Οι απώλειες της χώρας μας στα χρόνια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου καταγράφονται ως εξής: Στο Στρατό ξηράς η χώρα μας θρήνησε 24.000 παλικάρια, 70.000 οι τραυματίες, οι περισσότεροι των οποίων έπαθαν κρυοπαγήματα στα χιονισμένα βουνά της Αλβανίας. 520 ήταν οι νεκροί άνδρες του ένδοξου ναυτικού μας. Χάσαμε δύο υποβρύχια (Πρωτέα και Κατσώνη) και 46 πολεμικά σκάφη.

Στην αεροπορία οι απώλειες έφτασαν στο 20% της συνολικής δύναμης της 13ης Μοίρας ελαφρού βομβαρδισμού, στο 20% της 335 Μοίρας δίωξης και στο 30% της 336 Μοίρας δίωξης.

Οι εκτελέσεις των Ελλήνων από τους τρεις κατακτητές, (Γερμανούς, Ιταλούς και Βούλγαρους), ξεπέρασαν τις 100.000. Άλλοι 300.000 Έλληνες πέθαναν από την πείνα της κατοχής.

Ο Αστρινός Αγγγελάκης με τη σύζυγό του Ελένη (Κουτελιδάκη). Ο Αστρινός δολοφονήθηκε από γερμανικό απόσπασμα στο Γερακάρι στις 7 Ιουνίου 1943. Η Ελένη Αγγελάκη έχασε τον Αύγουστο του 1944 δύο γιους (Νίκο και Φραγκιά), δύο αδελφούς (Ευάγγελο και Νικόλαο), τέσσερα πρώτα ξαδέρφια, πέντε πρώτα ανίψια και εφτά δεύτερα ανίψια

Συνελήφθησαν και μεταφέρθηκαν στη Βουλγαρία 100.000 όμηροι και στη Γερμανία 80.000. Ένα εκατομμύριο Έλληνες έμειναν άστεγοι από τους βομβαρδισμούς του πολέμου και τους εμπρησμούς (με το αφήγημα των αντιποίνων) των οικιών τους. Δεκάδες χιλιάδες παιδιά πέθαναν από ασιτία και έλλειψη στοιχειώδους φροντίδας μετά τη γέννησή τους. Πραγματική γενοκτονία.

Οι Ναζί έκαψαν ή κατέστρεψαν στην Ελλάδα 1.750 χωριά, 710 σχολεία και 507 εκκλησίες. Πέρα από τα παραπάνω, η Γερμανία είναι υπεύθυνη για τα κλεμμένα ή κατεστραμμένα αρχαία μνημεία μας που έχουν περιέλθει στα χέρια αλλοδαπών κλεπταποδόχων ή κρατικά μουσεία ξένων χωρών.

Το σιδηροδρομικό μας δίκτυο καταστράφηκε ολοσχερώς. Το 95% των επιβατικών μας πλοίων και το 75% του εμπορικού μας στόλου. Μας άρπαξαν με τη μορφή κατοχικού δανείου το ποσόν των 400 εκατομμυρίων δολαρίων, όπως επίσημο έγγραφο του Γερμανικού Υπουργείου Εξωτερικών αναφέρει (με συμβατική υποχρέωση να επιστραφεί με τη λήξη του πολέμου).

Οδήγησαν στην πείνα και τον θάνατο έναν ολόκληρο υπερήφανο λαό, όταν τα τρόφιμα έφευγαν (έξω), τα καπνά, το λάδι, το βαμβάκι, οι ελιές, το σιτάρι. Τέλος, 853.000 ζώα της Ελληνικής υπαίθρου κάηκαν.

Ως μαρτυρικά χωριά, η Ελληνική Πολιτεία με διάταγμα που υπογράφει ο Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας, χαρακτηρίζει τα χωριά που υπέστησαν τις βαρβαρότητες των κατοχικών στρατευμάτων, εκείνα τα χωριά που μεγάλος αριθμός των κατοίκων τους εκτελέστηκαν και εκείνα που έχουν πυρποληθεί.

