Μόλις φυτρώσεις γυμνός σε τούτο τον κόσμο, από άσπρη, κόκκινη, κίτρινη ή μαύρη μάνα, το μόνο που γυρεύεις από ένστικτο είναι η θηλή του στήθους της μάνας σου, το κέρας της Αμάλθειας, που συνοδεύεται από το χτύπο της καρδιάς της, τη ζεστασιά και τη σιγουριά της αγκαλιάς.

Αυτό είναι το καλωσόρισμα στην καινούργια ζωή. Την απορία σου για τον κόσμο που βρέθηκες την εκφράζεις με το κλάμα, το τρέμουλο και τις σφιγμένες γροθίτσες, τα χέρια σου, που είναι το πρώτο πράγμα που μαθαίνεις να χρησιμοποιείς, για να πιάσεις ό,τι συναντήσεις και που μεθαύριο θα τις ξεσφίξεις.

Θα τις απλώσεις με όλη τη δύναμη της ψυχής σου, για να μουτζώσεις, για να φασκελώσεις όσους νομίζεις, ακόμη και τον εαυτό σου, ότι είναι υπεύθυνοι για την ποιότητα της ζωής σου. Είναι το μόνο κομμάτι του παραμυθιού της ζωής σου, που είναι αληθινό, που το απολαμβάνεις σωματικά και ψυχικά.

Για τίποτα δεν ενδιαφέρεσαι, … κοιμήσου και παρήγγελα στην Πόλη τα προικιά σου… μάρε γιε μου κανακάρη ποια γυναίκα θα σε πάρει … Κάθε άνθρωπος είναι μια διαφορετική ποικιλία (το μπαχαρικό της ζωής). Ορισμένοι έχουν κανονική δόση από τα υλικά που είναι δομημένοι, άλλοι με λιγότερη δόση υλικών, άλλοι με μεγαλύτερη δόση και άλλοι με ψεύτικα υλικά. Και έτσι έχομε τον ανάλατο (στο πρώτο μπάνιο του νεογέννητου  έρριχναν αλάτι στο νερό: ανάθεμάτον που σε αλάτισε).

Άλλος είναι ο αλμυρός, πικρός, ξινός, μέλι,  γλύκα, ξύδι, δεν τρώγεται καθόλου, αρνάκι του Θεού, φωθιά και λαύρα, δεν δίνει τ’ αγγέλου του νερό κλπ. Και τέλος απορείς, όταν τα συστατικά της ποικιλίας είναι ψεύτικα και δοκιμάζοντάς τα σουφρώνεις το πηγούνι και τα χείλια σου (ο γλυκανάλατος). Αυτό είναι το μεγαλείο της δημιουργίας, που ικανοποιεί και τον πιο δύσκολο πελάτη.

Αφού λοιπόν σε φαντασιώσουν με τα παραμύθια του πριγκιπόπουλου και της βασιλοπούλας, του κακού του λύκου κλπ. και με ενέχυρο το DNA σου, τον τόπο που φύτρωσες, το status της οικογένειας και την κοινωνία, αρχίζεις να ζεις το παραμύθι της ζωής. Όλοι αρχίζουν να γυρεύουν. Άλλοι με το μυαλό τους και άλλοι με τη φαντασία τους. Τι σε απασχολεί; Ποιες είναι οι ανησυχίες, οι προκλήσεις και τα ερεθίσματα που δέχεσαι; Πώς θα τα διαχειριστείς;

Να ξέρεις ότι: Ό,τι γυρεύεις βρίσκεις. Μικρά γυρεύεις, μικρά βρίσκεις, μεγάλα γυρεύεις, μεγάλα βρίσκεις. Εκείνο που ψάχνεις, εκείνο σε γυρεύει. Για να βρεις μαργαριτάρια, πρέπει να βουτήξεις βαθιά. Για να φθάσεις στην πηγή, πρέπει να κολυμπήσεις αντίθετα στο ρεύμα. Ίσως μετά τη στροφή σε περιμένει ένας καινούργιος δρόμος κλπ.

Αρχίζεις να βάζεις στόχους, μετανοιώνεις για τις αστοχίες, κάνεις το μυαλό σου, τη ζωή σου, επιχείρηση. Καμιά φορά σταματάς όπου βρεθείς, μένεις ασάλευτος στο ένα πόδι ή και στα δυο, παίρνεις το σοβαρό ύφος, σαν να προσεύχεσαι, γιατί νομίζεις, ότι βρήκες την ιδέα ή τη λύση εκείνου που σε απασχολεί. «Θα το βρει η στραβή τ’ αρνί;» Δεν νομίζω.

Τι γυρεύεις εδώ; Γυρεύεις μέσο να ταξιδέψεις, φτερά να πετάξεις, το Θεό, περιπέτειες, να πνιγείς στη στεριά, καινούργια μονοπάτια, χαρές (έστω και δανεικές), ξαναδιαβασμένα βιβλία, ρεκλάμα, ελπίδα, φιλί, αγάπη, ανθρωπιά, παραμυθένια όνειρα ή μήπως γυρεύεις στα τυφλά;

Πάντα θα γυρεύεις όσα σου λείπουν, όσα δεν έχεις, όσα έχουν οι άλλοι, γιατί είσαι αχόρταγος, γιατί δεν αρκείσαι και δεν εκτιμάς αυτά που έχεις. Πάντα ο άλλος θα έχει αυτά που γυρεύεις και όσες μανούβρες και να κάνεις, είσαι καταδικασμένος όπως ο Σίσυφος να ανεβάζεις το βράχο στην κορυφή και να κατρακυλά κάτω. Βαριά κληρονομιά, μεγάλη κατάρα.

Κάνε ευχάριστη τη βόλτα σου στη ζωή, η ζωή είναι στιγμές, γιατί θα φύγεις όπως ήλθες.

Ουφ… άμα  (παρα)μεγαλώσει ο άνθρωπος κάνει τον φιλόσοφο.

 

*Ο Μανόλης Σπανάκης είναι συν/χος  καθηγητής