Η τραγωδία είναι «γέννημα θρέμμα» της Ελλάδας, από αρχαιοτάτων χρόνων, που η μοίρα όμως την θέλει να ακολουθεί τη «μάνα» της έως και τις μέρες μας. Δεν ξέρω πόσο προφητική μπορεί να ήταν η φράση με την οποία τέλειωνε το τελευταίο άρθρο μου, που δημοσιεύθηκε στην «Π» την περασμένη Τετάρτη – και γράφτηκε σε ανύποπτο χρόνο – για να αποτελέσει η ίδια σχεδόν φράση και τον τίτλο του σημερινού άρθρου.

Αναφέρομαι φυσικά στον αφορισμό του Νίκου Καζαντζάκη, «Η ζωή είναι λίγη κι ο θάνατος πολύς». Γιατί η ζωή ήταν πράγματι λίγη – πολύ λίγη – για τα δεκάδες νέα παιδιά που άφησαν τα νιάτα τους και τα όνειρά τους πάνω στις σκουριασμένες ράγες ενός δαιμονισμένου τρένου. Ο θάνατός τους όμως ήταν πολύς. Πάρα πολύς! Και άδικος. Και άδοξος. Και ανάξιος. Και ασυγχώρητος! Για «ανθρώπινο λάθος» μίλησαν κάποιοι.

Για την «κατάρα της κοιλάδας των Τεμπών», είπαν κάποιοι άλλοι. Τον σταθμάρχη της Λάρισας έδειχναν όλα τα δάχτυλα της κυβέρνησης, οδηγώντας και καταδικάζοντας ένα αναλώσιμο τραγικό πρόσωπο σε «δημόσιο λιθοβολισμό». Και «ο πρώτος τον λίθον βαλέτω», ήταν ο ίδιος ο πρωθυπουργός της χώρας, που σήκωσε τον γιακά και τα χέρια από τις δικές του ευθύνες, καταφεύγοντας και πάλι στην εύκολη ανέξοδη λύση. Άμεση όμως ήταν η αντίδραση που ήρθε – από πού αλλού; – από τα ξένα μέσα ενημέρωσης.

Ο «Guardian» υπογράμμισε ότι «ο Έλληνας πρωθυπουργός έσπευσε να μιλήσει για “τραγικό ανθρώπινο λάθος”, την ώρα που υπάρχει μεγάλη πεποίθηση ότι η τραγωδία αυτή θα έπρεπε να είχε αποφευχθεί και επισήμανε την αυξανόμενη οργή των πολιτών για τους κυβερνητικούς χειρισμούς».  Αλλά και το βρετανικό δίκτυο BBC έκανε αναφορά στη δήλωση Μητσοτάκη περί «ανθρώπινου λάθους», σημειώνοντας με νόημα ότι «προκάλεσε οργή και αντιδράσεις», ενώ επισήμανε τις ανακοινώσεις των σωματείων που επέρριπταν ευθύνες διαχρονικά στις κυβερνήσεις για την εγκατάλειψη των σιδηροδρόμων στη χώρα μας.

Πράγματι, υπήρξαν αλλεπάλληλες τέτοιες καταγγελίες της Ομοσπονδίας Εργαζομένων στα τρένα, που επιδόθηκαν στον Εισαγγελέα το 2019 και το 2021, μετά και τον εκτροχιασμό του τρένου στα Φάρσαλα. Οι καταγγελίες αυτές επεσήμαιναν τις τεράστιες ελλείψεις σε εξειδικευμένο προσωπικό, σε ανταλλακτικά, σε συντήρηση και σε σύγχρονο εξοπλισμό για την επιτήρηση του δικτύου, καθώς και για τις ηλεκτρονικές δυνατότητες ελέγχου των γραμμών.

Σε όλες αυτές τις καταγγελίες όμως, η στάση του επίσημου κράτους ήταν μία: Αδιαφορία. Έτσι παγιώθηκε μια κατάσταση που αποτέλεσε «κανονικότητα» για τους χιλιάδες ανυποψίαστους συμπολίτες μας, που έκαναν χρήση αυτού του μέσου μεταφοράς, παίζοντας τις ζωές τους «κορώνα-γράμματα», και οι πιο τυχεροί από αυτούς ζουν σήμερα από τύχη! «Η συνήθεια είναι το εκτροφείο των σφαλμάτων», έγραφε ο Βίκτωρ Ουγκώ.

