Η κλιματική αλλαγή βρίσκεται ήδη εδώ και μας έχει ήδη προειδοποιήσει πολλάκις για τα δυσμενή της αποτελέσματα. Η τελευταία που επισκέφτηκε στη χώρα μας είχε τα γνωστά επακόλουθα στην πολιτική σφαίρα και την κοινωνία.
Τώρα που πέρασε κάποιο διάστημα απ’ αυτή, είδαμε πόσο απαραίτητο ήταν το αρμόδιο υπουργείο, αλλά πόσο περισσότερο εξοικειωμένο πρέπει να είναι με αυτού του είδους τις καταστροφές, γιατί μαθηματικά θα επαναληφθούν στο μέλλον, χειμώνα ή καλοκαίρι, με κάποιο άλλο προσωπείο.
Η αντιμετώπιση του μελλοντικού κινδύνου και του όποιου προβλήματος ήθελε προκύψει, όμως, καθώς και της προετοιμασίας γι’ αυτό, απαιτεί σκέψη, περίσκεψη, γνώση, συναίνεση και κυρίως καθορισμός των εξουσιών και δράσεων την συγκεκριμένη κατάλληλη στιγμή.
Οι καταστροφές συνήθως δεν προειδοποιούν τις κοινωνίες ούτε και προϊδεάζουν για το μέγεθος των επακόλουθων. Οι κοινωνίες και βεβαίως οι πολιτικές ηγεσίες, οφείλουν να είναι όσο γίνεται καλύτερα προετοιμασμένες και κυρίως υποψιασμένες σε κάθε δύσκολη εποχή στην οποία θα μπορούσε να προκύψει καταστροφή.
Σήμερα, σε αντίθεση με προηγούμενες εποχές και χρονικές περιόδους, έχουμε επιστήμονες εξειδικευμένους στη μετεωρολογία και την κλιματολογία, έχουμε σταθμούς που παρατηρούν ή μελετούν παρόμοια φαινόμενα, κι’ απέχουμε πολύ καιρό από τότε που επισκέφτηκε τη γηραιά ήπειρο ο μαύρος θάνατος, έτσι για να αναφέρουμε ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα. Όμως η επιπολαιότητα, η αερολογία και ο λαϊκισμός, ήταν διαχρονικά προβλήματα σε όλες τις κοινωνίες.
Τα τελευταία δύο χρόνια με την γνωστή πανδημία, είδαμε ηγέτες όπως ο Ντόναλντ Τραμπ, ο Μπόρις Τζόνσον, ο Ζαΐρ Μπολσονάρου και άλλοι που αρνούνταν να λάβουν προστατευτικά μέτρα, παρά τις πολλαπλές προειδοποιήσεις των επιστημόνων, κι’ άλλους που δεν δέχονταν, από ανάρμοστη άγνοια, ανοησία ή επικίνδυνη επιπολαιότητα, ότι υπήρχαν εμβόλια για τους δικούς τους λόγους, να έρχονται σε επαφή με τα πιο αντιδραστικά στρώματα της κοινωνίας και με τα γνωστά δυστυχώς απώτερα αποτελέσματα τα οποία ακόμη βιώνουμε.
Ο Νίαλ Φέργκιουσον (Niall Ferguson, Γλασκώβη, 1964- ), είναι ιστορικός και ανατόμος των σύγχρονων κοινωνιών, καθηγητής της ιστορίας του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ. Το 2004 θεωρήθηκε πως είναι ένας από τους εκατό πιο σημαντικούς ανθρώπους στο κόσμο, από το περιοδικό ‘Time’.
Στο τελευταίο του βιβλίο, ‘Doom: The Politics of Catastrophe’, μια καινούργια ιστορική μελέτη που δημοσιεύτηκε τον περασμένο χρόνο, ο συγγραφέας περιγράφει τις καταστροφές που βίωσε η ανθρωπότητα και εστιάζεται κατά κύριο λόγο στην ανικανότητα, τις αυταπάτες και την τύχη που χαρακτηρίζουν τους τρόπους με τους οποίους οι άνθρωποι αντιμετωπίζουν όλες τις καταστροφές που τους επισκέπτονται αιφνιδίως.
