Το Ηράκλειο είναι η πόλη μας. Η πόλη που μας προσφέρει στέγη και εργασία, που μας ανέχεται και την ανεχόμαστε, που μας ταλαιπωρεί και την ταλαιπωρούμε με τα καμώματά μας. Δεν φταίει βέβαια η πόλη μας για τη λαβυρινθοποίησή της. Εμείς φταίμε. Τα παράπονά μας καμιά φορά είναι: “Τι πολιτεία είναι αυτή χωρίς σχέδιο, υποδομή, φως, νερό, τηλέφωνο, δρόμους, πλατείες, πάρκα αναψυχής και χώρους άθλησης». Δεν φταίει η άψυχη πολιτεία μας αλλά εμείς οι πολίτες της. Πιο σωστά λοιπόν είναι να διερωτώμεθα τι άνθρωποι είμαστε εμείς που δεν σεβόμαστε το χώρο που ζούμε.

Τέλος πάντων αυτό είναι άλλο θέμα που θέλει άλλο χώρο και χρόνο να εκτεθεί και από άλλον ειδικότερο και αρμοδιότερο από μένα. Εγώ σκέφτηκαν να γράψω δυο λόγια για την πόλη μας το Ηράκλειο σχετικά με την ονομασία της “ΗΡΑΚΛΕΙΟ”, γιατί δυστυχώς εννιά στους δέκα συμπολίτες μας αν ρωτήσεις αν ξέρουν για την ιστορία του ονόματος αυτού γιατί και πότε ονομάσθηκε Ηράκλειο θα πάρεις αρνητική απάντηση.

Η ονομασία λοιπόν “Ηράκλειο” πρωτογράφτηκε το Μάιο του 1822. Την εποχή εκείνη που όλη η Ελλάδα ήταν επαναστατημένη, εκπρόσωπος της Ανωτάτης Αρχής του επαναστατικού αγώνα στην Κρήτη, είχε ορισθεί ο Μιχαήλ Αφεντούλης που είχε γεννηθεί στη Ρωσία από Έλληνα πατέρα γι’ αυτό και τον έλεγαν και Αφεντούλιεφ. Εδώ αξίζει τον κόπο να πούμε δυο λόγια για τον ανάδοχο της πόλης μας.

Ο Μ. Αφεντούλης ήταν απόγονος των Βυζαντινών αυτοκρατόρων Κομνηνών και γι’ αυτό λεγόταν και Μιχαήλ Κομνηνός Αφεντούλης. Αυτός λοιπόν ο Μ. Αφεντούλης με την έκρηξη της Ελληνικής Επανάστασης ήλθε στην Ελλάδα ακολουθώντας τον Δ. Υψηλάντη για να συνδράμει στον αγώνα αφού άλλωστε ήταν και αξιωματικός του Ρωσικού στρατού με το βαθμό του Ταγματάρχη και οπωσδήποτε σαν στρατιωτικός μεγάλο κεφάλαιο για τον ελληνικό αγώνα.

Έτσι λοιπόν μόλις κατέβηκε στην Ελλάδα διορίστηκε τοποτηρητής του αγώνα στην Κρήτη. Ξένος προς την νοοτροπία των Κρητικών και δυσκολευόμενος ακόμη και να συνεννοηθεί με τους ντόπιους γιατί τα Ελληνικά του ήταν λίγα ήρθε σε ρήξη με τους Σφακιανούς οπλαρχηγούς, κατηγορήθηκε και φυλακίσθηκε ως καταχραστής και υπαίτιος ορισμένων ατυχών στρατιωτικών επιχειρήσεων.

Αργότερα βέβαια αποδείχθηκε η αθωώτητά του και αποκαταστάθηκε γιατί όντως υπήρξε από τους αξιολογότερους και ευγενέστερους αγωνιστές και η προσφορά του στην υπόθεση του Έθνους σημαντική, ανιδιοτελής και σπουδαία, αν αναλογισθεί κανείς ότι παράτησε στη Ρωσία μια άνετη και πλούσια ζωή και κατέβηκε στην αγωνιζόμενη πατρίδα ζώντας κακουχίες και στερήσεις στα σφακιανά βουνά με μοναδικό στόχο και επιδίωξη τη λευτεριά της πατρίδας.

