Περνούσα μπροστά από την είσοδο μιας πολυκατοικίας που είχε ανοιχτή την πόρτα (φαίνεται, συνεργείο μέσα καθάριζε) και ξαφνικά όρμηξε από μέσα ένας σκύλος, μεγάλος, θα έλεγα ίσα μ’  ένα λιοντάρι, με περιλαίμιο, και άρχισε να γαβγίζει εναντίον μου δυνατά και άγρια, και να μου δείχνει απειλητικά τα μεγάλα δόντια του.  Για να πω την αλήθεια, τρόμαξα και κόντεψα να πέσω κάτω από το στενό πεζοδρόμιο, επάνω στα παρκαρισμένα στον δρόμο αυτοκίνητα. Μια φωνή δεσποινιδίστικη ακούστηκε από μέσα.

– Ήσυχα, Τηλέμαχε! Έλα μέσα!

Και ύστερα πρόβαλε μια όμορφη νεαρή δεσποινιδούλα, με βαμμένα κόκκινα νύχια, κόκκινα χείλια, και χαμογελαστή, χαϊδεύοντας τον σκύλο, προσπάθησε να με καθησυχάσει.

– Καλέ, μη φοβάστε… Δεν δαγκάνει…

– Παρακαλώ! απάντησα. Με το «Μη φοβάστε. Δεν δαγκάνει», εγώ δεν ηρεμώ. Πραγματικά τρόμαξα, έτσι ξαφνικά που όρμηξε εναντίον μου ο «Τηλέμαχός»  σας. Σας παρακαλώ να μην τον αμολάτε ελεύθερο στον δρόμο, τόσο άγριος που είναι. Ασφαλώς τρομάζει τον κόσμο, και ιδίως τα μικρά παιδιά. Έξω από το διαμέρισμά σας να τον κρατάτε περιορισμένο με το λουρί. Και να τον προσέχετε.  Και το επεισόδιο έληξε. Έφυγα. Τις προάλλες βρισκόμουν μπροστά στην είσοδο της  δικιάς μας πολυκατοικίας. Ετοιμαζόμουν να βγάλω το αυτοκίνητο από το γκαράζ. Θα πηγαίναμε για ψώνια. Εκείνη την στιγμή πέρασε μια ηλικιωμένη κυρία τραβώντας με λουρί ένα χαριτωμένο άσπρο και καθαρό σκυλάκι, μικρό ίσα με μια γάτα. Ήταν γουστόζικο. Ξαφνικά σταμάτησε το όμορφο σκυλάκι ακριβώς απέναντι από την είσοδό μας.

Και άρχισε να κάνει τα κακά του επάνω στην άσφαλτο, κοντά στο απέναντί μας πεζοδρόμιο. Σταμάτησε και η ηλικιωμένη κυρία και το περίμενε υπομονετικά. Εγώ έβλεπα, αλλά δεν μίλησα. Τελείωσε το σκυλάκι. Ήμουν έτοιμος να μαλώσω, αν η ιδιοκτήτριά του δεν μάζευε τα περιττώματα. Όμως εκείνη ήταν προετοιμασμένη γι’ αυτό. Φόρεσε πλαστικά γάντια, έβγαλε από την τσάντα της μια ειδική σακουλίτσα, γύρισε το μέσα έξω, μάζεψε προσεκτικά τα περιττώματα μ’ αυτήν , την ξαναγύρισε από την καλή, και, επίτηδες, χωρίς να κοιτάξει καθόλου προς τα εμένα (ασφαλώς είχε καταλάβει ότι την παρακολουθούσα) έφυγε. Παραπέρα έριξε το σακουλάκι και τα γάντια στον κάδο απορριμμάτων. Όλα τα είχε κάνει νόμιμα και τέλεια. Εγώ όμως σιχάθηκα. Και θα πήγαινα και για ψώνια…

Τελευταία μόδα έχει γίνει να έχομε σκύλους και γάτες στα σπίτια μας. Καλό είναι αυτό. Είναι εξάλλου μια παρέα στην μοναξιά μας  εξαιτίας της καραντίνας με την πανδημία. Όμως αυτό προϋποθέτει σοβαρή δέσμευση και υποχρεώσεις, που δεν πρέπει να τις παραβλέπομε.