Ο Νίαλ Φέργκιουσον μελετά πολλές φυσικές και ανθρωπογενείς καταστροφές, συμπεριλαμβανομένων των ηφαιστειακών εκρήξεων, των λοιμών, του ιρλανδικού λιμού της πατάτας του 1840, του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, της συντριβής του γερμανικού επιβατικού αερόπλοιου Χίντενμπουργκ η οποία έλαβε χώρα στις 6 Μαΐου 1937 στο Τζέρσεϋ, του πυρηνικού ατυχήματος στο Τσερνόμπιλ, μελετά και αναλογίζεται επίσης κάποια δυστοπικά μυθιστορήματα επιστημονικής φαντασίας και, προκλητικά, ατενίζει την προοπτική ενός νέου ψυχρού πολέμου, ετούτη τη φορά μεταξύ των ΗΠΑ και της Κίνας.
Το κεντρικό σημείο του βιβλίου βεβαίως είναι μια συζήτηση για την πανδημία λόγω του Covid-19, όπου κατηγορεί τις δυτικές κυβερνήσεις για την αποτυχία τους να περιορίσουν τον ιό με μαζικά διαγνωστικά τεστ, αλλά αντιτίθεται παράλληλα στα λουκέτα για τις οικονομικές και ψυχικές επιπτώσεις τους στην υγεία των πολιτών.
Δυστυχώς, η δική του οξύαιχμη ματιά στην επιστημονική ανάλυση αποφέρουν ελάχιστες νέες γνώσεις, για να μας υπενθυμίσει ότι ο κορονοϊός εξαπλώνεται γρήγορα μέσω των αεροδρομίων και καταλήγει στο προφανές συμπέρασμα ότι οι καταστροφές είναι απρόβλεπτες και οι πολιτικοί ηγέτες έχουν συνήθως ελάχιστο έλεγχο πάνω τους, δίνοντας έμφαση στο ερώτημα γιατί οι άνθρωποι τις αντιμετωπίζουν γενικώς τόσο αναποτελεσματικά.
Η σοβαρότητα της πανδημίας του κορονοϊού προφανώς ήταν το βαθύτερο κίνητρο για τον Φέργκιουσον ώστε να αναζωπυρωθεί το ενδιαφέρον του για τον ρόλο των διαφόρων καταστροφών στην παγκόσμια ιστορία.
Οι ιστορικοί πάντοτε έχουν την τάση προς μελέτη των ακραίων φαινομένων και των μεγάλων καταστροφών, γράφει ο συγγραφέας, ωστόσο, σπάνια προβληματίζονται πολύ βαθιά για ότι συνέβη αν δεν υπήρχαν, την ίδια στιγμή, θύματα ή σοβαρές απώλειες περιουσιών. Έτσι λοιπόν σε όλες τις καταστροφές, το κοινωνικό πλαίσιο είναι ζωτικής σημασίας.
Ένας τυφώνας ή ένας σεισμός δεν έχει καμία σημασία αν δεν υπάρχουν άνθρωποι εκεί κοντά ή σπίτια που μετατράπηκαν σε χαλάσματα και ερείπια. Οι μεγάλες καταστροφές συμβαίνουν σπάνια και οι ιστορικοί πάντα τις ακολουθούσαν προσπαθώντας να εξηγήσουν τα διαδραματισθέντα, όσο καλύτερα μπορούσαν.
Έτσι, εξηγούν ότι το συγκλονιστικό ξέσπασμα του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου το 1914 προκλήθηκε από δεκαετίες ανταγωνισμού μεταξύ των μεγάλων δυνάμεων της Ευρώπης. Ο συγγραφέας εδώ όμως διαφωνεί, προτιμώντας την άποψη του Τολστόι ότι δηλαδή οι ανθρώπινες συμφορές είναι φυσικά φαινόμενα συγκρίσιμα με έναν τυφώνα. Οι περισσότερες καταστροφές συμβαίνουν όταν ένα πολύπλοκο σύστημα γίνεται κρίσιμο, γράφει, συνήθως ως αποτέλεσμα κάποιας μικρής διατάραξης των υφιστάμενων ισορροπιών.
Χαρακτηρίζει την πανδημία που ζούμε τώρα οικονομική καταστροφή με πολλές χαμένες ζωές, και ως μια μεσαίου μεγέθους καταστροφή που μπορεί φυσικά να συγκριθεί με την πανδημία γρίπης του 1957-1958 αλλά όχι φυσικά με την επική ισπανική γρίπη του 1918-1919 και τα αναρίθμητα θύματά της. Πλέκει πολυποίκιλα ιστορικά παραδείγματα από αιώνες και ηπείρους, παρουσιάζει διαφωτιστικές στατιστικές, καθώς και ενδιαφέρουσες ακαδημαϊκές έρευνες.