Κι εδώ υπήρχε ένα τεράστιο «εκτροφείο σφαλμάτων» που εδώ και χρόνια «προετοίμαζε» την μεγαλύτερη σιδηροδρομική τραγωδία στην ιστορία της Ελλάδας, και μια από τις μεγαλύτερες της Ευρώπης. Το ανθρώπινο λάθος του μοιραίου σταθμάρχη είναι γεγονός αδιαμφισβήτητο, αφού και ο ίδιος το παραδέχτηκε και θα λογοδοτήσει γι’ αυτό στην δικαιοσύνη. Η δική του ανευθυνότητα προκάλεσε την μεγάλη τραγωδία. Αν δεν ήταν όμως εκείνος, πιθανότατα – αφού ήταν θέμα χρόνου – θα την είχε προκαλέσει κάποιος άλλος, επίσης ανειδίκευτος συνάδελφός του, μέσα από το υποστελεχωμένο δυναμικό των εργαζομένων στα τρένα. Ένα λατινικό ρητό λέει: «Errare Humanum est», δηλαδή, «Το σφάλμα είναι ανθρώπινο».

Ο σταθμάρχης, με τον οποίο ασχολούνται σήμερα τα περισσότερα ελληνικά ΜΜΕ, ήταν η αφορμή της τραγωδίας αλλά όχι η αιτία της. Εκείνος ήταν ο λάθος άνθρωπος, που βρέθηκε στο λάθος μέρος, τη λάθος στιγμή. Και για τους λόγους που μόνο εκείνος μπορεί να γνωρίζει, πήρε τη λάθος απόφαση. Αναρωτιέμαι όμως! Το «σύστημα εξουσίας», που υποστηρίζεται από πολλούς και καθόλου τυχαίους ανθρώπους, δεν θα έπρεπε να έχει φροντίσει για την ύπαρξη δικλίδων ασφαλείας, ώστε να αποφευχθεί μια τέτοια μεγάλη τραγωδία, μετά από κάποιο ενδεχόμενο ανθρώπινο λάθος;

Η εθνική τραγωδία στα Τέμπη ήρθε μετά από μια προδιαγεγραμμένη πορεία χρόνων, που είχε ως αποκλειστικό στόχο την ιδιωτικοποίηση του σιδηροδρόμου στην Ελλάδα, με την ευθύνη όλων των κυβερνήσεων, της ΝΔ, του ΠΑΣΟΚ και του ΣΥΡΙΖΑ. Η μεγάλη εθνική τραγωδία στα Τέμπη, για την οποία θρηνούμε σήμερα όλοι οι Έλληνες, δεν είναι μόνο ένα μείζον κοινωνικό θέμα. Είναι πρωτίστως βαθιά πολιτικό. Αν πραγματικά υπάρχει και λειτουργεί ανεπηρέαστα η δικαιοσύνη σε αυτόν τον τόπο, θα πρέπει να φροντίσει άμεσα να αρθεί η ασυλία όλων εκείνων των πολιτικών προσώπων που εμπλέκονται διαχρονικά ως ηθικοί αυτουργοί, για την πρόκληση της μεγάλης τραγωδίας.

Η βολική «καραμέλα» της «αντικειμενικής πολιτικής ευθύνης» που «πιπίλιζαν» τις προηγούμενες μέρες, τόσο ο πρωθυπουργός όσο και οι στενοί του συνεργάτες, για να επαινέσουν τον παραιτηθέντα υπουργό μεταφορών, είναι εντελώς άχρηστη και έχει «πικρή γεύση» ετούτη τη στιγμή. Ο υπουργός αυτός, όπως και η κυβέρνησή του, μπορεί να κρύπτονται πίσω από το νομικό εφεύρημα της «αντικειμενικής πολιτικής ευθύνης», αλλά η ηθική ευθύνη που τους βαραίνει είναι τεράστια. Η καθυστερημένη συγνώμη του πρωθυπουργού, ως άλλη μια επινόηση των επικοινωνιολόγων του, που είχε ως μοναδικό στόχο την εμπλοκή και των προηγούμενων κυβερνήσεων στη μεγάλη τραγωδία, ήταν εξόχως υποκριτική.

