Κατά πάγια «νομολογία» των τελευταίων τριών χρόνων της συγκυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ, η αλήθεια μαθαίνεται από τον λαό πάντα ετεροχρονισμένα, είτε κατά τύχη, είτε από «ίδιον» λάθος των κυβερνώντων, είτε -και το πιο πιθανόν- από το εξωτερικό. Έτσι λοιπόν και στο θέμα της συμφωνίας των Πρεσπών, η πάσα αλήθεια έρχεται από τις πανηγυρικές δηλώσεις των Ζάεφ και Ντιμιτρώφ: «Η Μακεδονία έχει λόγους να γιορτάζει»! Και δεν διαφωνούμε.
Η Ελλάδα όμως έχει; Η συμφωνία αυτή είναι η καλύτερη δυνατή όπως, προσπαθεί να μας πείσει το δίδυμο Τσίπρα-Κοτζιά και οι υποστηρικτές τους, ή όχι; Ή μήπως μπορεί να είναι έστω, κατ’ ελάχιστον αποδεκτή; Ούτε το ένα, ούτε το άλλο και ιδού γιατί.
Η συμφωνία αυτή είναι καλή μόνον για τρεις κατηγορίες ανθρώπων: Τους θιασώτες της άποψης «μια οποιαδήποτε συμφωνία είναι καλύτερη από μια μη συμφωνία», τους θιασώτες της άποψης ότι «για όλα τα κακά της χώρας μας φταίει η μέχρι τώρα έλλειψη συμφωνίας στο Ελληνοσκοπιανό» και τρίτον αυτούς οι οποίοι ενδιαφέρονται περισσότερο «για τα συμφέροντα των Σκοπιανών «διεθνιστών» και όχι για τα συμφέροντα των Ελλήνων εθνικιστών». Τώρα βέβαια γιατί ένας Σκοπιανός ο οποίος (καθ’ ομολογίαν του και εγγράφως πλέον), παρ’ όλο που δεν έχει καμία σχέση με την αρχαία Μακεδονία και τους αρχαίους Μακεδόνες εμμένει μανιωδώς να λέγεται Μακεδόνας, δεν είναι εθνικιστής, ενώ αντίθετα ο Έλληνας, ο οποίος ιστορικά, πολιτισμικά, γλωσσικά κ.λ.π. έχει κάθε τέτοιο δικαίωμα, είναι εθνικιστής, δεν μπορώ ακόμα να το καταλάβω! Εν πάσει περιπτώσει όμως:
Η συμφωνία αυτή κατ’ αρχάς πάσχει από τρία εκ προοιμίου κακά:
Πρώτον: Δεν στηρίζεται σε καμία τυπική ή ουσιαστική νομιμοποίηση. Δεν έχει την λαϊκή πλειοψηφία (αντίθετα το 70% του ελληνικού λαού είναι αντίθετο), δεν έχει την κοινοβουλευτική πλειοψηφία (αυτή τη στιγμή δεν υπάρχει ούτε καν πλειοψηφία των 151 βουλευτών και βαίνει συνεχώς μειούμενη), δεν έχει καν την κυβερνητική νομιμοποίηση, αφού το συγκυβερνών κόμμα των ΑΝΕΛ και οι βουλευτές του όχι μόνον δεν την στηρίζουν αλλά θα την καταψηφίσουν κιόλας.
Τότε που στηρίζεται θα μου πείτε; Στους Αμερικάνους, στους Γερμανούς, στο ΝΑΤΟ και την Ευρωπαϊκή Ένωση, θα σας απαντήσω, και εάν η απάντησή μου σας καλύπτει, πάμε παρακάτω.
Δεύτερον: Η συμφωνία αυτή, όχι μόνον αποτελεί προϊόν ερμητικά μυστικής διαπραγμάτευσης (ακόμα και από τους βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ για προφανείς φόβους αντιδράσεων), όχι μόνον δεν απετέλεσε αντικείμενο εθνικής διαπραγμάτευσης, όπως στις προηγούμενες περιπτώσεις, με αρχηγούς κομμάτων και Πρόεδρο της Δημοκρατίας, αλλά, εντελώς αυθαίρετα και αναιτιολόγητα, εκφεύγει παντελώς από τα μέχρι σήμερα υπάρχοντα εθνικά όρια διαπραγμάτευσης, κατά τα κεφάλαια της «μακεδονικής» εθνικότητας και της «μακεδονικής» γλώσσας.
