Δεν νομίζω ότι κομίζω κάτι νέο αν ισχυρισθώ ότι τα κόμματα στην Ελλάδα διέρχονται κρίση.

Και βέβαια δεν εννοώ μόνο σήμερα. Θεωρώ ότι κάπως έτσι ήταν πάντοτε σχεδόν. Ας σημειωθεί εξάλλου ότι οι κομματικές οργανώσεις δεν μετρούν πολλές δεκαετίες ζωής στη χώρα μας.

Πρώτος τις έφερε στην Ελλάδα ο Ανδρέας Παπανδρέου με το ΠΑΣΟΚ. Πριν από τον Ανδρέα Παπανδρέου δεν υπήρχαν οργανωμένοι κομματικοί μηχανισμοί. Δεν υπήρχαν δηλαδή κομματικές οργανώσεις με εκλεγμένους εκπροσώπους σε κομματικά γραφεία, με νομαρχιακές και κεντρικές επιτροπές, με επιτροπές δεοντολογίας, με συνέδρια και τους άλλους θεσμούς που διαθέτουν σήμερα τα κόμματα της χώρας.

Οι σχέσεις στα κόμματα λειτουργούσαν τότε άτυπα. Υπήρχαν οι κομματάρχες στα χωριά και στις πόλεις και κάθε πολιτευτής επέλεγε τους δικούς του, που τους «χρησιμοποιούσε» για να αυξήσει την εκλογική του πελατεία.

Ανάμεσα στους ψηφοφόρους και τους υποψήφιους  διαμεσολαβούσε ο «κομματάρχης» και το όλο σύστημα στηριζόταν σε ένα «δούναι και λαβείν»: Δώσε μου την ψήφο σου κι εγώ θα διαμεσολαβήσω για να διευθετήσω αυτήν ή εκείνη την υπόθεσή σου. Το σύστημα βασιζόταν δηλαδή στην αμοιβαιότητα των συμφερόντων, στο ρουσφέτι. Ψήφος με ανταλλάγματα.

Συνήθη μέσα προς άγραν ψήφων ήταν επίσης τα στεφανώματα νεονύμφων (οι κουμπαριές) και τα βαφτίσια. Ειδικά τα βαφτίσια αφορούσαν σε χιλιάδες βρέφη.  Αναρίθμητοι οι «φιλιότσοι» και οι «φιλιότσες», όπως λέμε στην Κρήτη τα βαφτιστήρια.

Και επειδή προέκυπταν συχνά συγχύσεις με το φύλο του παιδιού και ο υποψήφιος βουλευτής μπερδευόταν και ρωτούσε π.χ. «τι κάνει ο φιλιότσος μου σύντεκνε», ενώ ήταν «φιλιότσα», καταργήθηκε βαθμηδόν το αρσενικό και το θηλυκό και χρησιμοποιήθηκε το ουδέτερο:

«Τι κάνει το φιλιοτσάκι μου;», έτσι για να αποφεύγονται πολλά από τα ευτράπελα που συνέβαιναν και κυκλοφορούσαν κατόπιν ως ανέκδοτα ανάμεσα στον απλό κόσμο· γιατί ο λαός αντιλαμβανόταν τον εμπαιγμό, ωστόσο υπέκυπτε μπροστά στις πιεστικές του ανάγκες.

Απίστευτα ήταν επίσης τα ρουσφέτια. Άπειρα τα ανέκδοτα που διακωμωδούσαν το σύστημα της κομματικής πελατείας, όπως π.χ. το περίφημο εκείνο τηλεγράφημα: «Κατόπιν ενεργειών μου η γυναίκα σας έτεκεν άρρεν».

Με το «κατόπιν ενεργειών μου» ο βουλευτής ήθελε να ενημερώσει τον σύζυγο για τις ενέργειες που έκανε, προκειμένου να μπει η γυναίκα στο νοσοκομείο, γιατί και αυτό ήταν τότε δύσκολο χωρίς τη διαμεσολάβηση του βουλευτή.

Ωστόσο δεν ήταν απαραίτητο να έχει βοηθήσει όντως. Φτάνει μόνο να υπέπιπτε στην αντίληψη του κομματάρχη το γεγονός και το τηλεγράφημα ήταν έτοιμο. Η ευκαιρία δεν έπρεπε να χαθεί. Εκεί είχαν εξωθήσει τα πράγματα ο παραγοντισμός και οι παραγοντίσκοι του ρουσφετολογικού συστήματος. Η γνωστή ταινία «Μαυρογιαλούρος» σατιρίζει όλα αυτά με επιτυχία.

Μετά τη μεταπολίτευση ο Ανδρέας Παπανδρέου θέλησε να αλλάξει το σύστημα, κομίζοντας και στη χώρα μας εμπειρίες άλλων προηγμένων χωρών. Οργάνωσε λοιπόν το νεοσύστατο ΠΑΣΟΚ, με τον τρόπο περίπου που υπάρχει σήμερα.

