Είναι γνωστό ότι, στην εποχή της επιστημονικο-τεχνικής επανάστασης ο κόσμος μετασχηματίζεται τάχιστα. Σε αυτήν την εποχή των ραγδαίων εξελίξεων και των βίαιων μετασχηματισμών, με την ρευστότητα των πραγμάτων, την πυκνότητα της επικοινωνίας και την συχνότητα της μαζικής μετακίνησης των πληθυσμών, ο πολλαπλασιασμός των ιών και των λοιμώξεων αναμένεται να αποτελεί μόνιμη απειλή στο παρόν και το μέλλον.
Αυτή την πραγματικότητα δεν φαίνεται να είχαν λάβει υπόψη τους οι κοινωνίες του σύγχρονου κόσμου και ο Covid 19 κατέλαβε εξ απήνης, πολίτες και κυβερνήσεις. Έτσι εξηγείται γιατί η εμφάνιση της πανδημίας συνοδεύτηκε από πολλαπλές παλινδρομήσεις και τα ενδεχομένως λάθη των ιθυνόντων.
Γι’ αυτό και η γενικευμένη αναστάτωση στην οικονομία και σε όλους τους τομείς της δημόσιας ζωής, καθώς και η πρωτόγνωρη υγειονομική κρίση με τον θάνατο εκατομμυρίων πολιτών ανά τον κόσμο.
Με αυτά τα δεδομένα δεν θα ήταν φρόνιμο να αγνοήσομε τους κινδύνους και να αφήσομε τα πράγματα στην τύχη τους. Είναι χρήσιμο και κρίσιμο λοιπόν να μελετηθεί η πικρή αλλά χρήσιμη εμπειρία του κοροναϊού και να αξιοποιηθεί για την την αντιμετώπιση παρόμοιων καταστάσεων στο παρόν και το μέλλον.
Πριν όμως προχωρήσω, ας μου επιτραπεί να αναφερθώ στις λιγοστές, έστω, θετικές εμπειρίες που αποκομίσαμε από την πικρή αυτή δοκιμασία, γιατί υπήρξαν κι αυτές και δεν πρέπει να μείνουν αναξιοποίητες για το μέλλον. Σε ό,τι αφορά στα σχολεία θα μπορούσε να προσμετρηθεί στις θετικές εμπειρίες η εξ αποστάσεως διδασκαλία.
Με αυτόν τον τρόπο αποφεύγονται πολλές μετακινήσεις διδασκόντων και διδασκομένων, εξοικονομούνται χώροι, χρόνος και χρήμα. Βέβαια στα Πανεπιστήμια ο τρόπος αυτός είχε χρησιμοποιηθεί ήδη προ του κοροναϊού σε συνεδριάσεις συλλογικών οργάνων, σε συνδιασκέψεις και σε διεξαγωγή συνεδρίων και συνεντεύξεων.
Με την επέλαση του ιού όμως έγινε αναγκαστική η εφαρμογή της και στην διδασκαλία. Αντίθετα στην πρωτοβάθμια και τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση βρήκε την εφαρμογή της σχεδόν για πρώτη φορά και παρά το σοκ της μεγάλης αυτής αλλαγής, δεν νομιμοποιείται κάποιος να ισχυρισθεί ότι απέτυχε. Με μια καλύτερη προετοιμασία των εκπαιδευτικών και των ηλεκτρονικών εγκαταστάσεων θα μπορεί συνεπώς να αξιοποιηθεί σε περιπτώσεις που θεωρείται πρόσφορη.
Αυτό θα μπορούσε να συμβεί π.χ. όταν θα έπρεπε να μιλήσομε για ένα συγκεκριμένο έργο τέχνης που βρίσκεται στο Μουσείο της Ακροπόλεως και για παρόμοια θέματα. Πάντοτε όμως πρέπει να δεσπόζει η ορθή αντίληψη ότι η δια ζώσης διδασκαλία είναι αναντικατάστατη.
Κάτι ανάλογο θα μπορούσε να υπάρξει ως προς το σημείο αυτό και στον ευρύτερο κοινωνικό χώρο, όπου αυτό είναι εφικτό -και δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις. Θα μπορούσε π.χ. να αξιοποιηθεί περισσότερο η εξ αποστάσεως εργασία. Αυτό θα διευκόλυνε σε μεγάλο βαθμό πολλές εργαζόμενες μητέρες, καθώς και άτομα με δυσκολίες στην κίνηση και στην μετακίνησή τους.
Στις μεγαλουπόλεις θα αποτελούσε επίσης μια καλή πρόταση για την αποσυμφόρηση της κυκλοφορίας και την μεγαλύτερη άνεση στα μέσα μαζικής μεταφοράς, καθόλου ευκαταφρόνητη. Αυτά αποτελούν μερικά γενικά παραδείγματα, που πρέπει να μελετηθούν.
Ωστόσο κάθε ιδιαίτερος εργασιακός και κοινωνικός χώρος έχει να αναδείξει τις δικές του περιπτώσεις ευεργετικής εξυπηρέτησης, ώστε τα μέτρα που ανακαλύψαμε πιεσμένοι από τις δύσκολες συνθήκες του Covid 19, να συνεχίσουν την εφαρμογή τους, εφόσον είναι ανώδυνα και ευνοούν τον άνθρωπο και την κοινωνία.
Εκείνο που θεωρώ ότι παρατηρήθηκε επίσης σε πολλά σχολεία και πρέπει να συνεχιστεί είναι η πιο στενή συνεργασία μαθητών, γονέων και δασκάλων. Κατ’ αρχάς υπήρξε μια πιο έντονη κινητικότητα ανάμεσα στους γονείς και τους δασκάλους.
