Η ψυχρολουσία την οποία επεφύλαξε στους ευρωπαίους ηγέτες ο σημερινός αντιπρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών, έφερε την προσωπικότητά του στην επικαιρότητα, αναγκαστικά και εδώ.

Κι’ αυτό γιατί στην αντίπερα όχθη του Ατλαντικού, ήταν ήδη γνωστή από καιρό σε αρκετές κοινωνικές ομάδες. Όμως η εμφάνισή του στην πολιτική σκηνή στην περίοπτη θέση που τον επέλεξε ο Πρόεδρος Τραμπ, έδωσε το κίνητρο σε πολλούς να θυμηθούν το παρελθόν του.

Πολλές όμως προσωπικές λεπτομέρειες, έδωσε ο ίδιος ο Τζέιμς Ντέιβιντ Βανς (J.D. Vance, γεν. 1984) όταν εξέδωσε την αυτοβιογραφία του με τίτλο ‘Ελεγεία των Βουνίσιων’ (Hillbilly Elegy, 2016), χωρίς φυσικά να μπορούμε να εξηγήσουμε την προθυμία ενός νεαρού να γράψει την βιογραφία του, που αφορούσε την καταγωγή του από τη λευκή εργατική τάξη, σε ηλικία μόλις τριάντα δύο ετών, με τις τόσο περιορισμένες προσωπικές εμπειρίες!

Όμως διαφορετικά αξιολογείται το βιβλίο ενός νεαρού πολιτικού, και διαφορετικά τα απομνημονεύματα, έστω εκείνης της περιορισμένης περιόδου, του σημερινού αντιπροέδρου των ΗΠΑ.

Τον Ιούνιο του 2016, λοιπόν, λίγους μήνες πριν από τις εκλογές στις ΗΠΑ, ο εν λόγω φιλόδοξος νεαρός δημοσίευσε ένα αφήγημα που αφορούσε την εργατική τάξη, περιγράφοντας τον τρόπο με τον οποίο κατάφερε να ξεπεράσει τα μειονεκτήματα της οικογένειάς του, ξεκινώντας από τη φτωχή περιοχή του Μίντλταουν του Οχάιο, για να φοιτήσει στη νομική σχολή του Γέιλ και να συνεχίσει αργότερα την πετυχημένη και προσοδοφόρα του καριέρα, φτάνοντας μέχρι τη σημερινή του θέση.

Οι παππούδες και γιαγιάδες του κατάγονταν από λευκούς που εγκαταστάθηκαν στη λοφώδη χώρα του ανατολικού Κεντάκι τον 18ο και 19ο αιώνα. Κατά τη διάρκεια της ύφεσης, οι μετανάστες από τα Απαλάχια ξεχύθηκαν από τα βουνά στα εργοστάσια του βορρά.

Οι Βανς αποτελούσαν μέρος ενός δεύτερου κύματος που τους έφερε στο Μίντλταουν, μια περιοχή που είχε αναπτυχθεί γύρω από ένα γιγάντιο χαλυβουργείο. Ο πατέρας του Βανς ήταν απών, και η μητέρα του με σοβαρά προβλήματα κατάχρησης αλκοόλ και ναρκωτικών ουσιών.

Έτσι εκείνος μεγάλωσε με τον παππού και τη γιαγιά του, ενώ στη συνέχεια κατετάγη στους πεζοναύτες. Μετά τη θητεία του στο Ιράκ και τις προπτυχιακές σπουδές του στο Οχάιο, η αποδοχή του στη νομική σχολή του Γέιλ, του άνοιξε την είσοδο και αποδοχή στα ανώτερα στρώματα της αμερικανικής κοινωνίας.

Στα τέλη του βιβλίου καταγράφει λίστα με πράγματα που δεν γνώριζε όταν πήγε στη νομική σχολή του Γέιλ, μεταξύ των οποίων ότι έπρεπε να φοράει κοστούμι όταν πήγαινε σε συνέντευξη για εργασία και ότι τα οικονομικά ήταν βιομηχανία στην οποία δούλευαν άνθρωποι!

Τοποθετεί επίσης τον εαυτό του ως ‘επιζώντα’ του παρελθόντος του, ο οποίος υπέφερε από κρίσεις επιθετικότητας και απόσυρσης που προκαλούσαν μερικά προβλήματα στο γάμο του.

Απρόθυμος να επισκεφθεί ψυχολόγο, διαγιγνώσκει τον εαυτό του ως άτομο με υπέρ το δέον ενεργοποιημένη ‘αντίδραση φυγής’, συμπεριφορά που οφείλεται καθαρά στις χαοτικές, βίαιες συνθήκες της παιδικής του ηλικίας. Ο ίδιος αυτοπροσδιορίζεται ως Σκωτσέζος-Ιρλανδός, φροντίζοντας να διακρίνει τους ανθρώπους της περιοχής των Απαλαχίων από εκείνους των βορειοανατολικών περιοχών για τους οποίους μιλά απαξιωτικά.

