Όλα αυτά τα χρόνια της οικονομικής κρίσης, γυρίζουν στο μυαλό μου διάφορες σκέψεις και προβληματίζομαι για το πως φτάσαμε ως εδώ, στην κατάσταση που βρισκόμαστε σήμερα.
Κατέληξα σε ένα απλό συμπέρασμα: Όλοι μας, ως λαός, λειτουργήσαμε λάθος, επιτρέποντας κατά συνέπεια και στους “εκλεκτούς”, αυτούς δηλαδή που εμείς κατά καιρούς επιλέξαμε με την ψήφο μας να μας εκπροσωπούν στον “Ναό της Δημοκρατίας, να λειτουργούν ανάλογα.
Δεν είναι στις προθέσεις μου να μιλήσω για όλους εκείνους που “βοήθησαν”, άλλος περισσότερο και άλλος λιγότερο, ώστε ο ελληνικός λαός να φτάσει στην πλήρη εξαθλίωση. Έτσι κι αλλιώς κανείς από αυτούς δεν παραδέχεται το λάθος του.
Όλοι όσοι αποτελούσαν το πλήρωμα του καραβιού που μέχρι τώρα μετέφερε την πατρίδα μας στο μέλλον, δηλώνουν, ανερυθρίαστα, ότι τα έκαναν όλα σωστά, παρόλο που το καράβι χρόνια τώρα βρίσκεται ανάμεσα σε συμπληγάδες πέτρες.
Τους παρακολουθούμε, όσοι ακόμα αντέχουμε το τραγικό αυτό θέαμα, να θέλουν όλοι και ο καθένας χωριστά να μας “σώσουν”. Χωρίς ποτέ να κάνουν αυτοκριτική, μόνο επιρρίπτοντας ο ένας την ευθύνη στον άλλο.
Μα ευτυχώς, την σκοτεινιά και την ομίχλη που γεμίζει την ψυχή μου, κάθε φορά που τα σκέφτομαι όλα αυτά, έρχονται να φωτίσουν οι μορφές κάποιον ανθρώπων, που με την παρουσία τους στην πολιτική σκηνή του τόπου μας, τίμησαν τον ρόλο και την αποστολή τους με την ανιδιοτελή προσφορά τους στα κοινά.
Ένας απ’ αυτούς είναι και ο συμπολίτης μας κ. Μανόλης Δρεττάκης.
Δεν έχω καμία συγγενική ή φιλική σχέση μαζί του. Δεν τον έχω συναντήσει ποτέ ως τα τώρα σε προσωπικό επίπεδο. Είχα όμως την ευκαιρία, λόγω της φύσης της δουλειάς μου, ως υπάλληλος της Πολιτικής Αεροπορίας να τον “συναντώ” στο αεροδρόμιο του Ηρακλείου και να βλέπω τον τρόπο που φέρεται και λειτουργεί.
Θα αναφέρω μερικά μόνο χαρακτηριστικά παραδείγματα τα οποία φανερώνουν την ποιότητα και το ήθος του συγκεκριμένου ανθρώπου.
Στα υπηρεσιακά μου καθήκοντα, μεταξύ των άλλων, ήταν το να υποδέχομαι τους επισήμους, να τους συνοδεύω στην αίθουσα επισήμων, να τους προσφέρω κάτι να πιούν και, όταν το αεροπλάνο ήταν έτοιμο για απογείωση, να τους συνοδεύω έως ότου επιβιβαστούν.
Όταν στο πλαίσιο αυτών των καθηκόντων μου πρότεινα στον κ. Δρεττάκη να τον συνοδεύσω μέχρι την αίθουσα των επισήμων, εκείνος αρνήθηκε ευγενικά, λέγοντάς μου επί λέξει: “Μη μας κακομαθαίνετε” και κατευθύνθηκε προς το σημείο όπου τσεκάρονται τα εισιτήρια.
Ήταν η πρώτη φορά στην καριέρα μου που είχα μια τέτοια αντίδραση από κάποιο επίσημο πρόσωπο.
Αφού συνήλθα από την έκπληξη τον πλησίασα και ζήτησα να τσεκάρω εγώ αντ’ αυτού το εισιτήριο για να μην περιμένει στην ουρά. Τότε ήρθε και η δεύτερη “έκπληξη” από την απάντησή του: “Όχι, ευχαριστώ. Μπορώ και μόνος μου να τσεκάρω το εισιτήριό μου. Δεν είστε υπηρέτης μου. Και να θυμάστε ότι εμείς βουλευτές και υπουργοί, είμαστε ταγμένοι στην υπηρεσία του λαού, και όχι το αντίθετο”.
