Ο Φρούραρχος Ηρακλείου, πέντε μήνες μετά την κατάληψη της Κρήτης, ζητά από τον Νομάρχη Ιωάννη Πασσαδάκη να του υποβάλει μέσω ενός καθηγητή, γεωγραφική άποψη της Κρήτης σε ένα κείμενο έκτασης λίγων σελίδων. Ο Φρούραρχος αναφέρει στην επιστολή του με ημερομηνία 28 Οκτωβρίου 1941:

«…Παρακαλώ όπως δώσητε εντολήν εις καθηγητήν Γεωγραφίας όπως ούτος όσον το δυνατόν ταχύτερον μοι υποβάλη γεωγραφικήν άποψιν της Νήσου Κρήτης εις γερμανικήν επί ολίγων σελίδων γραφομηχανής, καταβάλλων ιδιαιτέραν φροντίδα δια του χάρτου της επαρχίας Ηρακλείου μετά ων αναλόγων χαρτών της ενδοχώρας (με λατινικά στοιχεία…».

Ο Ιωάννης Πασσαδάκης, με έγγραφό του στις 31 Οκτωβρίου 1941, επιλέγει τους καθηγητές Ιωάννη Τζανακάκη και Χαρίτωνα Φθενάκη, για να υλοποιήσουν τη διαταγή του Φρουράρχου. Συγχρόνως με εγκύκλιό του αναθέτει στον Ανδρόνικο Αλεξανδρίδη, καθηγητή της Παιδαγωγικής Ακαδημίας Ηρακλείου, τη μετάφραση στα γερμανικά της γεωγραφικής άποψης, που θα παραδώσουν οι καθηγητές Ιωάννης Τζανακάκης και Χαρίτωνας Φθενάκης (ο καθηγητής της Παιδαγωγικής Ακαδημίας Ηρακλείου Ανδρόνικος Αλεξανδρίδης, δίδασκε το μάθημα των γερμανικών στους σπουδαστές).

Ο Νομάρχης Ηρακλείου Ιωάννης Πασσαδάκης, γράφει στην επιστολή του προς τους δύο καθηγητές με ημερομηνία 27 Οκτωβρίου 1941:

«Κοινοποιούμεν κατωτέρω την από 27-10-41 διαταγήν του Γερμανικού Φρουραρχείου ης παρακαλούμεν όπως ή δυνατόν το ταχύτερον υποβάλητε ημών την εν αυτή αναφοράν μου…».

Οι παραπάνω καθηγητές καθυστερούν την παράδοση της εργασίας που έχουν αναλάβει για τη γεωγραφική άποψη της Κρήτης και ο Νομάρχης επανέρχεται στις 28 και 29 Νοεμβρίου 1941 με αυστηρό τόνο, υπενθυμίζοντας τη διαταγή του Φρουράρχου (οι καθηγητές Χαρίτωνας Φθενάκης και Ιωάννης Τζανακάκης, δεν επιθυμούσαν τη συγγραφή της γεωγραφικής άποψης της Κρήτης, αφού με τις γνώσεις και το μορφωτικό τους επίπεδο, διέκριναν τις προθέσεις και την ιδεολογία του φασιστικού και ναζιστικού κατοχικού στρατού).

Τελικά οι καθηγητές Τζανακάκης και Φθενάκης, στις 26 Νοεμβρίου 1941, παραδίδουν στον Νομάρχη Ηρακλείου σε δέκα χειρόγραφες σελίδες, (τις οποίες υπογράφουν στο τέλος), τη γεωγραφική άποψη της Κρήτης.

Κρήτη, Οκτώβριος 1942. Γερμανικό Βομβαρδιστικό Heinkel He-111 ρυμουλκεί ανεμοπλάνο Gotha-Go242 στο αεροδρόμιο του Ηρακλείου. (Πηγή: Karl Ottahal)

Ο Νομάρχης, με χειρόγραφο σημείωμά του στην πρώτη σελίδα του κειμένου των καθηγητών Φθενάκη και Τζανακάκη, απευθύνεται στον Διευθυντή της Παιδαγωγικής Ακαδημίας Ηρακλείου Σταύρο Μπουρλώτο, ζητώντας επειγόντως να το μεταφράσει στα γερμανικά (ο Νομάρχης παρακάμπτει τον Ανδρόνικο Αλεξανδρίδη, καθηγητή της Παιδαγωγικής Ακαδημίας Ηρακλείου, από τον οποίο είχε ζητήσει αρχικά τη μετάφραση στα γερμανικά, αφού διακρίνει ότι ο παραπάνω καθηγητής δεν ήταν καθόλου σύμφωνος με την μετάφραση και παρουσίαζε διάφορες δικαιολογίες για να την αποφύγει).

