Το γερμανικό Φρουραρχείο Ηρακλείου, με διαταγή του προς τον Νομάρχη Ηρακλείου στις 27 Οκτωβρίου 1941, του ζητά να αναθέσει σε καθηγητή ιστορίας τη σύνταξη σύντομης εργασίας με θέμα την ιστορία της Κρήτης. Η εργασία να είναι γραμμένη στα γερμανικά και να επικεντρώνεται περισσότερο στην ιστορία του νομού Ηρακλείου.

Ο Νομάρχης Ηρακλείου Ιωάννης Πασσαδάκης, αναθέτει στον Διευθυντή της Παιδαγωγικής Ακαδημίας Σταύρο Μπουρλώτο, την εργασία σύνταξης της ιστορικής επισκόπησης της Κρήτης. Με το έγγραφό του που έχει ημερομηνία 4 Νοεμβρίου 1941, ο Νομάρχης προτρέπει τον Σταύρο Μπουρλώτο να ενεργήσει το “ταχύτερον”. Ο Σταύρος Μπουρλώτος χρειάστηκε σαράντα τρεις ημέρες για να ετοιμάσει την ιστορική επισκόπηση της Κρήτης. Το τελικό κείμενο με ημερομηνία 17 Δεκεμβρίου 1941, αποτελείται από δέκα σελίδες  γραφομηχανής διαστάσεων 26Χ17 εκατοστών και είναι γραμμένο στα Ελληνικά.

Τη μετάφρασή του έκανε η καθηγήτρια της γερμανικής γλώσσας κ. Μαρία Απλαδά. Ο Νομάρχης Ηρακλείου μεταβιβάζει με τη σειρά του την επισκόπηση της Κρήτης του Σταύρου Μπουρλώτου στον Φρούραρχο Ηρακλείου, πενήντα ημέρες μετά τη διαταγή του. Γράφει λοιπόν για την Κρήτη ο Διευθυντής της Παιδαγωγικής Ακαδημίας Ηρακλείου τα εξής:

«Η ιστορία της Κρήτης

Το όνομά του το έχει πάρει το νησί από μια νύμφη των Εσπερίδων. Στην Αρχαιότητα ονομαζόταν και Αέρια, εξαιτίας του καλού της κλίματος, Χθόνια εξαιτίας του μεγέθους της, Ιδαία από την οροσειρά Ίδη. Σύμφωνα με τη μυθολογία, το νησί της Κρήτης είναι η πατρίδα του Δία.

Η ιστορία της Κρήτης δεν ξεκινά πλέον με παραμύθια και μύθους. Οι αρχαιολογικές ανασκαφές και ανακαλύψεις σε διάφορες τοποθεσίες της ηπειρωτικής χώρας, αλλά και στην Κρήτη τα τελευταία χρόνια, διαφώτισαν το παρελθόν του ελληνικού κόσμου και άνοιξε σε όλους που ασχολούνται με την ιστορία νέους ορίζοντες. Οι πρώτες σελίδες της ιστορίας του ελληνικού έθνους, από τώρα και στο εξής, θα γράφονται με βάση τα ερείπια της προϊστορικής εποχής. Έτσι λοιπόν και η ιστορία της Κρήτης θα ξεκινά από την προϊστορική εποχή.

Μέρος 1 – Προϊστορική εποχή

Ι. Η νεολιθική εποχή

Κάτω από το υπέδαφος των παλαιότερων τμημάτων των παλατιών της Κνωσσού και της Φαιστού, αποκαλύφθηκαν απομεινάρια της νεολιθικής εποχής. Η νεολιθική εποχή στην Κρήτη διήρκησε πολλές χιλιετίες, από την τέταρτη χιλιετία π.Χ. Μετά από αυτή την εποχή ξεκινάει η μινωική εποχή.

