.Δυο νταμάρια για την εξόρυξη χαλικιών και πετρωμάτων μπαίνουν σε λειτουργία. Το ένα στη θέση «Δροζίτης» ανατολικά του αεροδρομίου και το άλλο στη θέση «Αη Γιάννης στα Στενά», στη δυτική του πλευρά.
Επιτάχτηκαν αρκετά σπίτια στο Καστέλλι και τα γύρω χωριά που στέγασαν τον Διοικητή, τα ιατρεία, τη Γκεστάπο, το Γερμανικό ταχυδρομείο, το Soldatenheim (χώρος αναψυχής των Γερμανών, ξεχωριστός για τους στρατιώτες και τους αξιωματικούς-υπαξιωματικούς), τα κρατητήρια, τα μαγειρεία, τα πλυσταριά, τις τεχνικές υπηρεσίες, τα γραφεία της εταιρείας Δεληβοριάς-Τριποδάκης.
Το κτήριο της Γερμανικής Τεχνικής Υπηρεσίας του Γερμανού Χελλάου χτίζεται στην περιοχή «Κάτω Ρίζα», διατηρείται μέχρι σήμερα και είναι στολίδι της αρχιτεκτονικής.
Θέσεις αντιαεροπορικών (γύρω από το αεροδρόμιο υπήρχαν τέσσερις θέσεις αντιαεροπορικών), που προστάτευαν το αεροδρόμιο από τους συμμαχικούς βομβαρδισμούς. Αποφασίστηκε τότε, από τον Διοικητή του αεροδρομίου Ταγματάρχη Τροστ, να χτιστεί στο χωριό Διαβαϊδέ ένα μεγάλο πέτρινο κτήριο που θα στέγαζε τους αξιωματικούς και υπαξιωματικούς της αντιαεροπορικής άμυνας FLAK.
Το κτήριο άρχισε να χτίζεται με αγγαρείες των κατοίκων (τις γνωστές δεκαπενταμερίες), τον Νοέμβριο του 1941 στη θέση «Κουτσουνάρα», στη βόρεια είσοδο του χωριού. Στη μνήμη των ηλικιωμένων Διαβαϊδιανών έχει μείνει αυτό το κτήριο με το όνομα «Μέγαρο». Σήμερα η τοποθεσία αποκαλείται «Στο Μέγαρο».
Δεκάδες εργάτες από το πρωί ως το βράδυ ήταν αναγκασμένοι να δουλεύουν στο χτίσιμο του «Μεγάρου» τη χειρότερη εποχή. Χειμώνα με κρύο και βροχές. Η δουλειά δε σταματούσε. Οι Γερμανοί βιάζονταν. Και τέλειωσε τον χειμώνα του 1942.
Μαζί με τη λάσπη που χρησιμοποιήθηκε για το χτίσιμό του, έχει ανακατευτεί και ο ιδρώτας των «υπόδουλων ραγιάδων». Και βέβαια ούτε για αστείο δεν πρέπει να αναφέρεται ότι πληρώθηκε έστω και ένας από τους εκατοντάδες εργάτες που το έχτισαν.
Η πληρωμή τους ήταν το ξύλο, οι βρισιές, η καταρράκωση της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, ο θάνατος. Όχι μόνο δεν πληρώνονταν οι εργάτες, αλλά αντίθετα, πλήρωναν και οι ίδιοι.
Πολλές φορές δεν μπορούσε κάποιος να εργαστεί, ενώ ήταν γραμμένος στην κατάσταση, κι ερχόταν η σειρά του να κάνει τη δεκαπενταμερία. Αναγκαζόταν τότε να πληρώσει σε είδος έναν συγχωριανό του ή κάποιον άλλο να την κάνει. Δεκαπέντε ημέρες εργασίας ισοδυναμούσαν με δεκαπέντε οκάδες δημητριακά. Συνήθως μιγάδι ή κριθάρι.
Για την πληρωμή των εργατών των τεχνικών Εταιρειών Δεληβοριά-Τριποδάκη και Χελλάου, διαφωτιστικό είναι το παρακάτω απόσπασμα από το βιβλίο του Antony Beevor, “Κρήτη η μάχη και η Αντίσταση”:
«…αυτό που φοβόντουσαν περισσότερο οι Γερμανοί, ήταν ο ξεσηκωμός των Κρητικών στα μετόπισθεν. “Ξέρουν ότι οι Κρητικοί τους μισούν”, έγραψε ένας Βρετανός αξιωματικός σε μια αναφορά προς το Κάιρο, και “περιμένουν τη στιγμή εκείνη που θα ξεθάψουν τα τουφέκια τους και να το δείξουν με σφαίρες”.
