Λέγεται ότι κάποτε οι άνθρωποι ήταν σοφοί. Ύστερα άρχισαν απλώς να αποκτούν γνώσεις και σήμερα συλλέγουν απλώς πληροφορίες. Έτσι θα μπορούσε να συνοψισθεί η ουσία των εκπαιδευτικών διαδικασιών όπως συντελούνται σήμερα. Κάπως έτσι λειτουργεί η μάθηση στη σύγχρονη κοινωνία του οικονομικού φιλελευθερισμού και του σκληρού ανταγωνισμού. Η εξελικτική ιστορία των πραγμάτων είναι λίγο πολύ γνωστή:

Οι πολυεθνικές χρειάζονταν εργατικά χέρια και κάλεσαν το εργατικό δυναμικό κοντά τους. Έτσι επήλθε η μετανάστευση του ευρωπαϊκού νότου προς τις βιομηχανικές χώρες της βόρειας και της κεντρώας Ευρώπης και η προγενέστερη μεταναστευτική ροή από τις χώρες της Ευρώπης προς την Αμερική.

Αργότερα οι ίδιες εταιρείες στράφηκαν προς υπανάπτυκτες χώρες για να εγκαταστήσουν εκεί τα εργοστάσιά  τους. Ήταν ο πιο ενδεδειγμένος  τρόπος να εκμεταλλευτούν επιτοπίως το φτηνό εργατικό δυναμικό, χωρίς να δημιουργούν προβλήματα μετανάστευσης στις χώρες τους.

Έτσι σημειώθηκε η αντίστροφη  πορεία: Αντί να μεταναστεύουν οι εργαζόμενοι προς τις μονάδες παραγωγής άρχισαν πλέον να μεταναστεύουν οι μονάδες παραγωγής προς τους φτηνούς εργαζόμενους. Η λύση αυτή απέδωσε ό,τι μπορούσε να αποδώσει για να λειτουργήσει και πάλι ο κορεσμός  ή μάλλον το «ακόρεστον» του κέρδους.

Και τότε αρχίζει ένας άλλος ανταγωνισμός: Ποιος  θα βγάλει τα πιο έξυπνα προϊόντα, ποιος θα εκτοπίσει τον άλλον και να κυριαρχήσει αυτός στην αγορά. Στο προσκήνιο έρχεται πιο έντονα τώρα η καινοτομία, η επινόηση νέων, έξυπνων και ανταγωνιστικών προϊόντων, που εκπλήσσουν και γοητεύουν.

Επινοούνται πράγματα που δεν μπορούσε να φανταστεί ποτέ ο ανθρώπινος νους. Η γνώση αποθεώνεται! Τεχνολογία εκθειάζεται. Η κοινωνία της γνώσης εξιδανικεύεται.  Οι γνώσεις, οι γνώσεις, οι γνώσεις! Γιατί η γνώση σημαίνει δύναμη, αύξηση της παραγωγής, μεγιστοποίηση του κέρδους!

Δυστυχώς όμως,  μέσα στα πλαίσια αυτά, όταν λέμε γνώση  δεν εννοούμε την εσωτερική καλλιέργεια και τη βελτίωση του Ανθρώπου. Αυτά θεωρούνται παλιές ιστορίες αναχρονιστικές. Οι παραδοσιακές αξίες πάνω στις οποίες στηρίχθηκε ο ελληνικός και ο ευρωπαϊκός πολιτισμός έπαυσαν να απασχολούν τις σύγχρονες κοινωνίες.

Οι σημερινές κοινωνίες και ο σημερινός πολιτισμός με την στροφή που έχουν πάρει στηρίζονται στην υλική πλευρά των πραγμάτων και της ζωής. Οι ηθικές και οι πνευματικές αξίες, ο Άνθρωπος και ο ανθρωπισμός έπαυσαν να αποτελούν πλέον τους βασικούς πυλώνες που επί αιώνες στήριζαν τον ελληνικό και τον ευρωπαϊκό πολιτισμό.

Και αν τύχει να  πεις σήμερα ότι δεν μπορείς να κάνεις αυτό ή το άλλο, γιατί δεν σου το επιτρέπουν οι αρχές και οι αξίες σου, παίρνεις από τον υποτιθέμενο ειδικό την απάντηση ότι πρέπει να ξεπεράσεις τις εμμονές σου.

Συχνά δηλαδή οι αρχές και οι αξίες εκλαμβάνονται ως εμμονές, ως ψυχοπαθολογική κατάσταση που χρήζει θεραπείας! Ως η επιδιωκόμενη γνώση και μάθηση σήμερα θεωρείται, όπως είπαμε,  η κατάρτιση του εργαζόμενου στις δεξιότητες και τις ικανότητες που απαιτούν κάθε φορά οι ανάγκες της παραγωγής. Όταν μάλιστα η Ευρωπαϊκή Ένωση μιλάει για δια βίου παιδεία εννοεί κατά κανόνα την τεχνολογική κατάρτιση. Η λέξη κατάρτιση έγινε βασικό ζητούμενο της εκπαιδευτικής πολιτικής και του παιδαγωγικού (;) λεξιλογίου, γιατί ευνοεί την παραγωγή και το κέρδος.

