Ο ιστορικός κρητικός αμπελώνας, στο διάβα του χρόνου έδωσε, όταν το μεράκι των ανθρώπων συνδυάστηκε με τις εξαιρετικές ντόπιες ποικιλίες, εξαιρετικής ποιότητας προϊόντα, τα οποία έφτασαν σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της Ευρώπης.

Τούτο προκύπτει  από τα απομεινάρια στην κρητική ενδοχώρα και από τα αρχεία των εμπορικών κέντρων στα οποία έχει γίνει έρευνα αρχειακών πηγών.

Στα αρχεία αυτά συναντούμε τον πιο ελκυστικό ευρωπαϊκό μύθο του ευρωπαϊκού αμπελο-οινικού τομέα: τον μύθο του μαλβαζία. O μαλβαζίας οίνος (malmsey ή μουαλβαζί) κυριάρχησε για πάνω από πέντε αιώνες στην ευρωπαϊκή αγορά.

Σπουδαίος εμπορικός κόμβος στην κεντρική και ανατολική ευρώπη το Μεσαίωνα ήταν η πόλη Λβόβ ή Λβίβ (Tim Unwin 2003: 205, Αθήνα εκδ. Ίων).

Αποτελούσε το χώρο αποθήκευσης οίνων, αλλά και τον χώρο που κλείνονταν οι συμφωνίες των διακινητών του κρασιού στην κεντρική και ανατολική Ευρώπη. Στη πόλη αυτή υπάρχει η κιβωτός που διασώζει μερικά από τα τεκμήρια εκείνης της εποχής. Είναι το ιστορικό μουσείο της πόλης Λβόβ ή Λβίβ (με ενάμιση εκατομμύριο κατοίκους), το οποίο ήταν το σπίτι του κρητικού οινέμπορα Κωνσταντίνου Κορνιακτού. Ας δούμε πώς περιέγραψε το μουσείο αυτό ο διευθυντής του (μετάφραση της μαθήτριας Ειρήνης Πατσατζή):

«Ιστορικό Μουσείο του Λβίβ το οποίο το 2008 κλείνει 115 χρόνια. Βρίσκεται στα σπίτια της πλατείας της αγοράς, ένας από αυτούς που το έκτισε ήταν ο Πέτρος Μπαρμπονόμ (μηχανικός) το 1580 για τον Κωνσταντίνο  Κορνιακτό.

Στο κτίριο αυτό υπάρχουν υπόγεια στα οποία βρίσκονταν κρασιά που τα έφερε ο Κορνιακτός στο Λβίβ και στον πρώτο όροφο υπάρχουν δωμάτια όπου ήταν σαν εστιατόριο και προσέφεραν κρασιά.

Στα μέσα του ΧVI αιώνα το Λβίβ ήταν ένα πολύ σημαντικό εμποροβιοτεχνικό κέντρο… Τα καραβάνια του με νότια κρασιά, βαμβάκι και άλλα εμπορεύματα που πήγαιναν από το Λβίβ στη Μολδαβία και στη Γερμανία.. Ο Κ. Κορνιακτός πέθανε το 1603 στα 86 χρόνια του. Τον έθαψαν στην ουσπενική εκκλησία σε πέτρινο τάφο. Δυστυχώς όμως δεν σώθηκε μέχρι τις μέρες μας. Στο Ιστορικό Μουσείο του Λβίβ υπάρχει το πορτρέτο του Κ. Κορνιακτού ζωγραφισμένο το 1669 από λάδι πάνω σε μεταξωτό ύφασμα».

Η παραπάνω αρχική έρευνα έγινε από την περιβαλλοντική ομάδα του 9ου Γυμνασίου Ηρακλείου το 2006-2007, την οποία είχα την τιμή να συντονίσω. Η ομάδα, τότε, με επιστολή της Δ/ντριας του 9ου Γυμνασίου Στέλλας Κοκολάκη, απευθύνθηκε στην ελληνική πρεσβεία στο Κίεβο, αναζητώντας στοιχεία. Η απάντηση ήταν άμεση:

«Στην Ιστορική Σχολή του Πανεπιστημίου Λβίβ υπάρχει Έδρα Μεσαιωνικής Ιστορίας & Βυζαντινολογίας, ο Καθηγητής της οποίας κ. Igor Lylio έχει ως γνωστικό αντικείμενο την ιστορία της ελληνικής παροικίας στο Λβίβ. Στο βιβλίο του “Ιστορία της ελληνικής κοινότητας του Λβίβ του 16ου-17ου αιώνα” (εκδόθηκε το 2002) ο κ. Lylio βασίζεται στα πολύτιμα ιστορικά έγγραφα που διαφυλάσσονται στο Αρχείο της πόλης και το Ιστορικό Μουσείο, γράφει και για τις δραστηριότητες των Ελλήνων, κυρίως Κρητικών.