Το σύνολο των μαρτυρικών χωριών της Ελλάδας ανέρχεται στον αριθμό 131 στις οκτώ περιφέρειες της χώρας. Αναλυτικά, το πλήθος των μαρτυρικών χωριών κατανέμεται ως εξής: Στερεά Ελλάδα 15, ΄Ηπειρος – Ιόνια νησιά 25, Μακεδονία – Θράκη 31, Πελοπόννησος 11, Θεσσαλία 8 και Κρήτη 41.

Στην Κρήτη τα μαρτυρικά χωριά κατανέμονται ως εξής:9 χωριά στον νομό Ρεθύμνου, 18 χωριά στον νομό Ηρακλείου, 10 χωριά στον νομό Χανίων και 4 χωριά στον νομό Λασιθίου. Αναλυτικά, τα μαρτυρικά χωριά της Κρήτης είναι τα εξής : Άγιος Βασίλειος Βιάννου Ηρακλείου, Αμιράς Ηρακλείου, Άνω Βιάννος Ηρακλείου,

Άνω Μέρος Ρεθύμνου, Ανώγεια Ρεθύμνου, Βαχός Ηρακλείου, Βορρίζα Ηρακλείου,

Βρύσες Αμαρίου Ρεθύμνου, Γδόχια Λασιθίου, Γερακάρι Ρεθύμνου, Δαμάστα Ηρακλείου, Έμπαρος Ηρακλείου, Κακόπετρος Χανίων, Καλάμι Ηρακλείου, Καλή Συκιά Ρεθύμνου, Καλλικράτης Χανίων, Καμάρες Ηρακλείου, Κάνδανος Χανίων,

Κάτω Βιάννος Ηρακλείου, Κάτω Σύμη Ηρακλείου, Κεφαλοβρύσι Ηρακλείου, Κοντομαρί Χανίων, Κοξαρέ Ρεθύμνου, Κουστογέρακο Χανίων, Κρύα Βρύση Ρεθύμνου, Λιβαδάς Χανίων, Λοχριά Ρεθύμνου, Μαλάθυρος Χανίων, Μαγαρικάρι Ηρακλείου, Μονή Χανίων, Μουρνιές Λασιθίου, Μύρτος Λασιθίου, Πεύκος Ηρακλείου, Ρίζα Λασιθίου, Σαχτούρια Ρεθύμνου, Σάρχος Ηρακλείου, Σκινέ Χανίων,

Σούγια Χανίων, Συκολόγος Ηρακλείου, Τυμπάκι Ηρακλείου και Χόνδρος Ηρακλείου.

Ο ήρωας από το Καρδάκι Αμαρίου Μανόλης Κυδωνάκης. Την ώρα της δολοφονίας του, κοίταξε κατάματα τους εκτελεστές, κατακεραυνώνοντάς τους με λόγια, που μόνο Έλληνες ξέρουν να αποδίδουν στους βάρβαρους κατακτητές
Το μνημείο πεσόντων του χωριού Κοξαρέ Αγίου Βασιλείου Ρεθύμνου

Η συγγραφέας Εύα Λαδιά, στο σπουδαίο βιβλίο της που παρουσιάστηκε στο Παλαιοντολογικό Μουσείο Ρεθύμνου την Τετάρτη 23 Αυγούστου 2023, ξεκινά την περιήγησή της στα μαρτυρικά χωριά του νομού Ρεθύμνου από τα Ανώγεια. Το χωριό που λεηλάτησαν και πυρπόλησαν οι κατακτητές από τις 13 ως το τέλος του Αυγούστου 1944.

Μοναδικός στον κόσμο ο πολιτισμός της Κρήτης. Δεν γνωρίζουμε άλλον λαό, όπου εχθροί γκρεμίζουν τα σπίτια των κατακτημένων κι αυτοί χορεύουν και γελούν.