Τρίτον: Άμεσο αποτέλεσμα του αμέσως προηγούμενου είναι ότι για πρώτη φορά απετέλεσαν αντικείμενο διαπραγμάτευσης, εκτός από το όνομα, και δύο νέα στοιχεία: η εθνικότητα (όπως και να το αποκαλεί στα χαρτιά η συμφωνία – υπηκοότητα, ιθαγένεια – όλοι ξέρουμε ότι πρόκειται για εθνικότητα) των Σκοπιανών και η γλώσσα των Σκοπιανών
. Αυτά τα δύο που με αποκλειστική ευθύνη των Τσίπρα και Κοτζιά, όχι μόνον μπήκαν στην διαπραγμάτευση, αλλά «δωρήθηκαν» κυριολεκτικά στον Ζάεφ, θα αποτελέσουν στο μέλλον, δύο επί πλέον προβλήματα: Εάν δεν κυρωθεί για οποιοδήποτε λόγο τελικά η συμφωνία, έχοντας παραγάγει ήδη de facto αποτελέσματα, θα αποτελέσουν στο μέλλον δύο επί πλέον ζητήματα προς διαπραγμάτευση (στην οποία οι γείτονες θα έχουν σαφώς λόγω παρούσας συμφωνίας το πάνω χέρι), αλλά ακόμα κι αν κυρωθεί, θα αποτελούν στο μέλλον αντικείμενο προστριβών (αλυτρωτισμών, διεκδικήσεων κ.λ.π.) μεταξύ των δύο χωρών
Επί των κατ’ ιδίαν προβλέψεων της συμφωνίας:
Όσον αφορά το σύνθετο όνομα, παρ’ ότι υπάρχουν και πιο κατάλληλα (όπως Σλαβομακεδονία κ.α.), κινούμενο όμως μέσα στο πλαίσιο της εθνικής διαπραγμάτευσης, θα μπορούσε να θεωρηθεί αποδεκτό.
Όλα τα υπόλοιπα όμως είναι μη αποδεκτά και να γιατί:
Όσον αφορά την «ταυτότητα», γιατί τελικά στην ουσία οι όροι «μακεδονική” και «Μακεδόνας» που συμφώνησαν οι Τσίπρας-Κοτζιάς για τους Σκοπιανούς, δεν αποτελούν ούτε ιθαγένεια, ούτε υπηκοότητα ούτε άλλο τι. Αποτελούν, όπως και οι Ζάεφ-Ντιμιτρώφ διακηρύσσουν παντού, την «ταυτότητα» του λαού τους. Και η ταυτότητα ενός λαού είναι μόνον η εθνικότητα. Ούτε η ιθαγένεια, ούτε η υπηκοότητα, ούτε η… αστυνομική ταυτότητα ή το δίπλωμα. Μόνο η εθνικότητα.
Συνεπώς και με δεδομένο ότι επιστημονικά οι τεχνικοί όροι υπηκοότητα και ιθαγένεια (πρόκειται στην ουσία για το ίδιο πράγμα) αποτελούν τον δεσμό που ενώνει τους πολίτες (όλους τους πολίτες, ανεξαρτήτως ιδιαίτερων εθνικοτήτων ή μειονοτήτων κ.λ.π.) ενός κράτους με το κράτος αυτό, σημαίνει ότι ο όρος αυτός θα πρέπει κατ’ αρχάς να συμβαδίζει λεκτικά-ορολογικά με το όνομα του κράτους. Δεν μπορεί δηλαδή οι «υπήκοοι» της Ελβετίας να έχουν υπηκοότητα «ταϊλανδέζικη» και να αποκαλούνται «Βραζιλιάνοι», παρά έχουν υπηκοότητα ελβετική και αποκαλούνται Ελβετοί. Όπως και της Ιταλίας, Ιταλοί κ.ο.κ.
Με ποια διεθνή λογική λοιπόν οι Τσίπρας-Κοντζιάς συμφώνησαν ώστε οι πολίτες του κράτους της «Βόρειας Μακεδονίας» να έχουν υπηκοότητα σκέτη μακεδονική και όχι «βορειομακεδονική» και να αποκαλούνται σκέτοι Μακεδόνες και όχι «Βόρειοι Μακεδόνες»; Πετώντας έτσι τους σύγχρονους (Έλληνες) Μακεδόνες και τη σύγχρονη (Ελληνική) Μακεδονία, κυριολεκτικά, στα αζήτητα. Και πηγαίνοντας έπειτα, μουλωχτά-μουλωχτά και προπαγανδιστικά να μας ξεγελάσουν με δήθεν υπηκοότητες και ιθαγένειες.