Στη διάρκεια της νεολιθικής εποχής, οι άνθρωποι εξημερώθηκαν σε μεγάλο βαθμό. Ζούσαν σε κοινότητες και εξασκούσαν πρωτόγονες χειρωνακτικές εργασίες. Δε γνώριζαν την ύπαρξη του μετάλλου και κατασκεύαζαν τα εργαλεία και τα έπιπλα τους από πέτρα. Οι άνθρωποι της νεολιθικής εποχής ζούσαν σε μικρά σπιτάκια, (καλύβες), από πηλό ή πέτρα, χτισμένα όλα μαζί σε πόλεις ή οικισμούς και ζούσαν από το κυνήγι, το ψάρεμα και την κτηνοτροφία. Τα σημαντικότερα απομεινάρια αυτής της εποχής είναι τα πέτρινα εργαλεία, όπως μαχαίρια, τσεκούρια, σφυριά κτλ.

ΙΙ. Ο μινωικός πολιτισμός

Ο μινωικός πολιτισμός ξεκινά την τέταρτη χιλιετία π.Χ. και τελειώνει στο δεύτερο κομμάτι της δεύτερης χιλιετίας, περίπου το έτος 1200 π.Χ., στο ξεκίνημα δηλαδή της εποχής των Ελλήνων ηρώων της Αρχαίας Ελλάδας.

Τη μινωική εποχή τη χωρίζουμε στην πρωτομινωική, το 3300 ως το 2200 π.Χ., στη μεσομινωική, το 2200 ως το 1500 π.Χ. και τη υστερομινωική, το 1500 ως το 1200 π.Χ. (πρώτη, δεύτερη και τελευταία μινωική εποχή). Αυτός ο πολιτισμός είχε ως κέντρο το νησί της Κρήτης, γι’ αυτό ονομαζόταν και κρητικός πολιτισμός. Ονομάστηκε μινωικός πολιτισμός από το βασιλιά Μίνωα, που θεωρείται ο εκπρόσωπος του πολιτισμού αυτού. Σύμφωνα με τη μυθολογία, ο βασιλιάς Μίνωας ήταν γιος του Δία και της Ευρώπης.

Κάθε εννέα χρόνια ο βασιλιάς Μίνωας πήγαινε στο βουνό Ίδη, να δώσει αναφορά στον πατέρα του. Αυτή την εποχή το νησί της Κρήτης είναι πυκνοκατοικημένο, ιδρύονταν πόλεις και οικισμοί σε όλες τις περιοχές του νησιού. Οι εκατό πόλεις που αναφέρει ο Όμηρος, έχουν σ’ αυτή την εποχή τις ρίζες τους. Οι πόλεις και οι οικισμοί αυτής της εποχής δεν είχαν τείχη, που σημαίνει ότι το κράτος ήταν τόσο ισχυρό, που δε φοβούνταν τις εχθρικές επιδρομές. Πολλές πόλεις χτίζονταν παραθαλάσσια, γεγονός που αποτελεί απόδειξη της θαλάσσιας κυριαρχίας του μινωικού κράτους.

Το μινωικό κράτος είχε ως κέντρο το νησί της Κρήτης, είχε όμως επεκταθεί ως τα νησιά του Αιγαίου Πελάγους και ίσως και σε ορισμένες περιοχές της Ελλάδας. Το μινωικό κράτος είχε στενές φιλικές σχέσεις με το αιγυπτιακό κράτος. Αυτό αποδεικνύεται από τις ανασκαφές στην Αίγυπτο και την Κρήτη. Τα μνημεία που βρέθηκαν, αποδεικνύουν από τη μια πλευρά τη διαφορά των δύο ταυτόχρονα εμφανιζόμενων πολιτισμών και την πρωτοτυπία τους, από την άλλη πλευρά αποδεικνύουν το συσχετισμό και την αλληλεπίδραση τους. Το κράτος του Μίνωα είχε πολιτικές σχέσεις και με άλλα ασιατικά κράτη, όπως π.χ. με τους Ασσύριους και τους Χετταίους.

Ηράκλειο, 1942. Ομάδα ανώτερων Γερμανών αξιωματικών συνομιλούν μπροστά από το άγαλμα του Δασκαλογιάννη. Μεταξύ των υψηλόβαθμων αξιωματικών διακρίνεται ο Στρατηγός της Luftwaffe Wolfgang να συνομιλεί με έναν Ιταλό Στρατηγό
(GREECE AT WAR2 ARCHIVES)
Ηράκλειο, 1942. Ομάδα ανώτερων Γερμανών αξιωματικών συνομιλούν μπροστά από το άγαλμα του Δασκαλογιάννη.