Ένας πολιτισμός που είναι μπολιασμένος με την ύπαρξη του Κρητικού, με την ιδέα της ελευθερίας, με την ίδια την ελευθερία.

Το σπίτι του Μύρωνα Πασπαράκη ή Αλμπατομύρο ήταν στην γειτονιά Μεϊντάνι των Ανωγείων. Ο ίδιος, μέτοχος της Εθνικής Αντίστασης, είχε διαφύγει από τον γερμανικό κλοιό. Οι Γερμανοί, είχαν οδηγήσει τα γυναικόπαιδα στον Μυλοπόταμο. Τις ημέρες της καταστροφής, κάποιοι Ανωγειανοί με κίνδυνο της ζωής τους επέστρεψαν στον Ψηλορείτη και παρακολουθούσαν από τις πλαγιές του την πυρπόληση του χωριού.

Διαδόθηκε τότε από στόμα σε στόμα αλλά και όπως διαπίστωναν καθημερινά οι κάτοικοι, (όσοι μπορούσαν να παρακολουθούν την καταστροφή αλλά και ο ίδιος ο Αλμπατομύρος), ότι οι Γερμανοί δεν γκρεμίζουν όλα τα σπίτια του χωριού. Κάθε μέρα πρόβαιρνε από μια κορφή και παρατηρούσε. Το απόγευμα επέστρεφε εκεί που είχε αποκρύψει την οικογένειά του στενοχωρημένος. Ούτε κι αυτήν την ημέρα χαλάστηκε, έλεγε. Τα παιδιά τον έβλεπαν να κάνει το σταυρό του και να παρακαλεί να χαλαστεί το σπίτι από τους Γερμανούς. Ο Μύρωνας Πασπαράκης ή Αλμπατομύρος θορυβήθηκε. Κακές σκέψεις περνούσαν από το μυαλό του. Σκέφτονταν πως, αν δεν γκρεμίζονταν το σπίτι του, θα θεωρούνταν από τους συγχωριανούς του γκεσταμπίτης.

Ώσπου μια μέρα, οι δικοί του άνθρωποι, τον είδαν να επιστρέφει χορεύοντας, τραγουδώντας και φωνάζοντας δυνατά: Έπεσε το σπίτι ! Έπεσε το σπίτι ! Είχε παρακολουθήσει από το βουνό την ανατίναξη του σπιτιού του.

Το πρώτο θύμα των Γερμανών στα Ανώγεια ήταν ο μικρός Στεφανής Ξυλούρης, γιος της Ζαφειρένιας Ξυλούρης ή Μπαμπακιούδενας. Μοναδική και η διήγηση της χαροκαμένης μάνας του Στεφανή:

´…πάω και το βρίσκω πεσμένο στο δρόμο. Ήτανε πηγεμένες μερικές γυναίκες, πολλά παιδιά εστέκανε από πάνω του. Ο Γερμανός είδε τα παιδιά ότι δεν επηγαίνανε προς το σχολειό, τους εφώναξε αλλά αυτά δεν εδώκανε σημασία και επυροβόλισε. Η σφαίρα εβρήκε το δικό μου παιδί, τον Στεφανή μου.

Επήγα και το βάνω στα γόνατά μου. Η σφαίρα το βρήκε στο λαιμό. Ο Στεφανής μου άνοιξε το στόμα του και ετελείωσε. Έρχεται ο Γερμανός με το όπλο. Μου λέει να φύγω. Εγώ δεν έφευγα και τον εξύβριζα. Αυτός το καταλάβαινε πως τον έβριζα. Μου λέει ο Γερμανός ότι κι εγώ καπούτ. Εγώ δεν έφευγα μόνο έκλαιγα. Επήρα το πρόσωπο του Στεφανή μου και το καθάριζα από τα χώματα και εμοιρολογούμουνε. Του’ πλυνα το πρόσωπο με τα δάκρυά μου. Ύστερα δεν μ’ αφήκανε οι γυναίκες μόνο με πήρανε και φύγαμε…