Την ίδια όμως στιγμή, οι Γερμανοί είναι πληγωμένοι. Προβληματίζονται γιατί δεν τους αγαπάνε και συνεχώς αναρωτιούνται γιατί.
Η ακριβής αυτή παρατήρηση προκαλεί κατάπληξη όταν διαβάζει κανείς τους γερμανικούς κανονισμούς των επιτάξεων και της καταναγκαστικής εργασίας. Πλήρωναν 700 δραχμές μεροκάματο, ποσό το οποίο δεν επαρκούσε ούτε για να αγοράσει κανείς δύο αυγά και το πιο γελοίο απ’όλα, έδιναν για την κάθε αγελάδα 120 δραχμές, ποσό που μόλις έφτανε για μερικά τσιγάρα…ª.
Ο Καστελλιανός Κωνσταντίνος Φερετζάκης, δούλευε καταναγκαστικός εργάτης, (μηχανικός οχημάτων), στην εταιρεία Δεληβοριάς-Τριποδάκης. Για την αξία των χρημάτων που έπαιρνε αφηγείται: ´…αναγκάστηκα αφού είχα στο κεφάλι μου παιδιά ανιψάκια των αδερφών μου που δεν είχανε επιστρέψει ακόμη οι άντρες τους από την Αλβανία και παρακάλεσα μια μέρα τους Γερμανούς.
Σας παρακαλώ πάρα πολύ τους είπα. Είμαι προστάτης μιας οικογενείας με έξι εφτά μέλη. Αυτά τα λεφτά που παίρνω το μήνα δεν με φτάνουν ούτε μια μέρα να ζήσω. Θέλω να μ’αφήσετε ελεύθερο να βρω μια δουλειά να μπορέσω να ζήσω τα παιδιά που έχω στο κεφάλι μου. Αυτοί το συζητήσανε, το είδανε ανθρώπινα βέβαια, και μ’αφήσανε εμένα. Βρήκανε άλλο στη θέση μου…».
Το «Μέγαρο του Διαβαϊδέ έχει κρατήσει πολλά μυστικά στους τοίχους και στα ντουβάρια του. Και τον θάνατο κάποιων ανθρώπων όπως του Μύρωνα Μακρυγιαννάκη.
Ο Μύρωνας Μακρυγιαννάκης ήταν από το χωριό Αβδού. Παντρεμένος με τη συγχωριανή του Καλλιόπη. Πήρε μέρος στον Ελληνοϊταλικό πόλεμο με τη Μεραρχία της Κρήτης. Παλικάρι στη ζωή, το ίδιο και στον πόλεμο πάνω στα χιονισμένα βουνά της Αλβανίας.
Συνέλαβε πολλούς αιχμαλώτους Ιταλούς και τιμήθηκε με σταυρό ανδρείας για την τόλμη του στο πεδίο της μάχης. Στο τέλος του Ελληνοϊταλικού πολέμου, κατάφερε με πολλούς κόπους και βάσανα να επιστρέψει στην Κρήτη. Με τη γυναίκα του απέκτησε τρία παιδιά. Τη Χαρίκλεια, την Ειρήνη και τη Μαρία.
Όταν οι Γερμανοί ξεκίνησαν τα έργα στο αεροδρόμιο Καστελλίου, ο Μύρωνας Μακρυγιαννάκης μπήκε (όπως και όλοι οι άντρες συγχωριανοί του), από τον Πρόεδρο του Αβδού στη λίστα του χωριού για τις δεκαπενταμερίες.
Στον οικισμό Διαβαϊδέ ανατολικά του Καστελλίου, ξεκινούσε η κατασκευή ενός μεγάλου πέτρινου οικήματος, εκείνου που αποκαλούν οι Διαβαδιανοί Μέγαρο. Στο κτήριο αυτό θα στεγάζονταν οι Γερμανοί αξιωματικοί και υπαξιωματικοί της αντιαεροπορικής άμυνας του αεροδρομίου Καστελλίου. Ο Μύρωνας Μακρυγιαννάκης τοποθετήθηκε να δουλέψει εκεί. Τον χειμώνα του 1941-1942. Η δουλειά δύσκολη.