Με την ίδρυσή του πολύς κόσμος έσπευσε με ενθουσιασμό να εγγραφεί στο νέο κόμμα, να στελεχώσει τις οργανώσεις του και να υπηρετήσει το νέο πολιτικό πρόγραμμα. Η αισιοδοξία ήταν μεγάλη.

Μεγάλες μάζες του πληθυσμού διατήρησαν βέβαια τις επιφυλάξεις τους, ενώ τα υπόλοιπα κόμματα θεωρώ ότι αντιμετώπισαν το νεοφανές  αυτό φαινόμενο με καχυποψία ή και με ειρωνικά σχόλια.

Δεν πέρασε όμως πολύς καιρός και όλα τα κόμματα άρχισαν να οργανώνονται με τον ίδιο ή παρόμοιο τρόπο. Αυτό θεωρήθηκε ένας πιο σύγχρονος και πιο δημοκρατικός τρόπος  οργάνωσης των κομμάτων.

Αν λοιπόν οι εκτιμήσεις μου είναι σωστές, ο Ανδρέας Παπανδρέου είναι ο πολιτικός που εφάρμοσε πρώτος τους νέους αυτούς τρόπους οργάνωσης στην Ελλάδα. Πρόκειται για καινοτομία που ανάγεται σε αυτόν.

Αν επίσης ενθυμούμαι καλώς, ο Γιώργος Παπανδρέου ήταν αυτός που μολονότι το 2004 θεωρήθηκε ο φυσικός διάδοχος για τη θέση του Προέδρου και μολονότι ήταν ο μόνος υποψήφιος, θέλησε να επικυρωθεί η υποψηφιότητά του με ψήφο από τα μέλη και τους φίλους του κόμματος.

Έτσι για πρώτη φορά πρόεδρος κόμματος εκλέγεται από τη βάση, φέρνοντας πρώτος αυτήν την καινοτομία. Και μολονότι πολλοί στην αρχή λοιδόρησαν αυτή την πολιτική, σήμερα όλα τα κόμματα σχεδόν λειτουργούν με αυτή την διαδικασία.

Με όλα αυτά δεν εννοώ βεβαίως ότι το ΠΑΣΟΚ και τα λοιπά ελληνικά κόμματα ζουν και αναπτύσσονται μέσα σε έναν δημοκρατικό παράδεισο. Δεν σημαίνει ότι εξασφαλίστηκε και ευδοκίμησε η δημοκρατία στα κόμματα της Ελλάδας.

Οι συνειδήσεις πολιτικών και πολιτών ήταν και εν πολλοίς συνέχισαν να παραμένουν διαποτισμένες από τις παλιές συνήθειες και τις πρακτικές του συστήματος  της κομματικής πελατείας, όπως το περιγράψαμε παραπάνω.

Έτσι αντί να προσαρμοστούν οι πολίτες σε νέο, εξορθολογισμένο και ενδεχομένως αξιοκρατικό σύστημα, προσαρμόσαμε το νέο σύστημα στις δικές μας συνήθειες, το κόψαμε και το ράψαμε στα δικά μας μέτρα.

Αντί δηλαδή το νέο κρασί να μπει στα καινούργια βαρέλια και να πάρει το άρωμα και την φρεσκάδα τους, το στριμώξαμε στα παλαιά βαρέλια και του προσδώσαμε την μπόχα του παλαιοκομματισμού.

Έτσι τα κόμματά μας και με τον νέο τρόπο οργάνωσης συνέχισαν εν πολλοίς να λειτουργούν στη λογική του παλαιοκομματικού συστήματος.

Και το χειρότερο, για να ξεκινήσω και πάλι από το ΠΑΣΟΚ. Μέσα στον ενθουσιασμό και την αισιοδοξία που ανέφερα παραπάνω, μαζί με τους ανθρώπους που ενθουσιάστηκαν από τις διακηρύξεις, την ιδεολογία και τις επιδιώξεις του νέου  κόμματος και έστερξαν πρώτοι να εγγραφούν σε αυτό, παρεισέφρησαν και πολλοί  καιροσκόποι και θεσιθήρες, άνθρωποι που δεν είχαν καμία σχέση με το ιδεολογικό περιεχόμενο και τις επιδιώξεις του νέου κομματικού σχηματισμού.

Αυτοί δεν ενδιαφέρονταν να υπηρετήσουν τις ιδέες για ισότητα και κοινωνική δικαιοσύνη, ούτε να προσδώσουν πνοή σοσιαλισμού με την ενίσχυση των χαμηλών στρωμάτων και το κλείσιμο της ψαλίδας. Αυτοί, μόνη τους έγνοια είχαν να πάρουν μια θέση, να γίνουν κάτι.

Αυτοί δεν είχαν καμιά ώσμωση από το ιδεολογικό περιεχόμενο του νέου κόμματος και κανέναν ιδεολογικό στόχο. Σαν τους αρουραίους που μένουν στο καράβι, γιατί εκεί εξασφαλίζουν την τροφή τους και όχι γιατί τους αρέσει το ταξίδι ή το καράβι.

