Στο καφενείο ο Ζήσης, ο ιδιοκτήτης, παραπονιόταν ότι, ενώ ο εγγονός του υπομονετικά προσπαθούσε να του εξηγήσει πώς λειτουργεί ο υπολογιστής, αυτός δεν μπορούσε να μάθει. Μπερδευόταν και όλο λάθη έκανε.
-Παράτα τα, καημένε. Οι υπολογιστές δεν είναι για μας τα γεροντάκια, τον συμβούλεψε ο κυρ Γιώργος.
-Σύντομα, παρενέβη ο κύριος Κυριάκος το γεροντοπαλίκαρο, θα βγουν καινούργιοι υπολογιστές, ριζικά αλλιώτικοι, που θα χρησιμοποιούν την τεχνητή νοημοσύνη. Οι υπολογιστές που έχομε τώρα θα θωρούνται απαρχαιωμένοι.
-Οι εκλογές τελειώσανε. Βγάλαμε καινούργιο δήμαρχο, έμπειρο στη διοίκηση. Να δούμε τι θα κάνει αυτός, είπε ο Ζήσης αλλάζοντας θέμα συζητήσεως.
-Ο καινούργιος δήμαρχος θα αντιμετωπίσει μεγάλα προβλήματα, που δεν μπόρεσε να τα λύσει ο απερχόμενος, όπως το κυκλοφοριακό, η καθαριότητα, η λειψυδρία… Στο μέλλον προβλέπονται περαιτέρω άνοδος της θερμοκρασίας, ξηρασίες, ποταμοί θα στερεύουν και λίμνες θα ξεραίνονται… έλεγε ο κύριος Κυριάκος.
-Εγώ, αν ήμουν δήμαρχος, απάντησε ο Ζήσης διακόπτοντας τον κύριο Κυριάκο, θα γέμιζα το νησί Ντία με φωτοβολταϊκά. Και θα έχτιζα εκεί ένα εργοστάσιο αφαλάτωσης του θαλασσινού νερού. Και με σωλήνες θα έφερνα το νερό στο Ηράκλειο. Να έχει ο κόσμος να πίνει καθαρό νερό, να κάνει τις δουλειές του και να ποτίζει και τα χωράφια του παραπέρα, έξω από την πόλη. Οι Ισραηλινοί πώς το έχουν καταφέρει; Γιατί όχι κι εμείς;
Πετάχτηκε τότε ο κυρ Κώστας, παλιός εργολάβος, αυτός που λένε ότι έχει γυναίκα που ξυρίζεται, γιατί έχει γένια σαν άντρας, και είπε.
-Εγώ θα έφτιαχνα τους δρόμους της πόλης και θα έκανα επιχωματώσεις για δημιουργία καινούργιας παραλιακής λεωφόρου, από την Αμμουδάρα μέχρι το αεροδρόμιο. Να διασχίζουν τα αυτοκίνητα την πόλη ανεμπόδιστα και γρήγορα. Αυτό θα έφερνε μεγάλη ανακούφιση στο κυκλοφοριακό πρόβλημα του Ηρακλείου.
Τότε πήρε θάρρος και πετάχτηκε και ο Σήφης και έλεγε κι αυτός.
-Εγώ θά ‘χτιζα ένα μεγάλο υπόγειο πάρκιν, δωρεάν για όλους τους κατοίκους του Ηρακλείου. Ν’ αδειάσει η πόλη από τα παρκαρισμένα αυτοκίνητα.
Να κυκλοφορούν οι πεζοί ελεύθερα.
Ο κύριος Κυριάκος τότε πρόσεξε τον κυρ Βασίλη, δειλό στην συζήτηση, που κουνιόταν σαν κάτι να ήθελε να πει κι αυτός, αλλά δίσταζε.
-Εσύ, κύριε Βασίλη, τι θα πρότεινες;
-Εγώ θα πρότεινα να κατασκευάσουν ευρύχωρους κυκλικούς κόμβους, αντί για φανάρια μέσα στην πόλη, και γέφυρες κυκλοφορίας (σαν αυτές, να πούμε, που έχουμε στο Γιόφυρο ή στον κόμβο Παπαναστασίου)… στις εξόδους από την πόλη. Θα διευκόλυναν πολύ την κίνηση… Και σταμάτησε και κοκκίνισε, σαν να ντράπηκε που μίλησε ο κυρ Βασίλης.
-Μωρέ, όλοι σας γίνατε μηχανικοί και πολεοδόμοι! Μπράβο σας! Πάντως ωραίες ακούγονται οι ιδέες σας.
-Γιατί; Εμείς μυαλό δεν έχουμε; διαμαρτυρήθηκε ο Ζήσης. Κι όλοι γελάσανε.