Η πολεμική που ασκείται τελευταία για τα αντικυβερνητικά σχόλια σπουδαίου μας γελοιογράφου από φίλους της εξουσίας, όπως, αντιθέτως, και οι πολιτικές παλινωδίες σπουδαίου μας μουσικού, αγωνιστή και συγγραφέα, που έγινε υπουργός αρκετών χρωμάτων και “υπηρέτης πολλών αφεντάδων”, και επίσης ο όμοιος ξεπεσμός άλλων λογοτεχνών, καλλιτεχνών και διανοουμένων, υπηρετών της εξουσίας, μας φέρνουν στο νου την παλιά ιστορία του Δαυίδ και του Γολιάθ. Ο Δαυίδ είχε ένα όπλο για να υπερασπιστεί τον εαυτό του.
Ένα παιδικό παιγνίδι, τη σφεντόνα που πετούσε πέτρες.
Διαχρονικά, ο καλλιτέχνης, ο συγγραφέας, ο διανοούμενος, θα προσθέταμε και ο παιδαγωγός, έχει ένα εξίσου παιδικό παιγνίδι, μία σφεντόνα. Χρησιμοποιεί, όμως, αντί για πέτρες, τις λέξεις που έχουν ένα προτέρημα σε σχέση με τις πέτρες. Όταν χτυπούν ή “καρφώνονται”, κατά τον Μανόλη Αναγνωστάκη, ματώνουν για αρκετό καιρό.
Ο Γολιάθ, όπως είχε πει κάποτε ο Ζακ Λακαριέρ (Jacques Lacarriere) είναι ένας Mεφιστοφελής, όπως στον Φάουστ του Γκαίτε, που προκαλεί τους λογοτέχνες και τους καλλιτέχνες με επιθυμίες.
Η πρώτη, σημαντικότερη επιθυμία και πιο επικίνδυνη, είναι τα χρήματα, για τα οποία μπορεί κανείς να προδώσει τις ιδέες του, ακόμα “και τη μάνα του να πουλήσει”, όπως λέει ο λαός. Υπάρχει ακόμα η γοητεία της επιδεικτικής εξουσίας που εκμαυλίζει τον συγγραφέα. Ο “τελευταίος πειρασμός” του είναι η διασημότητα, που μερικές φορές είναι παγίδα, αν θεωρηθεί σκοπός και όχι αποτέλεσμα της ενεργητικότητας και της δουλειάς του.
Κάποτε, ρώτησαν ένα λογοτέχνη αν είναι ρεαλιστής συγγραφέας και απάντησε ότι: “Ναι, περιγράφω τον κόσμο όπως είναι, αλλά όπως είναι, αφού προσθέσω κάτι.” Δηλαδή προσθέτει κάτι, μικρό ή μεγάλο, και αυτό που προσθέτει μπορεί να κρατεί λίγες ημέρες ή να κρατά αιώνες. Ίσως γι’ αυτό και όλες οι εξουσίες και οι εξουσιαστές έχουν δυσκολίες να αποδεχθούν την επίμονη και συνεχή παρουσία του καλλιτέχνη, συγγραφέα ή διανοούμενου που δεν δέχεται την υπεκφυγή και γι’ αυτό προσπαθεί να προσθέτει και να εκθέτει. Και όταν προσθέτει, τείνει να είναι πάντοτε και πανταχού παρών.
Ο Πλάτωνας στην “Πολιτεία” του είχε εκδιώξει τους ποιητές και είχε δεχτεί τον Ευκλείδη της ευθείας γραμμής και τους άλλους γεωμέτρες, εν τούτοις, βέβαια, χρησιμοποίησε τον μύθο και την αλληγορία, για να εκφράσει βαθιές φιλοσοφικές αλήθειες και έννοιες. Γιατί του ποιητή ο δρόμος, όπως και του φιλοσόφου, είναι αργός, μακρύς, πολυδαίδαλος, φορτωμένος με αμφιβολίες και περιπλάνηση, ενοχλητικός, σε ένα σημερινό κόσμο των ευθείων γραμμών και των άνετων λεωφόρων. Πιο ενοχλητικός είναι σε όλες τις δομές εξουσίας που στηρίζονται στον ορθολογισμό του συμφέροντος, ενώ η γραφή του ποιητή δημιουργείται και προσφέρεται με πάθος.
Ο συγγραφέας είναι, δηλαδή, απρογραμμάτιστος και προσφέρει διαρκώς το στοιχείο του απίθανου. Έτσι, οι εξουσιαστές και οι κυβερνώντες προσπαθούν να τον κολακεύσουν ή τον φοβούνται.
Οι λέξεις, όμως, του συγγραφέα είναι σαν τις πέτρες που έχουν εκτιναχθεί από τη σφεντόνα, έχουν ξεφύγει από την επιρροή της εξουσίας. Και αυτή είναι η περιουσία του συγγραφέα. Η ελευθερία του. Να είναι, μ’ άλλα λόγια, ανυπάκουος και μόνος, να τολμά να λέει και να ξαναλέει ό,τι θεωρεί πρέπον, κόντρα στο κακώς εννοούμενο συμφέρον του, ώστε να αποκαλείται αγαθός, βλάκας ή και τρελός, όπως ο “διά Χριστόν” ασκητής, ο φαινομενικά “σαλός”, δήθεν σαλεμένος. Γι’ αυτό, παραφράζοντας, εκ νέου, μία φράση του Αϊνστάιν, θα προσθέταμε για κάθε επίδοξο καλλιτέχνη, συγγραφέα και διανοούμενο: “Μη γράφεις ποτέ ενάντια στη συνείδησή σου, ακόμα (και κυρίως) όταν η εξουσία που εκτιμάς και επιθυμείς, σου το ζητά”. Γιατί ο ρόλος του συγγραφέα και καλλιτέχνη είναι να ενοχλεί. Κι αν ακόμα οι ιδέες του είναι στην εξουσία, πρέπει να περιτειχιστεί, να γίνει αντι-εξουσία και όχι θλιβερός επαγγελματίας, εμετικός γραφιάς της εξουσίας, ακόμα και στα κοινωνικά δίκτυα υβριστής. Γιατί ο ρόλος του είναι να ενοχλεί, να είναι ο “οίστρος,” η τρελή αλογόμυγα, στη δική του σωκρατική Πολιτεία.
*Ο Αντώνης Σανουδάκης-Σανούδος είναι επ. καθηγητής Ιστορίας της ΠΑΕΑΚ-συγγραφέας