Το τελευταίο δεκαήμερο του Αυγούστου 2018 μπήκε η Ελλάδα σ’ ένα από τα κρίσιμα σταυροδρόμια που συχνά σημαδεύουν την ιστορική της διαδρομή. Καλείται να ακολουθήσει μέχρι το 2030 μια πορεία που θα επιβεβαιώσει τη βιωσιμότητά της, τη δυνατότητα του λαού να ξεπεράσει εξωτερικές επιβουλές και εσωτερικές αντιξοότητες.

Το εκλογικό σώμα πρέπει να προκρίνει τις επιλογές εκείνες που θα αποκαταστήσουν το κράτος σαν ένα αξιόπιστο ζωντανό οργανισμό ανάμεσα στα ομόλογά του με τα οποία συγκαταλέγεται. Να βρει τρόπους που θα αντιπαλέψουν την κρίση χρέους και τις συνθήκες αποβιομηχάνισης που προκάλεσαν γνωστοί παράγοντες διακυβέρνησής του. Ξέρουμε ποιοι, όπως λένε ψιθυριστά οι ήρωες του Χάρι Πότερ, διότι και οι δικοί μας μάγοι πολιτικής προπαγάνδας εξοργίζονται όταν προφέρεται φωναχτά το όνομά τους.

Η κρίσιμη έξοδος στο ξέφωτο συνοδεύεται και από άλλα χαρακτηριστικά που αποτυπώνονται σε τέτοιου είδους διαδρομές: Με εναλλασσόμενες αφορμές δείχνει η χώρα τη δυνατότητα άσκησης της αυτοδιάθεσής της, όπως με την απελευθέρωση των δύο στρατιωτικών, τις τριβές στις ελληνορωσικές σχέσεις, την ποινική δίωξη όσων Αμερικανών πρακτόρων ενοχοποιούνται για το κυνήγι του Κώστα Καραμανλή. Το κομβικό, όμως, ζήτημα που θα κληθούμε να αντιμετωπίσουμε μέχρι το 2030 είναι η οικονομική επιβίωση και ενδυνάμωση. Μια μερίδα πολιτικών προφασίζονται πως έπρεπε να είναι λυμένα αυτά πριν από την έξοδο.

Ότι, με άλλα λόγια, το υπέρμετρο χρέος συσσωρευμένο σε βάθος δεκαετιών έπρεπε με κάποιο μαγικό ξόρκι να έχει εξοβελιστεί σε ένα κράτος που οι ίδιοι –ξέρουμε ποιοι- κατάφεραν να μην παράγει ούτε τα σαλατικά του. Το μέγεθος σοβαρότητας και το ηθικό κύρος μιας τέτοιας απαίτησης κρίνεται καθημερινά από το λαό. Ακόμη κι αν, όπως είναι βέβαιο, χρειαστεί η χώρα μετά το 2030 μαζική απομείωση του χρέους της, η ενδιάμεση πορεία με τις εγγυήσεις των ευρωπαϊκών μηχανισμών θα επιτρέψουν να ανασυγκροτηθεί οικονομικά, κοινωνικά, αλλά και σαν σύγχρονη πολιτεία. Δείγματα θετικής πορείας στα τρία αυτά μέτωπα έχουμε αρνηθεί να παρουσιάσουμε σαν χώρα εδώ και δεκαετίες.

Η ικανότητα που επέδειξε η Ελλάδα να φτάσει στο σημερινό ορόσημο δεν μπορεί να αγνοηθεί από κανένα πεισματάρη καταστροφολόγο. Ως τον Αύγουστο του 2018 η οικονομία μας απομείωσε κατά 16 ποσοστιαίες μονάδες το χρέος σαν ποσοστό του ΑΕΠ που έχει μείνει από το 2012 αμετάβλητο. Κύριος μοχλός της επιτυχίας, όταν εξακολουθούμε να ξοδεύουμε προς ξένους 5 δισ. € το χρόνο για τη διατροφή μας είναι ο ισοσκελισμός του ισοζυγίου εξωτερικών μας συναλλαγών. Μια επιτυχία που είχε σαν πρόσθετο αποτέλεσμα, εδώ και δύο χρόνια να βγούμε από το μηχανισμό επιτήρησης των υπερβολικών ελλειμμάτων.

Την ίδια περίοδο η χώρα αύξησε, έστω και οριακά την ενεργό συμμετοχή του ανθρώπινου δυναμικού στην παραγωγή και έριξε κάτω από τις 20 μονάδες το ποσοστό ανεργίας. Πρόκειται για ένα ακόμη σημαντικό δείγμα γραφής απέναντι σε κύκλους που υποστηρίζουν ότι η πτώχευση και η αποβιομηχάνιση της χώρας οφείλεται στις καθαρίστριες των Υπουργείων και στους φύλακες των σχολικών μονάδων. Δεν μπορεί κανείς ούτε να διαγράψει το γεγονός ότι έχει απογαλακτισθεί το τραπεζικό σύστημα από την κάλυψη ρευστότητας που παρέχει η ΕΚΤ και μέχρι πριν 4-5 χρόνια έφτανε σε δυσθεώρητα ύψη.