ΙΙΙ. Γενική σύνοψη της δημόσιας και ιδιωτικής ζωής της εποχής

Από τις πρωτόγονες καλύβες της νεολιθικής εποχής, η Κρήτη ανέπτυξε την τέχνη της αρχιτεκτονικής ως και τη μεσαία μινωική εποχή. Συναντάμε αυτή την εποχή μεγαλοπρεπή και πολύπλοκα παλάτια. Χρησιμοποιήθηκε στην Αρχιτεκτονική το σχέδιο του τετραγώνου. Κάθε σπίτι είχε, ανάλογα με το μέγεθός του, πολλά δωμάτια, από τα οποία ένα ήταν το μεγαλύτερο και βρίσκονταν στο κέντρο και συνήθως εκεί έμενε όλη η οικογένεια. Τα άλλα, τα μικρότερα, χρησιμοποιούνταν ως υπνοδωμάτια, αποθήκες, εργαστήρια κτλ.

Τα σπίτια των πολιτών χτίζονταν με μεγάλες και μικρές πέτρες, με αρκετή λάσπη. Οι τοίχοι καλύπτονταν με ασβεστοκονίαμα και άχυρο και ασπρίζονταν με ασβέστη. Οι τοίχοι στολίζονταν καμιά φορά με χρώματα. Μεγαλειώδη ήταν τα βασιλικά κτίσματα των μινωικών πριγκιπών, τα παλάτια. Δύο είναι τα σημαντικότερα παλάτια: της Κνωσσού και της Φαιστού. Η διαφορά τους από τα σπίτια των απλών πολιτών ήταν ξεκάθαρη.

Το πολίτευμα ήταν μοναρχικό και πατριαρχικό. Ο υψηλότερος και απόλυτος άρχοντας ήταν ο βασιλιάς, ο οποίος έπαιρνε την εξουσία από το Θεό. Ήταν επικεφαλής του κράτους και ο καθοδηγητής του λαού στον πόλεμο και την ειρήνη, ο ανώτατος δικαστής και ιερέας.

Το παλάτι ήταν ο χώρος συγκέντρωσης των καλύτερων και των ευγενών, οι οποίοι ήταν οι σύμβουλοι του βασιλιά και των πριγκιπών. Το παλάτι ήταν επίσης ώος θρησκευτικών τελετουργιών. Γι’ αυτούς τους λόγους, το κτίσμα όφειλε να είναι ένα μεγάλο κτίριο. Ο πολιτισμός της μινωικής εποχής καταδεικνύεται από τα έργα τέχνης, που ήρθαν στο φως με τις ανασκαφές και χρησιμοποιούνταν, είτε για πρακτικούς σκοπούς, είτε ως καλλιτεχνήματα.

Ζωγραφική:. Οι τοιχογραφίες που στόλιζαν τους τοίχους των παλατιών και τους διαδρόμους, αποδεικνύει τη σημασία της τέχνης της τοιχογραφίας αυτής τη εποχής. Ο τρόπος ζωγραφικής της εποχής, ήταν η τοιχογραφία που απεικόνιζε σκηνές της καθημερινής ζωής, θρησκευτικές τελετές, θυσίες, γιορτινές πομπές, γιορτές κτλ.

Γλυπτική: Τα σημαντικότερα δείγματα γλυπτικής, βρέθηκαν στο παλάτι της Κνωσσού. Η γλυπτική αυτής της εποχής καταδεικνύει την τελειότητα της τέχνης, αλλά και την εμπειρία των τεχνιτών. Τα υλικά που χρησιμοποιήθηκαν ήταν το ελεφαντόδοντο, ο χρυσός, ο χαλκός, ο πηλός και διάφορα είδη πέτρας.

Αγγειοπλαστική: Η τέχνη της αγγειοπλαστικής με τη χρήση πηλού, βελτιώθηκε σημαντικά τη μινωική εποχή. Άλλαξε όχι μόνο η μορφή και ο τρόπος επεξεργασίας των αγγείων, αλλά γενικεύεται ο στολισμός τους με χρώματα. Τη μινωική εποχή εξελίσσεται ο στολισμός των αγγείων με χρώματα και ο πολύχρωμος και ωραίος ρυθμός, ο επονομαζόμενος καμαραϊκός ρυθμός, κερδίζει έδαφος.

