Τους τελευταίους μήνες με την ευκαιρία της διαφαινόμενης ίδρυσης των αποκαλούμενων μη κερδοσκοπικών, αλλά ιδιωτικών, πανεπιστημιακών σχολών, ήρθε ξανά στην επικαιρότητα το φαινόμενο της πολυήμερης κατάληψης των σχολών σε όλη την επικράτεια. Παράλληλα με αυτή, συμβαδίζει και η βία εντός των ιδρυμάτων καθώς και οι κάποιου βαθμού υλικές καταστροφές, άλλοτε άλλης βαρύτητας και αξίας.
Σε όσους έχουν ιδία άποψη επ’ αυτών των γεγονότων, όσον αφορά τί ακριβώς διακυβεύεται σε σχολές πανεπιστημίων άλλων χωρών, η απάντηση είναι ότι το φαινόμενο αυτό είναι σχεδόν αποκλειστικό της χώρας μας, όσο κι’ αν πολλοί προσπαθούν εναγωνίως, γελοιωδώς και παντελώς αδύναμα να υποστηρίξουν το αντίθετο. Το κακό είναι ότι υπάρχουν και πολιτικοί που τάσσονται υπέρ των καταλήψεων για λόγους καθαρά κομματικούς και τους οποίους ο καθένας εύκολα εννοεί.
Στον δυτικό κόσμο, η βία και οι καταλήψεις των πανεπιστημιακών σχολών έλαβαν τέλος στην μακρυνή δεκαετία του 1970, με πολλά γεγονότα που ακολούθησαν τον πόλεμο του Βιετνάμ. Έκτοτε σποραδικά μόνο περιστατικά κατέγραψε η ιστορία, τουλάχιστον για τις ΗΠΑ, κάτι που ισχύει εξ’ όσων γνωρίζω και στις άλλες χώρες. Η όποια βία εκδηλώνεται τα τελευταία χρόνια έχει στην πλειονότητα των περιπτώσεων τη μορφή μικροκλοπών στις πανεπιστημιουπόλεις ή σεξουαλικής βίας. Κρούσματα κακοποίησης καθηγητών, φυσικά, σπανίζουν.
Αν έρθουμε στη χώρα μας, όλη αυτή η φιλολογία έχει τις ρίζες της στα χρόνια της δικτατορίας με τις συχνότατες φοιτητικές συνελεύσεις και όλα όσα καλά γνωρίζουμε. Για το ποιοι έχουν την ευθύνη εδώ, γράφτηκαν πολλά και είναι γνωστά τοις πάσι. Η κατάληψη δημόσιου κτιρίου και η καταστροφή δημόσιας περιουσίας αποτελεί αδίκημα το οποίο τιμωρείται βαρύτατα σε όλες τις χώρες του πολιτισμένου κόσμου.
Αυτό όμως που έχει ενδιαφέρον είναι το γεγονός ότι η αστυνομία δεν επιτρέπει, ούτε αφήνει να εξελίσσεται η διαδικασία της κατάληψης αυτών των χώρων από φοιτητές ή εξωπανεπιστημιακούς αναρχικούς. Υπάρχει αυστηρός έλεγχος σε κάθε είσοδο από δυνάμεις ασφαλείας που αποτρέπουν εν τη γενέσει της κάθε παράνομη δραστηριότητα. Όποιος έχει επισκεφτεί ή χρηματίσει ένα διάστημα εκεί γνωρίζει πολύ καλά τι ακριβώς γίνεται σε σχέση με αυτό το θέμα.
Εδώ, εν προκειμένω, πολλοί είναι εκείνοι που εκμεταλλεύονται τις γνωστές νομικές παραγράφους, φοιτητές αλλά και διάφοροι εξωπανεπιστημιακοί αναρχικοί, οι οποίοι τρομοκρατούν τους υπόλοιπους, συμμετέχοντες σε συνελεύσεις χωρίς κανείς να τους ζητάει ταυτότητα και αλλοιώνοντας το αποτέλεσμα υπέρ της κατάληψης συγκεκριμένου χώρου. Η βρωμιά, η ακαταστασία των χώρων μας αυτών είναι, κυριολεκτώ, μοναδική στον πλανήτη.
Έχουν άραγε συνηθίσει τόσο πολλοί οι καθηγητές των σχολών με αυτό το αποκρουστικό θέαμα; Μάλλον αρέσκονται, αδιαφορούν, ή βολεύονται με αυτή την κατάσταση, δεν εξηγείται διαφορετικά! Η ρυπαρότητα τελικά συμβολίζει πολλά, αντανακλά άλλα πράγματα και καταστάσεις. Γνωρίζουν όλοι, άραγε, τους νόμους περί αφισοκόλλησης εδώ και στο εξωτερικό; Πιθανόν ναι, ίσως και όχι!
Κι’ όμως ανέχονται όλοι τους αυτούς που ασχημονούν σε τοίχους των σχολών, εσωτερικούς και εξωτερικούς, ατιμώρητοι διαχρονικά. Υπάρχει κάποιο νομικό αρχείο που να μας ενημερώνει άραγε τις ποινές που επιβλήθηκαν σε όσους έχουν συλληφθεί όλα αυτά τα χρόνια να καταστρέφουν περιουσίες των πανεπιστημιακών ιδρυμάτων; Μάλλον όχι! Για την αποκατάστασή τους γνωρίζουμε, φυσικά, ότι τις επιβαρύνονται οικονομικά οι αθώοι Έλληνες φορολογούμενοι πολίτες!
Μέσα σε όλα αυτά, έκπληξη αποτέλεσε και η θέση που πήρε πρόσφατα και ο νυν δήμαρχος Αθηναίων σχετικά με τις φοιτητικές καταλήψεις, μια θέση που όχι μόνο κρίνεται πανάθλια αλλά είναι την ίδια στιγμή και πολλαπλώς ανησυχητική.
Ανυπαρξία, τουτέστιν, κρυστάλλινης άποψης κι’ ένα σωρό ακατανόητες δηλώσεις για να μην ανησυχήσει προφανώς τους εκλογικούς του υποστηρικτές και τα ακραία εξωθεσμικά στοιχεία, την υποστήριξη των οποίων φαίνεται πως εκλιπαρεί. Το φαινόμενο, γενικότερα, είναι άκρως λυπηρό γιατί αναμφίβολα θα υπάρχουν και φοιτητές που θα θεωρούν την κατάντια των πανεπιστημιακών σχολών κάτι το συνηθισμένο σε όλα τα μήκη και πλάτη του πλανήτη μας.
Όμως όλη αυτή η αθλιότητα και ο ξεπεσμός συνεχίζονται ακάθεκτα δεκαετίες τώρα, χωρίς να διαφαίνεται στον ορίζοντα κάποια υποτυπώδης και εφικτή λύση. Και κάθε φορά με το τέλος των καταλήψεων η ζωή συνεχίζεται ωσάν να μην έγινε τίποτα και με την κάθε κυβέρνηση να φαίνεται ικανοποιημένη που αποφεύχθηκαν τα χειρότερα.
Αλλά οι πολλαπλώς ασχημονούντες και παρανομούντες θα συνεχίσουν με κάθε ευκαιρία ξανά το θεάρεστο, κατ’ αυτούς, και επαναστατικό τους έργο. Οι κυβερνήσεις να δούμε πότε θα αποφασίσουν να προβούν στο δικό τους! Γιατί η έως τώρα πείρα έδειξε ότι ούτε επιθυμούν, αλλά και ούτε δύνανται!