Όταν ήμασταν παιδιά, ήταν το αγαπημένο μας παιχνίδι! Τώρα που έχουμε πια μεγαλώσει, για κάποιους φαίνεται πως εξακολουθεί να είναι ακόμα. Ο λόγος για το παιχνίδι «κλέφτες και αστυνόμοι» που ζωντάνευε τα ταξίδια μας στις φιλόξενες παιδικές μας πατρίδες. Τότε, με όπλο την ορμή της φαντασίας μας και με ασπίδα την παιδική μας αθωότητα, μετράγαμε την αδρεναλίνη που μας προκαλούσε, με τους χτύπους της καρδιάς μας. Τώρα, που δεν είμαστε πια τόσο αγνοί και η φαντασία μας έχει σχεδόν στερέψει, το παιχνίδι αυτό για ενήλικες μπορεί να αποβεί πολύ επικίνδυνο!

Τις τελευταίες μέρες, αποτελεί θέμα συζητήσεων και διαβουλεύσεων το νομοσχέδιο που προωθεί η κυβέρνηση προς ψήφιση στη Βουλή, με το οποίο θέτει το Πανεπιστήμιο υπό αστυνομικό έλεγχο, επιτήρηση και εποπτεία. Σύμφωνα με το νομοσχέδιο αυτό, δημιουργείται η ειδική «Ομάδα Προστασίας Πανεπιστημιακού Ιδρύματος» και θεσμοθετούνται νέα μέτρα ασφάλειας εντός του πανεπιστημιακού χώρου. Θα ελέγχεται η είσοδος στο κάθε πανεπιστημιακό ίδρυμα, η οποία δεν θα είναι πλέον ελεύθερη για όλους.

Δηλαδή με απλά λόγια, μετά την Ελληνική Αστυνομία, τη Δημοτική Αστυνομία, τις Ομάδες Αποκατάστασης Τάξης (ΜΑΤ), τις Ομάδες Δίκυκλης Αστυνόμευσης (ΔΙ.ΑΣ), τη Δύναμη Ελέγχου Ταχείας Αντίδρασης (ΔΕΛΤΑ), την Ομάδα Πρόληψης και Καταστολής Εγκλήματος (ΟΠΚΕ), τους Ειδικούς Φρουρούς και την Ομάδα Διαχείρισης και Οριοθέτησης Συναθροίσεων (ΟΔΟΣ), (Τα παιδιά με τις γαλάζιες στολές), φαίνεται πως είμαστε τώρα πανέτοιμοι να υποδεχτούμε και την Πανεπιστημιακή Αστυνομία!

Τόση αστυνόμευση δεν είχαμε ποτέ! Γιατί άραγε να συμβαίνει τώρα; Μα γιατί τώρα είναι η «ευκαιρία»! Δεν χωράει καμία αμφιβολία ότι η κυβέρνηση εργαλειοποιεί την πανδημία, προκειμένου να αποκτήσει η ίδια την «ανοσία» που θα την προστατεύσει στο μέλλον από την κοινωνική αμφισβήτηση. Είναι φυσικό να το κάνει.

Αυτό άλλωστε πράττουν και όλες οι εξουσίες ανά τον κόσμο σήμερα. Εκμεταλλεύονται και αξιοποιούν στο μέγιστο βαθμό το φόβο που έχει προκαλέσει η πανδημία στον κόσμο που, όπως είναι φυσικό, νιώθει αποσβολωμένος και αδύναμος μπροστά στην απειλή του θανάτου και αναζητά προστάτες και καθοδηγητές. Οι εξουσίες λοιπόν αυτοπροτείνονται για να παίξουν αυτό το ρόλο.

Μα θα μου πείτε: «Στον αβέβαιο κόσμο που ζούμε σήμερα δεν χρειάζεται η αστυνόμευση;» Η απάντηση είναι προφανής. Και βέβαια χρειάζεται, αλλά εκεί όπου το απαιτεί η ανάγκη και χωρίς υπερβολές. Φανταστείτε, για παράδειγμα, να μην υπήρχε αστυνόμευση για την επιτήρηση των μέτρων αποστασιοποίησης μέσα στις καραντίνες. Δεν υπάρχει νομίζω κανένας νοήμων πολίτης που να αμφισβητεί το αποτέλεσμα που θα είχαμε τότε, με πολλαπλάσιους νεκρούς και νοσούντες, αλλά και με μια κατάσταση που θα είχε ξεφύγει από κάθε έλεγχο. Εδώ όμως το διακύβευμα είναι η Δημόσια Υγεία και η ζωή των πολιτών!