Η μετάφραση ολοκληρώνεται γρήγορα από τον Διευθυντή της Παιδαγωγικής Ακαδημίας Ηρακλείου Σταύρο Μπουρλώτο, παραδίδεται σε τρεις δακτυλογραφημένες σελίδες στο Νομάρχη και την 1η Δεκεμβρίου 1941 ο Ιωάννης Πασσαδάκης τη στέλνει στον Φρούραρχο Ηρακλείου με την παρακάτω επιστολή:

«Προς το Γερμανικόν Φρουραρχείον

Εις εκτέλεσιν της από 28-11-41 υμετέρας διαταγής λαμβάνωμεν την τιμήν να υποβάλωμεν συννημμένως έκθεσιν περί γεωγραφίας των καθηγητών Γυμνασίου Ιωάννου Τζανακάκη και Χαρίτωνος Φθενάκη μετά του ζητηθέντος σχετικού γεωγραφικού χάρτου».

Φυσικά, το αίτημα των γερμανικών κατοχικών αρχών για την γεωγραφική άποψη της Κρήτης, συνδέεται με την επιθυμία τους να γνωρίσουν καλύτερα το νησί, που είχαν οι ίδιοι καταλάβει την 1η Ιουνίου 1941. Οι καθηγητές Φθενάκης και Τζανακάκης, γράφουν για την Κρήτη:

«Γεωγραφική άποψη της νήσου Κρήτης.

Γεωλογικώς δεν έχει τελείως ερευνηθή, πάντως τα επικρατούντα πετρώματα είναι κρυσταλλοπαγή, αποτελούντα το υπόβαθρον των λοιπών πετρωμάτων. Μεγάλην έκτασιν καταλαμβάνουν οι ασβεστόλιθοι (Madara Kalke). Μεταξύ των πετρωμάτων παρατηρούνται και στρώσεις εξ ηφαιστείου υλικού. Τεκτονικαί μετακινήσεις εκδηλούνται εις την περιοχήν της Ν.Δ. παραλίας, με βραδείαν έξαρσιν του εδάφους και εις την Ν.Α. παραλίαν, με βραδείαν καταβύθισιν του εδάφους. Η Κρήτη ανήκει εις την σεισμοπαθή περιοχήν του Νοτίου Αιγαίου, δια τούτο υφίστατο ανέκαθεν σεισμικαί δονήσεις, αίτινες είχον επίδρασιν επί της διαμορφώσεώς της.

Θέσις: Η νήσος Κρήτη ευρίσκεται εις την Ν.Α. λεκάνην της Μεσογείου, μεταξύ των παραλλήλων 34ο 50΄- 35ο 40΄Β. πλάτους και των μεσημβρινών 23ο 30΄-26ο 20΄Α μήκους Γκρήνουϊτς. Έχει μήκος 245 χιλιομ. και πλάτος το μεν μεγαλύτερον 3 χιλιομ. το δε μικρότερον 12 χιλιομ.

Μορφολογία εδάφους: Από του ενός άκρου ως το άλλο, διασχίζεται υπό οροσειράς της οποίας διακρίνομεν τρεις ορεινούς όγκους, ήτοι την Ίδην εις το μέσον με υψόμετρο 2.498 μ., την Δίκτην προς Α. με υψόμετρο 2155μ., και τα Λευκά όρη προς Δ. με υψόμετρο 2469μ. Τα όρη αυτά, με τας διακλαδώσεις των, καθιστούν την Κρήτην ορεινήν.

Επί των ορέων υπάρχουν οροπέδια, όπως επί της Δίκτης σχηματίζεται το ευφορότατον οροπέδιον του Λασηθίου, εκτάσεως 120 τετρ. χιλιομ. και υψόμετρο 560 μ., επί του οποίου κείνται περί τα 20 χωριά. Επί της Ίδης το οροπέδιον Νίδα, εκτάσεως 4 τετρ. χιλ και με υψόμετρο 1067 μ.