Επεξεργασία μετάλλων: Τη μινωική εποχή έγινε γνωστή η χρήση των μετάλλων, που ήταν άγνωστη τη νεολιθική εποχή. Από μέταλλα κατασκευάζονταν όπλα, σπαθιά, κράνη, έπιπλα και εργαλεία. Τα γνωστά μέταλλα της εποχής ήταν ο μπρούντζος, ο χρυσός, το ασήμι, ο μόλυβος και ο κασσίτερος. Το σίδερο ήταν ακόμα άγνωστο. Η μινωική εποχή ονομάζεται εποχή του χαλκού.

Γραφή: Υπήρχαν δύο είδη γραφής. Η μία ήταν η επονομαζόμενη ιερογλυφική, (γραφή της εικόνας), της οποίας τα γράμματα ήταν εικόνες, όπως π.χ. μέλη του ανθρώπινου σώματος, χέρια, ψάρια, μάτια, κεφάλια, δέντρα, εργαλεία, αστέρια κτλ. Η άλλη ήταν η επονομαζόμενη γραμμική γραφή. Τα γράμματά της ήταν ευθείες ή καμπύλες γραμμές. Αυτή η γραφή χρησιμοποιούνταν τη μεσομινωική περίοδο. Η αποκρυπτογράφηση αυτής της γραφής δεν έχει γίνει ακόμα.

Εξοπλισμός και ενδυμασία: Όπλα επίθεσης αυτής της εποχής ήταν το στιλέτο, το σπαθί, η λόγχη και ο διπλός πέλεκυς, όλα από χαλκό. Όπλα άμυνας ήταν το κράνος, η ασπίδα και η πανοπλία. Η ενδυμασία ανδρών και γυναικών είχε μεγάλη διαφορά.

Οι άντρες ήταν σχεδόν γυμνοί, φορώντας μόνο μια φαρδιά ζώνη στη μέση. Οι γυναίκες φοράνε ακριβά και πολύτιμα ρούχα. Φοράνε επίσης αξιόλογα κοσμήματα από μέταλλα και ακριβά πετράδια. Γυναίκες και άντρες κυκλοφορούσαν ξυπόλυτοι, και μόνο όταν πήγαιναν στην εξοχή, στον πόλεμο ή στο κυνήγι, φορούσαν ψηλά παπούτσια. Οι γυναίκες είχαν μακριά μαλλιά και οι άντρες ξύριζαν το μουστάκι και τα γένια.

Θρησκεία και πολιτισμός: Η κύρια Θεά της μινωικής εποχής είναι η μητέρα των Θεών, της οποίας βρέθηκαν είδωλα στην Κνωσσό και στις Γούρνες. Αυτή η Θεά, όταν λατρεύονταν ως Θεά του πολέμου και της καταστροφής, κρατά το διπλό πέλεκυ. Ως Θεά της γης, κρατά λουλούδια και ως γητεύτρα των ζώων, κρατάει φίδια. Η μινωική θρησκεία ήταν μητριαρχική, (η κυριαρχία της μητέρας). Άνδρες Θεοί δεν βρέθηκαν ποτέ σε ανασκαφές στην Κνωσσό. Μέρη λατρείας των Θεών ήταν οι σπηλιές ή οι ναοί…

Μέρος Β – Ελληνιστική και Ρωμαϊκή εποχή

Ι. Το δωρικό νησί Κρήτη

Μετανάστευση: Ο τελευταίος βασιλιάς της μινωικής δυναστείας, ήταν ο Ιδομενέας. Μετά απ’ αυτόν, ξεκινάει η κυριαρχία των Δωριέων στο νησί. Δύο μεταναστευτικά ρεύματα έλαβαν χώρα στην Κρήτη. Το πρώτο από τη Σπάρτη και το δεύτερο από το Άργος. Η γλώσσα ήταν η δωρική, και αντί του μοναρχικού πολιτεύματος, εισήχθη η αριστοκρατική μορφή διακυβέρνησης.