Από την άλλη πλευρά όμως δεν θα πρέπει αυτού του τύπου η αστυνομοκρατία να επεκταθεί και να παγιωθεί σε όλους τους χώρους της δημόσιας ζωής, για τα χρόνια που έρχονται. Μια τέτοια ενέργεια, όχι μόνο θα στερούσε από τους πολίτες το δημοκρατικό αίσθημα της ελευθερίας, προς χάριν μιας κάποιας υποτιθέμενης ασφάλειας, αλλά και θα δίχαζε ολόκληρη την κοινωνία. Οι Έλληνες δεν θέλουμε και πολύ μεγάλη προσπάθεια για να διχαστούμε και το έχουμε αποδείξει αυτό ιστορικά!

Η αστυνομοκρατία λοιπόν, ως μια μελλοντική εν δυνάμει κατάσταση, θα μπορούσε να επιφέρει ακόμα μια εμφύλια σύγκρουση με ανεξέλεγκτες τις συνέπειές της. «Η δράση προκαλεί την αντίδραση»: Για τη Φυσική αποτελεί νόμο. Για την κοινωνία κανόνα. Το αγαπημένο παιδικό παιχνίδι θα μετατραπεί τότε σε άσχημη περιπέτεια ενηλίκων. Οι μισοί Έλληνες θα ταυτιστούν με τους «κλέφτες», όποιοι κι αν είναι αυτοί, και οι άλλοι μισοί με τους «αστυνόμους».

Μην κοιτάτε τώρα που δεν έχουμε κάνει ακόμα το εμβόλιο. Μόλις το κάνουμε όλοι και αναντρανίσουμε, θα αρχίσουμε να διώχνουμε σιγά-σιγά το φόβο από μέσα μας και να «υποδεχόμαστε» τα πολλαπλά προβλήματα που θα μας έχει συσσωρεύσει η μεγάλη υγειονομική κρίση.

Μπροστά στους εφιάλτες της ανεργίας και της ανέχειας θα ξαναβρούμε και τη φωνή μας και τη δύναμή μας! Τότε, τα μόνα που μπορεί να μας σώσουν είναι, η ψυχραιμία, η σύνεση και η λογική που θα πρέπει να εξισορροπούν την παράνοια.

Μια μικρή δόση από αυτό το «μάθημα ισορροπίας» την πήραμε πολύ πρόσφατα, τη μέρα του Πανεκπαιδευτικού συλλαλητηρίου για τα πανεπιστήμια. Λίγες μέρες πριν, κάποιος ανόητος και αφελής συνάμα, από την πλευρά της Αστυνομίας ή του αρμόδιου υπουργείου, έθεσε σε ισχύ το νόμο που απαγορεύει τις συναθροίσεις που υπερβαίνουν τα 100 άτομα, ακριβώς για να αποθαρρύνει την παραπάνω συγκέντρωση στην Αθήνα, αλλά και στις άλλες μεγάλες πόλεις της χώρας.

Οι χιλιάδες των νεαρών διαδηλωτών που διαμαρτυρήθηκαν ενωμένοι, στους δρόμους της Αθήνας, φορώντας τις μάσκες τους, αποτελούν βεβαίως για κάποιους μια μικρή μειοψηφία, αλλά ζωντανή και ενθουσιώδη, όπως άλλωστε ήταν και όλες εκείνες οι μειοψηφίες που έχουν καταφέρει μέχρι σήμερα να γράψουν ιστορία, αλλάζοντας ουσιαστικά και οδηγώντας μπροστά ετούτο τον κόσμο!

