Για άλλη μια φορά η χώρα καίγεται από άκρη σε άκρη. Θρηνούμε, μάλιστα, τα πρώτα θύματα. Από απλούς ανθρώπους που βρέθηκαν σε λάθος τόπο σε λάθος χρόνο, μέχρι νεαρά παληκάρια που έχοντας πλήρη επίγνωση της έννοιας του καθήκοντος, πετώντας με αυταπάρνηση στο μέτωπο της φωτιάς, έχασαν αδόκητα τη ζωή τους.
Εύλογα όλοι μας αναζητούμε αιτίες. Απαιτούμε την απόδοση ευθυνών. Στο πλαίσιο αυτό, κάποιοι πάλι μιλούν για αυστηροποίηση των ποινών.
Μάλιστα, ακόμη και προδοευτικές (φευ) γραφίδες επιζητούν την «ιδιωνυμοποίηση» του εγκλήματος. Αλήθεια, αυτό είναι το πρόβλημα; Χρειαζόμαστε και άλλο «ειδικό ποινικό καθεστώς»;
Δηλαδή εάν απειλούνταν η ποινή της ισόβιας κάθειρξης για κάθε εμπρησμό (από απλό μέχρι εκείνον που προκαλεί την απώλεια ανθρώπινης ζωής) το πρόβλημα θα είχε επιλυθεί; Μήπως κάποιοι για άλλη μια φορά λειτουργούν – εν γνώσει ή εν αγνοία τους αποπροσανατολιστικά;
Μήπως αντί να να αναζητούμε τεκμηριωμένα ποιες φωτιές είναι άμεσα ανθρωπογενείς (εμπρησμός) είτε έμμεσα (λχ πυρκαγιά σε μετασχηματιστές υψηλής τάσης του ΔΕΔΔΗΕ που διασχίζουν απαραδέκτως δασικές εκτάσεις ή έκρηξη από υπερθέμανση μπαταριών φωτοβολταϊκών πάρκων κλπ) και σε τι βαθμό εργαζόμαστε για την πρόληψη αυτών, ακολοθούμε τον εύκολο δρόμο της υποτιθέμενης καταστολής;
Αλήθεια, πιστεύει κανείς ότι ένα άτομο που διακρίνεται από πλήρη έλλειψη κοινωνικής ενσυναίθησης (λχ καίει ξερά χόρτα όταν επικρατούν θυελώδεις άνεμοι) ή βαρύνεται από βαρύ ιστορικό ψυχικής νόσου και λόγω απουσίας σοβαρών δομών ψυχικής υγείας βάζει φωτιές γιατί «θέλει να βλέπει τους πυροσβέστες να τρέχουν να τη σβήσουν» (υπαρκτό και πρόσφατο παράδειγμα) θα «αποθαρρυνθεί» λόγω ενός ιδιαίτερου και αυστηρού ποινικού καθεστώτος;
Για να καταλάβουμε πόσο εκτός πραγματικότητας είναι αυτή η συζήτηση ας δούμε τι προβλέπει το σημερινό καθεστώς. Καταρχάς, στο ποινικό μας σύστημα, ο εμπρησμός δασών έχει «ιδιαίτερη» θέση σε βαθμό που θα μπορούσε να υποστηριχθεί ότι δεν παρουσιάζει μια απλή απόκλιση σε κάποιο στοιχείο της νομοτυπικής μορφής του βασικού εγκλήματος.
Έτσι, λοιπόν, στο άρθρο 265 του ΠΚ προβλέπεται ως ιδιαίτερο αδίκημα ο «εμπρησμός σε δάση» και μάλιστα, μετά την τροποποίηση του 2021, με ιδιαίτερα αυστηρό πλαίσιο ποινών.
Έτσι, ενώ ο εμπρησμός από αμέλεια είναι προφανώς πλημμέλημα (απειλώντας ποινή φυλάκισης μέχρι 5 έτη) η με δόλο πρόκληση εμπρησμού έχει αρκετές παραλλαγές και επίταση ποινής ανάλογα με τον κίνδυνο που προκαλεί και το αποτέλεσμα που επιφέρει. Στο πλαίσιο αυτό, όποιος προξενεί πυρκαγιά σε δάσος, ή δασική έκταση, ή σε έκταση που έχει νόμιμα κηρυχθεί δασωτέα ή αναδασωτέα,
α) Τιμωρείται με κάθειρξη έως (8) έτη και χρηματική ποινή.
β) Αν ο δράστης σκόπευε να προσπορίσει στον εαυτό του, ή σε άλλον, παράνομο περιουσιακό όφελος τιμωρείται με κάθειρξη έως (10) έτη και χρηματική ποινή.
γ) Τιμωρείται, όμως, με κάθειρξη έως (10) έτη, αν από την πράξη μπορεί να προκύψει κίνδυνος για άνθρωπο.
δ) Τιμωρείται, ακόμη, με κάθειρξη, αν στις παραπάνω περιπτώσεις, η πράξη προκάλεσε σημαντική βλάβη σε εγκαταστάσεις κοινής ωφέλειας, ή είχε ως αποτέλεσμα την βαριά σωματική βλάβη ανθρώπου, ή η φωτιά εξαπλώθηκε σε μεγάλη έκταση, ή είχε ως επακόλουθο σοβαρή ή ευρεία ρύπανση, ή υποβάθμιση, ή σοβαρή, ή ευρεία, οικολογική και περιβαλλοντική διατάραξη, ή καταστροφή.
ε) Τιμωρείται, τέλος, με ισόβια κάθειρξη, αν η πράξη είχε ως αποτέλεσμα τον θάνατο άλλου.
Το ερώτημα, όμως, που προκύπτει είναι πόσους συλλάβαμε τα τελευταία χρόνια να προκαλούν δολίως εμπρησμούς και πόσοι αποδείχθηκε ότι πράγματι προκάλεσαν; Ερώτημα που θα μας απασχολήσει σε επόμενη παρέμβαση. Το συμπέρασμα, όμως, είναι ότι επαρκές θεσμικό πλαίσιο ποινικής καταστολής υπάρχει. Άλλα πράγματα απουσιάζουν…
* Ο Αργύρης Αργυριάδης είναι δικηγόρος