Η πεντηκοστή επέτειος της αιματηρής εισβολής στην Κύπρο, θα μπορούσε και θα έπρεπε να είναι σήμερα διαφορετική. Αρκεί να υπήρχε περισσότερη γενναιότητα.
Η προοπτική της επανένωσης θα μπορούσε να μην δείχνει σήμερα τόσο μακρινή, αν η ελληνοκυπριακή ηγεσία έδειχνε μια κάποια γενναιότητα.
Την περίοδο της ελληνοτουρκικής προσέγγισης κοντά στην αλλαγή χιλιετίας, φτάσαμε κοντά στη λύση, αλλά και τότε, δυστυχώς, εξέλειπε η γενναιότητα.
Το περασμένο Σάββατο 20 Ιουλίου, συμπληρώθηκαν ακριβώς πενήντα χρόνια από την τουρκική εισβολή στην Κύπρο και την κατοχή του 37% του νησιού. Σάββατο ήταν και τότε. Στις 20 του Ιούλη του 1974.
Η επιχείρηση «Αττίλας» ξεκινούσε χαράματα στην παραλία Πέντε Μίλι, δυτικά της Κερύνειας. Οι μνήμες κάθε χρόνο τέτοιες μέρες ζωντανεύουν και κυρίως οι θύμησες όσων βίωσαν τα γεγονότα που οδήγησαν στην τραγωδία: Το πραξικόπημα, η εισβολή, ο ξεσηκωμός, η καταστροφή.
Από το ’74 και μετά, δύο γενιές Kυπρίων γεννήθηκαν και μεγάλωσαν ακούγοντας κάθε χρόνο τέτοια εποχή τις μαρτυρίες των ανθρώπων που έχασαν τότε τους δικούς τους, τα σπίτια και τις περιουσίες τους.
Μαζί με αυτές τις μαρτυρίες όμως ακούνε και μια σειρά από γενικόλογες διακηρύξεις της πολιτικής ηγεσίας των Eλληνοκυπρίων και επαναλαμβανόμενες μεγαλοστομίες, για «συνέχιση του αγώνα» – να υποθέσω μέχρι τα 100 χρόνια – και την στερεότυπη πλέον υπόσχεση «Δεν ξεχνώ», που στοιχειώνει το παρελθόν και προδιαγράφει το αβέβαιο μέλλον του «άλυτου προβλήματος».
Έτσι, στο διάβα των καιρών, το «Κυπριακό» έγινε λέξη συνώνυμη του «άλυτου προβλήματος». Οι παλαιότεροι έχουν κουραστεί να ακούνε για ατέρμονες συνομιλίες επί συνομιλιών χωρίς αποτέλεσμα.
Οι νεότεροι απέχουν από κάθε τέτοιου είδους συζήτηση και είναι πλέον πεπεισμένοι πως δεν αξίζει να ασχολείται κανείς με αδιέξοδα. Όμως το μεγάλο αυτό πρόβλημα που παραμένει άλυτο εδώ και μισό αιώνα, δεν τελείωσε, αλλά αλλάζει διαρκώς μορφές.
Αποτελεί από μόνο του έναν αναχρονισμό, που υπονομεύει την πρόοδο στην Κύπρο, περιορίζει τις δυνατότητες της οικονομίας και τροφοδοτεί κάθε λογής λαϊκισμό.
Η ιστορική και δημοσιογραφική έρευνα στο νησί έχει δώσει σημαντικά δείγματα γραφής μέσα από ντοκουμέντα που διατηρούνται σε πολύτιμα αρχεία, τα οποία αναδεικνύουν τη φρίκη της εισβολής, τον ανθρώπινο πόνο και τις ακρότητες μεταξύ των δύο κοινοτήτων.
Στοιχεία όμως που, δυστυχώς, δεν υπερέχουν στη δημόσια συζήτηση. Οι πολλές όψεις της αλήθειας στην μακρινή διαδρομή του «Κυπριακού», συνοδεύονται από ισχυρά τεκμήρια. Καταδεικνύουν με σαφήνεια τα σοβαρά ελλείμματα της πολιτικής ηγεσίας, τις χαμένες ευκαιρίες και όλες τις σκοτεινές διαδρομές.
