Με την δεύτερη εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ στο ανώτατο αξίωμα των ΗΠΑ, αναζωογονήθηκε το ενδιαφέρον πολλών, σε αμφότερες τις ακτές του Ατλαντικού, για τις αιτίες που οδήγησαν σε αυτή, με δεδομένο ότι στο γενικό πληθυσμό αιωρούνταν αρκετά απωθητικά στοιχεία σχετικά με τον χαρακτήρα και τα λεγόμενά του.

Ακόμα είναι σίγουρο, πως θα αρχίσουν να γράφονται απείρως περισσότερα. Όμως λίγους μήνες πριν τις αμερικανικές εκλογές, κυκλοφόρησε ένα ενδιαφέρον βιβλίο της Πολωνο-αμερικανίδας δημοσιογράφου και ιστορικού Αν Άπλμπαουμ (γεν. 1964) με τίτλο «Απολυταρχία Α.Ε.: Οι δικτάτορες που θέλουν να κυριαρχήσουν στον κόσμο» {Anne Applebaum, Inc: The Dictators Who Want to Rule the World, Penguin Random House. July, 2024} το οποίο στις λίγο παραπάνω από διακόσιες σελίδες του σκιαγραφεί και ξεδιπλώνει μια συναρπαστική ανάλυση του τρόπου με τον οποίο οι σύγχρονες απολυταρχίες, αν και ιδεολογικά διαφορετικές, συνδέονται από μια μοναδική και αποκλειστική επιδίωξη.

Την διατήρηση της εξουσίας τους και βεβαίως του πλούτου που αυτή τους αποφέρει. Η συγγραφέας του βιβλίου, το οποίο μάλιστα μόλις (Νοέμβριος 2024) κυκλοφόρησε και στη χώρα μας από τις Εκδόσεις «Κυριάκος Παπαδόπουλος», υποστηρίζει ότι οι σημερινοί ηγέτες που κυβερνούν χώρες από τη Ρωσία μέχρι την Κίνα και τη Βενεζουέλα, δεν είναι ενωμένοι ούτε σχηματίζουν ιδεολογικά μπλοκ και συμμαχίες, όπως όλα εκείνα της εποχής του Ψυχρού Πολέμου, αλλά αντίθετα συνάπτουν και διατηρούν σχέσεις με συμφωνίες και όχι με ιδανικά, συνεργαζόμενες καιροσκοπικά μέσα σε ένα επιλεκτικό δίκτυο καθεστώτων το οποίο λειτουργεί περίπου όπως οι εταιρείες.

Στα βασικά μέλη του δικτύου, γράφει, περιλαμβάνονται η Ρωσία, η Κίνα, το Ιράν και η Βενεζουέλα, αλλά υπάρχουν και πολλά άλλα, καθώς και τα λεγόμενα υβριδικά κράτη, όπως η Ουγγαρία, η Τουρκία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα.

Η βραβευμένη με Πούλιτζερ Αν Άπλμπαουμ, ξετυλίγει το κουβάρι των απίθανων συνεργασιών μεταξύ αυτών των καθεστώτων, δείχνοντας παράλληλα πώς εκμεταλλεύονται το παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα για να πλουτίζουν, υπονομεύοντας συγχρόνως τις δυτικές δημοκρατίες.

Επισημαίνει συγκεκριμένα περιστατικά, όπως η προσάρτηση της Κριμαίας από τη Ρωσία, η οποία υποστηρίχθηκε από αυταρχικά κράτη όπως η Ζιμπάμπουε και η Λευκορωσία. Συγκεκριμένα, λέει, τα αυταρχικά κράτη συχνά συνεργάζονται για να βοηθήσουν το ένα το άλλο όταν αναφύεται κάποιο πρόβλημα.

Το βιβλίο επισημαίνει ότι τα κινήματα της αντιπολίτευσης στη Λευκορωσία και τη Βενεζουέλα απέτυχαν σε μεγάλο βαθμό επειδή δεν πολεμούσαν τους απολυταρχικούς μόνο στην πατρίδα τους, αλλά σε όλο τον πλανήτη. Προσπαθεί ταυτοχρόνως να ερευνήσει τον τρόπο που τέτοια καθεστώτα συνεργάζονται μέσω οικονομικών δικτύων για να ξεπλένουν χρήματα και να προστατεύουν ο ένας τον παράνομο πλούτο του άλλου.