Ορισμένες καταστροφές, μας λέει, είναι γεγονότα τόσο σπάνια που κανείς δεν τα προβλέπει, άλλες είναι πολύ μεγάλοι κίνδυνοι που αγνοούνται παρά το προφανές αποτέλεσμά τους, ενώ τέλος κάποιες ξεπερνούν τα όρια σε μέγεθος και μοναδικότητα, αλλά και στην ικανότητά τους να αφήνουν κοινωνική καταστροφή στο πέρασμά τους.
Η ιστορία των καταστροφών είναι η ιστορία που αποτελείται από πολλά ατυχή αλλά και ασήμαντα γεγονότα. Από την αθηναϊκή πανώλη που περιέγραψε για πρώτη φορά ο Θουκυδίδης, στον Μαύρο Θάνατο του 14ου αιώνα, στη βουβωνική πανώλη που σάρωσε την Ευρώπη για τετρακόσια χρόνια, στην πανδημία γρίπης του 1918 και στο πρόσφατο ξέσπασμα του κορονοϊού, η ιστορία των πανδημιών είναι κατά βάθος η ιστορία των κοινωνιών οι οποίες βασανίζονται και μοιράζονται κάθε είδους πληροφορίες.
Το κείμενο βέβαια που αφορά τον κορονοϊό μάλλον δεν είναι ικανοποιητικό επιστημονικά κυρίως επειδή ο ιός δεν έγινε ακόμη ιστορία. Ολοκληρώνοντας την αφήγησή του το φθινόπωρο του 2020, ο συγγραφέας προβλέπει ότι ο κορονοϊός μάλλον θα μείνει στην ιστορία όπως και η ασιατική γρίπη του 1957, η οποία μπορεί να θεωρήθηκε μεγάλη καταστροφή εκείνη την εποχή, αλλά είναι ξεχασμένη από τους περισσότερους κάποιες δεκαετίες αργότερα.
Όμως αυτή η προσωπική εκτίμηση του Φέργκιουσον προηγήθηκε χρονικά αρκετών νέων ανατροπών που εξακολουθούν και σήμερα να διαμορφώνουν την πορεία της πανδημίας, στις οποίες συμπεριλαμβάνονται η εμφάνιση κάποιων νέων και πιθανώς τρομακτικών παραλλαγών, η γεωγραφική εξάπλωση των εμβολίων και ο άγνωστος ακόμη βαθμός προσαρμοστικότητας και ανθεκτικότητας των εμβολίων σε παγκόσμιο επίπεδο.
Παρά την προσπάθεια επιστημονικής αποστασιοποίησης που χαρακτηρίζει το μεγαλύτερο μέρος του βιβλίου, ο Φέργκιουσον αναδύει αρκετές εντυπωσιακές προκαταλήψεις στα τελευταία του κεφάλαια, με χαρακτηριστική την επιθετική του στάση απέναντι στο Πεκίνο και τον αυταρχικό ηγέτη της Κίνας.
Προσθέτοντας μια προειδοποίηση για την ύπουλη πρώιμη συγκάλυψη της επιδημίας του κορονοϊού από το Πεκίνο, ο Φέργκιουσον υποστηρίζει ότι η Αμερική δεν πρέπει να χαλαρώσει ούτε να επαναπαυτεί απέναντι στον αδήλωτο ‘Δεύτερο Ψυχρό Πόλεμο’ της Αμερικής με την Κίνα ετούτη τη φορά!
Δεν εξαρτάται από εμάς αν θα έχουμε ή όχι ψυχρό πόλεμο με την Κίνα, καταλήγει δυσοίωνα. Αν σκοντάψουμε σε έναν τέτοιο πόλεμο, το αποτέλεσμα θα μπορούσε να είναι μια καταστροφή πολύ μεγαλύτερη σε επιπτώσεις ακόμη και από το χειρότερο σενάριο για ετούτον τον ιό.
Αν και κάνει αρκετές αναφορές στην έκρηξη των αμερικανικών μετοχών εν μέσω της πανδημίας, δεν αναφέρει σχεδόν τίποτα για το πώς αυτά τα κέρδη και η άνιση κατανομή των απολεσθεισών θέσεων εργασίας που σχετίζονται με την πανδημία έχουν διευρύνει το ήδη μεγάλο χάσμα πλούτου της Αμερικής, αφού σεβαστό ποσοστό του νέου πλούτου που δημιουργήθηκε τον πρώτο χρόνο της πανδημίας πήγε στο πλουσιότερο 1% της χώρας.