Αμήχανα τον χαιρέτησα και απομακρύνθηκα.
Ήταν, φυσικά, αναπόφευκτη η σύγκριση ανάμεσα σε αυτό τον άνθρωπο με α κεφαλαίο και σε όλα όσα ζούσε όλα αυτά τα χρόνια. Δηλαδή όλα αυτά που συνέβαιναν κάθε φορά που ακόλουθοι και “ημέτεροι” όχι μόνο κατέκλυζαν την αίθουσα του αεροδρομίου όταν ερχόταν ή έφευγε κάποιος επίσημος, αλλά πολλές φορές έφθαναν μέχρι και την πίστα, παραβιάζοντας κάθε κανόνα ασφάλεια του Αερολιμένα.
Στην περίπτωση δε που κάποιος υπάλληλος επιχειρούσε να τους εμποδίσει να εισέλθουν στην πίστα των αεροσκαφών, αφού δεν έπρεπε να βρίσκονται εκεί, θέλοντας εκτός των άλλων να τους προστατεύσει, η απάντηση που λάμβανε ήταν: “Ξέρεις ποιός είμαι εγώ;” ή “Θα τα πούμε…”.
Οφείλω, όμως, να ομολογήσω ότι η πλειονότητα των Κρητών υπουργών και βουλευτών ήταν ταπεινοί και προσγειωμένοι.
Υπάρχει όμως μια μέρα που χαράχτηκε στη μνήμη μου και άφησε ένα υπέροχο άρωμα στην ψυχή μου.
Εκείνη τη μέρα βρεθήκαμε με τον κ. Δρεττάκη να συνταξιδεύουμε για την Αθήνα. Όπως συνηθίζεται κατά την έξοδό του από τον Αερολιμένα τον περίμεναν δύο μηχανές της Τροχαίας και ένα περιπολικό της Αστυνομίας για να τον συνοδεύσουν μέχρι την πόλη. Αφού με μεγάλη ευγένεια αρνήθηκε τη συνοδεία, παρακαλώντας τους αστυνομικούς να μην ξαναμπούν στον κόπο άλλη φορά, μπήκε στο μικρό του αυτοκινητάκι και έφυγε.
Έτσι, με την επιμονή του και την μεγάλη του ευγένεια, κατόρθωσε να μην εφαρμόζονται γι’ αυτόν τον υπέροχο άνθρωπο τα πρωτόκολλα και οι περί υποδοχής κανονισμοί, στέλνοντας ταυτόχρονα και κάποια υψηλά μηνύματα προς τους υπόλοιπους ανθρώπους.
Για άλλη μια φορά ο κ. Δρεττάκης, όταν ήταν υπουργός, με εξέπληξε. Ένα χειμωνιάτικο βράδυ που βρισκόμουν στο καφενείο του χωριού μου, στα σύνορα Ηρακλείου-Λασιθίου, με πέντε-έξι γέροντες, άνοιξε η πόρτα και εμφανίστηκε για να μας επισκεφθεί. Είχε φτάσει ως εκεί με το μικρό του αυτοκινητάκι, ένα Volkswagen, μόνος χωρίς αστυνομική συνοδεία, χωρίς “ακολούθους”.
Εμείς που είχαμε συνηθίσει τις επισκέψεις βουλευτών μόνο προεκλογικά, και ακολουθούμενους από πλήθος “ημετέρων” και χειροκροτητών, μείναμε έκπληκτοι. Ποτέ άλλοτε δεν μας είχε επισκεφθεί Υπουργός εν ενεργεία και μάλιστα ανατρέποντας το κατεστημένο. Ένα κατεστημένο που περιείχε θερμές χειραψίες του υποψήφιου βουλευτή προς όλους πριν την εκλογή του και υποκλίσεις ή ικεσίες μετά την εκλογή του από τους ψηφοφόρους που συνωστίζονταν έξω από το γραφείο του ζητώντας την εξαγορά της ψήφου τους.
Ο κ. Δρεττάκης, αφού μας χαιρέτισε, κάθισε και μας ζήτησε να του μιλήσουμε για τα προβλήματά μας. “Ήρθα για να μου πείτε πως μας βλέπετε, ήρθα για να σας ακούσω” ήταν τα λόγια του.