Η πραγματική πολιτική ευθύνη θα αποκτήσει νόημα και περιεχόμενο, μόνο όταν θα ξεκινήσουν, επιτέλους, να αποδίδονται ποινικές ευθύνες και σε πολιτικά πρόσωπα. Ιδού η χρυσή ευκαιρία για το κράτος δικαίου αυτής της χώρας, να αποδείξει ότι κάνουν λάθος εκείνοι που το αμφισβητούν, και που απαξιώνονται σήμερα από αυτό το κράτος, με το να αντιμετωπίζονται ως γραφικοί… Ατυχέστατος είναι ο συμψηφισμός που επιχειρούν να κάνουν κάποιοι, μεταξύ της άλλης μεγάλης εθνικής τραγωδίας στο Μάτι το 2018, και της τωρινής στην κοιλάδα των Τεμπών. Γιατί, στην πρώτη, αν και υπήρξαν κι εκεί εγκληματικές ευθύνες, εντούτοις χαρακτηρίστηκε από μια φυσική καταστροφή. Στα Τέμπη όμως, η φύση δεν είχε ουδεμία απολύτως ανάμειξη ή συμμετοχή, παρά μόνο η αδύναμη ανθρώπινη φύση.

Ατυχής αλλά και ασεβής είναι η προσπάθεια άμβλυνσης των εντυπώσεων που καταβάλλουν τα φιλοκυβερνητικά μέσα ενημέρωσης, για να μειώσουν όσο το δυνατόν περισσότερο το πολιτικό κόστος της κυβέρνησης, που αναμένεται να αποτυπωθεί στις εθνικές εκλογές που δεν είναι μακριά, ή μήπως θα είναι; Να μην έχουν όμως καμία αμφιβολία ότι, όποτε και να γίνουν οι εκλογές, θα υπάρξει σίγουρα πολιτικό κόστος για το κυβερνών κόμμα και θα το εισπράξει στην κάλπη. Αλλοίμονο σε εμάς, ως χώρα και ως κοινωνία, αν δεν υπήρχε και αυτό το κόστος!

Γιατί δεν πρέπει να ξεχνάει κανένας ότι, η «βόμβα έσκασε» στα χέρια της τωρινής κυβέρνησης, που όχι μόνο δεν ενημέρωσε, ως όφειλε, τον κόσμο για το απαρχαιωμένο ελληνικό σιδηροδρομικό δίκτυο που παρέλαβε, αλλά μέχρι πρότινος, ο υπουργός Μεταφορών εγγυόταν στη Βουλή την ασφάλειά του, ενώ ο κυβερνητικός εκπρόσωπος κόμπαζε ότι, «η χώρα μας ηγείται της 4ης Βιομηχανικής Επανάστασης». Να δούμε όμως αυτή η κυβέρνηση, που τώρα φαντάζει τριτοκοσμική, τι θα πει σε όλους εκείνους τους ανθρώπους που θρηνούν ή που αγνοούν τα παιδιά τους!

Είναι πολλοί εκείνοι που υποστηρίζουν σήμερα ότι η μεγάλη τραγωδία στα Τέμπη, με τον θάνατο 57 νέων ανθρώπων και με την τύχη 56 ακόμα νέων ατόμων να αγνοείται, δεν συνιστά τραγικό δυστύχημα, αλλά ένα φρικτό έγκλημα. Εγώ θα έλεγα πως είναι κάτι χειρότερο και από έγκλημα, υπενθυμίζοντας την περίφημη ρήση του Φουσέ, συνεργάτη του Ναπολέοντα, με την οποία σχολίασε τη δολοφονία ενός δούκα της εποχής:

«Είναι χειρότερο από έγκλημα, είναι λάθος!».

Υ.Γ. Σήμερα, θα έπρεπε κανονικά να ευχόμασταν χρόνια πολλά στις γυναίκες που γιορτάζουν, αλλά σκεφτόμαστε κι εκείνα τα κορίτσια που έκαναν το τελευταίο τους ταξίδι με το τρένο του θανάτου, αλλά και όλες τις μητέρες που θρηνούν τα νεκρά παιδιά τους.

https://moschonas.wordpress.com