Η ιστορία των δύο παγκοσμίων πολέμων, όχι τόσο όσων διημείφθησαν κατά την διάρκειά τους, αλλά το κυριότερο πριν από αυτούς, μας προσφέρει άπειρες επαρκείς πληροφορίες και χρήσιμα εργαλεία τα οποία μας βοηθούν να εξηγήσουμε και να κατανοήσουμε, σε βάθος, κάποιες τωρινές ενέργειες κρατών τα οποία πάσχουν από την θρυλούμενη «έλλειψη ζωτικού χώρου».
Αναφέρομαι στην προς ανατολάς γείτονα χώρα, οι εκπρόσωποι της οποίας δεν σταματούν να μας υπενθυμίζουν σε τακτά χρονικά διαστήματα με τα στόματα και με βαρύγδουπες δηλώσεις όλων των κορυφαίων κυβερνητικών τους στελεχών, ότι δεν μπορούν, συγκεκριμένα, να εγκλωβισθούν σε όσα τούς έχει έως τώρα προσφέρει το διεθνές δίκαιο και ότι έχουν απόλυτη ανάγκη νέου χώρου, ολοένα και μεγαλύτερου, προς όλες τις κατευθύνσεις.
Όμως η πολύπειρη και πολυπράγμων ιστορία έχει, και όπως φαίνεται τελικά και η γειτονική μας χώρα, τρανταχτά παραδείγματα τέτοιων λεκτικών ατοπημάτων, νοοτροπιών και συμπεριφορών τις οποίες αντιγράφει η τελευταία, υιοθετεί και μιμείται, βάζοντας βέβαια την δική της εθνικιστική πινελιά.
Κάνοντας λοιπόν μια χρονική βουτιά πίσω, αρκετές δεκαετίες πριν, θα διαπιστώσουμε ότι και η σημερινή προεδρεύουσα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στον αιώνα που πέρασε, είχε ακριβώς την ίδια πολιτική, δηλαδή την διεκδίκηση μιας θέσης ανάμεσα στις μεγάλες δυνάμεις του πλανήτη και φιλοδοξώντας να ηγεμονεύσει σε όσο το δυνατόν μεγαλύτερο χώρο, τόσο πριν από τον πρώτο όσο και από τον δεύτερο μεγάλο πόλεμο που συντάραξαν όχι μόνο την γηραιά ήπειρο, αλλά και ολόκληρη την ανθρωπότητα.
Η κατάκτηση του αποκαλούμενου «ζωτικού χώρου» από την ναζιστική Γερμανία, είχε δρομολογηθεί από πολύ νωρίς, αμέσως μετά τη λήξη του πρώτου παγκοσμίου πολέμου, από τον Αδόλφο Χίτλερ. Το επεκτατικό της σχέδιο έπρεπε κάποια στιγμή να πάρει σάρκα και οστά!
Τα γεγονότα που ακολούθησαν είναι λίγο πολύ σε όλους γνωστά. Όλα όσα έγιναν οδήγησαν στον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο. Ο πρόεδρος της Τουρκίας Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, απ’ ότι φαίνεται, είναι πιστός οπαδός της ναζιστικής θεωρίας του ζωτικού χώρου, δείχνει ολοφάνερα πως ασφυκτιά μέσα στα σημερινά γεωγραφικά σύνορά του και επιθυμεί σφόδρα ολοένα και μεγαλύτερο ζωτικό χώρο για την πατρίδα του, την «Γαλάζια Πατρίδα», όπως δεν παύει να μας υπενθυμίζει ωρυόμενος σε καθημερινή βάση.
Επιστρέφοντας ξανά στο ναζιστικό καθεστώς, οι βλέψεις και επιθυμίες του είχαν γίνει γνωστές από καιρού στις υπόλοιπες δυνάμεις της Ευρώπης, αλλά μάλλον δεν αντιμετωπίστηκαν σωστά, έξυπνα και δυναμικά. Αντιθέτως έγινε φιλότιμη προσπάθεια απ’ όλους να ηρεμήσουν το θηρίο του ναζισμού, παρά την προσάρτηση της Αυστρίας, στην αρχή, και παρά τις περί του αντιθέτου υποσχέσεις του ίδιου του Χίτλερ.
Οι πολιτικοί της Ευρώπης μάταια και επιπόλαια προσπάθησαν να συγκρατήσουν την επερχόμενη θύελλα. Η πολιτική του Βρεττανού πρωθυπουργού για το διάστημα 1937-1940, Άρθουρ Τσάμπερλεν, ήταν κλασσικό και χαρακτηριστικό παράδειγμα.
Οπαδός της γνωστής και αποτυχημένης θεωρίας, της «Πολιτικής του Κατευνασμού», δεν μπόρεσε να δει μπροστά και προσπάθησε να διατηρήσει καλές σχέσεις με το ναζιστικό καθεστώς, με την περιβόητη Συμφωνία του Μονάχου, του 1938. Φυσικά, όπως αποδείχτηκε περίτρανα, διαψεύστηκε και μάλιστα οικτρά!
Επιστρέφοντας ξανά εις τα καθ’ ημάς, σε λίγες μέρες θα γίνει η νέα συνάντηση των ηγετών της Ε.Ε. με σκοπό την επιβολή μέτρων εναντίον της Τουρκίας για τις γνωστές ενέργειές της εναντίον δύο χωρών της Ένωσης. Της Ελλάδας και της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Όπως και κάποιες δεκαετίες πριν, οι εταίροι μας στην Ένωση, συνιστούν συγκράτηση, και γίνεται προσπάθεια όλων με προεξάρχουσα βεβαίως την Γερμανία, για λόγους χιλιοειπωμένους και πασίγνωστους πλέον σε όλους, να μην επιβληθούν οι δέουσες κυρώσεις. Δεν είναι τυχαίο επίσης ότι και ο Πρόεδρος της Τουρκίας τις τελευταίες μέρες προσπαθεί να κατεβάσει τους τόνους και την ένταση που ο ίδιος δημιούργησε στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο, εν όψει ετούτης της συνόδου της Ε.Ε.
Το χειρότερο όμως είναι ότι ακόμα και ο δικός μας υπουργός εξωτερικών συμφώνησε με αυτή την λεκτική παράγραφο, παρά την τρίμηνη σχεδόν επιθετική δράση της γειτονικής χώρας εναντίον μας! Είναι ηλίου φανερότερο, ότι γίνεται προσπάθεια «εξημέρωσης» της διπλανής χώρας, αλλά εις βάρος των δύο χωρών που προαναφέρθηκαν, τουλάχιστον επί του παρόντος. Όλα αυτά όμως αποβαίνουν κατάφωρα και καταφανώς εις βάρος της χώρας μας.
Οι σημερινοί κυβερνώντες είτε δεν καταλαβαίνουν είτε δεσμεύονται να μην καταλάβουν και να δράσουν αναλόγως. Άλλη εξήγηση, δυστυχώς, δεν υπάρχει! Οι οικονομικές κυρώσεις είναι οι μόνες τις οποίες θα νοιώσει στο πετσί του ο διπλανός ηγέτης και τις οποίες η προστάτιδα δύναμη την οποία διαθέτει μέσα στην Ένωση, προσπαθεί με κάθε τρόπο να αποφύγει. ’ άλλα, είναι εκ του πονηρού και για αφόρητα αφελείς!