Όλοι μας μιλήσαμε για όσα μας απασχολούσαν και ο κ. Δρεττάκης μας άκουσε προσεκτικά. Την αρχική μας έκπληξη διαδέχτηκε μια γλυκιά αίσθηση ικανοποίησης, μια αίσθηση ότι υπάρχει κάποιος που μας σκέφτεται και μας επισκέπτεται χωρίς να είναι προεκλογική περίοδος, επειδή νοιάζεται πραγματικά για τα προβλήματά μας.
Την ίδια έκπληξη ένιωσαν, την επομένη, και οι συγχωριανοί μας που δεν βρίσκονταν στο καφενείο όταν τους διηγηθήκαμε όσα είχαν συμβεί.
Οι επισκέψεις του συνεχίστηκαν τόσο στο χωριό μας όσο και σε άλλα χωριά. Η παρουσία του μας προκαλούσε μεγάλη ευχαρίστηση επιβεβαιώνοντας ότι δεν υπάρχει κανόνας χωρίς εξαίρεση.
Αργότερα, όταν η κυβέρνηση στην οποία και ο ίδιος υπηρετούσε ως υπουργός Οικονομικών δεν τήρησε την υπόσχεσή της για φορολόγηση του μεγάλου πλούτου, ο άνθρωπος αυτός, ο κ. Δρεττάκης, παραιτήθηκε από τη θέση του, καθώς και από το βουλευτικό αξίωμα, για να εγκαταλείψει εντελώς λίγο αργότερα την ενεργό πολιτική. Ένιωθε εκτός κλίματος.
Είναι αναπόφευκτες, μετά από όλα όσα προανέφερα οι συγκρίσεις. Όσα χρόνια θυμάμαι τον εαυτό μου, όλοι όσοι αποκτούν κάποιο αξίωμα λειτουργούν όπως ο κισσός που προσκολλάται με κάθε τρόπο σε ό,τι θα τον βοηθήσει να αναρριχηθεί. Και αν ο τοίχος πέσει ή το δέντρο ξεραθεί, θα προσκολληθεί σε άλλον τοίχο ή δέντρο για να στηριχθεί και να ανέβει, με κάθε τίμημα, ψηλά.
Και μιας και αναφέρθηκα στην φύση είναι σε όλους μας γνωστό ότι τα αγριόχορτα είναι “λαίμαργα” και καταπίνουν ή πνίγουν τα ωφέλιμα φυτά.
Φαίνεται πως κάτι τέτοιο συνέβη τα τελευταία χρόνια και στην πατρίδα μας. Τα αγριόχορτα κατάπιαν, έπνιξαν τα ωφέλιμα φυτά.
Και στο εύλογο ερώτημά σας αν έμειναν καθόλου ωφέλιμα φυτά θα απαντήσω πως ναι υπάρχουν, μα είναι λίγα και έχουν εκτοπιστεί από τα αγριόχορτα.
Εμείς, όλοι μας, θα πρέπει όπως κάνουν οι καλοί γεωργοί να ξεχωρίζουμε και να αφαιρούμε από τον κήπο μας τα παράσιτα, τα αγριόχορτα προτού πνίξουν, προτού καταπιούν το κάθε χρήσιμο φυτό.
Θα πρέπει να αναγνωρίζουμε τα λάθη μας, τις παραλείψεις μας. Να κάνουμε την αυτοκριτική μας. Το “Εγώ δεν φταίω για τίποτα” που κυριαρχεί στις μέρες μας, που βρίσκεται συχνά-πυκνά στα χείλη όλων μας και είναι ταυτόσημο με το “Εγώ είμαι αναμάρτητος”, εκτός από το ότι δηλώνει ανευθυνότητα, έχει και επικίνδυνες συνέπειες.
Μετά απ’ όλα όσα έχουμε ζήσει τα τελευταία χρόνια, μετά από τα παραδείγματα που έχουμε, μετά από τα μαθήματα που πήραμε, είναι στο χέρι μας να χαράξουμε την πορεία μας στο μέλλον, δίνοντας και το καλό παράδειγμα στα παιδιά μας, που χωρίς να φταίνε πληρώνουν τα δικά μας λάθη.
Γι’ αυτό ας παλέψουμε όλοι μαζί, λαός και πολιτικοί με σεμνότητα και ταπεινότητα ώστε το μέλλον των παιδιών μας να είναι καλύτερο. Άλλωστε όλοι έχουμε ευθύνη, στο μέγεθος που αναλογεί στον καθένα, για το διαρκές αυτό έγκλημα που συντελείται σε βάρος των παιδιών μας.