Επιπλέον, σας ενημερώνουμε ότι στο Λβίβ λειτουργεί η ομογενειακή κοινότητα “Έλληνες” (Πρόεδρος κα Λιουντμίλα Κετσετζή), και ο σύλλογος Ελλήνων της Δυτικής Ουκρανίας “Κωνσταντίνος Κορνιακτός” (Πρόεδρος η κα Ναντέζντα Ευκαρπίδη)».

Επικοινώνησα, τότε, με την πρόεδρο του συλλόγου Ελλήνων δυτικής Ουκρανίας «Κωνσταντίνος Κορνιακτός» κα Ναντέζντα Ευκαρπίδη, η οποία μου έστειλε πολύτιμα στοιχεία για την δραστηριότητα των Ελλήνων στο Λβιβ την περίοδο του XVI και του XVII αιώνα.

Απόσπασμα (σε μετάφραση του Ανδρέα Ντούλη) από το αγγλικό κείμενο:

«Οι αποικίες των Ελλήνων υπήρχαν για πολλά συνεχή χρόνια στο μέρος,   έχοντας αφήσει ένα αξιόλογο ίχνος στη ζωή της πόλης (Λβίβ). Και σήμερα οι κάτοικοι και οι επισκέπτες της πόλης μπορούν να εξετάσουν το σπίτι του Έλληνα εμπόρου  Κωνσταντίνου Κορνιακτού και το καμπαναριό της ρωσικής εκκλησίας που κατασκευάστηκε για τον πύργο – σπίτι του.

Από μας έχουν καταγραφεί περισσότερα από 700 ονόματα Ελλήνων εμπόρων, τα οποία τότε (XVI και το πρώτο μέρος XVII αιώνα) έκαναν εμπόριο στο Λβίβ και που επισυνάπτονται στα χρονικά-ιστορικά βιβλία της πόλης.

Σε μας έχει βεβαιωθεί ότι οι περισσότεροι Έλληνες έρχονταν από τη νήσο Κρήτη, περίπου το 42%.  Σε διάρκεια 80 ετών στο Λβίβ είχαν πραγματοποιηθεί περίπου 32 ελληνικές εγκαταστάσεις. Από το μέσο του 15ου αι. με σταθερή εμπορική ροή στο Λβίβ οι έλληνες έμποροι παρήγγειλαν από την Κρήτη.

Στους πρώτους Έλληνες κατοίκους του Λβίβ ανήκε ο Έλληνας από την Κάντια Εμμανουήλ Μετζαπέτας ο οποίος εμφανίστηκε στην πόλη το 1587.  Είναι γνωστό ότι το 1591 έγινε αποδεκτός στα μέλη της αδελφότητας του Λβίβ, οι οποίοι περιοδικά του προσέφεραν υλική βοήθεια και ο οποίος πραγματοποιούσε εμπορικές συμφωνίες στο Λβίβ.  Το 1594 απέκτησε αστικά δικαιώματα στο Ζάμοστ.

Στο τέλος του 16ου αιώνα ο Μιχαήλ Μετζαπέτας πούλησε κρασί. Το 1615 ανάμεσα στους κατοίκους του Λβίβ έδρασε ο Κωνσταντίνος Μετζαπέτας ο οποίος είχε επιχειρήσεις και έλαβε ενεργό μέρος στη ζωή της αδελφότητας του Λβίβ… Σχεδόν το 95% των Ελλήνων συμμετείχαν στο εμπόριο των προϊόντων της αμπέλου. Η καλύτερη ποιότητα οίνου ανήκε στο μαλβαζία (malmsey), το οποίο ήταν μεταφερμένο πιο πολύ… Το δύσκολο πρόβλημα στο εμπόριο των Ελλήνων ήταν η μεταφορά των αγαθών. Έτσι το 1603 οι πειρατές λήστεψαν 2 εμπορικά σκάφη, σε ένα από τα οποία ήταν μαλβαζία και άλλα αγαθά …».

Πολύ ενδιαφέροντα τα παραπάνω αλλά από ποιες περιοχές της Κρήτης φορτώνονταν αυτά τα κρασιά, που κυρίως ήταν μαλβαζία και δευτερευόντως μοσχάτο; Τα ονόματα αποτελούν έναν κρίκο που μπορεί κάπου να μας οδηγήσει.

Πράγματι, πριν λίγες εβδομάδες, σε πεζοπορία με τον οινοποιό της περιοχής Στέλιο Ζαχαριουδάκη στη διαδρομή του ρέματος Αμπελούζου – Πλουτής συναντήσαμε έναν τραφιασμένο περίβολο, ο οποίος εμφανώς είχε καλλιεργητικά ίχνη αμπελώνα. Ο τραφιασμένος περίβολος προστάτευε τον αμπελώνα, οι αναβαθμίδες συγκρατούσαν το χώμα και βοηθούσαν την καλλιέργεια. Όλα έδειχναν «βενετσιάνικη»(=επιμελημένη) καλλιέργεια. Πατητήρι δεν σώζεται, εμφανώς τουλάχιστον, στην έκταση του περιβόλου.

