Σε μια από τις εκατοντάδες αναλύσεις των τελευταίων μετεκλογικών ωρών, κάποιος είπε ότι το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης αναμετρήθηκε με τον εαυτό του και ήρθε δεύτερο. Είχε απόλυτο δίκιο. Οι στιγμές που ζούμε είναι ιστορικές. Είναι εξαιρετικά σπάνιο στο δυτικό κόσμο αυτό που στις εκλογές λέμε «φθορά της εξουσίας» να μετατρέπεται σε καθολική συντριβή της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Εν ολίγοις, είναι πρωτόγνωρο και στη χώρα μας μετά από μια τετραετία, αντί να πιστώνεται οφέλη η αντιπολίτευση, να επιβραβεύεται με ισχυρά τρόπαια η κυβέρνηση. Και επειδή τα πάντα στον κόσμο είναι ντετερμινιστικά, που σημαίνει ότι διέπονται από την αρχή της αιτιώδους συνάφειας-αιτιοκρατίας, καμία από τις παραμέτρους του πρωτοφανούς πολιτικού σεισμού που συνέβη δεν είναι ανεξήγητη.
Εκείνοι που είχαν πει ότι η λέξη «λαός» είναι το μεγαλύτερο λογοπαίγνιο της Ιστορίας, και ότι πάντοτε εκείνος προτιμά τα μεγάλα ψέματα παρά την ορθολογική πραγματικότητα, διαψεύδονται. Φάνηκε ότι το ελληνικό εκλογικό σώμα διαπερνάται από μια μοναδική υπευθυνότητα. Η κρίση του καταγράφηκε ότι διέπεται από στοιχεία σοφής λογιστικής: Πληρώνει τους πρωταγωνιστές ανάλογα για τα προηγούμενα, και επενδύει ταυτόχρονα με διορατικότητα για τα επόμενα.
Η λαϊκή κρίση μετατρέπεται τόσο αυθεντικά και διαισθητικά σε τελική συλλογική βούληση, που μόνο η ενόραση των προφητών μπορούσε να την προβλέψει στη μακρινή Ιστορία. Και σε καμία περίπτωση αυτή η λαϊκή κρίση, δεν μπορεί να υποκατασταθεί από κανένα προγνωστικό μοντέλο, ακόμη και από εκείνο της τεχνητής νοημοσύνης.
Τι φάνηκε λοιπόν περίτρανα από τις πρόσφατες εκλογές;
Φάνηκε η δεσπόζουσα γύμνια του θέσφατου της απηρχαιωμένης εμμονής της πολιτικής αντιπροσώπευσης από την απλή αναλογική όπως τη θέλουν όλα τα μεταπολιτευτικά χρόνια οι δογματικοί παροξυσμοί εκείνων που αυτοαποκαλούνται «δημοκρατικός» χώρος. Το πρώτο κόμμα με συντριπτικό ποσοστό, και διπλάσιο από το δεύτερο, να μην μπορεί να κυβερνήσει τον τόπο! Σουρεαλιστικό; Καθόλου! Αποδείχτηκε ξανά μετά από χρόνια, ότι σαν εκλογικό σύστημα είναι ένα επικίνδυνο ναρκοπέδιο που δεν μπορεί να δώσει ισχυρές και βιώσιμες κυβερνήσεις που να οδηγούν με ασφάλεια τη χώρα.
Αλλά κυρίως περίτρανα οι αριθμοί απέδειξαν, ότι οι εραστές του μηδενισμού και του αφορισμού, οι ενδεδυμένοι με τα επαναστατικά χιτώνια, οι έμποροι της ελπίδας και ψευδοπροφήτες, οι παντοτινά σκαρφαλωμένοι στα κάγκελα δεν κερδίζουν τελικά. Καταποντίζονται στην αφάνεια όπως η χαμένη Ατλαντίδα για να περάσουν στα αζήτητα της Ιστορίας.
Τα ακραία αισθήματα και συνθήματα, ο τοξικός λόγος και η γκρίζα διαφήμιση το μόνο που κερδίζουν είναι μια θέση στη γραφικότητα και στο περιθώριο. Οι ηγέτες που προσφέρουν λαϊκισμό, δημαγωγία και παραπλάνηση, εισπράττουν πάντα λιγότερα από το ώριμο πια εκλογικό σώμα, σε σχέση με τους ηγέτες που επιλέγουν τη γλώσσα της ειλικρίνειας και της αλήθειας, την ασφάλεια, την ευημερία, την ελπίδα και την προοπτική για το αύριο.
Στα δύσκολα οι Έλληνες αποφασίζουν ηρωικά. Μια κοινωνία σε κόπωση από την παρελθούσα δεκαετία της οικονομικής κατάρρευσης, από την πρόσφατη περιπέτεια και τα ερείπια της πανδημίας απεκδύεται και γυρίζει σοφά την πλάτη της σε αγύρτες, ταρτούρφους, λαοπλάνους και πτωχαλοζόνες πολιτικούς. Μπορεί εύκολα πια, μέσα από τις καταιγίδες και την ωριμότητά της, να διακρίνει τον καιροσκοπισμό και την υποκρισία.