Χαρακτηριστική ήταν μια αναφορά του προς την Ανωτάτη Αρχή η οποία σώζεται στα αρχεία του στρατού μας και στην οποία ανέφερε συγκεκριμένα για τους Σφακιανούς: «Είναι γεναίοι πολεμιστές, παλληκάρια, στη μάχη είναι ατρόμητοι, με υψηλό εθνικό φρόνημα αλλά είναι και απείθαρχοι και κλέφτες. Κλέβουν τους μονετσιαίς (μπαρουτόβολα) κλέβουν τα εφόδια, κλέβουν τα γεννήματα και τα ζώα, κλέβουν, κλέβουν, κλέβουν»…

Αυτός λοιπόν ο εκ Ρωσίας ευγενής Μ. Αφεντούλης ανακάλυψε ότι στη θέση της σημερινής πόλης υπήρχε επίνειον της Κνωσού ονομαζόμενο “Ηράκλειον” που με την καταστροφή της Κνωσού καταστράφηκε και χάθηκε ολοσχερώς και το επίνειόν της. Το 826 μ.Χ. ιδρύθηκε στο ίδιο σημείο οχυρή ναυτική βάση από τους Σαρακηνούς που περιβαλλόταν με ισχυρά τείχη κτισμένα με ένα μίγμα λάσπης ανακατεμένης με τρίχες αιγών που το καθιστούσαν τρομακτικής αντοχής και στερεότητας. Ίχνη του τείχους αυτού σώζονται μέχρι σήμερα και είναι στα θεμέλια του κινηματογράφου “ΑΠΟΛΛΩΝ”. Το τείχος αυτό προχωρεί στην οικοδομική γραμμή προς το Αστυνομικό Τμήμα, πάνω σ’ αυτό έχει κτισθεί το τμήμα Τροχαίας και καταλήγει στο μπεντενάκι. Αυτό το τείχος περιβαλλόταν από βαθύ χαντάκι και η πόλη ονομάσθηκε από τους Άραβες “Κανταν” και από τους Βυζαντινούς Χάνδακας. Το 1204 αγόρασαν την Κρήτη οι Ενετοί, έκαναν το Χάνδακα πρωτεύουσα του νησιού και τον οχύρωσαν με μεγαλύτερο τείχος που σώζεται ακέραιο σχεδόν μέχρι σήμερα και ο Χάνδακας ονομάσθηκε από τους Ενετούς “Καντία”. Το 1699 μετά από μεγάλη πολιορκία κυριεύτηκε από τους Τούρκους η πόλη αφού είχε γίνει ένας σωρός ερειπίων.

Σ’ όλη τη διάρκεια της μεγάλης πολιορκίας ο λαός ομιλούσε για την πόλη του με την ονομασία “Κάστρο”. Θα αντέξει το Κάστρο (τείχη), αντέχει άπαρτο το Κάστρο. Το Κάστρο είναι απάρτο κ.λπ., κ.λπ. Έτσι καθόλη τη μακραίωνη τουρκική σκλαβιά η πόλη γραφόταν, λεγόταν, ακουγόταν με την ονομασία “Κάστρο”.

Το 1822 ο Μιχαήλ Αφεντούλης παρατήρησε ότι ο λαός έλεγε για την πόλη του “Ο Στραβός μ’ είπε Ηρακλεία και οι Ενετοί Καντία”. Στραβός δεν ήταν άλλος από τον ιστορικό συγγραφέα και γεωγράφο της αρχαιότητας 667 Π.χ.-23 μ.Χ.) Στράβωνα, ο οποίος στα γεωγραφικά του αναφέρει: “Έχει ως επίνειον το Ηράκλειον η Κνωσός”.

Αυτό του ήταν αρκετό ώστε το Μάιο του 1822 το παλικάρι από τη Ρωσία να επιβάλει αντί Κάστρο, Καντία, Κανταν ή Χάνδακας η πόλη να ονομασθεί Ηράκλειο.

Ο λαός τραγούδησε αμέσως το γεγονός και το αποδέχτηκε με τη ριμάτα

“Κάστρο αν με λεν ή Χάνδακα

για Κάνταν ή Καντία,

σβήστε τα και τα τέσσερα

και πέστε με Ηρακλεία”.

Η Κρήτη δεν ευτύχησε να ελευθερωθεί συγχρόνως με την υπόλοιπη επαναστατημένη Ελλάδα κι έτσι το 1869 επικυρώθηκε η ονομασία Ηράκλειο με οργανικό νόμο που δόθηκε στο νησί από τους Τούρκους και ορίσθηκε με τον ίδιο νόμο πρωτεύουσα όλου του νησιού όπως ήταν και στη διάρκεια της Ενετοκρατίας.

 

Ανδρέα Ν. Λιανέρη, αστυνομικού διευθυντή ε.α.