Το μυθιστόρημα είναι ένα λογοτεχνικό είδος με αρχαίες ρίζες, αλλά εξακολουθεί να ανθεί και να προσελκύει αναγνώστες που αναζητούν την απόλαυση της ομορφιάς. Στην πορεία του είχε πολλούς σταθμούς και οι δημιουργοί του θέλησαν να εκφράσουν τα βιώματά τους, τα όνειρά τους, ενώ οι θεωρητικοί προσπάθησαν να διατυπώσουν κανόνες και τρόπους που θα διδάξουν στους επίδοξους συγγραφείς την τέχνη τους και στους αναγνώστες πώς θα εκτιμήσουν και θα χαρούν τα καλά έργα.
Οι κανόνες αυτοί όμως συνεχώς αναθεωρούνται και μετασχηματίζονται, γιατί η ομορφιά δεν επιδέχεται απόλυτους ορισμούς. Τελευταία μάλιστα υπάρχουν και σχολές δημιουργικής γραφής, αλλά κανένας δημιουργός δεν υποτάσσεται σε κανόνες.
Αντίθετα, οι μεγάλοι συγγραφείς με το έργο τους νομοθετούν και η αγωνία της γραφής και η επάρκεια του αναγνώστη διατηρεί ζωντανά στον χρόνο τα σπουδαία έργα και η αισθητική τους αποτίμηση και ο φιλολογικός υπομνηματισμός είναι χρήσιμος, αλλά δε φτάνει. Αρκετοί καλοί πεζογράφοι έχουν γράψει και έργα θεωρητικά που προσωπικά προτιμώ από τα έργα εκείνων που κάποτε με τη θεωρητικολογία εμποδίζουν να γίνει η ανάγνωση απόλαυση.
Από τις εκδόσεις ΕΠΙΚΕΝΤΡΟ κυκλοφόρησε η μελέτη του ΜΑΚΗ ΚΑΡΑΓΙΑΝΝΗ «Η τ έ χ ν η τ ο υ μ υ θ ι σ τ ο ρ ή μ α τ ο ς», καρπός μεγάλης αγωνίας, πλούσιας ενημέρωσης και εξαιρετικής οργάνωσης. Αρκεί να αναφέρω ότι στο τέλος υπάρχουν έντεκα σελίδες σχετικής βιβλιογραφίας για όσους θα ήθελαν να ασχοληθούν ιδιαίτερα.
Ο Μάκης Καραγιάννης είναι μαθηματικός και υπηρετεί στη μέση εκπαίδευση. Έχει δημοσιεύσει κριτικές μελέτες, αρκετά δοκίμια, αλλά και τρία μυθιστορήματα που διακρίνονται για την ποιότητά τους. Το έργο αυτό μετά τον πρόλογο και την εισαγωγή αρθρώνεται σε δέκα κεφάλαια και ακολουθούν πενήντα θεωρήματα και ένα αξίωμα για το μυθιστόρημα που σας παραθέτω:
«Ένα αξίωμα υπάρχει στη λογοτεχνία. Δεν υπάρχουν αξιώματα». Έτσι αμφισβητεί και τον εαυτό του, αλλά κυρίως όλους εκείνους που με αξιωματικό τρόπο θέσπισαν κανόνες πώς πρέπει να γράφουν οι δημιουργοί και να διαβάζουν οι αναγνώστες. Ιδιαίτερα εκτιμά τον Φλωμπέρ, τον Τολστόι και τον Ντοστογιέφσκι, αλλά και από τους νεωτερικούς τον Μαρσέλ Προύστ και δείχνει καθαρά ότι ο μεταμοντερνισμός δεν ευδοκίμησε.
Για να απαντήσει στο ερώτημα τι είναι μυθιστόρημα παρακολουθεί τα έργα από τον Όμηρο μέχρι σήμερα και εντοπίζει την ουσία του ως μιας αφήγησης της ανθρώπινης περιπέτειας. Σημαντικά κεφάλαια είναι η αφήγηση, ο χαρακτήρας, η γλώσσα, η πλοκή, ο χρόνος, η κριτική της κριτικής θεωρίας και ο αναγνώστης.
Σωστά παρατηρεί ότι «η τραγωδία του μυθιστοριογράφου αρχίζει, όταν ο ορίζοντας του κριτικού είναι μικρότερος από τον ορίζοντα του συγγραφέα» και παραθέτει τη γνωστή άποψη ότι «για τον άνθρωπο του λαού ένα ζευγάρι μπότες αξίζει χίλιες φορές περισσότερο από τα άπαντα του Σαίξπηρ».
Συμφωνώ με την πρόβλεψη του συγγραφέα ότι το μυθιστόρημα θα παραμείνει ένα αναντικατάστατο όργανο στοχασμού και πιστεύω απολύτως ότι το βιβλίο αυτό θα είναι πολύτιμο και για επίδοξους συγγραφείς, αλλά και για τους αναγνώστες. Θα κλείσω παραθέτοντας δύο θεωρήματα:
«Η γοητεία του μυθιστορήματος είναι μια υπόθεση ερωτική. Γι’ αυτό και η κριτική θα είναι πάντα λειψή. Ποιος βρήκε την άκρη στον έρωτα;
Η λέξη είναι η απρόσιτη ερωμένη του μυθιστοριογράφου. Λαχταράει γι’ αυτή, πεθαίνει γι’ αυτή και όταν νομίζει πως την κατέκτησε, ανακαλύπτει πως έχει γλιστρήσει με πάθος στην αγκαλιά κάποιου άλλου».