Από παλιά ελέγανε ότι άμα οικειοποιηθείς ένα κομμάτι γης, ή οτιδήποτε άλλο, που ανήκει στον ποταμό, στη θάλασσα ή στο ορφανό παιδί και εκατό χρόνια να περάσουν, θα σου το πάρουν πίσω. Όντως κατά καιρούς εκδηλώνονται “ακραία φυσικά φαινόμενα” (έτσι τα λέμε εμείς) και τα βάζομε με τον ουρανό, τη φύση γενικά, ότι αυτοί φταίνε και όχι εμείς, που βάλαμε στον ποταμό στενό παντελόνι και της θάλασσας σταλίκια (σύνορα) κατά που μας βολεύει. Δεν λέω, αλλά υπάρχουν βέβαια και φαινόμενα ακραία, όπως οι σεισμοί, η φτώχεια, οι ασθένειες κλπ, αλλά και εκεί έχομε και ‘μεις ένα μερίδιο ευθύνης μικρό ή μεγάλο. Όλα αυτά, λίγο ή πολύ, μπορείς να τα αντιμετωπίσεις, ανάλογα με το βαθμό της σοβαρότητας, της ευθύνης, που θα δείξεις, για να έχεις λιγότερες απώλειες.
Από μικρό σε φοβερίζανε: “Νά τονε, που ‘βαλε φωθιά στο νερό, φώναξε τους χωροφυλάκους νά τονε πιάσουνε”. Μεγαλώνοντας σου δημιούργησαν τις νεράιδες και τους καλικάντζαρους, για να μην πηγαίνεις στις πηγές να παίρνεις νερό, ή να πλένεις τα ρούχα, με σκοπό να το εκμεταλλεύονται οι επιτήδειοι. Και φτάνομε σήμερο, με το κακό που μας βρήκε και σου λένε: να πλένεις τα χέρια σου, κάθε λίγο και λιγάκι, μέχρι να τα ξεβάψεις και να μη σιμώνεις ανθρώπου γεννημένου (μακριά κι αγαπημένοι), γιατί κρέμεται κάποιος πέλεκυς πάνω από την κεφαλή σου, που δεν τον βλέπεις, αλλοιώς θα πας άκλαυτος και θα σε χωματίσουν σαν τον γάιδαρο. Κουζουλαίνεσαι ή δεν κουζουλαίνεσαι. Φεύγεις πριν την ώρα σου ή όχι;
Δεν είναι ο φόβος του θανάτου, της αποτυχίας, της μοναξιάς, της απόρριψης, δηλαδή φόβος υπαρξιακός. Εδώ λειτουργεί η αβεβαιότητα στην καθημερινότητα, που σιγά-σιγά σε διαβρώνει και σε καταστρέφει. Η αβεβαιότητα προκαλεί φόβο. Η παρορμητική συμπεριφορά καθοδηγείται από το φόβο.
Ο περιορισμός στην ελευθερία κινήσεων είναι τρομαχτικός. Ο κορωνιός μας προκαλεί φόβο και άγχος, επειδή είναι αόρατος και απρόβλεπτος. Έτσι έχομε μια πανδημία πανικού και παραλογισμού. Δεν χρειάζεται λοιπόν εμβόλιο κατά του ιού, αλλά κατά του άγχους.
Πολλά ακούγονται: “Ψόμα (ψέμα) άκουσες, ολόψομα δεν είναι”: Έχει χαθεί βλέπετε η εμπιστοσύνη και δεν ξέρεις ποιον να πιστέψεις, ο καθένας βγάζει αυθαίρετα τα συμπεράσματά του.
Και λέω εγώ: Η φύση αντιδρά νομοτελειακά κατά καιρούς με διάφορους τρόπους για κάποιο σκοπό, πχ. να ανανεώσει τον πληθυσμό της. Αυτή τη νομοτέλεια, αυτό το έργο της φύσης το πήραν στα χέρια τους οι άνθρωποι, αυτοί που διαφεντεύουν τον κόσμο. Και λένε λοιπόν: “Μια και τους κάναμε φτωχούς και κακομοίρηδες και αφού από τώρα και μετά είναι βάρος γι’ αυτούς η ζωή, τι τους χρειαζόμαστε, χάρη θα τους κάνουμε να τους πεθάνομε, να ηρεμήσουν και αυτοί και εμείς. Και τα νοσοκομεία θα βρουν τη σειρά τους και τα ταμεία θα ανασάνουν από την “αφαίμαξη” των συντάξεων πείνας, των φιλοδωρημάτων κλπ. Γι’ αυτό μας σκέπασαν μ’ ένα πέπλο φόβου και όποιος αντέξει.
Πιθανόν έτσι, με απλούς συλλογισμούς και με συνοπτικές διαδικασίες, χωρίς ίχνος συναισθηματισμού, έβγαλαν αυτή την ετυμηγορία, “στην πλάτη του κασίδη”. Το κωμικοτραγικό της υπόθεσης είναι ότι έχουν μπει σ’ έναν αγώνα δρόμου, όχι από την αγωνία τους να μην πεθάνουν οι πρόγονοί τους, οι ρίζες τους, αλλά ποιος θα τους ποτίσει πρώτος το κώνειο, το φάρμακο (το εμβόλιο), για να αποχωρήσουν το γρηγορότερο από τις επιπλοκές και τις παρενέργειες, για να εισπράξουν τα αργύρια. Μεγάλη ευθύνη έχει το ανακάτεμα των λαών. “Μπέστε …, αλέστε και αλεστικά μη δώσετε”. Βεράνικα τα χαλασίδια” (κοινά για όλους) που έλεγε ο γερο-Γιανίκος.
Ουφ… Το πιο ανελέητο όπλο είναι ο φόβος.
*Ο Μανόλης Σπανάκης είναι συν/χος καθηγητής