Παλαιοντολογικό Μουσείο Ρεθύμνου, Τετάρτη 23 Αυγούστου 2023. Από την εκδήλωση της παρουσίασης του βιβλίου της Εύας Λαδιά, «Μαρτυρικά χωριά νομού Ρεθύμνου». Από αριστερά: ο Μπάμπης Πραματευτάκης, ο Αριστομένης Συγγελάκης, ο Μανόλης Χαλκιαδάκης εκδότης της εφημερίδας Ρεθεμνιώτικα Νέα, ο Γεώργιος Σμπώκος, η Εύα Λαδιά συγγραφέας του βιβλίου, ο Γεώργιος Καλογεράκης που παρουσίασε το βιβλίο και ο Νίκος Δερεδάκης

…άντρες στο χωριό δεν υπήρχανε. Όλοι ήτανε αντάρτες. Οι Γερμανοί εβρήκανε πολλά γυναικόπαιδα στο χωριό. Αν ήθελα δε βρούνε τόσα πολλά γυναικόπαιδα οι Γερμανοί στο χωριό, ήθελα μας εσκοτώσουνε…ª.

Ο ανιψιός της Ζαφειρένιας Ξυλούρη Γιαννάκος Ξυλούρης, στις 13 Αυγούστου 2006 στα αποκαλυπτήρια της στήλης που έγιναν στη συνοικία των Ανωγείων Περαχώρι, στο σημείο που οι βάρβαροι Γερμανοί δολοφόνησαν τον Στεφανή Ξυλούρη, είπε μεταξύ άλλων για τη θεία του:

«…πες μου θεια την ρώτησα, σεβόμενος την φόρτιση της στιγμής, έξε μέρες το κοπέλι άταφο μέσα στην εκκλησά, κι ο άντρας σου;  Ο άντρας πού ήτανε;

-Ο άντρας μου παιδί μου ήτανε στις ανταρτοσύνες ! τρεις φορές ήρθε να το θάψει μα τον επεριμένανε οι σκύλοι με ταχυβόλα.

Ο πληθυντικός του ουσιαστικού Ανταρτοσύνες βάρυνε περισσότερο παρά όλο το πλήθος των ουσιαστικών που γνώριζα από όλα τα διαβάσματά μου. Έβαλα μέσα τη Ρωμιοσύνη, την Αντρειωσύνη, τη Δικαιοσύνη, την Καλοσύνη, τη Μεγαλοσύνη, την Ιεροσύνη, την Παλικαροσύνη, τη Ντομπροσύνη, την Αδελφοσύνη, μα ακόμα νιώθω πως δεν ισοφάριζαν το βάρος που είχε πέσει στις πλάτες του Μπαμπακιό, ήξερα βαθιά μέσα μου, πως ήταν ασήκωτο αυτό που αυτός ζούσε και πως ήταν κάτι παραπάνω από όλα αυτά που εγώ είχα διαβάσει…ª.

Το αξιόλογο βιβλίο της Εύας Λαδιά, «Μαρτυρικά χωριά νομού Ρεθύμνου». Παρουσιάστηκε στο Παλαιοντολογικό Μουσείο Ρεθύμνου την Τετάρτη 23 Αυγούστου 2023
Ο Αστρινός Αγγγελάκης με τη σύζυγό του Ελένη (Κουτελιδάκη). Ο Αστρινός δολοφονήθηκε από γερμανικό απόσπασμα στο Γερακάρι στις 7 Ιουνίου 1943. Η Ελένη Αγγελάκη έχασε τον Αύγουστο του 1944 δύο γιους (Νίκο και Φραγκιά), δύο αδελφούς (Ευάγγελο και Νικόλαο), τέσσερα πρώτα ξαδέρφια, πέντε πρώτα ανίψια και εφτά δεύτερα ανίψια

Η συγγραφέας Εύα Λαδιά συνεχίζει την περιήγησή της με το χωριό Λοχριά, όπου μεταξύ άλλων αναφέρει στο βιβλίο της:

´…στις 3 Μάη 1944, μια βδομάδα μετά την απαγωγή του στρατηγού Κράιπε, η Λοχριά θα ζήσει το δικό της ολοκαύτωμα: οι γερμανοί κυκλώνουν το χωριό τοποθετώντας πολυβολεία και φρουρές, συγκεντρώνουν τους άντρες στο σχολείο, διώχνουν από το χωριό τα γυναικόπαιδα κι ανατινάζουν όλα τα κτίσματα…

…οι Λοχριανοί πρόσφυγες – γυναίκες, παιδιά και ηλικιωμένοι άντρες που, εκτοπισμένοι από τους Ναζί, βρήκαν καταφύγιο στα γειτονικά χωριά Άδρακτο, και Πλάτανο, διασώζοντας τα μόνα υπάρχοντα που μπορούσαν να πάρουν μαζί τους – επέστρεψαν στο ισοπεδωμένο χωριό τους το καλοκαίρι του 1945 πλέον: από τα 215 σπίτια του, κανένα δεν έμεινε όρθιο…ª.

Ακολουθεί το Γερακάρι Αμαρίου όπου η συγγραφέας αποκαλύπτει εκτός από τη βαρβαρότητα των Γερμανών, και τον χαρακτηρισμό «πλιατσικολόγοι» που δόθηκε σ΄αυτούς από τους Κρητικούς. Αναφέρει η Εύα Λαδιά:

«…έδωσαν εντολή στα γυναικόπαιδα και στους γερόντους να επιστρέψουν στα σπίτια τους. Η εντολή έλεγε να τ’αδειάσουν απ’όλα τα πράγματα μέχρι τις 12 το μεσημέρι. Μετά να επιστρέψουν στον ίδιο χώρο, στην πλατεία. Όποιος κυκλοφορούσε μετά την ορισμένη ώρα στο χωριό, θα σκοτωνόταν χωρίς άλλο. Θέλοντας μάλιστα να κεντρίσουν το ενδιαφέρον για τούτη τη δουλειά, άφησαν να υπονοηθεί πως νοιάζονταν να μην καταστραφούν μαζί με τα σπίτια και τα πράγματα των κατοίκων. Υπήρχε μια σκοπιμότητα σε τούτο: να διευκολυνθούν οι “υπερήφανοι” Γερμανοί στρατιώτες στο πλιάτσικο…».

Οι Γερμανοί στο Γερακάρι δε σεβάστηκαν ούτε τις εκκλησίες του χωριού. Καμιά εκκλησία των χωριών του Κέντρους που πυρπόλησαν και λεηλάτησαν οι στρατιώτες της Βέρμαχτ, δεν έμεινε αλώβητη. Η Εύα Λαδιά γράφει για τον ναό του Αγίου Γεωργίου στο Γερακάρι, όπως διηγείται ένας κάτοικος που διασώθηκε:

«…προχωρήσαμε προς τον Αη Γιώργη, το αγαπημένο γειτονικό εκκλησάκι μας με τη μεγάλη καμπάνα, την αδίπλωτη απ’αδύνατα χέρια, το μπαϊράκι και, τις άγιες εικόνες. Να παραπονεθούμε στον προστάτη μας για το μεγάλο κακό. Να σταυροκοπηθούμε, να πάρουμε κουράγιο, να παρηγορηθούμε. Τ’όμορφο, το κάτασπρο σαν τις ψυχές των Αγγέλων εκκλησάκι ισοπεδωμένο. Οι εικόνες, τα ιερά άμφια, τα εξαπτέρυγα, τα ξύλα του φτωχικού τέμπλου, στέναζαν κάτω από τους πεσμένους τοίχους της αγιόκτιστης εκκλησιάς. Στο σημείο του Σταυρού, είδαμε με τα μάτια της ψυχής μας τον όμορφο Καβαλάρη να κτυπά αλύπητα το θεριό. Το θεριό του Βορρά !

Η νίκη θα’ναι δική μας !…ª.