Με τις εξαγωγές προϊόντων να αυξάνονται διαρκώς, τη βιομηχανική παραγωγή να βελτιώνεται, τον τουρισμό να σπα το ένα ρεκόρ μετά το άλλο η Ελλάδα ανακτά την αυτοπεποίθησή της και πορεύεται αναβαθμισμένη να κάμει πάλι αισθητή τη θετική της παρουσία στον κόσμο. Η πλειονότητα, βέβαια, των εργαζομένων βρέθηκε με την κρίση σε πρωτοφανή για τα παγκόσμια δεδομένα δυσπραγία και υστέρηση. Αναμφίβολα μένουν ακόμη πολλά να γίνουν για να επιστρέψει η χώρα σε συνθήκες πλήρους παραγωγικής απόδοσης.

Όσοι όμως ισχυρίζονται διαρκώς ότι με τους σημερινούς όρους είναι αδύνατη η επανεκκίνηση της οικονομίας και η ανάκτηση της δυναμικής της είναι επιστημονικά ανεξεταστέοι και ιστορικά αναλφάβητοι: Καμία από τις σημερινές θετικές συνθήκες δεν διέθετε η χώρα στα πέτρινα μεταπολεμικά και μετεμφυλιακά χρόνια που έβαλαν τις βάσεις της οικονομικής της απογείωσης. Αν θέλουμε δε να αποκαταστήσουμε επιτέλους ένα κράτος χωρίς ξένη ποδηγέτηση  και επικυριαρχία, τότε το ορόσημο του Αυγούστου 2018 πρέπει να συνειδητοποιηθεί σαν μια σπουδαία αφετηρία.

Πατρότητα πολιτικών

Ο ιστορικός του μέλλοντος θα σταθεί σίγουρα με απορία μπροστά στην εμμονή πολιτικών κύκλων κατά τους οποίους τα παραπάνω επιτεύγματα του ελληνικού λαού εξισώνονται με αποτυχία και καταστροφή. Χρόνο με το χρόνο επαναλαμβάνουν την ίδια εκτίμηση από την οποία δεν υποχωρούν ούτε μπροστά στην ομοβροντία δηλώσεων διεθνών θεσμών και ανεξάρτητων οργανισμών που επιβεβαιώνουν ότι η χώρα μας βρίσκεται σε ιστορική καμπή, μπροστά σε μια αισιόδοξη και πολλά υποσχόμενη προοπτική αναγέννησης και αναδημιουργίας της.

Άλλη μια φορά επιστρατεύονται για παραπλάνηση της κοινής γνώμης απίθανα σενάρια συνωμοσιολογίας, ότι οι ευρωπαίοι αξιωματούχοι στοχεύουν σε προσωπικά ψηφοθηρικά οφέλη ή έχουν άλλες σκοτεινές βλέψεις για να στηρίζουν τη θετική προοπτική της χώρας μας.Στην πραγματικότητα δεν πρέπει να αποσιωπηθεί ότι με την ανάκαμψη της Ελλάδας ακυρώνεται σε μεγάλο βαθμό η διαλυτική υπονόμευση της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης στην οποία είχαν στοχεύσει πολλοί με την ομοβροντία του ελληνικού και βρετανικού υποδείγματος.

Η Ευρώπη άντεξε και αντέχει. Κι αυτό παρά το γεγονός πως πλεονάζουν όσοι αρνούνται στην Ευρώπη το ενδεχόμενο να ανακτήσει τον παγκόσμιο γεωπολιτικό της ρόλο, άρνηση που συμμερίζονται και κορυφαίοι εκπρόσωποι του πολιτικού μας κόσμου. Κατά συνέπεια η αντιπαράθεση δεν περιορίζεται σε προπαγανδιστικά προτάγματα και διαφορές εκτιμήσεων, αλλά επικεντρώνεται σε αντικρουόμενες πολιτικές και προσανατολισμούς.

Στην περίπτωσή μας οι προοπτικές της χώρας όπως έμπρακτα υπηρετούνται σήμερα διαμορφώθηκαν από την επόμενη κιόλας της αδελφοκτόνας σύγκρουσης. Γι’ αυτό και η άρνηση της πραγματικότητας που αποκαλύπτεται μπροστά στα μάτια μας στηρίζεται σε βαθιές και αγεφύρωτες διαφορές, ανάμεσα στον εξευρωπαϊσμό και την διαρκή υποτέλεια.

Το κύριο και αποφασιστικό χαρακτηριστικό των νέων όρων, που διαμορφώνει η έξοδος της Ελλάδας στο ξέφωτο της αυτοδύναμης επιβίωσης, είναι ότι καλούμαστε να αναλάβουμε την πατρότητα των πολιτικών προς ένα καλύτερο και πιο αισιόδοξο μέλλον. Ιδιαίτερα την τελευταία δεκαετία στάθηκε για πλατιά λαϊκά στρώματα κύριο ζήτημα αντίστασης η προέλευση των πολιτικών για την αποτροπή του στραγγαλισμού από το χρέος.

Στο εξής θα κληθούμε να προκρίνουμε οι ίδιοι την πορεία που οδηγεί στην οικονομική και κρατική ανασυγκρότηση. Δεν είναι λίγοι εκείνοι που σήμερα ακόμη προτιμούν μια πορεία ραγιαδισμού, την προσαρμογή με ξένες ντιρεκτίβες που θα υπαγορεύουν διάφοροι Φουχτελάκηδες ώσπου να προχωρήσουν τα πράγματα καλύτερα. Αλλά η πλειονότητα των πολιτών βλέπει θετικά την προοπτική να αποδείξει πως σύμφωνα με τη ρήση του ποιητή αξίζει την ελευθερία του.