Το κτήριο πετρόχτιστο. Οι Γερμανοί ήταν σκληροί με τους εργάτες. Ο Μύρωνας κάποια μέρα μίλησε άσχημα στον Γερμανό επιστάτη. Αμέσως άρχισε η αντίστροφη μέτρηση της ζωής του. Τον πήρε σε μια άκρη του έργου και άρχισαν όλοι οι Γερμανοί να τον χτυπούν με καδρόνια. Τον παράτησαν μισοπεθαμένο. Τον τιμώρησαν κλείνοντάς τον το βράδυ, αλλά και τα επόμενα βράδια, μέσα στο κτήριο σε μια γωνιά περιφραγμένη με σύρματα.
Η στέγη δεν είχε φτιαχτεί ακόμη. Ο καιρός βροχερός, έπεφτε πάνω του η βροχή. Δεν μπορούσε να προφυλαχτεί από τα καιρικά φαινόμενα.
Τα ξημερώματα τον έπαιρνε ο ύπνος πάνω στο βρεγμένο χώμα. Το πρωί οι Γερμανοί τον χτυπούσαν και πάλι με άγριο και βάρβαρο τρόπο. Το ίδιο σκηνικό κράτησε μια βδομάδα. Ήταν αρχές Δεκεμβρίου του 1942. Ο Μύρωνας αρρώστησε με πνευμονία. Στο τέλος οι Γερμανοί βλέποντας να μην μπορεί να σταθεί στα πόδια του, ούτε και να δουλέψει, τον έδιωξαν για το χωριό του.
Έφτασε στο Αβδού και πέθανε μετά από τρεις ημέρες. Η ημερομηνία θανάτου του Μύρωνα ήταν η 14η Δεκεμβρίου 1942. Και ήταν μόλις 26 χρονών. Αφήνοντας τη γυναίκα του χήρα και τρία παιδιά ορφανά, τη Χαρίκλεια έξι χρονών, την Ειρήνη δύο χρονών και τη Μαρία νεογέννητη μόλις πέντε μηνών.
Ο Μύρωνας Μακρυγιαννάκης ένα από τα δεκάδες θύματα των δεκαπενταμεριών του πολεμικού αεροδρομίου Καστελλίου. Διοικητής των γερμανικών δυνάμεων Κατοχής, του αεροδρομίου Καστελλίου, ο «φιλέλληνας» Ταγματάρχης Τροστ.
Μετά την Κατοχή, το Μέγαρο» του Διαβαϊδέ πέρασε στην ιδιοκτησία του Ελληνικού κράτους. Στον χώρο του ιδρύθηκαν μαθητικές κατασκηνώσεις που λειτουργούσαν τους καλοκαιρινούς μήνες σε τρεις περιόδους, όπως αναφέρεται στο παρακάτω έγγραφο:
´ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΙΣ ΔΗΜ. ΣΧΟΛΕΙΩΝ
Ηράκλειο 14/5/1951
ΠΕΔΙΑΔΟΣ αρ. πρωτ. 90
Προς το διδακτικόν προσωπικόν αμφοτέρων των φύλων
της καθ’ημάς Περιφερείας
Α. Από της 1ης Ιουλίου ε.ε. θα αρχίση η λειτουργία των Μαθητικών Κατασκηνώσεων, εις ον χώρον ελειτούργησαν αύται και κατά το θέρος του 1949 και 1950 / Διαβαϊδέ Καστελλίου.
Κρίνοντες εκ των αποτελεσμάτων επί της υγείας και ήθους των μετασχόντων εις αυτάς μαθητών, ως και της επαγγελματικής, εγκυκλοπαιδικής, διοικητικής κλπ. ωφελείας των εργασθέντων εκπαιδευτικών κατά τα ως άνω δύο έτη, ευρίσκομεν ότι ο θεσμός τούτος αποτελεί άριστον μέσον ενισχύσεως του οργανισμού και διαπαιδαγωγήσεως των μαθητών και αποκτήσεως πολυτίμου πείρας των διδασκόντων.
Η συμμετοχή των διδ/λων εις τας Μ.Κ. της Περιφερείας των είναι μεν προαιρετική, πλην όμως δύναται να θεωρηθή εμμέσως ως υποχρεωτική δια πάντα εκπαιδευτικόν, πονούντα το ταλαιπωρημένον Ελληνόπουλον.