Εις τας παρειάς των ορέων σχηματίζονται βαθύταται και στεναί ρωγμαί, εστραμμέναι κυρίως προς την νότιαν παραλίαν, όπου είναι και η περίφημος φάραγξ της Σαμαριάς, δι’ης συγκοινωνεί ο Ομαλός Δεικτέων ορέων μετά της θαλάσσης και ήτις έχει βάθος 500 μ. και πλάτος 3.15 μ. Υπάρχουν επίσης πολλά σπήλαια, όπως το ιστορικόν σπήλαιον του Μελιδονίου, της Μιλάτου, το Δικταίον και το Ιδαίον.

33 Κρήτη 1942. Η κορυφή Αφέντης (των Λασιθιώτικων βουνών) σε φωτογραφία που λήφθηκε κατά την διάρκεια εκπαιδευτικής πτήσης από ένα Focke Wulf fw-44. Στο αεροπλάνο επέβαινε ο Γερμανός φωτογράφος Karl Ottahal  (η φωτογραφία είναι από το αρχείο του).

4
ΓΑΚ Χανίων)

Μεταξύ των ορέων σχηματίζονται πεδιάδες, όπως της Μεσσαράς, νοτίως του Ηρακλείου μήκους 45 χιλ. και πλάτους 8 χιλιομ., της Ιεραπέτρας και άλλαι μικρότεραι, όπως του Καστελλίου Πεδιάδος παρά το Ηράκλειον και εις περιοχήν έξωθι του Ηρακλείου. Εις όλην όμως την Κρήτην, υπάρχουν κοιλάδες κατάφυτοι και ευφορώταται.

Οι ποταμοί της Κρήτης είναι όλοι σχεδόν χείμαρροι και μάλιστα ορμητικοί, ρέοντες κατά την βροχεράν μόνον εποχήν, ήτοι από του Νοεμβρίου μέχρι του Μαΐου.

Οι κυριώτεροι ποταμοί, αρχίζοντας από του Δυτικού της Βορείας πλευράς της Κρήτης, είναι ο Ταυρωνίτης, ο Πλατανιάς, ο Κοιλιάρης, ο Γεροπόταμος Μυλοποτάμου, ο Γιόφυρος, ο Γαζανός, ο Κατσαμπάς, ο Καρτερός, ο Αποσελέμης, η Αγιά Φωτιά, ο Ψυχρός, ο Αναποδάρης και ο Γεροπόταμος Μεσσαράς.

Αξιοσημείωτοι είναι οι τρεις Αλμυροί ποταμοί, ήτοι του Αποκορώνου, του Μαλεβυζίου και του Μεραμβέλλου, έχοντες υφάλμυρον ύδωρ. Μεταλλικά ύδατα δεν υπάρχουν. Ιαματικαί πηγαί είναι εις την Πλουτήν Μεσσαράς και εις το Πέτρας Νερό Αμαρίου.

Ακτογραφία: Ο διαμελισμός της Κρήτης υπό της θαλάσσης είναι εις πολύ μεγαλυτέραν κλίμακα, κατά την Βόρειαν αυτής παραλίαν. Ούτω, ενώ επί της νοτίας πλευράς σχηματίζεται μόνον ο κόλπος Μεσσαράς, επί της Βορείας είναι οι κόλποι: Κισσάμου, Χανίων, Σούδας, Αλμυρού, Ηρακλείου, Μαλίων, Μεραμβέλλου και Σητείας.

Λιμένες φυσικοί υπάρχουν οι μεγάλοι και ασφαλέστατοι της Σούδας και της Σπιναλόγκας, τεχνητοί των Χανίων, Ρεθύμνης, ο μεγαλύτερος τούτων του Ηρακλείου. Υπάρχουν όμως πλείστοι όρμοι φυσικοί, όπως του Καστελλίου Κισσάμου, της Γεωργιουπόλεως, του Πανόρμου, Χερσονήσου, Σίσι, Αγ. Νικολάου, Σητείας κ.λ.π. Εις την νότιαν παραλίαν υπάρχουν όρμοι τινές, όπως της Ιεράπετρας, Κερατοκάμπου, Αγ. Γαλήνης, το Λουτρό κ.τ.λ.

