Για τον Ανωγειανό ήρωα Γιάννη Δραμουντάνη βρίσκουμε πολλές πληροφορίες για τη δράση του στα χρόνια της Γερμανικής κατοχής σ’ ένα σημαντικό βιβλίο του Ιστορικού Ερευνητή, Δασκάλου, Συγγραφέα Γιώργου Καλογεράκη, τίτλος του:

«ΓΙΑΝΝΗΣ ΔΡΑΜΟΥΝΤΑΝΗΣ-ΣΤΕΦΑΝΟΓΙΑΝΝΗΣ».

Στο αξιόλογο αυτό βιβλίο υπάρχει πλούσιο και σπουδαίο αρχειακό υλικό, κυρίως επιστολές, των χρόνων της Αντίστασης 1941-1944. Απευθύνονται στον ηρωικό Αρχηγό της ομάδας Ανωγείων και Άνω Μυλοποτάμου, περιέχει όμως και άλλες σχετικές με την Εθνική Αντίσταση πληροφορίες.

Είναι να θαυμάζει κανείς όχι μόνο τα γεγονότα της δύσκολης εκείνης εποχής, μα ειδικά την επικοινωνία των αγωνιστών μέσω «συνδέσμων» δηλαδή οδοιπόρων μέσα από κακοτράχαλα βουνά με κίνδυνο της ζωής τους, να τους πιάσουν οι καταχτητές και να μαθευτούν τα μυστικά της δράσης τους και τότε αλλοίμονο!

Με αυτό τον τρόπο κυκλοφορούσαν οι ειδήσεις και οι εντολές των Αρχηγών που τις μετέφεραν οι σύνδεσμοι μέσα από απάτητα περάσματα με πηχτό διπλό σκοτάδι: της κατοχής και των παγωμένων συνθηκών στις παγερές χειμωνιάτικες νύχτες. Υπήρχε βέβαια και ο ασύρματος αλλά όπως ξέρουμε ήταν μόνο για εξαιρετικές περιπτώσεις: Με αποστολές μηνυμάτων σε συγκεκριμένα αντιστασιακά στέκια που είχαν επίσης ασύρματο για τη λήψη.

Μέσα σ’ αυτές τις δύσκολες συνθήκες έδρασε με γενναιότητα και θάρρος και ο Αρχηγός των Ανωγείων και  Άνω Μυλοποτάμου ΓΙΑΝΝΗΣ ΔΡΑΜΟΥΝΤΑΝΗΣ-ΣΤΕΦΑΝΟΓΙΑΝΝΗΣ.

Το πολύτιμο αυτό υλικό διαφύλαξαν οι απόγονοί του και ειδικά ο γιός του ήρωα Ζαχαρίας Δραμουντάνης.

(Διέσωσε ευσυνείδητα τα ιστορικά στοιχεία και ο Δάσκαλος-Συγγραφέας Γιώργος Καλογεράκης, όπως είπαμε και πριν).

Έτσι μέσα από αυτές τις επιστολές και πληροφορίες μαθαίνουμε για τη δράση και τη θυσία ζωής του άξιου παλικαριού της Κρήτης του Ανωγειανού Γιάννη Δραμουντάνη- Στεφανογιάννη κατά τη Γερμανική Κατοχή που θυσίασε τα πάντα: περιουσία, αγαθά, κόπους, και προπάντων την πολύτιμη ζωή του, γιατί συνάμα ήταν και αρχηγός πολυμελούς φαμελιάς, νέος με πέντε ανήλικα παιδιά.

Κι έμεινε ολομόναχη η μάνα, φορτωμένη μ’ όλες τις ευθύνες η πολύπαθη και άξια γυναίκα του, Χαρίκλεια, που όμως κατάφερε να τα μεγαλώσει να τα μορφώσει και να τα δώσει άξιους πολίτες στην κοινωνία και την πατρίδα μας.

Ένα μέρος του βιβλίου του ιστορικού Συγγραφέα Γ. Καλογεράκη, περιέχει πολύ συγκινητικά ποιήματα αφιερωμένα στον ήρωα Στεφανογιάννη. Αυτά τα ποιήματα, είτε γράφτηκαν τα πέτρινα εκείνα χρόνια είτε στη σύγχρονη εποχή. Υμνούν τον ήρωα που οδηγεί και θα οδηγεί πάντα τα βήματα των επιγενομένων στα υψηλά ιδανικά της Πατρίδας και της Ελευθερίας.

