Πέρασε κι’ ο πολυθρύλητος κυβερνητικός ανασχηματισμός, άλλαξαν και μετακινήθηκαν κάποιοι υπουργοί, αλλά τα καθημερινά προβλήματα των πολιτών συνεχίζονται αμείωτα, με σπουδαιότερο την παραπαίουσα οικονομία των νοικοκυριών.
Η υπενθύμιση ότι η ΝΔ βρίσκεται στο τιμόνι της χώρας για πάνω από πέντε χρόνια, είναι περιττή.
Η δεύτερη θητεία της από το 2023, της έδωσε το πλεονέκτημα ή μειονέκτημα, τελικά, να έχει απέναντί της μια κατακερματισμένη αντιπολίτευση η οποία προσπαθεί να ανεύρει τον βηματισμό της ανασύροντας από το συρτάρι σενάρια συνεργασίας κάποιων πολιτικών κομμάτων, τα οποία όμως παρουσιάζουν πολυποίκιλες δυσκολίες, θεωρητικές και πρακτικές.
Την ίδια στιγμή δεν παραλείπει να επαίρεται επί τακτικής βάσεως ότι προσπαθεί να βελτιώσει την καθημερινότητα των πολιτών εν μέσω της ανεξέλεγκτης ακρίβειας των συνήθων αγαθών, όπως επίσης ότι η ελληνική οικονομία αναπτύσσεται αργά και σταδιακά, και παραπάνω από τον μέσο όρο των υπόλοιπων χωρών της Ε.Ε., φέρνοντας παράλληλα στο προσκήνιο τα πλεονάσματα και την μείωση του δημόσιου χρέους της χώρας.
Αλλά από την άλλη μεριά, δεν λείπουν οι φωνές ειδικών ότι η γενικότερη πολιτική της οδηγεί τη χώρα σε μεγαλύτερη εξάρτηση από τους γνωστούς κύκλους. Είναι νωπά ακόμα στη μνήμη όλων τα όσα εκστόμιζαν οι κύκλοι της ΝΔ το 2008, και πού στο τέλος οδήγησαν!
Σε μια τραυματική εμπειρία χρεωκοπίας, με δραματικές απώλειες σε πολλά μέτωπα όλων. Παλινδρομώντας στα χρόνια εκείνα που πέρασαν, παρατηρούμε ότι λίγα πράγματα έγιναν στον τομέα της ανάπτυξης, στη δημιουργία ενός ισχυρού και ανταγωνιστικού παραγωγικού μοντέλου, ενώ αντίθετα διαφαίνεται κάποια παρασιτικής μορφής οικονομία, με χορήγηση επιδομάτων σε κάποιες κατηγορίες πολιτών και εν τέλει μια ενισχυμένη μορφή διαπλοκής και πελατειακού κράτους.
Την ίδια στιγμή, η χώρα στηρίζεται σε μεγάλο βαθμό στην τουριστική βιομηχανία, αλλά εδώ και πολύ καιρό πολλά ξενοδοχεία και κατοικίες, σε μεγάλες πόλεις και τουριστικές περιοχές αγοράζονται από ξένα συμφέροντα σε φτηνές τιμές, για διάφορους κάθε φορά λόγους.
Η μεγάλη συνεισφορά των κεφαλαίων του Ταμείου Ανάκαμψης, η οποία αποσκοπούσε στην ανακούφιση πολλών λόγω των συνεπειών του κορονοϊού, σήμερα βρίσκεται κάτω από το μικροσκόπιο.
Γιατί όλα εκείνα τα δισ. ευρώ θα μπορούσαν να εξαλείψουν το παρασιτικό μοντέλο της χώρας, αντί να δίνεται αφειδώς χωρίς αντίκρυσμα! Ήταν μια μεγάλη ευκαιρία για την Ελλάδα για να ενισχυθεί η παραγωγική της βάση, η ευρισκόμενη ακόμα σε εμβρυικό επίπεδο αμυντική μας βιομηχανία, η έρευνα, η ενέργεια και η τεχνολογία, με τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας.
Αντίθετα, το δημόσιο χρέος παραμένει, όπως βεβαίως και τα μεγάλα ελλείμματα, ενώ τα ασθενέστερα οικονομικά στρώματα κατάντησαν να αναμένουν κυβερνητικά επιδόματα, με ό,τι αυτό συνεπάγεται.
Η μεγάλη και πολυποίκιλη καταστροφή του θεσσαλικού κάμπου, φυσικά επιδείνωσε το πρόβλημα, αλλά αποτελούσε καλή ευκαιρία για ριζική ανασυγκρότηση της περιοχής, που δυστυχώς θα καθυστερήσει να φτάσει στο επιθυμητό επίπεδο. Καλλιέργειες και ζωικό κεφάλαιο, στα τάρταρα.
Η παραγωγική βάση της χώρας, σήμερα, ασθενική και ανήμπορη, η οποία οδηγεί σε αύξηση των εισαγωγών, ενώ ο φαύλος κύκλος συνεχίζεται αμείωτος. Η όποια μικρή αύξηση του ΑΕΠ των τελευταίων ετών είναι αποτέλεσμα κατανάλωσης από δανεικά χρήματα που στην ουσία αυξάνουν το δημόσιο χρέος.
Όμως το έλλειμμα του κρατικού προϋπολογισμού και ο αναπόφευκτος συνεχής δανεισμός δεν ωφελούν, γιατί αυξάνουν πολλές παραμέτρους και κυρίως τους τόκους επιστροφής του.
Το δημόσιο χρέος παρά τα λεγόμενα περί της μείωσής του, σε απόλυτους αριθμούς παρουσιάζει συνεχή άνοδο. Πάνω από τετρακόσια δισ. ευρώ σήμερα, από τριακόσια πενήντα, περίπου, το 2020.
Πού οδηγεί τελικά όλη αυτή η πορεία;
Τι θα υποστηρίζαμε επιπλέον πέρα από το δημόσιο και για το ιδιωτικό χρέος;
Πώς θα επιτευχθεί ανάπτυξη της χώρας χωρίς την επίπονη και επίμονη διαχείριση του προβλήματος της υπερχρέωσης;