Η πρόθυμος προσέλευσις επαρκούς προσωπικού κατά το παρελθόν έτος μου δίδει το δικαίωμα να πιστεύω, ότι και κατά το παρόν έτος δεν θα ευρεθώ εις την ανάγκην να υποχρεώσω τινά εκ των δυναμένων να προσφέρουν υπηρεσίαν. Παρακαλώ όθεν τους επιθυμούντας να υπηρετήσουν ως στελέχη κατά το παρόν έτος, όπως αναφέρουν ημίν τούτο δια των τμημάτων μέχρι της 5ης Ιουνίου ε.ε. καταρτισθή εγκαίρως ο πίναξ και η περίοδος εις ην θα προσέλθη έκαστος.
Β. Προκειμένου να ρυθμισθή ο αριθμός των εχόντων ανάγκην εξοχής μαθητών εις εκάστην περίοδον/περίοδοι τρεις εξ 28 ημερών εκάστη/παραγγέλλομεν υμίν όπως συμμορφωθείτε επακριβώς με την υπ. αριθμ. 181/2 της 2-6-1950 ημετέραν εγκύκλιον, συμπεριλαμβάνοντες εις τας καταστάσεις μαθητάς άρρενας και θήλεις των Γ. Δ. Ε. και Στ. τάξεως κατά προτίμησιν. Αι καταστάσεις/υποβαλλόμεναι απ’ευθείας αύται δέον να περιέλθουν εις το γραφείον μου μέχρι της 10ης Ιουνίου. Αναφέρατε λήψιν.
Ο Επιθεωρητής».
……………………….
Τη σχολική χρονιά 1957-1958 με διάταγμα του Βασιλιά Παύλου και τις υπογραφές των Υπουργών Δημητρίου Χέλμη (Εσωτερικών) και Δημητρίου Μακρή (Παιδείας), ιδρύεται το 1/ξιον Δημοτικόν Σχολείον Διαβαϊδέ.
Ως σχολικό κτήριο χρησιμοποιείται το «Μέγαρο», στην περιοχή Κουτσουνάρα,
Το σχολείο του Διαβαϊδέ λειτούργησε τέσσερα σχολικά έτη. Το 1957-58 ως μονοτάξιο Δημοτικό Σχολείο Διαβαϊδέ. Το 1958-59, 1959-60 και 1960-61 λειτούργησε και μετονομάστηκε σε 1/τάξιο 2ο Δημοτικό Σχολείο Καστελλίου. Και τα τέσσερα σχολικά έτη δασκάλα ήταν η κ. Μαρία Μπελαδάκη. Το σχολικό έτος 1961-62 έκλεισε και οι μαθητές του μετεγράφηκαν και φοίτησαν στο Δημοτικό Σχολείο Καστελλίου.
Το μαθητικό δυναμικό του ήταν: Σχολικό έτος 1957-58, 23 μαθητές. Σχολικό έτος 1958-59, 22 μαθητές. Σχολικό έτος 1959-60, 15 μαθητές. Σχολικό έτος 1960-61, 14 μαθητές.
……………………….
Σήμερα το «Μέγαρο» ζει στη μοναξιά του. Η στέγη του έχει καταρρεύσει σε ορισμένα σημεία. Οι τοίχοι του χαραγμένοι με βαθιές αυλακώσεις από το πέρασμα του χρόνου. Όμως κι αυτοί είναι έτοιμοι να γκρεμιστούν. Τα κεραμίδια της στέγης φθαρμένα. Τα παράθυρα είναι όλα φθαρμένα, κρέμονται από τη μια και την άλλη πλευρά τους. Αγριόχορτα έχουν σκεπάσει τους εξωτερικούς χώρους.
Στο προαύλιο έχουν γιγαντωθεί μερικές αγριοσυκιές που το κυκλώνουν γύρω γύρω, κρύβοντας σχεδόν την εικόνα του με τα τεράστια κλαδιά τους.
Και σκέφτομαι ότι, αφού εμείς οι σύγχρονοι Καστελλιανοί δε μπορούμε να το προστατεύσουμε (ως μοναδικό μνημείο της σύγχρονης ιστορίας και της ιστορικής μνήμης του τόπου μας), αφήνοντας τον χρόνο να το καταστρέψει, οι αγριοσυκιές κάνουν μια σπουδαία δουλειά. Το κρύβουν από τα μάτια μας, κρύβοντας συγχρόνως και την ανθρώπινη ματαιοδοξία μας.
* Ο Γεώργιος Α. Καλογεράκης είναι δρ Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, διευθυντής Δημοτικού Σχολείου Καστελλίου Πεδιάδος