Μελετώντας τέτοια και άλλα παρεμφερή βιβλία που αναφέρονται στις πανδημίες, συμπεραίνουμε πως μπορεί αυτές να επισκέπτονται το ανθρώπινο γένος σε διάφορα χρονικά διαστήματα, αλλά γινόμαστε όλο και καλύτεροι στην εξήγηση των αιτιών τους και στην αντιμετώπισή τους, και το σπουδαιότερο χωρίς να καταφεύγουμε σε εύκολες, επιπόλαιες και αψυχολόγητες δεισιδαιμονίες.
Όταν ο Μαύρος Θάνατος μεταδόθηκε στην Ευρώπη τον δέκατο τέταρτο αιώνα, ομάδες αυτομαστιγούμενων ανθρώπων πήγαιναν από πόλη σε πόλη, περικύκλωναν τις τοπικές εκκλησίες και χτυπιόντουσαν με δερμάτινα μαστίγια με αγκάθια και σιδερένιες άκρες.
Είναι γνωστό, από τις μαρτυρίες της εποχής, ότι θεωρούσαν την πανώλη ως θεϊκή τιμωρία και προσεύχονταν θερμά για την απελευθέρωσή τους από τα επικίνδυνα θανατηφόρα νύχια της, ενώ παράλληλα, χωρίς να το κατανοούν βοηθούσαν στη διασπορά της σε όλη τη χώρα.
Όμως τι ειρωνεία! Η ιατρική θεραπεία που ήταν αναγκαία βρισκόταν σχεδόν έξι αιώνες μακρυά απ’ την εποχή τους. Έτσι από αυτής τα πλευράς, το βιβλίο στην ουσία στέκεται στη συλλογική μας αποτυχία να μάθουμε από τα λάθη του παρελθόντος. Από πλημμύρες, σεισμούς, ηφαιστειακές εκρήξεις, πολέμους και λιμούς.
Σε κάποιες περιπτώσεις όλη η ευθύνη για την καταστροφή καταλογίζεται στη φύση, μερικές φορές όμως εξ’ ολοκλήρου στον άνθρωπο. Σίγουρα οι άνθρωποι δεν ευθύνονται για την έκρηξη του Βεζούβιου, όμως η τρομερή πολιτική ηγετών μπορεί να δρομολογήσει καταστροφές από τη φύση, όπως όταν η πολιτική κολεκτιβοποίησης του Στάλιν οδήγησε σε λιμό την Ουκρανία.
Κρατώντας κάποιες επιφυλάξεις, ο Φέργκιουσον υιοθετεί την άποψη που εξέφρασε και ο Τολστόι στο επικό ‘Πόλεμος και Ειρήνη’, ότι ο Ναπολέων ήταν ο σκλάβος των ιστορικών δυνάμεων και όχι το αντίθετο. Οι ηγέτες μπορούν να είναι ηθικά υπεύθυνοι για ολέθρια σφάλματα και αποφάσεις, και, όπως με τον Χίτλερ και το Τρίτο Ράιχ, για φρικαλεότητες που καθόρισαν δραματικά τουλάχιστον την εποχή τους.
Η προέλευση των περισσότερων καταστροφών είναι ασύλληπτη και αρκετά απατηλή, δεδομένου ότι φαινομενικά σταθερές καταστάσεις μπορούν να βγουν απότομα εκτός ελέγχου. Μπορεί να χρειαστούν αιώνες για να παρακμάσουν οι αυτοκρατορίες, όπως συνέβη με τη Ρώμη, αλλά μπορούν επίσης να διαλυθούν εν μία νυκτί. Η ΕΣΣΔ πέρασε από το καθεστώς της υπερδύναμης στην ανυπαρξία μέσα σε λίγους μήνες.
Τα άτομα που ζουν κάποιο τραυματικό γεγονός έχει πρακτικά μηδενικές πιθανότητες να το κατανοήσουν σε πραγματικό χρόνο, αλλά ευτυχώς το ανθρώπινο πνεύμα συνεχίζει τη ζωή του σχεδόν υπό οποιεσδήποτε συνθήκες. Το βιβλίο του Φέργκιουσον θα μπορούσε να θεωρηθεί ως μια γενική ιστορία των καταστροφών.
Θέλει να φέρει στη συζήτηση ποια είναι τα διδάγματα που πρέπει να πάρουμε από τον τρόπο με τον οποίο οι διάφορες κοινωνίες έχουν ανταποκριθεί στις καταστροφές και πώς να αποφύγουμε τόσο το χάος που δημιουργείται με αυτές, όσο και τις όποιες εκκλήσεις για ολοκληρωτική ή παγκόσμια διακυβέρνηση.