Το λιμάνι της Σούδας Χανίων το καλοκαίρι του 1942. Κρήτη, 1942.  (Πηγή: Karl Ottahal)
Αρχείο Γερμανικής Στρατιωτικής Διοικήσεως Κρήτης,

Πέριξ της Κρήτης υπάρχουν νησίδες, τινές εξ ων αι κυριώτεραι είναι η Δία, έξωθι του Ηρακλείου με 4 ασφαλείς όρμους, η Θοδωρού παρά τα Χανιά, η Γαύδος , η Γαυδοπούλα εις τα Ν.Δ. παράλια της Κρήτης.

Κλίμα: Οι επικρατούντες άνεμοι είναι οι Βορειοδυτικοί, Βόρειοι. Κατά την άνοιξιν και το φθινόπωρον παρατηρούνται νότιοι ολιγοήμερης διαρκείας, αλλά ορμητικοί και καυστικώτατοι, ιδίως κατά την άνοιξιν. Σπάνιοι και μικράς διαρκείας εντάσεως είναι οι λοιποί άνεμοι. Η πίπτουσα κατά το διάστημα του έτους βροχή, είναι κατά μέσον όρον 45 χιλιοστά.

Η σχετική υγρασία είναι μεγάλη, ιδίως εις τα παράλια, η δε ετήσια ημερήσια κύμανση της θερμοκρασίας μικρά, λόγω της θαλάσσης. Εις ορισμένα μέρη ενδημεί η ελονοσία, όπως τα παραποτάμια και πεδινά μέρη της Μεσσαράς, της Γεωργιουπόλεως, Αλμυρού Ηρακλείου κ.λ.π., η υπόλοιπος όμως Κρήτη θεωρείται ως έχουσα υγειινόν κλίμα.

Τα γεωργικά προϊόντα της νήσου είναι ποικίλλα. Τα παραγόμενα δημητριακά είναι ανεπαρκή δια την νήσον, αι μεγαλύτεραι ποσότητες των οποίων παράγονται εις την πεδιάδαν Μεσσαράς. Παράγονται επίσης σημαντικαί ποσότητες, (8 εκατομ. οκάδες), εσπεριδοειδών εις όλην την νήσον, κυρίως εις Χανιά. Τα ξυλοκέρατα παράγονται εις όλην την νήσον, καθώς και αι ελαίαι και το έλαιον, (15 εκατομ. οκάδες).

Αξιόλογον προϊόν είναι η σταφίς και αι σταφυλαί εκ του Ηρακλείου κυρίως. Ομοίως ο οίνος, ο καπνός, τα όσπρια, οι πατάτες, (Οροπεδίου Λασηθίου), και άλλα πολλά προϊόντα ιδίως κάστανα, φρούτα, αμύγδαλα, βαλανίδια, σύκα, μήλα, μετάξι, κηρός κ.λ.π.

Η κτηνοτροφία εξακολουθεί ακμάζουσα παρά την ελάττωσιν των βοσκών, λόγω καλλιεργείας, είναι δε φημισμένος ο κρητικός τυρός, ανθότυρος, και μυζήθρα. Επίσης σπουδαίος παράγων επαρκής δια την Κρήτην είναι η αλιεία. Προϊόντα ορυκτά υπάρχουν ελάχιστα περιεχόμενα και την γύψον, (Σητείας). Η βιομηχανία στηρίζεται εις την καλλιέργειαν εγχωρίων πρώτων υλών, όπως π.χ. οινοπνεύματος, σταφίδος, κίτρων, δερμάτων, ελαίου, σάπωνος, ξυλείας κ.λ.π.

Η μεγαλυτέρα βιομηχανική κίνησις και εμπορική τοιαύτη παρατηρείται εις το Νομόν Ηρακλείου, λόγω της μεγαλυτέρας και ευφοροτέρας ενδοχώρας και του μεγάλου τεχνητού λιμένος του Ηρακλείου. Ούτω εις Ηράκλειον υπάρχουν εργοστάσια επεξεργασίας και συσκευασίας κίτρων, σταφίδος, οινοπνευματωδών ποτών κ.λ.π. Εις πολλά μέρη της νήσου υπάρχουν εργοστάσια ελαιουργίας, σαπωνοποιίας, βυρσοδεψεία, κεραμουργεία, κυλινδρόμυλοι, υφαντουργεία, τυροκομεία, κ.λ.π.