Ευτυχώς όμως, την ανοησία του εμπνευστή της επιβολής του νόμου κατά των συναθροίσεων, κατάφερε να την εξισορροπήσει η απόφαση κάποιου εχέφρονα αξιωματούχου να μην εφαρμόσει αυτό το νόμο, αλλά να αφήσει τη διαμαρτυρία να ολοκληρωθεί ειρηνικά, με διακριτική την παρουσία της αστυνομίας. Η κατάληξη ήταν αίσια.

Το Πανεπιστήμιο, τόσο στην Ελλάδα όσο και διεθνώς, κατά τον 21ο αιώνα έχει υποστεί έναν δομικό μετασχηματισμό. Έχει ουσιαστικά συντελεστεί η μετάβασή του από έναν κυρίαρχο χώρο ελεύθερης σκέψης, έκφρασης, έρευνας, δημιουργίας μόρφωσης και διάδοσης ιδεών, σε έναν συρρικνωμένο χώρο επαγγελματικών επιδιώξεων, που παραπέμπει περισσότερο σε σχολή επαγγελματικής κατάρτισης και αποκατάστασης.

Αυτός ο μετασχηματισμός είναι προϊόν του δόγματος του νεοφιλελευθερισμού που συνδέει άρρηκτα το Πανεπιστήμιο με την αγορά εργασίας.

Στη χώρα μας, όπως όλα δείχνουν, βαδίζουμε ακάθεκτοι προς το τέλος της εποχής του Δημόσιου Πανεπιστήμιου. Τα ιδιωτικά πανεπιστήμια είναι έτοιμα να εισβάλουν δυναμικά και να αλώσουν το χώρο της Ανώτατης Παιδείας μας, επιβάλλοντας κι εκεί τους κανόνες της ελεύθερης αγοράς. Θεωρώ λοιπόν εντελώς άκαιρο, άστοχο, αλλά και αχρείαστο, τον ζήλο που έχουν επιδείξει σήμερα οι κυβερνώντες για τη δημιουργία της Πανεπιστημιακής Αστυνομίας, αφού σε λίγα χρόνια, περισσότερο χρήσιμοι θα είναι οι «κράχτες» στις εισόδους των Δημόσιων Πανεπιστημίων μας, προσελκύοντας φοιτητές, παρά οι αστυνομικοί που θα τους εμποδίζουν να εισέλθουν!

Τα συνθήματα στους τοίχους είναι μηνύματα από το μέλλον. Μέσα σε λίγες λέξεις συμπυκνώνουν πικρές αλήθειες. Ένα τέτοιο σύνθημα διάβασα πρόσφατα σε τοίχο της πόλης μας: «Μπάτσοι παντού, γιατροί πουθενά». Άλλη μια πικρή αλήθεια που την επιβεβαιώνει η πραγματικότητα: Στον προϋπολογισμό του τρέχοντος έτους, οι δαπάνες για τη Δημόσια Υγεία είναι περικομμένες κατά 572 εκατομμύρια ευρώ, ενώ προβλέπονται και νέες προσλήψεις στην αστυνομία.

Σύμφωνα επίσης με στοιχεία της Στατιστικής Υπηρεσίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης του 2018, η Ελλάδα είναι η τελευταία χώρα στην Ευρώπη σε αναλογία ιατρών γενικής ιατρικής ανά 100.000 κατοίκους (34 γιατροί), ενώ την ίδια στιγμή φιγουράρει στη δεύτερη θέση στην αναλογία αστυνομικών ανά 100.000 κατοίκους (500 αστυνομικοί). Όμως ο τρόμος υπερτερεί κατά τον Λένιν ως «εργαλείο κοινωνικής υγιεινής».

Υ.Γ. Η αρχική ιδέα της δημιουργίας ενός αστυνομικού «στρατού» ανήκει στον αλήστου μνήμης πρωθυπουργό της χούντας Σπύρο Μαρκεζίνη. Τα ΜΑΤ αντικαταστάθηκαν στις πρώτες κυβερνήσεις του Ανδρέα Παπανδρέου με τα ΜΕΑ (Μονάδες Ειδικών Αποστολών), αλλά αργότερα επανήλθαν δριμύτερα, για όσους τολμούν να αντιστέκονται στην εξουσία.

https://moschonas.wordpress.com