Θα προσπαθήσω να ερμηνεύσω τα ευρήματα και να συνδέσω τα δεδομένα.

Για το τοπωνύμιο Αμπελούζος: «Η Αμπελούσα απέχει τρία μίλια από τους Αγίους Δέκα και το όνομά της προέρχεται σίγουρα από το αμπέλι» (R. Pashley 1994, β’ τ.: 232, Ηράκλειο Σύνδεσμος ΤΕΔΚ Κρήτης). Ο Pashley περιδιαβαίνει την Κρήτη  στα 1834 και έχει πλούσια κλασική βιβλιοθήκη, την οποία χρησιμοποιεί. Τα άφθαρτα τοπωνύμια (περνούν από γενιά σε γενιά) και αποτυπώνουν την ιστορία ενός τόπου. Η αποδοτική καλλιέργεια αμπελιών στην περιοχή (διαχρονικά απ’ ό,τι φαίνεται) έδωσε το όνομα στον οικισμό.

Παραπάνω η Πλουτή: Όνομα που παραπέμπει στον Πλούτο. «Ο Πλούτος μαρτυρείται γιος της Δήμητρας, Θεάς της γεωργίας και του θνητού Ιασίωνα» (Μανωλιούδης 2018, στο υπό έκδοση Διόνυσος αρχέγονοι δρόμοι έκστασης – πνευματικότητας : 76). Ο Διόδωρος (v,77) γράφει τον 1ο προχριστιανικό αιώνα: «ότι η γη, που την έσπειρε κάποτε ο Ιασίων και την καλλιέργησε με πολλή φροντίδα έδωσε μια τόσο πλούσια σοδειά, που οι άνθρωποι που την είδαν, έδωσαν ξεχωριστό όνομα σ΄ αυτήν την αφθονία των καρπών και την ονόμασαν “πλούτο”». Δυτικά του οικισμού σώζεται η μέσα πλευρά του τοίχου πέντε, πιθανότατα, κτιστών πατητηριών. Λίγα μέτρα παρακάτω μεγάλο λαξευτό υπολήνιο και κυκλικές κατασκευές συνδέονται με υπόσκαφες εγκαταστάσεις ζύμωσης οίνου. Ψυχρή ζύμωση (θερμοκρασία υπεδάφους 14 – 15ο C) στα Ελληνιστικά χρόνια, πιθανότατα. Οι Αμερικάνοι “ανακάλυψαν” την ψυχρή ζύμωση τον περασμένο αιώνα.

Πηγή πολύ κοντά στον οικισμό βγάζει απιρόνερο, δηλαδή νερό με θειάφι. Τούτο οφείλεται στα πετρώματα που περνάει το υπόγειο νερό, τα οποία είναι γυψούχα (θειικό ασβέστιο). Έχει σχέση το θειάφι με το κρασί; Σήμερα για να συντηρήσουν τον οίνο προσθέτουν θειώδη. Πολύ λογικό να σκεφθούμε πως η πηγή με το απιρόνερο ή η γύψος που υπάρχει στην περιοχή χρησιμοποιήθηκε για να αντέξουν τα κρασιά του μεσαίωνα το ταξίδι ως το Λβίβ.

Συνδετικός κρίκος του Αμπελούζου, της Πλουτής και του Λβίβ, αλλά και των αγορών της κεντρικής και ανατολικής Ευρώπης το επώνυμο Ματζαπέτας. Ο τραφιασμένος περίβολος μεταξύ Αμπελούζου και Πλουτής ανήκει στην οικογένεια Ματζαπετάκη (προφανής η σχέση με το Ματζαπέτας). Τρεις (Εμμανουήλ, Μιχαήλ, Κωνσταντίνος) με το επώνυμο Ματζαπέτας καταγράφονται στα αρχεία στο Λβίβ το 16ο-17ο αιώνα.

Ο προσεγμένος αμπελώνας, τα μεγάλα πατητήρια και τα θειούχα πετρώματα της περιοχής έδωσαν πλεονέκτημα και πλούτο στους κατοίκους εκείνης της εποχής. Η παλαιότερη φάση (Ελληνιστική) οίνου, πιστοποιήθηκε κατά τη σωστική ανασκαφή των υπόσκαφων χώρων ζύμωσης με αφορμή τη διάνοιξη του νέου δρόμου. Οι λαξευτοί αυτοί υπόσκαφοι χώροι είναι, εξ όσων γνωρίζω, οι μοναδικοί σωζόμενοι στην Κρήτη.

Η αμπελοκαλλιέργεια στην περιοχή συνεχίζεται στον λόφο της «Ορθής πέτρας», με τους αμπελώνες και το σύγχρονο οινοποιείο, του Στέλιου Ζαχαριουδάκη.

* Ο Στέλιος Μανωλιούδης είναι γεωλόγος – εκπαιδευτικός – ερευνητής Email: [email protected]