Συγκοινωνία: Η συγκοινωνία εντός της νήσου γίνεται δι΄ αμαξιτών οδών. Κυριωτέρα αρτηρία είναι η παραλιακή οδός ενούσα τας κυριωτέρας πόλεις Χανιά- Ρέθυμνον- Ηράκλειον- Νεάπολιν- Αγ. Νικόλαον- Ιεράπετρα, εξ’ ης πλείσται διακλαδώσεις οδηγούν προς το εσωτερικόν. Επίσης δια θαλάσσης συνδέονται διάφορα παραλιακά κέντρα με ιστιοφόρα.

Προς την λοιπήν Ελλάδα, υπάρχει καθημερινή δι’ ατμοπλοίων συγκοινωνία, καθώς επίσης προς το Εξωτερικόν επικοινωνία επίσης, ιδία κατά την θερινήν περίοδον, ότε εξάγονται προς Αίγυπτον σταφυλαί, άλλαι οπώραι, προς Αγγλίαν, Γερμανίαν, σταφίδαι, χαρούπια, κίτρα κ.λ.π.

Σημειωτέον ότι η μεγαλυτέρα κίνησις παρατηρείται εις τον λιμένα Ηρακλείου, διότι εξυπηρετεί δύο ευφόρους νομούς, τον Νομόν Ηρακλείου και τον Νομόν Λασηθίου. Δια τούτο ο λιμήν ούτος, κατέχει από απόψεως κινήσεως, την πρώτην θέσιν μεταξύ όλων των λιμένων της Ελλάδος.

Τα σπουδαιότερα κέντρα πληθυσμού ευρίσκονται επί της Βορείας πλευράς της νήσου. Τούτο οφείλεται αφ’ ενός εις το ότι η πλευρά αυτή είναι εστραμμένη προς την λοιπήν Ελλάδα, αφ’ ετέρου δε εις το ότι εκεί το έδαφος είναι ομαλότερον, ευφορώτερον και προσφορώτερον δια την προσέγγισιν πλοίων. Ο πληθυσμός είναι ομοιογενής εκ 400 χιλιάδων περίπου κατοίκων. Η νήσος αποτελεί Γενικήν Διοίκησιν με πρωτεύουσαν τα Χανιά. Διαιρείται σε 4 νομούς:

Α. Νομός Χανίων. Πρωτεύουσα τα Χανιά (κάτοικοι 35.000), και δευτερεύοντα κέντρα το Καστέλλι Κισσάμου, η Παλαιοχώρα, η Κάντανος. Ο νομός ούτος έχει χαρακτηριστικά προϊόντα τα εσπεριδοειδή και τα κάστανα.

Β. Νομός Ρεθύμνης. Πρωτεύουσα το Ρέθυμνον (15.000 κατοίκους), με δευτερεύοντα κέντρα το Σπήλι, το Πέραμα, το Πάνορμον. Χαρακτηριστικόν προϊόν είναι τα βελανίδια και τα κεράσια.

Γ. Νομός Ηρακλείου. Πρωτεύουσα το Ηράκλειον (45.000 κάτοικοι), ήτις είναι η μεγαλυτέρα, βιομηχανικωτέρα, εμπορικωτέρα και πλουσιωτέρα πόλη της Νήσου. Έχει τον σπουδαίον τεχνητόν. Λιμένα, αεροδρόμιον, πολλά εργοστάσια και περίφημον αρχαιολογικόν μουσείον.

Ο Νομός Ηρακλείου είναι ο ευφορώτερος ένεκα του πεδινού εδάφους. Κλείεται προς Δυσμάς υπό των ορέων της Ίδης, προς Α. υπό των ορέων της Δίκτης και προς Ν. κλείεται υπό της παραλιακής οροσειράς των Αστερουσίων. Δι’ ενδιαμέσων λοφοσειρών χωρίζεται εις τρεις πεδιάδας, α) της Μεσσαράς, β) του Ηρακλείου και γ) του Καστελλίου Πεδιάδος.