Χρησιμοποιεί κάποιες τρανταχτές περιπτώσεις για να αποδείξει πώς το ανθρώπινο λάθος μπορεί συχνά να επιδεινώσει ήδη άσχημες καταστάσεις, προσπαθώντας παράλληλα και τεχνηέντως να αποφύγει τις γενικεύσεις.
Πολλά κείμενα είναι στοχαστικά, πολλά συναρπαστικά, πολλά σε αυτή τη συσσώρευση λεπτομερειών κουραστικά, πολλά σε ικανό βαθμό συγκεχυμένα. Η πανούκλα είναι φυσική, αλλά ο φόβος που προκαλεί ποικίλλει ανάλογα με τις κοινωνικές συνθήκες, τα κυβερνητικά μέτρα και την αντίδραση των πολιτών.
Η χρονική στιγμή, όμως, της κυβερνητικής αντίδρασης μπορεί να είναι καθοριστική για τον αριθμό των νεκρών. Μήπως θα υπήρχαν λιγότεροι θάνατοι από τον Covid-19 αν οι κυβερνήσεις είχαν βιαστεί να επιβάλουν λουκέτα και να περιορίσουν, ακόμη και να απαγορεύσουν, τα αεροπορικά ταξίδια;
Θα μπορούσε να είχε ελεγχθεί ταχύτερα η εξάπλωσή του εάν οι κινεζικές αρχές ήταν πιο προσεκτικές όταν εντοπίστηκαν τα πρώτα κρούσματα; Η σύγκριση της αμερικανικής, και σε μικρότερο βαθμό της βρεττανικής, επιτυχίας στην αντιμετώπιση της επιδημίας της ασιατικής γρίπης του 1957 και της αποτυχίας, που αντιπροσωπεύεται σε πολύ υψηλότερο αριθμό νεκρών, και των αντιδράσεων στην παρούσα πανδημία, είναι ενδιαφέρουσα και επίκαιρη.
Ένας λόγος ήταν η μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα της αμερικανικής γραφειοκρατίας τότε σε σχέση με σήμερα. Ίσως να οφείλεται στο γεγονός ότι το κοινό με εμπειρία από τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο ήταν πιο πρόθυμο να ανταποκριθεί στις κυβερνητικές οδηγίες και πιο ψύχραιμο από ότι σήμερα, τουλάχιστον στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Θα πρέπει παρ’ όλα αυτά να προσθέσουμε ότι ορισμένες τεχνολογικές εξελίξεις συνέβαλαν στην ταχεία και παγκόσμια εξάπλωση της πανδημίας του κορονοϊού και ταυτόχρονα κατέστησαν δυνατές ορισμένες αντιδράσεις. Κατ’ αρχάς, τα ταξίδια μεγάλων αποστάσεων και ιδίως τα αεροπορικά ταξίδια επέτρεψαν σε εκατομμύρια ανθρώπους να ταξιδέψουν αρχικά αμέριμνοι στις ηπείρους, να μολυνθούν και να μεταδώσουν την ασθένεια.
Ύστερα, το διαδίκτυο ενώ διέδωσε τη φήμη με πρωτοφανή ταχύτητα, επέτρεψε στις προηγμένες οικονομίες να προσαρμοστούν πολύ γρήγορα εφαρμόζοντας την κατ’ οίκον εργασία και εκπαίδευση που επιβλήθηκαν για να αποτραπεί ή τουλάχιστον να καθυστερήσει η εξάπλωση της νόσου, αποδυνάμωσαν επίσης τον αντίκτυπό της στην οικονομική δραστηριότητα, ενώ έκαναν τον μακρόχρονο εγκλεισμό κάπως υποφερτό.
Ο Φέργκιουσον και με αυτό το βιβλίο του θέτει και εξετάζει μεγάλα ερωτήματα, διαχρονικά. Η ουσία πάντως είναι ότι όλες οι πανδημίες και οι μεγάλες καταστροφές πάντα επισκέπτονταν τον πλανήτη μας με διάφορες μορφές, όπως φυσικά θα γίνει ξανά στο μέλλον.
Το ζητούμενο είναι να βρεθούν τη στιγμή εκείνη οι κατάλληλοι άνθρωποι στις κατάλληλες θέσεις, και το ουσιωδέστερο να πάρουν τις κατάλληλες αποφάσεις την ώρα που πρέπει! Η ιστορία πάντα θα περιμένει σε κάποια γωνία να καταγράψει τα διαδραματισθέντα και να τα αναλύσει αμέριμνη και ψυχρή!