Και όταν το καράβι βουλιάζει, όταν η τροφή τους παύσει να είναι εξασφαλισμένη, τότε είναι οι πρώτοι που πέφτουν στη θάλασσα να σωθούν. Και μόλις σωθούν ψάχνουν άλλο καράβι, να το καταποντίσουν κι αυτό. Αυτούς πλήρωσε το ΠΑΣΟΚ και αυτούς πληρώνει μέχρι σήμερα. Η διαφθορά και η παρακμή από αυτούς, κυρίως, προέρχεται.

Και μέσα σε αυτήν την παρατεταμένη κρίση των κομμάτων που άφησε την Ελλάδα σχεδόν χωρίς αξιωματική αντιπολίτευση μας αιφνιδιάζει το ΠΑΣΟΚ με τον πρόεδρό του. Χωρίς περιστροφές εκείνος αποδέχεται την πρόταση μελών του κόμματος για εσωκομματικές εκλογές προς ανάδειξη νέου προέδρου και μπαίνει το κόμμα σε μια τέτοια πορεία, με έναν πρωτόγνωρο, ήρεμο και πολιτισμένο τρόπο.

Χωρίς διαπλοκές και χωρίς διχασμούς, αναγνωρίζει το δικαίωμα στον νέο Δήμαρχο Αθηναίων να είναι υποψήφιος. Και η διαδικασία συνεχίζεται χωρίς αφισοκολλήσεις και φωνασκίες και όλα όσα είχαμε συνηθίσει σε  παρόμοιες περιπτώσεις. Στο ίδιο πνεύμα κινούνται και οι άλλοι υποψήφιοι.

Οι ίδιοι προσδιορίζουν τους όρους με τους οποίους διεξάγεται ένας ανοιχτός τηλεοπτικός διάλογος ουσίας που μας κατέπληξε σχεδόν όλους. Έγιναν ερωτήσεις από κάθε υποψήφιο προς τους άλλους συνυποψηφίους του, αποδόθηκαν ευθύνες  για πράξεις του ενός από τους άλλους, αλλά πάντοτε στα όρια της ευπρέπειας και της σοβαρότητας.

Έτσι το κόμμα δείχνει τέτοια πολιτική ωριμότητα που δεν πιστεύει κανείς ότι βρίσκεται στην Ελλάδα. Ειδικά αυτό το debate ανέβασε τον πήχη πολύ ψηλά. Και πιο πάνω από όλα και ανάμεσα σε όλους μια η βασική έγνοια: Να μην διαταραχθεί η ενότητα όλοι μαζί ενωμένοι και μετά τις εκλογές, όλοι ξανά με σοβαρότητα και σεβασμό την επαύριο των εκλογών.

Είναι μια από τις λίγες περιπτώσεις που οι υποψήφιοι θέτουν το κοινό συμφέρον πάνω από το δικό τους προσωπικό συμφέρον.

Και αν όντως αυτή η διαδικασία ολοκληρωθεί έτσι και η επόμενη των εκλογών βρει τους έξι ενωμένους σε μια κοινή πορεία που χαράσσεται δημοκρατικά και ακολουθείται εξίσου δημοκρατικά από όλους, τότε αυτό μπορεί να υποδηλώνει μια νέα αφετηρία στην πολιτική ζωή της χώρας.

Και παρακαλώ ας γίνει κατανοητό ότι το καλύτερο πολίτευμα που είναι γνωστό μέχρι σήμερα, είναι η κοινοβουλευτική δημοκρατία, παρά τις οποιεσδήποτε ατέλειες μπορεί να παρουσιάζει. Και βασική προϋπόθεση για να λειτουργήσει η κοινοβουλευτική δημοκρατία αποτελεί η ύπαρξη  των κομμάτων. Χωρίς αυτά κοινοβουλευτισμός δεν υπάρχει.

Στόχος μας λοιπόν να διαφυλαχθεί το διακύβευμα, που δεν είναι άλλο από την ορθή και δημοκρατική λειτουργία των κομμάτων. Να εξελιχθούν έτσι τα κόμματα που καθένας να είναι περήφανος όταν τύχει να τα υπηρετεί και όχι να εκλαμβάνεται ως θεσιθήρας ή καιροσκόπος.

Εξάλλου η λειτουργία ενός κόμματος πρέπει να είναι ο καθρέπτης του τρόπου με τον οποίο το κόμμα αυτό θα κυβερνήσει τη χώρα, όποτε ο λαός ήθελε δώσει τέτοια εντολή.

Και παρακαλώ συγχωρείστε με, αλλά προσωπικά δεν κατανοώ πώς ένα κόμμα μπορεί να κυβερνήσει με δημοκρατία και δικαιοσύνη, αν το ίδιο δεν κυβερνιέται με  δημοκρατία και δικαιοσύνη.

Ο Ι. Ε. Πυργιωτάκης είναι ομότιμος καθηγητής, πρ. αντιπρύτανης Πανεπιστημίου Κρήτης,
τακτικό μέλος της Εθνικής Εταιρείας των Ελλήνων Λογοτεχνών.