Το πρόσφατο εκλογικό αποτέλεσμα ανοίγει διάπλατα ένα μεγάλο παράθυρο ελπίδας για τον τόπο. Είναι ένα πανίσχυρο διαβατήριο στα χέρια μιας νέας αυτοδύναμης κυβέρνησης από τον επόμενο μήνα, για να οδηγήσει στις απαραίτητες τομές που τόσο έχουν καθυστερήσει και που θα θωρακίσουν τη Δημοκρατία και το πολιτικό σύστημα.
Πρώτα απ’ όλα με εκείνες τις συνταγματικές μεταρρυθμίσεις που δεν θα επιτρέπουν στα εμμονικά περιτρίμματα μιας αποστεωμένης αριστεράς που μαζί με πρόσκαιρους πολιτικούς σχηματισμούς, ενίοτε συνενωμένοι από καιροσκοπικά κριτήρια, σε βραχύβια φεγγάρια κυβερνητικών θητειών να ναρκοθετούν την ίδια τη χώρα και την κοινωνία.
Θα είναι πλέον μονόδρομος για τη νέα κυβέρνηση η συνταγματική θωράκιση ενός παγίου εκλογικού συστήματος ενισχυμένης αναλογικής που δεν θα επιτρέπει ποτέ πια ακροβασίες και περιπέτειες για τον τόπο. Αλλά και η συνταγματική κατοχύρωση της ανώτατης ιδιωτικής εκπαίδευσης, που για να γίνει πρέπει να συγκρουστεί με τις κατεστημένες τριτοκοσμικές αντιλήψεις, υστερίες και εμμονές της ελληνικής δογματικής αριστεράς.
Και πάνω απ’ όλα το πιο σπουδαίο: Επιτέλους πρέπει να γίνει ο διαχωρισμός Κράτους και Εκκλησίας. Είναι ίσως το δυσκολότερο, αλλά οι καιροί ήταν ώριμοι από την πανδημία. Η χώρα μας είναι η τελευταία ντροπή στο δυτικό κόσμο που έχει υπό την ασυλία του κρατικού θησαυροφυλακίου χιλιάδες ρασοφόρους, εικόνα που ελάχιστα απέχει από τον αποκρουστικό χομεϊνισμό του Ιράν.
Είναι απίστευτη εικόνα ντροπής για μια δυτική χώρα, ο επικεφαλής της Ελλαδικής Εκκλησίας να παρίσταται σε κρίσιμες «πολεμικές» περιόδους, όπως εκείνης της πανδημίας, σε συνεδριάσεις του υπουργικού συμβουλίου και να έχει καθοριστικό λόγο για τα μέτρα της Πολιτείας κατά της πανδημίας.
Ο Μητσοτάκης έχει πλέον λυμένα τα χέρια του για να οδηγηθεί η χώρα πέρα από την επανάσταση της επικράτειας του αυτονόητου. Είναι εξαιρετικά μεγάλο το φορτίο και οι ευθύνες. Το εκλογικό σώμα επιδοκίμασε μια τετραετία στην κυριολεξία μέσα σε πολλαπλές κολάσεις, από την οποία η χώρα βγήκε σχεδόν αλώβητη. Η Ελλάδα πρέπει πια να ξεδιπλώσει τις μεγάλες δυνατότητές της σε ένα δύσκολο γεωπολιτικό περίγυρο.
Οι προκλήσεις απέναντί μας, σε έναν περιδινούμενο με αστραπιαίες ταχύτητες κόσμο δεν επιτρέπουν αργούς βηματισμούς. Πρέπει να αφήσουμε πίσω μας και να αναμετρηθούμε με ό,τι μας στοιχειώνει και εκθέτει την Ελλάδα στον κόσμο. Η Ιστορία δεν παραχωρεί συχνά τέτοιες ευκαιρίες στις λευκές της σελίδες.
Ο συντριπτικός καταποντισμός του Σύριζα δεν ήρθε εν τέλει σαν κεραυνός. Ένα συστημικό όπως είχε γίνει αναφανδόν κόμμα, επένδυε επίσημα με την ηγεσία του μόνον στον αντισυστημισμό. Στα κάγκελα, στο μπάχαλο και στο μαύρο κάδρο. Τώρα πια θα μας λείψουν για να ελαφρύνουν την πλήξη και την ανία μας.
Θα μείνουν μόνον στη θολή συλλογική μας μνήμη, οι ακραιφνείς θεωρίες, οι γκριμάτσες και οι παραστάσεις του Πολάκη, του Φίλη, του Τσακαλώτου, του Παπά και τόσων άλλων. Στο Σύριζα μόλις αρχίζουν τα όργανα. Και τώρα «τι θα γένουμε χωρίς βαρβάρους;» αναρωτιόταν ο ποιητής. Οι άνθρωποι αυτοί ήταν μια κάποια λύσις. Ας αρκεστούμε τουλάχιστον μόνον στη φαιδρή μνήμη τους…
(*) Ο τίτλος δάνειος από το γνωστό ποίημα του Κ. Π. Καβάφη «Περιμένοντας τους βαρβάρους» (1900) και το σκίτσο του Δημ. Χαντζόπουλου από την ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ της 23.05.2023.