Ακολουθούν τα χωριά Γούργουθοι, Βρύσες, Σμιλές και Καρδάκι. Συγκλονιστική είναι η μαρτυρία του διασωθέντα Μανόλη Βλεπάκη για τον ήρωα από το Καρδάκι Μανόλη Κυδωνάκη. Ο Βλεπάκης μετέφερε στη διήγησή του τα τελευταία λόγια του Μανόλη Κυδωνάκη. Γράφει η Εύα Λαδιά:

Αν έλειπε η διάσωση του Βλεπάκη, ουδέποτε θα μαθαίναμε τι είπε ο Εμμανουήλ Κυδωνάκης κοιτώντας κατάματα τους άντρες του εκτελεστικού αποσπάσματος.

-Είστε άνανδροι, δολοφόνοι ! Κοιτάξτε, τι ελεεινός λαός ήθελε να γίνει κυρίαρχος του κόσμου ! Ζήτω η ελευθερία ! Ζητούμε από τους αδερφούς μας Κρητικούς να εκδικηθούν το αίμα που χύνομε σήμερο.

Τα βροντοφώνησε μ’όλη τη δύναμή του, σα να’θελε ν’ακουστεί στα πέρατα της Κρήτης. Να υλοποιηθεί η επιθυμία του, ν’αλαφρώσει η ψυχή του !

Στο Άνω Μέρος Αμαρίου, συγκλονιστικό είναι το απόσπασμα του βιβλίου της Εύας Λαδιά που αναφέρεται στη δολοφονία του Χαρκιαδογιάννη:

«…στο χωριό ζούσε τότε ένας τραγικός νέος, που υπέφερε από βαριάς μορφής αρθροπάθεια, η οποία τον κατέστησε ανάπηρο και παράλυτο. Λεγόταν Γιάννης Γεωργίου Κυριακάκης και εξαιτίας του επαγγέλματος του πατέρα του ήταν γνωστός ως Χαρκιαδογιάννης. Το σπίτι τους ήταν απέναντι στην εκκλησία. Οι δικοί του, μη μπορώντας να τον μεταφέρουν, τον έβγαλαν από το κρεβάτι του και τον ξάπλωσαν σ’ένα περιβολάκι δίπλα στο σπίτι τους. Του έβαλαν δίπλα του μια στάμνα με νερό και ένα βουργιάλι παξιμάδι για να ζήσει έως ότου ξαναγυρίσουν. Εκεί τον έκαψαν ζωντανό οι ναζήδες, για να μην υπάρχει μάρτυρας στα αποτρόπαια εγκλήματά τους…».

Όπως και η απάντηση της Ολυμπίας Χανδράκη στην συγγραφέα σε ερώτησή της:

-Κυρία Ολυμπία, γιατί οι γυναίκες του Κέντρους που χήρεψαν τόσο νέες, δεν σκέφτηκαν να ξαναφτιάξουν τη ζωή τους;

´-Τι λες παιδάκι μου ! Ποια από μας είχε καρδιά να ξανοίξει παντρειές ! Πικρή ζωή. Βάσανα. Ξέρεις τι θα πει σε μια μέρα να χάσω πατέρα, τρία αδέρφια και τον ίδιο τον άντρα μου;  Όταν με καλούσαν οι άνθρωποι σε χαρές, εγώ πήγαινα και έκανα τις πιο βαριές δουλειές στο χωράφι και στο λιόφυτο για να μη σκέφτομαι…ª.