Προφανώς δεν εννοούμε ότι οι επιδιώξεις αυτές είναι κακές, αλλά επιτέλους όχι μόνον αυτές. Γιατί σήμερα, όπως λειτουργεί το σύστημα, η εκπαίδευση τίθεται στην υπηρεσία της παραγωγής, όχι στην υπηρεσία του ανθρώπου.

Είναι γι’ αυτό που οι άνθρωποι έπαυσαν να είναι σοφοί και αποκομίζουν απλώς γνώσεις ή πληροφορίες αποκομμένες και άσχετες μεταξύ τους. Ζητείται λοιπόν ένα  σχολείο που θα μάθει τους σημερινούς μαθητές και αυριανούς πολίτες να επεξεργάζονται τις πληροφορίες και να τις μετατρέπουν σε γνώσεις· μάλιστα όχι απλώς σε γνώσεις μεμονωμένες και ασύνδετες μεταξύ τους,  αλλά σε γνώσεις ενταγμένες σε ένα ευρύτερο γνωστικό σύνολο, έτσι που να μπορούν  να οδηγήσουν σε αναστοχασμό  και ενδεχομένως στη  σοφία και το ήθος.

Γιατί τα αρνητικά της σημερινής εκπαιδευτικής πράξης τα γευόμεθα ήδη με το περιπλέον: Οι άνθρωποι αποξενώνονται, ο πλησίον της ευαγγελικής περικοπής έπαυσε να μας απασχολεί, τα ήθη εξαγριώνονται, ανταγωνισμός οργιάζει και ο διαγκωνισμός των προσώπων αποτελεί καθημερινό τρόπο ζωής. Άμεσο  αποτέλεσμα οι βαρβαρισμοί και η βία.  Βία στα γήπεδα,  βία στην οικογένεια, βία στα σχολεία, βία παντού. Έτσι, η πολυδιαφημισμένη κοινωνία της γνώσης μετασχηματίζεται βαθμιαία σε κοινωνία της απόγνωσης.

Βέβαια το Πανεπιστήμιο ως ιστορικό υποκείμενο δεν λειτουργεί μέσα σε ένα απέραντο κενό. Ζει μέσα σε μια κοινωνία και δεν μπορεί να αδιαφορεί για τις ανάγκες της. Αυτό τονίζεται και στο παρόν κείμενο, με μια διαφορά:

Υποστηρίζει ότι οι κοινωνικές ανάγκες δεν εντοπίζονται σήμερα μόνο στην οικονομία και την παραγωγή· εντοπίζονται πολύ περισσότερο στις ανθρώπινες σχέσεις και στην αδιαφορία του ανθρώπου για τον Άνθρωπο.

Γι’ αυτό θεωρώ ότι είναι η στιγμή να επιμείνουμε σε μια εκπαίδευση κι ένα Πανεπιστήμιο στην υπηρεσία του Ανθρώπου και όχι σε ένα Πανεπιστήμιο στην υπηρεσία της αγοράς. Είναι η στιγμή που πρέπει να κάνομε το μεγάλο restart, την μεγάλη επανεκκίνηση και να επιμείνουμε στη διασύνδεση της συμπεριφοράς μας με τις βαθύτερες ανθρωπιστικές και ηθικές αξίες.

Αναστοχαζόμενος πάνω σε αυτά τα καίρια ζητήματα  η σκέψη μου μεταφέρεται  στο παλαίφατο Πανεπιστήμιο του Humboldt στο Βερολίνο. Διασχίζοντας κανείς την κύρια αίθουσα και ανεβαίνοντας τη σκάλα προς τον πρώτο όροφο, όπου βρίσκονται τα πορτρέτα των τιμημένων με βραβείο Nobel καθηγητών του,  υπάρχει γραμμένο με χρυσά γράμματα το σύνθημα ενός παλαιού φοιτητή:

«ΟΙ ΦΙΛΟΣΟΦΟΙ ΕΡΜΗΝΕΥΣΑΝ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ. ΣΚΟΠΟΣ ΕΙΝΑΙ ΝΑ ΤΟΝ ΑΛΛΑΞΟΥΜΕ».  Και διερωτώμαι: Αυτή η νοσταλγία του νεαρού φοιτητή θα παραμένει εσαεί μια ρομαντική ουτοπία ή θα προσπαθήσομε όντως να αλλάξουμε τον κόσμο;

Δύσκολη και τολμηρή η απόφαση. Νομίζω όμως ότι είναι η στιγμή να δοκιμάσει καθένας στον δικό του μικρόκοσμο, στο περιβάλλον του. Εξάλλου, αυτός ο κόσμος «ο μικρός, ο Μέγας» από πολλούς μικρόκοσμους αποτελείται. Ας είναι λοιπόν αυτό μια προτροπή και μια πρόκληση για το νέο έτος 2024: Να ξεκινήσομε από τον εαυτό μας και από το περιβάλλον μας.

* Ο Ι. Ε. Πυργιωτάκης είναι ομότιμος καθηγητής – πρ. αντιπρύτανης Πανεπιστημίου Κρήτης-Επίτιμο μέλος του Φιλολογικού Συλλόγου Παρνασσός -Τακτικό μέλος της Εθνικής Εταιρείας Ελλήνων Λογοτεχνών