Δεν πρόσεξα αν κρατούσε χαρτί και καλαμάρι, μπορεί να είχε μαζί του ένα κινητό Samsung Galaxy S21 5G, μιας κι έχει εκσυγχρονιστεί στις μέρες μας, αλλά εγώ δίνω όρκο πως το είδα…
Όχι, όχι δεν μιλάω για τον Άγιο Βασίλη που λένε οι Γραφές, αλλά τον άλλο τον παραμυθένιο, τον σύγχρονο, που ναι ακριβώς 90 χρονών σήμερα*.
Αυτόν, αυτόν είδα χθες βράδυ! Τον αγαπημένο μας…
Την έστησα στη γωνία του καναπέ, σκεπασμένη με μια καρό κουβέρτα και σχεδόν ακούνητη τον περίμενα. Η φλόγα στο τζάκι λίγο αδύνατη, τα λαμπιόνια στο χριστουγεννιάτικο δέντρο τρεμόσβηναν ρυθμικά κι εγώ… εκεί!
Όλο το υπόλοιπο σπίτι σκοτεινό, απόλυτη η σιωπή. Και τότε, ξαφνικά, άκουσα έναν γνώριμο ήχο! Την ανάσα μου κράτησα για δευτερόλεπτα.
Εκείνα τα κουδουνάκια πρέπει να ΄ταν, τα μαγικά των ταράνδων… Έστρεψα το βλέμμα μου στην μπαλκονόπορτα κι ένα δυνατό φως, που δεν θυμάμαι πόση ώρα κράτησε, μου έκλεισε τα μάτια…Κατακόκκινος ήταν, αναψοκοκκινισμένος και χαρούμενος. Τεράστιο το σακούλι που κρατούσε. Απόρησα πώς θα χωρούσε τώρα από την καμινάδα ή την κλειδαρότρυπα; Πώς ήρθε τόσο γρήγορα στο δικό μου σπιτικό, από πού μπήκε; Κι ύστερα θυμήθηκα εκείνο το βιβλίο που τα εξηγούσε όλα και… κατάλαβα!
Και τότε μπροστά στα έκθαμβα μάτια μου, μια ολόχρυση σερπαντίνα, φαρδιά με άρωμα καμένης ζάχαρης, μελιού, κανέλας και χειμωνιάτικης νύχτας με πανσέληνο άρχισε να ξετυλίγεται…
Κι είδα να βγάζει από τον σάκο του ο αγαπημένος άγιος της βραδιάς μια κούκλα με γαλάζιο φόρεμα, γαλάζια μάτια και φιογκάκια στα καστανά μακριά της μαλλιά.
Ένα φορητό σινεμά σε σχήμα κώνου με μικρές μπομπίνες από παραμυθοταινίες αγαπημένες. Ζωντάνεψε ο Πήτερ Παν, η Τίγκερμπελ, ο Αλαντίν με το ιπτάμενο χαλί του και το μαγικό λυχνάρι. Η Χιονάτη με τους επτά νάνους κι η Αλίκη με έναν παράξενο λαγό κι ένα σωρό τραπουλόχαρτα γύρω της. Στον απέναντι τοίχο κινούνταν όλοι με το γνωστό ήχο της μανιβέλας…
Κι ύστερα τράβηξε ένα άλλο πολύτιμο κουτί που ΄χε μέσα ένα μικρό πιανάκι κατάμαυρο με λευκά πλήκτρα… Κι έναν Τυχερούλη, ολορόζ και χαμογελαστό. Έναν κουμπαρά σε σχήμα πάπιας κι εκείνος ροζ χρώμα κι ένα γαλάζιο για τον αδελφό μου.Κι ύστερα το πιο μαγικό απ’ όλα. Ένα τρενάκι τηλεκατευθυνόμενο με μεγάλες μπαταρίες με μοχλό και καλώδιο. Κι ένα αστυνομικό αυτοκίνητο που αναβόσβηνε μια σειρήνα μπλε και κόκκινη. Τρία βιβλία σταχωμένα με αγαπημένα παραμύθια, τις ιστορίες του Δαβίδ Κόπερφιλντ, τις Μικρές Κυρίες και το Από τη Γη στη Σελήνη του Ιουλίου Βερν που ήταν σπάνιο απόκτημα και δεν το έβρισκες πουθενά…