Το μνημείο πεσόντων του χωριού Κοξαρέ Αγίου Βασιλείου Ρεθύμνου

Τα χωριά Δρυγιές, Χορδάκι και Κρύα Βρύση παίρνουν σειρά στο βιβλίο της Εύας Λαδιά, με τη μαρτυρία της Ευτυχίας Βαβουράκη να αποσαφηνίζει τους πραγματικούς λόγους που οι Γερμανοί κατέστρεψαν τα χωριά του Κέντρους. Γράφει η Εύα Λαδιά:

«…στο Συκονέρι περίμεναν φορτηγά αυτοκίνητα. Οι Γερμανοί ανέβασαν σπρώχνοντας τον κόσμο και ξεκίνησαν για το Σπήλι. Στην καρότσα φρόντισαν να έχουν όρθιες γυναίκες, για να αποτρέψουν τυχόν επίθεση από αντάρτες. Όρθια και η Ευτυχία, κοιτούσε αφηρημένη το τοπίο. Ένας Γερμανός που ήταν πλάι της, της είπε κοιτάζοντας τα βουνά: Εδώ πολλοί παρτιζάνοι. Νιξ παρτιζάνοι, του αποκρίθηκε η κοπέλα φτύνοντας σχεδόν τις λέξεις…».

Αυτή ήταν η αιτία της καταστροφής των χωριών του Αμαρίου. Οι πυρπολήσεις, οι λεηλασίες, οι εκτελέσεις των κατοίκων, όλα είχαν ως αφετηρία τη γνώση των Γερμανών ότι το βουνό Κέντρος ήταν άντρο και καταφύγιο των ανταρτών.

Η αναφορά στα χωριά Σαχτούρια και Ροδάκινο από τη συγγραφέα με τις μαρτυρίες των επιζώντων, ανατρέπει το αφήγημα των Γερμανών ότι καταστράφηκαν ως αντίποινα για τη συμμετοχή των κατοίκων τους στην απαγωγή του στρατηγού Κράιπε.

Για το χωριό Καλή Συκιά η Εύα Λαδιά κάνει μια εκτενέστερη αναφορά στα γεγονότα, τονίζοντας και τη συμμετοχή στις δολοφονίες των κατοίκων του αποσπάσματος Σούμπερτ.

Τελευταίο χωριό στο βιβλίο της Εύας Λαδιά, η «ανταρτομάνα» Κοξαρέ. Ένα πραγματικά σπουδαίο βιβλίο που δεν πρέπει να λείπει από καμιά βιβλιοθήκη και αποσπάσματά του να διδάσκονται στα σχολεία. Ένα βιβλίο, αφιερωμένο από τη συγγραφέα στη μνήμη του Σπύρου Μαρνιέρου.

Ως επίλογος, ακολουθεί απόσπασμα από το ποίημα «Το Μπλόκο», του Κώστα Απανωμεριτάκη:

…δεν κλαίει για τα σπίτια που χαλάσανε, γιατί καινούρια πάλι θα τα χτίσουν

και θα’ρθουν άλλα αγαπημένα ανδρόγυνα, μετά από χρόνια να τα κατοικήσουν

και με των πρωτογιών τους τα ονόματα, τους σκοτωμένους όλους θ’αναστήσουν.

Δεν κλαίει μήτε το σκολειό που γκρέμισαν, καινούριο θα κτιστεί από τα θεμέλια

και θα γεμίσει πάλι σκολιαρόπαιδα, συντροφιαστά κοπέλες και κοπέλλια

κι από τα διαβαστά και τα παιγνίδια τους, θ’ αντιλαλήσει από φωνές και γέλια.

Δεν κλαίει για την εκκλησιά που κάψανε, θα χτίσουν πιο καλή και πιο μεγάλη

που θα γεμίζει κόσμο στα μνημόσυνα, να πλημμυρά κεριά το μανουάλι

κι ύστερα απ’τα πάθη και τη Σταύρωση, θα κάνει νεκρανάσταση και πάλι.

Μα κλαίει για τους δούλους τους αδούλωτους, που λευτεριά να δουν δεν αξιωθήκαν

και για ένα μήνα ακόμα που θα’ρχότανε, αυτοί για τ’όνομά τους σκοτωθήκαν

κι από τη νύχτα της σκλαβιάς περάσανε στου Άδη το σκοτάδι και χαθήκαν…

 

* Ο Γεώργιος Α. Καλογεράκης είναι δρ Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, διευθυντής Δημοτικού Σχολείου Καστελλίου Πεδιάδος