Πέρασε όμως έτσι μισός αιώνας, χωρίς κανένας από τους υπαίτιους του πραξικοπήματος εναντίον του Μακαρίου να καταδικαστεί, όταν ήταν ακόμα νωπά τα γεγονότα. Δεν υπήρξε επίσης καμία ουσιαστική και εμπεριστατωμένη έρευνα για τα κοινά εγκλήματα που διαπράχθηκαν από φανατικούς της τυφλής βίας εναντίων των δύο κοινοτήτων.
Να μην ξεχνάμε και τους φασίστες και εθνικιστές της ΕΟΚΑ Β΄. Πρέπει να μάθουν οι δύο κοινότητες και να αναγνωρίσουν τι έγινε και από τις δύο πλευρές. Τι διέπραξε η μια εις βάρος της άλλης. Ο πόλεμος είναι πόλεμος, αλλά οι δολοφονίες αμάχων είναι εγκλήματα. Η αλήθεια αποτελεί προϋπόθεση για την εδραίωση της ειρηνικής συνύπαρξης.
Οι Κύπριοι απέτυχαν στο να προσεγγίσουν την αλήθεια με τις πολλές όψεις. Ο λαός δεν κατάφερε να καταδείξει την ενοχή των λίγων παραφρόνων και οι ηγέτες του, χωρίς καμία αίσθηση υπευθυνότητας, δεν απέφυγαν να υποπέσουν σε ίδια λάθη και στο μέλλον.
Το «Κυπριακό» ήταν και παραμένει κορυφαίο διεθνές ζήτημα εισβολής και κατοχής σε βάρος ενός ανεξάρτητου κράτους, που είναι μέλος του ΟΗΕ, αλλά και κράτος-μέλος της Ε.Ε.. Το «Κυπριακό» δεν υπήρξε ποτέ ως ελληνοτουρκική διαφορά, ούτε και διαφορά ανάμεσα σε Ελληνοκύπριους και Τουρκοκύπριους του νησιού. Εκείνοι άλλωστε δεν είχαν τίποτε να χωρίσουν.
Ήταν όμως ένα ζήτημα υψηλού ενδιαφέροντος που ανατίθετο πάντοτε σε τρίτους. Το διαχειρίζονταν και το αξιοποιούσαν κατά το δοκούν οι ισχυροί ευρωατλαντικοί σύμμαχοι, για τα δικά τους κυρίως γεωπολιτικά συμφέροντα…
Στα δημοσιευμένα αμερικανικά έγγραφα βρίσκουμε σαφείς αποδείξεις ότι η τότε κυβέρνηση των ΗΠΑ γνώριζε τις τουρκικές κινήσεις για εισβολή στο νησί, πολύ πριν να συμβεί αυτή. Οι ΗΠΑ δεν είχαν την παραμικρή ενόχληση για το πραξικόπημα και την ανατροπή του Μακαρίου.
Ανησυχούσαν μόνο για το ενδεχόμενο μιας μονομερούς ενέργειας της Αθήνας, που θα άλλαζε το στάτους του νησιού. Για παράδειγμα, μια διακήρυξη ένωσης με την Ελλάδα, αλλά και για κάθε άλλη ενέργεια που θα συνιστούσε αποσταθεροποιητικό παράγοντα για την Νοτιοανατολική πτέρυγα του ΝΑΤΟ ή θα έδινε την ευκαιρία ανάμειξης τρίτων, δηλαδή της Σοβιετικής Ένωσης.
Είναι γεγονός ότι, η Κυπριακή Δημοκρατία βασίστηκε πάνω στα σαθρά θεμέλια μιας «εξαρτημένης ανεξαρτησίας» των συνθηκών της Ζυρίχης και του Λονδίνου, με εγγυήτριες δυνάμεις την Μεγάλη Βρετανία, την Τουρκία και την Ελλάδα. Ο κυπριακός λαός ουδέποτε αποφάσισε μόνος του, ούτε όρισε ο ίδιος τη μοίρα του.