Η ΠΓΔΜ ως γνωστόν αποτελείται επισήμως από επτά εθνότητες: Σλαβομακεδονική, Αλβανική, Σερβική, Τουρκική, Βλαχική, Βοσνιακή και Ρομά. Στο πλαίσιο αυτό λοιπόν, ένας Αλβανός θα αποκαλείται πολίτης υπηκοότητας Βόρειας Μακεδονίας εθνικότητας Αλβανικής, ένας Ρομά θα αποκαλείται πολίτης της Βόρειας Μακεδονίας εθνικότητας Ρομά κ.λ.π. Ο Σλαβομακεδόνας πολίτης υπηκοότητας του κράτους της Βόρειας Μακεδονίας ποιάς εθνικότητας θα αποκαλείται; Μήπως εθνικότητας Μακεδονικής, άρα εθνικά Μακεδόνας;
Κι’ αν λοιπόν αυτός ο άνθρωπος της άλλης πλευράς των συνόρων μας, που γεννήθηκε, μεγάλωσε και ζει 400 χιλιόμετρα μακριά από την παραδοσιακή γη των Μακεδόνων, που κατά ομολογία του δεν έχει καμία σχέση με την αρχαία Μακεδονία, την αρχαία μακεδονική γλώσσα και τον αρχαίο μακεδονικό πολιτισμό, είναι Μακεδόνας, εγώ τι θα είμαι; Σκοπιανός;
Και την πατρογονομητρική μου ιδιότητα ως «Μακεδόνα» [που γεννήθηκα στα Πιέρια όρη, τριάντα χιλιόμετρα μακριά από τη Βεργίνα και δέκα χιλιόμετρα μακριά από την πρωτεύουσα της αρχαίας άνω Μακεδονίας, την Ελίμεια (νυν Αιανή, η μία προγιαγιά μου μάλιστα έχει γεννηθεί εκεί), οι προπάππος μου γεννήθηκε στο Λιτόχωρο Πιερίας, στην πλαγιά του Ολύμπου και πέντε χιλιόμετρα μακριά από την αρχαία ιερή πόλη των Μακεδόνων το Διον κ.λ.π.], τι να την κάνω; Να την πετάξω ή να την καταπιώ;
Εξάλλου μέχρι σήμερα, όλες οι υπόλοιπες εθνικότητες των Σκοπίων είχαν και έχουν εθνικότητα. Δεν είχαν ανάγκη από μια ακόμα. Οι μόνοι που δεν είχαν και δεν έχουν ακόμα είναι οι Σλαβομακεδόνες και αυτούς φρόντισαν να αποκαταστήσουν και να προικοδοτήσουν εθνοτικά οι Τσίπρας και Κοτζιάς, με το όνομα «Μακεδόνας» και «Μακεδονική». Μόνο που αυτό, έρχεται σε κάθετη αντίθεση με τα εθνικά συμφέροντα της Ελλάδας και των Ελλήνων τα οποία είναι υπεύθυνοι και αρμόδιοι να προστατεύουν
. Όλης της Ελλάδας και όλων των Ελλήνων. Όχι μόνον των Μακεδόνων, ούτε μόνον των εθνικιστών, όπως ύπουλα-ύπουλα, προπαγανδιστικά και προπαντός διχαστικά οι κυβερνώντες πάνε να περάσουν. [Και αυτό δυστυχώς, λυπάμαι που το λέω, κάνει και η ανακοίνωση των 320 ανθρώπων του «πνεύματος και της τέχνης» που είδε το φώς της δημοσιότητας πριν δύο ημέρες].