Μετά την κατάκτηση από τους Δωριείς, χωρίστηκαν οι κάτοικοι της Κρήτης σε τρεις κοινωνικές τάξεις. Η πρώτη τάξη ήταν οι ελεύθεροι πολίτες, η οποία σχηματίστηκε από τους Δωριείς και τους ντόπιους ευγενείς. Η τάξη αυτή είχε στα χέρια της την διοίκηση του κράτους.

της Παιδαγωγικής Ακαδημίας Σταύρος Μπουρλώτος με τη σύζυγό του Μαρίκα

Η δεύτερη τάξη, ήταν η τάξη των περίοικων ή η τάξη των υποτακτικών. Αυτή η τάξη σχηματίστηκε κυρίως από αγρότες, οι οποίοι καλλιεργούσαν τους αγρούς και έδιναν ένα μέρος των προϊόντων τους στους κατακτητές. Ασχολούνταν επίσης με το εμπόριο και τη ναυτιλία. Εξασκούσαν διάφορα επαγγέλματα, όπως π.χ. τεχνίτες κτλ. Η τρίτη τάξη, ήταν η τάξη των σκλάβων. Ήταν οι πολυάριθμοι, και ήταν συνήθως αιχμάλωτοι πολέμου ή με τη βία υποταγμένοι.

Το πολίτευμα ήταν αριστοκρατικό. Οι σημαντικότερες πόλεις και τα περίχωρά τους σχημάτιζαν ένα είδος πόλης – κράτους. Κάθε πόλη – κράτος ήταν ελεύθερη και αυτόνομη. Κάθε πόλη είχε δικούς της νόμους, τις δικές της γιορτές, τους δικούς της Θεούς. Το νόμισμα ήταν το ίδιο σε όλο το νησί. Οι ανώτατοι ηγεμόνες κάθε πόλης, ονομάζονταν κόσμιοι. Αυτοί διοικούσαν την πόλη – κράτος και ήταν οι στρατηγοί του στρατού στη διάρκεια πολέμων.

Εκτελούσαν επίσης δικαστικά και θρησκευτικά καθήκοντα. Στο νησί υπήρχε ένα είδος βουλής, που μέλη της ήταν οι κόσμιοι. Η βουλή εξέταζε όλα τα σημαντικά κρατικά θέματα και οι αποφάσεις της επικυρώνονταν από τη σύγκλιση του λαού, ο οποίος είχε το δικαίωμα να επικυρώσει ή να ασκήσει βέτο στις αποφάσεις αυτές.

Για την ανατροφή των παιδιών, φρόντιζε η οικογένεια μόνο ως το 18ο έτος της ηλικίας τους. Η ανατροφή ήταν απλή: ανάγνωση, μουσική, χορός και εκγύμναση του σώματος, καθώς και αυστηρή πειθαρχία. Τα παιδιά συνήθιζαν στην πειθαρχία, στο σεβασμό των γονιών και των γηραιότερων και ήταν λακωνικά στις εκφράσεις τους. Όταν έκλειναν τα παιδιά το 18ο έτος της ηλικίας τους, κατανέμονταν σε αγέλες και εξασκούνταν στο τρέξιμο, το στίβο και το κυνήγι.

Μετά την ολοκλήρωση της εκπαίδευσης στην αγέλη, ορκίζονταν και αναλάμβαναν τις υποχρεώσεις και αποκτούσαν ταυτόχρονα και τα δικαιώματα των ελεύθερων πολιτών. Η ζωή των Δωριέων γενικά ήταν στρατιωτική, όπως η ζωή των Σπαρτιατών.

Τον τρίτο αιώνα π.Χ. άρχισε η ηθική παρακμή των κατοίκων της Κρήτης. Οι αιτίες που συνέβαλλαν σ’ αυτό είναι φυσικά πολλές, αλλά οι σημαντικότερες είναι οι εμφύλιοι πόλεμοι των διαφόρων πόλεων, ο πλούτος κτλ.