Ας αναφέρομε λοιπόν μερικά αποσπάσματα. Ένα από αυτά, με τίτλο «του Στεφανογιάννη» τραγουδήθηκε στους Βώρους το 1947 από καλλίφωνο μαθητή σε σχολική γιορτή. Διασώζεται στα αρχεία του κ. Ζαχαρία Δραμουντάνη. Αναφέρεται στη σύλληψη του Αρχηγού από τους Γερμανούς και την απαίτησή τους να υπογράψει ότι προστατεύει Άγγλους που έκρυβε και του ζητούν να τους παρουσιάσει. Η απάντηση: «Μ’ ακόμη δεν εγίνηκα προδότης τση Πατρίς μου

μα κι ούτε δα δε γίνομαι και πάρτε τη ζωή μου».

Κι όταν τον ρωτήσανε «Σαν καπετάνιος πως θα κάνει τα  κατορθώματα αυτά», απαντά:

«Μα καπετάνιος ήμουνε θα σου το μαρτυρήσω

για την τιμή των Ανωγειώ το αίμα μου θα χύσω.

Κι α θέτε ας με σκοτώσετε απ’ έξω στο χωριό μου

τουλάχιστον το αίμα μου μην το πατεί ο εχθρός μου».

Και παρακάτω:

«Μα ο Γιάννης εσκοτώθηκε και πήγε δοξασμένος

με τη σημαία τη λευκή θα είναι σκεπασμένος».

Δίδει στο τέλος την ταυτότητα της στιχουργού:

«Κι ανέ ρωτήξουν ποιητής ποιος είναι που το βγάνει

είν’ μια γυναίκα αγράμματη Όλγα Κεφαλογιάννη».

β’

Τα παρακάτω αποσπάσματα είναι από το υπ’ αυξ. αριθ. 8 ποίημα με τίτλο «Ο Στεφανογιάννης». Αναφέρεται στη μάζωξη της τοπικής κοινωνίας στο σχολείο και στη θλιβερή είδηση της σύλληψης του Αρχηγού Στεφανογιάννη στην προσπάθειά του να εξαφανίσει τα έγγραφα που κρατούσε και άλλα έκαψε και άλλα κατάπιε μέσα σε κάποιο σπήλιο:

«Γιατί δε θέλει πάνω του σημάδια να του βρούνε

για τον αγώνα τση τιμής, γι’ αυτούς που πολεμούνε».

Στη συνέχεια περιγράφεται πολύ παραστατικά το λεβέντικο παράστημα και η ομορφιά του:

«Μαύρα πυκνά σγουρά μαλλιά, φρύδια ζωγραφισμένα

μουστάκι δαχτυλιδωτό στα χείλη τα σφιγμένα.

Χακί κυλότα στο κορμί και το πουκάμισό ντου

μαύρο και μοιάζει τση ελιάς που ‘χει στο πρόσωπό ντου.

Στιβάνια μαύρα σουφρωτά και με πιτήδειες ζάρες

εκαλικώναν το κορμί με τσι περίσες χάρες.

Στη στυλωσά ντου η ομορφιά κι η λεβεδιά με τρόπο

συγκατοικούν να τσι θωρούν τα μάθια των αθρώπων.

Η δύναμή ντου στη γροθιά τση χέρας κορνιασμένη

και η ελπίδα τση ζωής σφιχτά αλυσοδεμένη.

Σφίγγει το στόμα… Οι δυνατοί τέτοιες στιγμές δε κλαίνε

για δε τσοι γνοιάζει ανέ χαθούν για κείνα που πιστένε…

Παρακάτω

Ελυσοδέσαν τον αητό και χάμαι στραταρίζει

που’ πρεπε να ‘ναι λεύτερος στη Νίδα να γυρίζει.

Με τ’ αετίσιο βλέμμα ντου και το βαρύ ντου ζάλο

λες και θωρεί τη Λευτεριά και κάνει ντου σινιάλο…»

Το τραγούδι περιέχεται στην ποιητική συλλογή της Όλγας Δραμουντάνη «Κόκκινος κάμπος».