Η Κύπρος βρέθηκε στην καρδιά της Νοτιοανατολικής πτέρυγας του ΝΑΤΟ, με συνέπεια να αποτελεί πάντα αντικείμενο διαπραγμάτευσης της Ελληνικής και της Τουρκικής πλευράς με τους Αμερικάνους, τα αφεντικά δηλαδή της συμμαχίας. Η διχοτόμηση της Κύπρου με στρατιωτική κατοχή, μια χαρά βόλεψε το ΝΑΤΟ και τις ΗΠΑ.
Έκαναν κι εκεί πάλι τη «δουλίτσα» τους, όπως την κάνουν σήμερα και στην Παλαιστίνη. Ανάμεσα σε ένα ανεξάρτητο Παλαιστινιακό κράτος και στο Ισραήλ, τα συμφέροντά τους δεν είναι με τον αδύναμο αλλά με τον ισχυρό. Όσο για το «δίκαιο», είναι λέξη που δεν υπάρχει στο λεξιλόγιο του συμφέροντος. Μοιάζουν τόσο πολύ αυτές οι δύο περιπτώσεις.
Η τραγωδία της Κύπρου και η τραγωδία της Παλαιστίνης, γιατί και οι δύο οφείλονται στην επέμβαση ξένων δυνάμεων. Εκείνες οι δυνάμεις είναι που δημιουργούν το πρόβλημα και προφανώς δεν επιθυμούν τη λύση του…
Η Κυπριακή τραγωδία εξελίχθηκε με δύο ιστορικά γεγονότα, τα οποία και διαμόρφωσαν τους όρους και τις προϋποθέσεις της σημερινής κατάστασης. Το πρώτο αφορά το πραξικόπημα και την ανατροπή του Μακαρίου, στις 15 Ιουλίου του 1974.
Το δεύτερο αφορά την τουρκική εισβολή που εξελίχθηκε σε δύο φάσεις: Η πρώτη ξεκίνησε στις 20 Ιουλίου 1974 με την επιχείρηση «Αττίλας» και η δεύτερη στις 14 Αυγούστου του ίδιου έτους, με την επιχείρηση «Αττίλας 2».
Μισός αιώνας μεταπολίτευσης έκλεισε εχθές. Η κυπριακή τραγωδία αποτελεί μια χαίνουσα πληγή που άνοιξε πριν από μισό αιώνα και δεν λέει να κλείσει ακόμα.
Συνιστά κορυφαίο εθνικό ζήτημα για τους Ελληνοκύπριους και για τους Έλληνες, αλλά πρωτίστως αποτελεί και μείζον διεθνές πρόβλημα, αφού πάνω στο μαρτυρικό νησί διαπράχθηκε και εξακολουθεί να διαπράττεται, καθημερινά έως και σήμερα, ο απόλυτος εξευτελισμός κάθε έννοιας διεθνούς δικαίου, είτε αυτό αφορά τα ανθρώπινα δικαιώματα, είτε τη διεθνή νομιμότητα, έτσι όπως αυτή καταγράφεται στις αποφάσεις του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών.
Ούτε καν η περίφημη «τεχνητή νοημοσύνη» είχε κάποια λύση να προτείνει για το ζήτημα του «Κυπριακού», όταν της ζητήθηκε να το πράξει. Η απάντηση που έδωσε το «ChatGPT» ήταν άκρως διπλωματική, άρα και αποθαρρυντική: «Είναι πέρα από το πλαίσιο της εργασίας μου να προτείνω μια συγκεκριμένη και ολοκληρωμένη λύση για το κυπριακό πρόβλημα.
Το κυπριακό ζήτημα είναι μια σύνθετη και μακροχρόνια σύγκρουση με βαθιά ιστορία και πολυάριθμους πολιτικούς, πολιτιστικούς και ιστορικούς παράγοντες».
Ίσως όμως, στην επέτειο των 100 χρόνων, με την εξέλιξη και της τεχνολογίας, να έχουμε τη λύση του «Κυπριακού». Μόνο που, αρκετοί από εμάς, φοβάμαι πως δεν θα το ζήσουμε!