ΙΙ. ρωμαϊκή κατάκτηση

Το δεύτερο π.Χ. αιώνα, μόνο η Κρήτη δεν είχε κατακτηθεί ακόμα από τους Ρωμαίους. Το νησί ήταν για τους Ρωμαίους στήριγμα για την κυριαρχία τους στην ανατολή. Το έτος 60 π.Χ., ο ύπατος Κεκίλιος Μέτελλος, κατέκτησε με τις λεγεώνες του την Κυδωνία. Εναντίον του πολέμησαν 24.000 Κρητικοί, αλλά ηττήθηκαν από τους Ρωμαίους. Ο Μέτελλος προχώρησε και κατέκτησε τις πόλεις του νησιού, τη μια μετά την άλλη και πολιόρκησε την πόλη της Κνωσσού, την οποία κατακτά μετά από σκληρές μάχες.

Μετά από μάχες που διήρκησαν 3 χρόνια, ο Μέτελλος κατακτά όλο το νησί και έτσι η Κρήτη υποδουλώθηκε μετά από πολύχρονη ελευθερία. Η Κρήτη έγινε ρωμαϊκή επαρχία και διοικούνταν από ένα Πραιτωριανό, με πρωτεύουσα την πόλη της Γόρτυνας, κοντά στο σημερινό χωριό Άγιοι Δέκα, (πεδιάδα της Μεσσαράς). Οι Ρωμαίοι παραχώρησαν στο νησί το δικαίωμα της αυτοδιοίκησης, και την εποχή του αυτοκράτορα Αυγούστου, ενώθηκε η Κρήτη με την Κυρήνη σε μία επαρχία, με πρωτεύουσα τη Γόρτυνα.

Μετά το διαχωρισμό του ρωμαϊκού κράτους σε ανατολικό και δυτικό, η Κρήτη καταχωρείται στο ανατολικό και γίνεται επαρχία του       βυζαντινού κράτους. Η Κρήτη είναι από τις πρώτες χώρες, που αναγνωρίζει ως επίσημη θρησκεία το Χριστιανισμό, και ο απόστολος Τίτος, κρητικής καταγωγής, έγινε ο πρώτος επίσκοπος της Κρήτης στη Γόρτυνα.

Μέρος Τρίτο – Μεσαιωνική εποχή. Η κατάκτηση της Κρήτης από τους Άραβες

Το νησί Κρήτη ήταν επαρχία του βυζαντινού κράτους ως το έτος 824 μ.Χ. Αυτό το έτος κατακτήθηκε από τους Άραβες. Αυτοκράτορας του βυζαντίου ήταν ο Μιχαήλ Τραυλός. Οι Άραβες, με αρχηγό τον Άμπου – Χαμπ Ομάρ, επιτέθηκαν στην Κρήτη το έτος 823 μ.Χ. και τη λεηλάτησαν. Τον επόμενο χρόνο, το 824, ήρθαν ξανά στην Κρήτη με ισχυρό στρατό και αφού έκαψαν τα πλοία για να μη δραπετεύσουν οι στρατιώτες, κατέκτησαν μετά από πολλές και σκληρές μάχες την Κρήτη και κατέστρεψαν την πρωτεύουσά της, τη Γόρτυνα.

Οι Άραβες έχτισαν νέα πρωτεύουσα, το Χάνδακα, (Ηράκλειο), όπως ονομάστηκε. Η νέα πρωτεύουσα πήρε το όνομά της από την τάφρο που την περιέκλειε. Η κατάκτηση του νησιού επέφερε εθνικές και θρησκευτικές αλλαγές. Ένα μέρος του πληθυσμού θανατώθηκε, ένα άλλο μέρος του πληθυσμού που δεν απαρνήθηκε τη θρησκεία του σφαγιάστηκε, οι υπόλοιποι που επέζησαν έγιναν σκλάβοι.

Γω
(GREECE AT WAR2 ARCHIVES)

Το έτος 825 μ.Χ., οι βυζαντινοί αποστέλλουν ένα ισχυρό στόλο και στρατό με στόχο να επανακαταλάβουν το νησί, με αρχηγούς δύο στρατηγούς, το Φωτεινό και το Δαμιανό. Η εκστρατεία απέτυχε και ο Δαμιανός έχασε τη ζωή του. Ο Φωτεινός με ένα μικρό μέρος του στρατού δραπέτευσε. Μια νέα εκστρατεία, με αρχηγό το στρατηγό Καρτερό, προετοιμάστηκε το 824. Αυτός ο στρατηγός αποβίβασε τον πολυάριθμο στρατό του ανατολικά του Χάνδακα.