 Η πρώτη σελίδα της «γεωγραφικής άποψης της Κρήτης», των καθηγητών Τζανακάκη και Φθενάκη.  (Πηγή: Αρχείο Γερμανικής Στρατιωτικής Διοικήσεως Κρήτης, 
ΓΑΚ Χανίων)
Η πρώτη σελίδα της «γεωγραφικής άποψης της Κρήτης», των καθηγητών Τζανακάκη και Φθενάκη. (Πηγή:

Πλην των εξ Ηρακλείου συγκοινωνιών, (αεροπορικών και θαλασσίων), με την λοιπήν Ελλάδα, το Ηράκλειον είναι αφετηρία 4 κυρίως οδών, ήτοι

1) Μία εις Δ. αφ’ ενός προς Ρέθυμνον- Χανιά και αφ’ ετέρου προς Μαλεβύζι και Δ. τμήμα της Μεσσαράς, με κυριωτέρους σταθμούς την Αγ. Βαρβάρα, (χλμ. 30), τους Αγ. Δέκα, (χλμ. 43), όπου η Γεωργική Σχολή με τας υποδειγματικάς καλλιεργείας, Μοίρες (χλμ. 54), Πόμπια όπου Γυμνάσιον και Τυμπάκι (70 χλμ.).

2) Μία ώρα εκ Ν. αφ’ ενός προς το Α. τμήμα της Μεσσαράς, (Χάρακα, Πύργο), αφ’ ετέρου προς Καστέλλι Πεδιάδος (χλμ. 35) με διακλάδωσιν προς Βιάννον (χλμ. 65), Αρχάνες (χλμ. 13) 3) Εξ Α. προς Νεάπολιν, Άγ. Νικόλαον (χλμ. 60) και διακλάδωσιν προς Αβδού (χλμ 42).

Ο Νομός Ηρακλείου γέμει Αρχαιολογικών τόπων μεγάλης σπουδαιότητος. Σπουδαιότερον είναι της Κνωσσού, 5 χιλ. νοτίως του Ηρακλείου, η περίφημος πόλις του Μίνωος, η Φαιστός, η Αγία Τριάς, η Γόρτυς εις Μεσσαράν, οι Καμάρες επί της Ίδης, η Τύλισσος 14 χλμ. δυτικά του Ηρακλείου, η Λύκτος προς το Καστέλλι Πεδιάδος.

Τα προϊόντα του Νομού είναι ποικίλα αλλά τα σπουδαιότερα λόγω ποσότητος και ποιότητος συγχρόνως είναι η σταφίς, τα σταφύλια (Αρχάναι), το έλαιον, τα κίτρα, οίνος (Μαλεβύζι) κ.λ.π.

Δ) Νομός Λασηθίου. Πρωτεύουσα είναι ο Άγιος Νικόλαος, (2.000 κάτοικοι), με άλλα κέντρα την Ιεράπετραν, Νεάπολιν, Κρητσάν, λιμένα Σητείας. Χαρακτηριστικά προϊόντα έχει αμύγδαλα και τις πατάτες και χαρούπια.

Η Κρήτη θεωρείται πατρίς του Διός, κατά την Μυθολογία εγεννήθη εις το σπήλαιον της Ίδης και ανετράφη εις το σπήλαιον της Δίκτης. Έλαβε δε το όνομα της εκ του Κρητός υιού του Διός. Σημαντική είναι η ιστορία της Κρήτης κατά τους Μινωϊκούς χρόνους, (μέχρι 1250 π.Χ.), λόγω του περίλαμπρου πολιτισμού και της ισχυροτάτης δυναστείας του Μίνωος. Η Κρήτη διετηρήθη ελευθέρα και ακμάζουσα μέχρι του 69 π.Χ., ότε κατεκτήθη υπό των Ρωμαίων και υπήχθη αργότερον εις το Βυζαντινόν Κράτος, καταληφθείσα ενδιαμέσως από τους Άραβας, (833 μ.Χ.), και ανακτηθείσα πάλιν υπό των Βυζαντινών.

Το 1204 κατελήφθη άνευ αντιστάσεως υπό Γενουατών και επωλήθη αμέσως εις τους Ενετούς, δια να κατακτηθή το 1669 υπό των Τούρκων, υπό την διοίκησιν των οποίων έμεινε μέχρι το 1898, με ενδιάμεσον 9ετήν Αιγυπτιακήν διοίκησιν. Μόλις το 1898, κατόπιν επανειλημμένων επαναστάσεων, η Κρήτη ηλευθερώθη πάλιν και απέκτησεν αυτόνομον πολίτευμα, μετ’ ολίγον, (1912), ηνώθη πλέον οριστικώς μετά της μητρός Ελλάδος.

Ιωάννης Τζανακάκης

Χαρίτων Φθενάκης”.

 

* Ο Γεώργιος Α. Καλογεράκης είναι δρ Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, διευθυντής Δημοτικού Σχολείου  Καστελλίου Πεδιάδος