Οι απολυταρχικοί ηγέτες, λέει, συνδέονται με δίκτυα ευρισκόμενα σε άλλες απολυταρχικές χώρες, και μερικές φορές σε δημοκρατίες. Τα  κράτη αυτά έχουν ένα κοινό συμφέρον, ή μάλλον έναν κοινό εχθρό, τον φιλελεύθερο δημοκρατικό κόσμο. Η διαφάνεια, η λογοδοσία, το κράτος δικαίου, τα ανθρώπινα δικαιώματα, κι όλες αυτές οι ιδέες αποτελούν το μεγαλύτερο εμπόδιο για την απόλυτη διακυβέρνησής τους.

Η χαλαρή συμμαχία τους επικεντρώνεται στην απαξίωση της δημοκρατίας και προφανώς όχι στην προώθηση της απολυταρχίας!

Την προσάρτηση της Κριμαίας από τη Ρωσία και το ξέσπασμα των μαχών στην ανατολική Ουκρανία, ακολούθησε το 2022 η απρόκλητη εισβολή της Ρωσίας στη γειτονική χώρα.

Παρ’ ότι καταδικάστηκε ευρέως στη Δύση, η Ρωσία κατάφερε να εξασφαλίσει την υποστήριξη από αυταρχικούς συναδέλφους της σε όλο τον κόσμο, με την εντατικοποίηση του εμπορίου της Κίνας με τη Ρωσία, τις προμήθειες όπλων από το Ιράν και τη Βόρεια Κορέα, την υποστήριξη στον ΟΗΕ από τους φίλους της στην Αφρική και τη διευκόλυνση των εισαγωγών που είναι ζωτικής σημασίας για την αμυντική βιομηχανία της Ρωσίας μέσω αρκετών Ευρασιατικών κρατών.

Όμως και οι πολιτικοί της Δύσης δεν τυγχάνουν ασυλίας στο βιβλίο, που διερευνά πώς οι λανθασμένες εκτιμήσεις της Δύσης κατέστησαν ικανούς τους απολυταρχικούς ηγέτες.

Για παράδειγμα, επικρίνει τον εφησυχασμό της Δύσης απέναντι στην άνοδο της Κίνας και το πλεονέκτημα της Ρωσίας στο φυσικό αέριο, που δημιούργησαν τρωτά σημεία τα οποία εκμεταλλεύτηκαν οι απολυταρχικοί.

Ξεχωρίζει τους βαθύτατους οικονομικούς δεσμούς της Γερμανίας με τη Ρωσία, όπως αναδεικνύεται από τους αγωγούς Nord Stream, επικρίνει τους δυτικούς ηγέτες για το γεγονός ότι κάνουν μαθήματα δημοκρατίας στον Πούτιν, ενώ ταυτόχρονα επωφελούνται από προσοδοφόρες συμφωνίες με το καθεστώς του.

Η Άπλμπαουμ, δεν υποστηρίζει ότι τα καθεστώτα αυτής της ομάδας σχεδιάζουν κάποια μορφή συντονισμένης επίθεσης εναντίον της Δύσης. Αντιθέτως, εκθέτει τους οικονομικούς και πολιτικούς δεσμούς που τους συνδέουν οι οποίοι επιθυμούν σφόδρα να διαλύσουν τη διεθνή τάξη, όπως αυτή δρομολογήθηκε μετά το 1945, και να δημιουργήσουν μια νέα παγκόσμια, υπογραμμίζοντας τους σοβαρούς κινδύνους που εγκυμονούν η αυξανόμενη διεθνής επιρροή τους και οι οικονομικές τους εμπλοκές.

Όσον αφορά την αντιμετώπιση του φαινομένου από τη Δύση, η Άπλμπαουμ προτείνει μεγαλύτερη διαφάνεια και διεθνή συνεργασία που θα εμποδίζει τους απολυταρχικούς να κρύβουν τον πλούτο τους σε δημοκρατικές χώρες.

Το βιβλίο της χρησιμεύει ως προειδοποίηση, προτρέποντας τις δημοκρατίες να ενισχύσουν τους δικούς τους θεσμούς, μειώνοντας παράλληλα την εξάρτηση από τα αυταρχικά καθεστώτα.

Ένα πραγματικά ενδιαφέρον βιβλίο που προσπαθεί να φέρει στο προσκήνιο τους δεσμούς των αυταρχικών ηγετών, όπου γης, οι οποίοι με τη δημιουργία αυτού του υπόγειου δικτύου αλληλοϋποστήριξης, διατηρούν την εξουσία και φυσικά τον πλούτο τους!

Ο Γεώργιος Νικ. Σχορετσανίτης είναι τέως δ/ντής Χειρουργικής και συγγραφέας