Όλη μέρα μάχονταν οι Βυζαντινοί και στο τέλος ηττήθηκαν οι Άραβες. Ο στρατός του Καρτερού στρατοπέδευσε στον ποταμό Αμνισσό, για να γιορτάσει τη νίκη και οι στρατιώτες μέθυσαν. Οι Άραβες το πληροφορήθηκαν και επιτέθηκαν τη νύχτα στο αφύλακτο στράτευμα των Βυζαντινών και το κατέστρεψαν σχεδόν ολοκληρωτικά. Ο στρατηγός Καρτερός δραπέτευσε, αλλά τον ακολούθησαν τα αραβικά πλοία και τον αιχμαλώτισαν στην Κω, όπου και τον εκτέλεσαν. Το όνομα του Καρτερού δόθηκε στο ποτάμι Αμνισσός.

Την εποχή του αυτοκράτορα Ρωμανού του δεύτερου, κατάφεραν οι Βυζαντινοί να κατακτήσουν ξανά το νησί Κρήτη. Αρχηγός αυτής της εκστρατείας, ήταν ο διάσημος στρατηγός της εποχής εκείνης, Νικηφόρος Φωκάς. Αυτός ο στρατηγός ήταν πολύ γενναίος, υπομονετικός, έξυπνος και ικανός. Ο στόλος και ο στρατός ήταν καλά εξοπλισμένος. Ο στρατηγός Νικηφόρος αποβιβάζει το στρατό του κοντά στην πόλη Χάνδακα. Ο στρατός του, που είχε χωρίσει σε τρία τμήματα, επιτέθηκε στους Άραβες και μετά από σκληρές μάχες εκείνοι ηττήθηκαν.

Οι Άραβες δραπέτευσαν μετά την ήττα τους στην πόλη Χάνδακα και o στρατηγός Νικηφόρος πολιόρκησε την πόλη από ξηρά και θάλασσα. Η πόλη ήταν καλά οχυρωμένη, με ένα ψηλό τείχος να την περιβάλλει, και οι Άραβες την υπεράσπιζαν με γενναιότητα. Για να προστατεύσει το στρατό του από ξαφνικές εξόδους και επιθέσεις των πολιορκημένων, ο στρατηγός Νικηφόρος έφτιαξε μία τάφρο και έτσι κατάφερε να αποκρούσει τις επανειλημμένες επιθέσεις των Αράβων.

Η πολιορκία της πόλης διήρκησε όλο το χειμώνα και το Μάρτιο του 961, η πόλη Χάνδακας, έπεσε στα χέρια του. Οι Άραβες αντιστάθηκαν στους δρόμους της πόλης και μέσα από τα σπίτια, αλλά στο τέλος ηττήθηκαν από τους Βυζαντινούς. Για να προστατεύσει την πόλη από τους πειρατές, ο στρατηγός Νικηφόρος γκρέμισε το τείχος της πόλης Χάνδακα και επάνω σε ένα λόφο, τρεις ώρες από την πόλη Χάνδακα, έχτισε το οχυρό Τέμενος (σήμερα Ρόκα) στο χωριό Κανλί Καστέλλι.

Μετά την κατάκτηση της πόλης, όλα τα μουσουλμανικά τζαμιά έγιναν ξανά χριστιανικές εκκλησίες. Ο Νικηφόρος αφήνει πολλούς στρατιώτες του στο νησί και φέρνει νέους άποικους. Αυτές οι παρεμβάσεις του στρατηγού, είχαν ως αποτέλεσμα τον εκχριστιανισμό και την πλήρη απελευθέρωση του νησιού. Από την αραβική κατάκτηση, σήμερα έμεινε μόνο το όνομα Χάνδακας και ακόμα μερικά τοπωνύμια…».

* Ο Γεώργιος Α. Καλογεράκης είναι δρ Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, διευθυντής Δημοτικού Σχολείου Καστελλίου Πεδιάδος