Το ίδιο ακριβώς ισχύει και για τη γλώσσα των ανθρώπων αυτών: Αφού συμφωνούν, αναγνωρίζουν και το γράφουν και στο κείμενο της ίδιας της συμφωνίας, ότι η δική τους γλώσσα ανήκει στην οικογένεια των Σλαβικών γλωσσών και δεν έχει καμία σχέση με την αρχαία μακεδονική γλώσσα, τότε γιατί δεν συμφωνήθηκε να ονομαστεί, προς άρση κάθε αμφισβήτησης, «βόρειομακεδονική»;
Ποιος ο λόγος να ονομαστεί σκέτη «μακεδονική», εάν δεν εξυπηρετεί καθαρά και αποκλειστικά θέματα εθνικότητας των γειτόνων, τα οποία μετά βεβαιότητος θα δημιουργήσουν προβλήματα αλυτρωτισμών και διεκδικήσεων στο μέλλον; Και που είναι οι διπλωματικές μας επιτυχίες των πολύμηνων «σκληρών διαπραγματεύσεων» στα δύο παραπάνω καίρια θέματα;
Συνεπώς, για να «ήταν» έστω αποδεκτή η συγκεκριμένη συμφωνία, θα έπρεπε να έχει, κατ’ ελάχιστον, συμφωνηθεί ως ιθαγένεια-υπηκοότητα, ακόμα και ως εθνικότητα, ο όρος «ΒορειοΜακεδονική». Και γλώσσα το ίδιο: τουλάχιστον «βορειομακεδονική». Αυτό είναι ιστορικά, πολιτισμικά, αλλά και εθνολογικά, το δίκαιο. Έτσι θα είχαν αυτοί τους δικούς τους εθνολογικούς όρους και εμείς τους δικούς μας, πλήρως διευκρινισμένους και διακριτούς. Ενώ όπως με τη συμφωνία αυτή έχει συμφωνηθεί, οι δικοί τους όροι, αντικειμενικά, λειτουργούν εις βάρος μας και είναι βέβαιο ότι μελλοντικά θα οδηγήσουν σε νέο κύκλο αντιπαραθέσεων, αφού δεν λύνουν δίκαια και οριστικά τις διαφορές. Διότι λύση δεν είναι να βρούν οι Σκοπιανοί εθνικότητα και γλώσσα και να τα χάσουμε εμείς. Ούτε βέβαια να βρούν αυτοί λύση στα προβλήματά τους και να τα αποκτήσουμε εμείς.
Τέλος, δεν θα μπορούσα να κλείσω, χωρίς να απαντήσω στην επίσης έντονα προπαγανδιστική και μη αληθινή άποψη ορισμένων, που θέλει την μέχρι σήμερα έλλειψη συμφωνίας ως κύρια και αποκλειστική αιτία όλης της οικονομικής κακοδαιμονίας (μην και της πτώχευσης της Ελλάδας γενικότερα και δεν το ξέρω) της Βόρειας Ελλάδας (άρα οποιαδήποτε συμφωνία, και η πιο κακή ακόμα, είναι καλοδεχούμενη για τη χώρα μας κ.λ.π.).
Και δεν είναι ας πούμε αιτία η γενικότερη ελληνική γραφειοκρατία και κρατική ανικανότητα, η «πολιτεία» των αιρετών της που ακόμα και σήμερα μετά από τόσα χρόνια μπαινοβγαίνουν στα δικαστήρια της Θεσσαλονίκης για οικονομικές ατασθαλίες και καταχρήσεις εκατομμυρίων, το ότι το νωθρό ελληνικό κράτος σε αγαστή συνεργασία με τους κρατικοδίαιτους συνδικαλιστές αντί να επεκτείνουν τα δίκτυα του ΟΣΕ προς την Ευρώπη τον «έβαλαν μέσα» κατά 65 ολόκληρα δισεκατομμύρια, οι «καταλήψεις» του λιμανιού και τα επανειλημμένα πολυήμερα έως πολύμηνα κλεισίματά του από μια δράκα 30-35 συνδικαλιστικών τυρανόσαυρων, και τόσα άλλα, ων ουκ έστιν αριθμός.
Αντίθετα, επενδύσαμε στη χώρα τους (για χρόνια μάλιστα είμασταν και είμαστε ακόμα οι μεγαλύτεροι επενδυτές), αυτοί έρχονται τόσα χρόνια τώρα κατά εκατοντάδες χιλιάδες στις παραλίες μας, στην αγορά της Θεσσαλονίκης, έχουν αγοράσει σπίτια στη Θεσσαλονίκη και άλλα ακίνητα στις τουριστικές περιοχές κ.λ.π.
Τι άλλο λοιπόν θα μπορούσαμε να αγοράσουμε από τους ανθρώπους αυτούς μετά την υπογραφή της συμφωνίας, που δεν είχαμε κάνει μέχρι σήμερα, λόγω, υποτίθεται, της έλλειψης συμφωνίας; Τις ψυχές τους; Οι ψυχές των ανθρώπων όμως δεν πουλιούνται και δεν αγοράζονται με οποιοδήποτε τίμημα, όσο κι αν κάποιοι έχουν διαφορετική άποψη για τους (Έλληνες) Μακεδόνες και την (Ελληνική) Μακεδονία, και το προσπαθούν «για την ανάπτυξη του τόπου».
Και για όλα τους φταίει η έλλειψη συμφωνίας. Η οποία συμφωνία φυσικά είναι ευπρόσδεκτη από όλους τους ‘Ελληνες, αρκεί να πληροί τα ελάχιστα στάνταρς των ελληνικών συμφερόντων και των (Ελλήνων) Μακεδόνων. Έτσι ούτως ώστε να έχουν και οι Έλληνες λόγους να γιορτάζουν, και όχι μόνον οι Σκοπιανοί.