Κι ύστερα μ’ άφησε ένα μουσικό κουτί, ανοιχτό, κι η μουσική πλημμύρισε όλο το σπίτι. Η μικρή μπαλαρίνα στροβιλιζόταν ρυθμικά και σκορπούσε χαμόγελα κάθε φορά που συναντιόταν τα πρόσωπά μας…
Και τέλος, το πιο μεγάλο και το πιο βαρύ του πακέτο μου το άφησε δίπλα μου κοιτώντας με μέσα στα μάτια! Ήταν το πρώτο, το τεράστιο, το δικό μου ποδήλατο, η «Λόλα» μου, κι είχε και ταχύτητες και φως και κόρνα δυνατή. Χάιδεψα την κατάμαυρη σέλα, το τιμόνι και γύρισα να του πω ένα πελώριο ευχαριστώ για όλα τα πολύτιμα του χρόνου και του σάκου του…. Κανείς όμως δεν φαινόταν πουθενά. Μόνο μια αχνή χρυσή σκόνη πλανιόταν στον αέρα. Κοίταξα γύρω και σκέφτηκα πως βιάστηκε μάλλον να φύγει για να προλάβει να πάει και σε άλλα σπίτια, που ’ταν μυριάδες! Να χαρίσει, να θυμίσει εκείνα τα παλιά, τα όμορφα, τα απίθανα…Μα αυτός δεν είναι που δίνει τη χαρά, το γέλιο, την αγάπη, την προσμονή και την ελπίδα; Είδα τα ίχνη της μαγικής νεραϊδόσκονης που φυλάσσει στο μπροστινό μέρος του έλκηθρου του σκορπισμένη παντού. Κατάλαβα, ήταν για να μην μαρτυρήσω σε κανέναν πως τον είδα, να ξεχάσω…
Όμως εγώ που πιστεύω τόσο στα παραμύθια, πώς να ξεχάσω; Έμεινα με εκείνη τη γλύκα της νοσταλγίας, της άδολης χαράς, της εμπιστοσύνης, της μαγείας…
Ήρθε σας λέω, μια στιγμή, και μου ‘φερε όλη την πραμάτεια των παιδικών μου δώρων. Και με γέμισε χαρά και δάκρυα κι ομορφιά…
Κι ύστερα κοίταξα κάτω από το δέντρο. Μαγεία και εδώ… Έλειπε ένα μπισκότο!
Αλήθεια σας λέω, ήρθε… Κι άφησε κι ένα ακόμα πιο πολύτιμο δώρο εκεί δίπλα στο πιάνο. Μια φωτογραφία ενός μωρού, με εκείνο το αχνό χαμόγελο στο πουθενά. Του πιο ελπιδοφόρου μηνύματος της ζωής. Ένα θείο δώρο, ένα μωρό στην οικογένεια, που γεννήθηκε λίγο πριν τα Χριστούγεννα. Κι έφερε την ελπίδα, την χαρά, την προσμονή, την αγάπη για το αύριο σε όλους μας…
Ήρθε σας λέω και φέτος είχε ΖΩΗ μπόλικη να χαρίσει…
Κι όσο και αν δύσκολα μπαίνει το 2022, να του χαμογελάτε πλατιά! Να προχωράτε μπροστά με μάτια και ψυχή ανοιχτά και να μην φοβάστε! Όλα περνούν, αξίζουν οι στιγμές, ακόμα κι οι παράξενες, οι άνθρωποί μας και… οι πολύτιμες αναμνήσεις που μας καθορίζουν. Βάλσαμο και πατρίδα για μας και πιο πολύ για τα παιδιά…
Να πιστεύετε στα θαύματα του μυαλού και της ψυχής και να αγαπάτε τους ανθρώπους, όπως είναι!Καλή και τυχερή να ΄ναι η καινούργια χρονιά…
2022… απίστευτο μου φαίνεται!
*Το 1931 ο Αμερικανός σχεδιαστής Haddon Sundblom παρουσίασε την συγκεκριμένη μορφή, τη σημερινή, του Άι Βασίλη στην εταιρεία αναψυκτικών Coca-Cola φέροντας πρωτοχρονιάτικα δώ-ρα τα προϊόντα της εταιρείας στα χρώματα του κόκκινου και του άσπρου, με λευκή γενειάδα, μαύρες μπότες και λίγα παραπάνω κιλά.