Οι νέες απαιτήσεις που προέκυψαν από τους νέους τρόπους διδασκαλίας κινητοποίησαν τους γονείς, που έσπευδαν κάθε φορά να ενημερωθούν από τους εκπαιδευτικούς για το επόμενο βήμα, πρόθυμοι να βοηθήσουν σ’ αυτό. Το ίδιο και αντιστρόφως: Οι δάσκαλοι έσπευδαν να ζητήσουν την συνδρομή των γονέων που είχε καταστεί αυτή τη φορά περισσότερο αναγκαία.
Αυτή η αμοιβαία αναζωπύρωση του ενδιαφέροντος και της συνεργασίας παρατηρήθηκε συχνά και ανάμεσα στους δασκάλους, που κάθε φορά, μέσα στις δυσκολίες του απρόοπτου και του νεωτερικού, αναγκάζονταν να επινοήσουν τρόπους αντιμετώπισης και να προβούν σε ανταλλαγή σκέψεων και απόψεων μεταξύ τους. Αυτή η εντατικοποίηση της συνεργασίας σημειώθηκε επίσης ανάμεσα στα όργανα της εκπαιδευτικής διοίκησης και τα σχολεία, για τους ίδιους λόγους.
Ενισχύεται λοιπόν με τον πιο αποκαλυπτικό τρόπο η παλαιά παιδαγωγική αντίληψη που θέλει τους βασικούς αυτούς συντελεστές της οργανωμένης εκπαίδευσης σε διαρκή εγρήγορση και στενή συνεργασία. Η επιβεβαίωση της αντίληψης αυτής οδηγεί ακόμη μια φορά στο συμπέρασμα ότι θα πρέπει να αναζητούνται διαρκώς νέοι τρόποι αναζωογόνησης των σχέσεων αυτών.
Εκείνο όμως που κατ’ εξοχήν οφείλει να αναλάβει το σχολείο είναι να καταστήσει τους σημερινούς μαθητές και αυριανούς πολίτες ικανούς για αυτοπροστασία τόσο σε θεωρητικό όσο και σε πρακτικό επίπεδο.
Και το πρώτιστο καθήκον του σχολείου είναι να βοηθήσει τους μαθητές να κατανοήσουν ότι πέρα από τους μεταφυσικούς κανόνες που επικαλούνται κάποια πρόσωπα ή οργανώσεις, υπάρχουν και οι κανόνες της φύσης, με βάση τους οποίους λειτουργεί η μετάδοση, η διάδοση και η εξάπλωση των ιών. Η καλή γνώση των κανόνων αυτών και η πιστή εφαρμογή τους στην καθημερινή ζωή, μπορεί να υψώσει ισχυρό ανάχωμα αυτοπροστασίας για τον καθένα.
Θα πρέπει συνεπώς να αναμορφωθούν τα αναλυτικά προγράμματα κυρίως στο μάθημα της Βιολογίας και της Γενετικής, έτσι που να καταστήσουν τους μαθητές ικανούς να κατανοήσουν τους βασικούς βιολογικούς κανόνες για τον τρόπο που διέπουν τη ζωή και τη λειτουργία των ιών, τον τρόπο που ζουν, που μεταδίδονται και πεθαίνουν.
Γνώσεις του είδους αυτού δεν προσβάλλουν καμιά θρησκευτική ή άλλη αντίληψη, απεναντίας συμβάλλουν στην κατανόηση και στην πληρέστερη εφαρμογή των μέτρων που προτείνονται κάθε φορά. Κατά τη διάρκεια της πανδημίας δεν είναι μόνο που πολλοί έπεσαν θύματα παραπληροφόρησης, αλλά ευθύνεται και η άγνοια των πολιτών που συχνά δεν επέτρεψε σε πολλούς να κατανοήσουν τον ορθό τρόπο εφαρμογής κάθε προτεινόμενου μέτρου.
Πέραν των θεωρητικών γνώσεων θεωρώ ότι το θέμα πρέπει να λειτουργήσει και στην πράξη. Δεν αρκεί δηλαδή μόνο ο λόγος, πρέπει να γίνουν ασκήσεις επί του συγκεκριμένου πεδίου, κατά το παράδειγμα της προστασίας από τους σεισμούς. Βέβαια όλα αυτά θα πρέπει να καταστούν αντικείμενο μελέτης ομάδας ειδικών, οι οποίοι θα ερευνήσουν το θέμα διεξοδικά και σε όλες του τις πτυχές και θα υποβάλουν συγκεκριμένες και επεξεργασμένες προτάσεις.
Εγώ περιορίζομαι να επισημάνω ακόμη ότι δεν υπάρχουν όρια μεταξύ αυτοπροστασίας και προστασίας του συνόλου. Από τη στιγμή δηλαδή που κάθε πολίτης δεν αποτελεί αυθύπαρκτη μονάδα, αποκομμένη από το κοινωνικό σύνολο, αλλά ζει ενταγμένος μέσα σε αυτό, η προστασία του αποτελεί ταυτόχρονα και προστασία του πλησίον.
Είναι συνεπώς η στιγμή που ταυτότητα και ετερότητα γίνονται ένα. Το εγώ συμπίπτει με το εσύ και κανείς δεν έχει δικαίωμα να κινείται αυτόνομα και μεμονωμένα μέσα στο σύνολο. Με την έννοια αυτή κανείς δεν δικαιούται να αθετήσει τα μέτρα προστασίας του εαυτού, αφού αυτό αυτομάτως υποδηλώνει και την αθέτηση των μέτρων για τον πλησίον του.
* Ο Ιωάννης Ε. Πυργιωτάκης είναι ομότιμος καθηγητής και πρ. αντιπρύτανης Πανεπιστημίου Κρήτης