Όταν ο Θεός δίδαξε την αρετή ο διάβολος φρύαξε κι άρχισε να σκάβει με τα νύχια του το χώμα. Έσκαβε, έσκαβε με πείσμα ώσπου κάποια στιγμή βρήκε ένα βόλο χρυσάφι:
– Tώρα θα δεις πώς θα καταντήσει η αρετή σου!
Έκτοτε οι δυο αυτές δυνάμεις αντιμάχονται ασταμάτητα. Από τη μια ο άνθρωπος ως αυταπόδεικτη αξία και οι ανάγκες του, τα ιδανικά της ισότητας και της δικαιοσύνης, από την άλλη ο πλούτος, η ιδιοκτησία. Μια θυελλώδης σύγκρουση χωρίς σταματημό.
Για όσους φιλοσοφούν και κατανοούν το βαθύ νόημα της ύπαρξης της ζωής η ιδιοκτησία είναι τύραννος, δυστυχία και συμφορά, ατομική και κοινωνική. Ιδιαίτερα για τους αστόχαστους και ματαιόδοξους σωρευτές που μετερχόμενοι όλα τα μέσα, ακόμη και τα πιο απάνθρωπα (πολέμους, γενοκτονίες κ.ά.), στιβάζουν πλούτο που δεν πρόκειται να τους χρησιμεύσει σε τίποτα. Το 1% του πληθυσμού της Γης ελέγχει το 50% του παγκόσμιου πλούτου!
Την ίδια ώρα εκατομμύρια παιδιά πεθαίνουν κάθε χρόνο απ’ την πείνα. Ολόκληροι λαοί λιμοκτονούν. Για εμβόλια του 1 ευρώ, πεθαίνουν. Η εκδίκηση της ιδιοκτησίας είναι ότι ενώ κατ’ ουσίαν δεν φέρνει ευτυχία στους κατόχους της, τους δημιουργεί προβλήματα συνεχώς. Ο πλούσιος σκουτουριάζεται όλη τη μέρα και σκέπτεται πώς θα διαφυλάξει τους θησαυρούς του και πώς θα καταφέρει να τους πολλαπλασιάσει. Ζει σε καθεστώς διαρκούς αγωνίας και κινδύνου.
Ένας μπαλωματής είχε κάποτε το μαγαζάκι του απέναντι από την έπαυλη ενός πάμπλουτου ανθρώπου. Ο τσαγκάρης τραγουδούσε ευτυχισμένος όλη τη μέρα και ο πλούσιος τον ζήλευε. Μια μέρα λοιπόν αποφάσισε να του πετάξει ένα σακούλι λίρες στο τσαγκάρικο. Το άλλο πρωινό το τραγούδι κόπηκε απότομα. Για μερικές ημέρες ο πλούσιος καμάρωνε που τα κατάφερε, όμως ένα πρωινό αντήχησε και πάλι το τραγούδι του μπαλωματή!
– Τι έπαθε πάλι αυτός και τραγουδάει, πώς ξεμουγκάθηκε;
Κατεβαίνει λοιπόν να δει τι γίνεται και βρίσκει πεταμένο στην αυλή του το σακούλι με τις λίρες… Ήταν απείραχτο!
Προ ημερών ο καλός μου φίλος Μανόλης Κυριάκης απαρίθμισε τα ονόματα αντιστασιακών φοιτητών στη δικτατορία. Ανάμεσα στα άλλα διάβασα και το όνομα του Θόδωρου Βλάχου, φοιτητή της ΑΣΟΕΕ που στρατεύτηκε. Τι μου θύμισε…
Την παράνομη γιάφκα στην οδό Αγίας Ζώνης ανάμεσα Πατήσια-Κυψέλη. Ήταν ένα φοιτητικό διαμέρισμα που έμενε και ο επίσης φοιτητής της ΑΣΟΕΕ Γιάννης Μπουλές, πατέρας της Νάντιας και για πολλά χρόνια δήμαρχος στον Δήμο Πυλαίας και στη Ναύπακτο. Από κει πέρασαν δεκάδες αντιστασιακοί που κρύβονταν καθώς και μερικά μέλη της συντονιστικής επιτροπής του Πολυτεχνείου μετά τα γεγονότα. Εκεί γνώρισα και τον Γιάννη Νυσταζάκη, έκτοτε φίλο μου.
Μια μέρα του Αυγούστου του 1974 η παρέα αποφάσισε να εκδράμει στην Αίγινα. Κάποιος ήξερε τα νότια, μαγευτικά ακρογιάλια και φτάσαμε νωρίς. Δίπλα στο αμμούδι που κατασκηνώσαμε υπήρχε ιδιωτικό λιμανάκι και κότερο.
Σιγά-σιγά απλωθήκαμε και αρχίσαμε βουτιές απ’ το πλεούμενο.
Δεν άργησε όμως να παρέμβει ο ιδιοκτήτης. Ένας υπηρέτης με σακάκι κατηφόρησε από την έπαυλη:
– Παιδιά, σας παρακαλούμε να πάτε πιο δίπλα. Το λιμάνι είναι ιδιωτικό. Τότε ο Θόδωρος έβγαλε το κεφάλι του απ’το νερό και αποκρίθηκε:
– Φίλε, όλοι εμείς είμαστε κατά της ατομικής ιδιοκτησίας!
Μετά από καμιά ώρα ήρθε ο ίδιος ο νοικοκύρης:
– Aν θέλετε και σεις, σας παρακαλώ να πάτε λίγο πιο δίπλα, γιατί η κυρία θα κατεβεί για το μπάνιο της. Τότε ο Βλάχος ξαναχτύπησε:
– Καλά, πήγαινε και μεις θα συνεδριάσουμε. Θα σου στείλουμε με… επιτροπή την απόφαση!
Έκτοτε αγωνιστήκαμε να καταργήσουμε την ιδιοκτησία.
Για την ώρα έχει το πάνω χέρι. Έτσι φαίνεται για την ώρα.
Προς το παρόν δηλαδή…