Το υπόβαθρο της συζύγου του δεν περιγράφεται στο βιβλίο, αλλά φέρει το όνομα Ούσα (Usha), που προέρχεται από τους Ινδιάνους. Ο Βανς θεωρεί την κουλτούρα των ‘βουνίσιων ή βλάχων’ τοξική και έδειχνε ότι επιθυμούσε να διορθώσει τα προβλήματά της.

Έφηβος ων, εργαζόταν ως ταμίας σε παντοπωλείο και παρατηρούσε τις αγοραστικές συνήθειες των γειτόνων του, των φτωχών που αγόραζαν κατεψυγμένα έτοιμα γεύματα και των πλουσίων που αγόραζαν φρέσκα προϊόντα και τους επέτρεπαν να κάνουν μεγάλους λογαριασμούς.

Τη λευκή εργατική τάξη και την παράκτια, όπως αποκαλεί, ελίτ. Τα διάφορα σχόλιά του εκείνη την εποχή, δεν μπορούν να εξηγήσουν την αργότερα διογκούμενη υποστήριξή του προς τον Τραμπ. Αναφέρεται όμως αναλυτικά στους μέντορές του στο Πανεπιστήμιο Γέιλ.

Μετά τη νίκη του Τραμπ, το βιβλίο του Βανς έχει, αναντίρρητα, αποκτήσει διαφορετική σημασία. Στους σημερινούς σχολιαστές του βιβλίου του, οι περισσότεροι παραδέχονται ότι το Δημοκρατικό Κόμμα έχασε επειδή δεν έλαβε επαρκώς υπ’ όψιν του τις ανησυχίες της λευκής εργατικής τάξης και επικεντρώθηκε υπερβολικά στις λεγόμενες πολιτικές ταυτότητας.

Σήμερα, λοιπόν, παρατηρώντας την πορεία των αντιπροέδρων των ΗΠΑ, παρατηρούμε ότι στην πλειονότητα των περιπτώσεων, βρίσκονται γενικώς στα παρασκήνια των εξελίξεων, όπως η Κάμαλα Χάρις για μεγάλο διάστημα και πριν από τον τελευταίο καιρό που υπήρξε υποψήφια για το ανώτατο αξίωμα στις ΗΠΑ.

Επί του παρόντος, τα φώτα της δημοσιότητας έπεσαν πάνω στον Τραμπ, με δεδομένο το εύρος και σοβαρότητα των περίεργων αποφάσεών του σχετικά με τους δασμούς, τους μετανάστες, και όλα εκείνα που ακούμε συνεχόμενα σε σχέση με γεωπολιτικά ζητήματα σε διάφορες γωνιές του πλανήτη.

Ο ερχομός του αντιπροέδρου Βανς, όμως, στην διάσκεψη που έγινε στο Μόναχο για την Ασφάλεια, και όσα επιθετικά ξεστόμισε εναντίον όλων, έχοντας φυσικά τη σύμφωνη γνώμη του Προέδρου Ντόναλντ Τραμπ, τον έφεραν στο στόχαστρο των Ευρωπαίων και με το φάσμα όλων των προσεχών εξελίξεων.

Το πιθανότερο είναι ότι ο Βανς παριστά προσεκτική επιλογή του Τραμπ, ώστε να συνεχίσει και μετά από αυτόν την ίδια πολιτική και έχοντας μακροπρόθεσμες προθέσεις στα κρίσιμα θέματα της αμερικανικής πολιτικής, κρατώντας ψηλά το λάβαρο του Τραμπισμού.

Η πυρηνικών διαστάσεων ομιλία του στο Μόναχο, προδίδει με τον καλύτερο τρόπο τις μελλοντικές του επιδιώξεις. Πλάι του όχι μόνο οι άφθονοι ψηφοφόροι του Τραμπ και των Ρεπουμπλικάνων, αλλά και η ινδιάνικης καταγωγής, γυναίκα του με τα τρία τους παιδιά. Η παρούσα θητεία του, μπορούμε να υποστηρίξουμε εδώ, μάλλον θα περιέχει πολλές άλλες εκπλήξεις στο παγκόσμιο σκηνικό, όπως βεβαίως και η περαιτέρω πολιτική του πορεία!

Ο Γεώργιος Νικ. Σχορετσανίτης είναι τέως διευθυντής Χειρουργικής και συγγραφέας